Ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τη νάρκωση και τον βιασμό του μέσα στο διαμέρισμα του πρώην διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, Δημήτρη Λιγνάδη, κατέθεσε σε βάρος του σκηνοθέτη το τρίτο πρόσωπο που προσέφυγε στη δικαιοσύνη, σύμφωνα με πλήθος δημοσιευμάτων. Σημειώνεται πως το καταγγελλόμενο αδίκημα δεν έχει παραγραφεί, καθώς τοποθετείται χρονικά στα τέλη του 2018.

Ο μηνυτής αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι γνωρίστηκε με τον Δ. Λιγνάδη στα τέλη Νοεμβρίου του 2018 στην Πλατεία του Αγίου Παύλου στο Μεταξουργείο, καθώς για ένα διάστημα ήταν χρήστης ναρκωτικών ουσιών, τις οποίες προμηθευόταν στη συγκεκριμένη περιοχή. Κατόπιν πρόσκλησης του Δ. Λιγνάδη, τον ακολούθησε στο σπίτι του, όπου ήπιαν καφέ και συζήτησαν για ώρα, ενώ έκαναν χρήση ουσιών. Ως «τον μεγαλύτερο ηθοποιό και σκηνοθέτη της εποχής με πολύ μεγάλες και ισχυρές γνωριμίες στο χώρο της πολιτικής και στο χώρο της τέχνης» χαρακτήριζε τον εαυτό του ο Δ.Λιγνάδης, αναφέρει ο μηνυτής, και του ζήτησε να ανανεώσουν το ραντεβού τους για άλλη ημέρα, επικαλούμενος «υποχρέωση».

Μετά από λίγο μου πρότεινε να συνεχίσουμε στο σπίτι του, που βρισκόταν πολύ κοντά. Φτάνοντας στην πολυκατοικία ανεβήκαμε με το ασανσέρ στον τελευταίο όροφο (όγδοο αν θυμάμαι σωστά). Ήταν ένα εντυπωσιακότατο οροφοδιαμέρισμα με τζαμαρίες ολόγυρα και θέα προς το λόφο της Ακρόπολης και προς το Λυκαβηττό. Εντυπωσιάστηκα ιδιαίτερα από ένα πόστερ ή πίνακα μεγάλων διαστάσεων, που απεικονίζει ένα ημίγυμνο νεαρό αγόρι.

Πίνοντας καφέ του εξιστόρησα την περιπέτεια της εξάρτησης μου, την προσπάθεια μου να απεξαρτηθώ και του ανέφερα ότι είχα καταδικαστεί με αναστολή για ναρκωτικά. Μου πρότεινε να καπνίσουμε μαζί ένα τσιγάρο μαριχουάνας και συμφώνησα. Κάλεσε από το κινητό του τηλέφωνο έναν αριθμό και σε διάστημα περίπου 10 λεπτών της ώρας χτύπησε το κουδούνι και ένα νεαρό άτομο αλλοδαπής καταγωγής του παρέδωσε μία μικρή νάιλον συσκευασία, από το περιεχόμενο της οποίας κάναμε χρήση από κοινού.

Όλη την ώρα μου διηγούταν περιστατικά από τη ζωή του. Μου είπε ότι θεωρούσε τον εαυτό του ως τον μεγαλύτερο ηθοποιό και σκηνοθέτη της εποχής, αναφέροντας μου διάφορες θεατρικές παραστάσεις στις οποίες είχε συμμετάσχει και οι οποίες είχαν δημιουργήσει ιδιαίτερη αίσθηση. Επίσης, ότι έχει πολύ μεγάλες και ισχυρές γνωριμίες στο χώρο της πολιτικής και στο χώρο της τέχνης, διαβεβαιώνοντας με ότι, διαθέτει πρόσβαση στα μεγαλύτερα και σημαντικότερα άρθρα θέατρα της Αθήνας με τα οποία μπορεί να συνεργαστεί ανά πάσα στιγμή.

Είμαι ο βασιλιάς της σκηνής, έχω δικά μου 10 θέατρα και τα υπόλοιπα στα πόδια μου» μου είπε χαρακτηριστικά, καμαρώνοντας…. Μιλούσε ακατάπαυστα για τον εαυτό του, για το ταλέντο του και για την ισχυρή κοινωνική του θέση… Κάποια στιγμή μου είπε ότι πρέπει να φύγει, γιατί ήταν επίσημος προσκεκλημένος σε μια εκδήλωση για τον Νέλσον Μαντέλα και μου έδωσε ραντεβού για την επόμενη εβδομάδα, ημέρα Τετάρτη και ώρα τρεις το μεσημέρι στο σπίτι του, για να συνεχίσουμε την κουβέντα μας και να γνωριστούμε καλύτερα. Όντως την επόμενη Τετάρτη τον επισκέφτηκα ξανά στην οικία του.

«Άρχισε να μου δείχνει πορνογραφικό υλικό με νεαρά αγόρια και μεσήλικα πρωταγωνιστή»

«Μου άνοιξε την πόρτα ημίγυμνος, φορώντας μία πετσέτα μπάνιου γύρω από τους γοφούς του με την δικαιολογία, ότι μόλις είχε βγει από το μπάνιο. Παρατήρησα, ότι στην πλάτη του είχε εμφανείς ουλές και στην σχετική ερώτηση μου, απάντησε, ότι πριν από πολλά χρόνια είχε πέσει θύμα ένοπλης ληστείας και τον είχανε μαχαιρώσει.» αναφέρει ο μηνυτής για τη δεύτερη συνάντησή τους, σύμφωνα με τα ίδια δημοσιεύματα. «…Μου πρόσφερε ουίσκι και καπνίσαμε μαριχουάνα. Ήταν βαρύς καπνιστής, άναβε το ένα τσιγάρο πάνω στο άλλο» σημειώνει και προσθέτει ότι ο ηθοποιός τον κάλεσε να παρακολουθήσουν πορνογραφικό υλικό.

Καθόμασταν στον καναπέ του σαλονιού, που συνδεόταν με την κουζίνα με πάσο. Πάνω σε ένα χαμηλό τραπέζι κρυστάλλινο βρισκόταν ένας φορητός ηλεκτρονικός υπολογιστής με μεγάλη οθόνη χρώματος μπλε με μαύρο πληκτρολόγιο. Με προσκάλεσε να καθίσουμε μπροστά στον υπολογιστή, άνοιξε ένα ηλεκτρονικό φάκελο και άρχισε να μου δείχνει πορνογραφικές φωτογραφίες με νεαρά αγόρια σε διάφορες ερωτικές περιπτύξεις με μεσήλικα πρωταγωνιστή, του οποίου δεν φαινόταν το πρόσωπο, και οι οποίες περιλάμβαναν στοματική και πρωκτική διείσδυση…Στο πάτωμα, δίπλα στο τραπέζι, ήταν μία μεγάλη τσάντα. Την έβαλε πάνω στο τραπέζι, την άνοιξε και άρχισε να βγάζει από μέσα και να μου επιδεικνύει διάφορα ερωτικά βοηθήματα κάθε είδους και μεγέθους. Μετά άνοιξε και μια άλλη, μικρότερη τσάντα, που επίσης ανασήκωσε από το πάτωμα και ανοίγοντας την μου επέδειξε μία συσκευή με καλώδια, εξηγώντας μου, ότι είναι βοήθημα και ιδιαίτερα σκληρά σαδομαζοχιστικά «παιχνίδια».

Όντας ο ίδιος αυστηρώς ετεροφυλόφιλος ως προς το σεξουαλικό μου προσανατολισμό, αισθάνθηκα μεγάλη αποστροφή από όλα αυτά, κυρίως όμως έκπληξη και αμηχανία από το γεγονός ότι ένας τόσο γνωστός και καταξιωμένος καλλιτέχνης εξέθετε ενώπιον μου, έναν άγνωστο του, την ερωτική του ζωή και τις ιδιαίτερες σεξουαλικές προτιμήσεις του.

«Σωριάστηκα λιπόθυμος. Όταν ξύπνησα ήμουν ξαπλωμένος και γυμνός από τη μέση και κάτω…»

Ο μηνυτής αναφέρει πως έχασε τις αισθήσεις του υπό την επήρεια των ουσιών που είχε καταναλώσει με τον Δ. Λιγνάδη, και πως όταν ξύπνησε βρέθηκε ξαπλωμένος στον καναπέ και γυμνός από τη μέση και κάτω. Στην ερώτησή του «τι έγινε, τι μου έκανες;» καταγγέλλει πως ο Δ. Λιγνάδης του απάντησε ειρωνικά «έλα τώρα που δε σ’ άρεσε…» και στην οργισμένη αντίδραση του μηνυτή απάντησε απειλώντας τον πως αν δεν έφευγε αμέσως θα καλούσε την αστυνομία ισχυριζόμενος απόπειρα ληστείας και πως θα τον έστελνε στη φυλακή. «Νιώθοντας απέναντι του αδυναμία και απελπισία ξέσπασα σε κλάματα, ντύθηκα άρον- άρον και εγκατέλειψε το διαμέρισμα. Σήμερα συνειδητοποιώ, ότι ήταν μεγάλο το λάθος μου να μην έχω καλέσει επιτόπου την αστυνομία ή να έχω απευθυνθεί αμέσως στην δικαιοσύνη. Όμως την εποχή εκείνη, λόγω της προσωπικής μου αδυναμίας, δεν τόλμησα να ζητήσω την προστασία της πολιτείας» καταλήγει ο καταγγέλλων.

Κάποια στιγμή ο μηνυόμενος πήγε στην κουζίνα και επέστρεψε, φέρνοντας μου ένα επιπλέον ποτήρι ουίσκι, το οποίο λόγω της εντονότατης ψυχικής υπερδιέγερσης και αμηχανίας που ένιωθα, ήπια μονορούφι. Ξαφνικά ένιωσα το σώμα μου να πυρακτώνεται, το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου, θόλωσε η όραση μου και άρχισα να χάνω την αίσθηση του περιβάλλοντος. Σωριάστηκα λιπόθυμος στον καναπέ. Όταν ξύπνησα, δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, βρέθηκα ξαπλωμένος στον καναπέ και γυμνός από τη μέση και κάτω….Ζαλισμένος όπως ήμουν και χωρίς να έχω επανακτήσει πλήρως τον έλεγχο των αισθήσεων μου, τον ρώτησα «τι έγινε», τι μου έκανες;» κι αυτός με σαρκαστικό ύφος μου απάντησε «έλα τώρα που δε σ’ άρεσε…»

Ουρλιάζοντας του είπα «ρε π…., τι μου έκανες ρε κ….» και ταυτόχρονα με όση δύναμη είχα του έριξα ένα πολύ δυνατό χαστούκι. Ήμουν τόσο οργισμένος που παρά τη σωματική αδυναμία και την ζάλη που ένιωθα, όρμησα επάνω του για να τον χτυπήσω. Αυτός όμως οπισθοχώρησε και αφού προφυλάχτηκε πίσω από μια καρέκλα, με απείλησε ότι αν δε φύγω αμέσως θα καλέσει την αστυνομία, θα πει ότι αποπειράθηκα να το ληστέψω και θα με στείλει φυλακή.

Τρομοκρατήθηκα, γιατί ήμουν ήδη καταδικασμένος με αναστολή. Αναλογίστηκα την τεράστια κοινωνική δύναμη του μηνυομένου σε σχέση με τη δική μου αδυναμία. Φοβήθηκα ότι κανείς δεν θα πιστέψει έναν καταδικασμένο πρώην χρήστη ναρκωτικών ότι ο μηνυόμενος με τις υψηλές γνωριμίες και διασυνδέσεις βρίσκεται σαφώς σε σχέση ισχύος απέναντι μου, ότι εύκολα μπορούσε να με παγιδεύσει και να καταλήξω άδικα στη φυλακή.

Νιώθοντας απέναντι του αδυναμία και απελπισία ξέσπασα σε κλάματα, ντύθηκα άρον- άρον και εγκατέλειψε το διαμέρισμα. Έκτοτε δεν τον ξανασυνάντησα. Σήμερα συνειδητοποιώ, ότι ήταν μεγάλο το λάθος μου να μην έχω καλέσει επιτόπου την αστυνομία ή να έχω απευθυνθεί αμέσως στην δικαιοσύνη. Όμως την εποχή εκείνη, λόγω της προσωπικής μου αδυναμίας, δεν τόλμησα να ζητήσω την προστασία της πολιτείας.

«Δεν τον γνωρίζω καν» ισχυρίζεται ο Δ.Λιγνάδης

Για «στρατευμένο μάρτυρα» και «προϊόν μυθοπλασίας χωρίς κανένα αντικειμενικό στοιχείο που να επιβεβαιώνει όσα ψευδώς ισχυρίζεται» κάνει λόγο ο  Δ. Λιγνάδης σε ανακοίνωσή του μέσα από τη φυλακή, που αναπαράγεται σε πλήθος δημοσιευμάτων, υποστηρίζοντας ότι δεν γνωρίζει καν τον μηνυτή.  «Δεν υπάρχει κανένας μάρτυρας και κανένα στοιχείο έστω και για το αν υπήρξε απλή γνωριμία μεταξύ μας, κάτι που αποδεικνύει ότι η μήνυση του είναι ένα φανταστικό σενάριο, καθόσον σύμφωνα με αυτό ανάμεσα στην γνωριμία μας και τον υποτιθέμενο βιασμό του μεσολάβησαν κάποιες ημέρες, άρα θα ήταν αναμενόμενο και φυσιολογικό στο μεσοδιάστημα αυτό να έχει αναφέρει την γνωριμία μας και την υποτιθέμενη μετάβαση του στο διαμέρισμά μου ως σημαντικό γεγονός στο οικογενειακό και φιλικό του περιβάλλον, όπως επίσης θα ήταν αναμενόμενο να έχει αναφέρει και το δήθεν ραντεβού που δήθεν δώσαμε για την επόμενη φορά. Δε συμβαίνει κάθε ημέρα να γνωρίζει κανείς και να επισκέπτεται έναν γνωστό ηθοποιό και σκηνοθέτη στο σπίτι του!» αναφέρει μεταξύ άλλων, ο σκηνοθέτης, ο οποίος βρίσκεται ήδη προσωρινά κρατούμενος στην Τρίπολη.

Στρέφει, μάλιστα, τα πυρά στον Σπύρο Μπιμπίλα, καθώς και στον δικηγόρο του καταγγέλλοντος ισχυριζόμενος πως «ο δικηγόρος του, ο οποίος όλως τυχαίως είναι συνήγορος και του εταίρου φερόμενο βιασθέντα από εμένα, προσπάθησε να καταστήσει αληθοφανή την ιστορία του δήθεν βιασμού του έντολέως του από εμένα, αλλά δε σκέφτηκε ότι η προσπάθειά του αυτή θα αποκαλυφθεί, αφού πλέον με τη συνδρομή του διαδικτύου τίποτα δε μένει κρυφό. Σύμφωνα μάλιστα με έρευνα που έγινε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης facebook και instagram προέκυψε ότι άτομο με τα στοιχεία του μηνυτή είχε ερωτική σχέση με μία γυναίκα, την Φ.Κ, η οποία συνέχεια παντρεύτηκε τον ηθοποιό Δ.Μ., ο οποίος ήταν συμφοιτητής μου και είναι προσωπικός φίλος του Σπύρου Μπιμπίλα, προέδρου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, για τον οποίο έχω καταγγείλει και στο απολογητικό μου υπόμνημα ότι βρίσκεται πίσω από αυτή την σε βάρος μου σκευωρία». Σε «προσθήκες» αποδίδει, επίσης, ότι το γεγονός της γνωριμίας του με τον μηνυτή τοποθετήθηκε χρονικά «σε μια ημέρα που παραβρέθηκα σε μία κοινωνική εκδήλωση, η οποία έχει συγκεντρώσει τα φώτα της δημοσιότητας, όπως ήταν αυτή για την μνήμη του Νέλσον Μαντέλα»

Επιχειρεί, τέλος, να αντικρούσει τους ισχυρισμούς του μηνυτή του, ισχυριζόμενος πως ο καταγγέλλων έχει υποπέσει σε αντιφάσεις στην περιγραφή των συνθηκών βιασμού του και πως υπάρχουν λανθασμένα σημεία σε ό,τι αφορά στην περιγραφή των χώρων του σπιτιού του.