Το ρεπορτάζ με τίτλο «The Vampire Ship» (Το πλοίο βαμπίρ) στο The New Republic δημοσιεύτηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο, και παραθέτει σειρά γεγονότων που οδήγησαν τις ελληνικές αρχές στη σύλληψη του πλοίου με το φορτίο τουλάχιστον δύο τόνων ηρωίνης και του πληρώματός του, καθώς και λεπτομερή παράθεση γεγονότων για εξαφανίσεις και θανάτους μαρτύρων της υπόθεσης. Επίσης, περιλαμβάνει πλήθος λεπτομερών αναφορών στη διασύνδεση των κυκλωμάτων που εμπλέκονται στη διακίνηση του ναρκοφορτίου στη Μέση Ανατολή, την Τουρκία και την Ελλάδα. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως ειδική αναφορά γίνεται και στις καταθέσεις του καταδικασμένου με ισόβια για την υπόθεση, Ευθύμη Γιαννουσάκη, που τα προηγούμενα χρόνια βρέθηκε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης στην Ελλάδα.

Υπενθυμίζεται πως η αναδημοσίευσή του στα ελληνικά από τη «Ζούγκλα» προκάλεσε την αντίδραση της πλευράς Μαρινάκη, που προχώρησε σε εξώδικο, χαρακτηρίζοντάς το «ψευδέστατο, βαρύτατα προσβλητικό έως χυδαίο», ενώ κατηγόρησε τότε τον Μ. Τριανταφυλλόπουλο ακόμα και για «προσυνεννόηση ταυτόχρονης εξυπηρέτησης του κοινού σκοπού» με τον Αμερικανό δημοσιογράφο, Alexander Clapp, του οποίου το δημοσίευμα επίσης χαρακτηρίζει «συκοφαντικότατο».

Απ’ ότι φαίνεται, οι κριτές του Pulitzer Center δεν είχαν την ίδια αντίληψη, καθώς κατέταξαν τον εν λόγω άρθρο στη δεύτερη θέση, πίσω από το εξαιρετικό της Κολομβιανής δημοσιογράφου Μαριάννα Παλάου, που έγραψε στον Guardian για τις εκτελέσεις αθώων από τον Εθνικό Στρατό της Κολομβίας υπό τις οδηγίες του Στρατηγού Μάριο Μοντόγια κατά τη διάρκεια του πολέμου εναντίον των ανταρτών του Farc.

«Ο επιλαχών του 2021 Breakthrough Award είναι ο ανεξάρτητος δημοσιογράφος Αλεξάντερ Κλαπ, για ένα άρθρο για το The New Republic με τίτλο «Το πλοίο Βαμπίρ». Αυτό το μακροσκελές άρθρο εντυπωσίασε τους κριτές με την αφήγηση του ως θρίλερ, που ξεδιπλώνει έναν περίπλοκο ιστό διαφθοράς και εγκλήματος στην Τουρκία, την Ελλάδα και τη Μέση Ανατολή. Το ρεπορτάζ του Κλαπ χρειάστηκε έναν χρόνο, με πολλά ταξίδια μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Πήρε συνέντευξη από περισσότερους από 100 μάρτυρες και εξέτασε νομικά έγγραφα, συμβόλαια αποστολής, μαρτυρίες στην αστυνομία και πολλά άλλα, για να παράσχει τον πληρέστερο απολογισμό μιας μεγάλης υπόθεση ναρκωτικών. Ήταν η κύρια ιστορία στο τεύχος Οκτωβρίου 2020 του The New Republic» αναφέρει το συνοδευτικό κείμενο.

Το Κέντρο Πούλιτζερ λειτουργεί εδώ και 15 χρόνια και όπως αναφέρεται, έχει επιδείξει με συνέπεια τη δέσμευσή του να ρίχνει φως σε κρίσιμα παγκόσμια ζητήματα που συχνά αγνοούνται. Μέσω της χορηγίας ποιοτικής διεθνούς δημοσιογραφίας σε όλες τις πλατφόρμες μέσων μαζικής ενημέρωσης και ενός καινοτόμου προγράμματος προσέγγισης και εκπαίδευσης, έχει βοηθήσει στην ενημέρωση, την καλλιέργεια διαλόγου, και στην εκ των προτέρων κατανόηση των καθοριστικών προκλήσεων της εποχής μας, αναφέρεται στη σελίδα των βραβείων. Σημειώνεται πως το Κέντρο Πούλιτζερ είναι διαφορετικός οργανισμός από τα Βραβεία Πούλιτζερ, παρότι αρκετά project που έχουν χρηματοδοτηθεί από το Κέντρο, έχουν καταφέρει να κατακτήσουν το διάσημο βραβείο.

Εξώδικο Μαρινάκη για αναδημοσίευση αμερικανικού ρεπορτάζ που τον εμπλέκει με το Noor1

Διαβάστε αναλυτικά το επίμαχο ρεπορτάζ, όπως αναδημοσιεύτηκε στα ελληνικά από τη «Ζούγκλα»:

The Vampire Ship ( To πλοίο βαμπίρ )

Του Alexander Clapp

Στις 28 Απριλίου του 2014, ένα αλιευτικό σκάφος προσέγγισε ένα μικρό πετρελαιοφόρο στον Κόλπο του Ομάν, μία μέρα μετά αφού το εν λόγω τάνκερ απέπλευσε από το Ντουμπάι για την Ελλάδα. Τρεις άνδρες σκαρφάλωσαν πάνω στο τάνκερ και πέρασαν τη νύχτα πακετάροντας εκατοντάδες μικρές συσκευασίες ηρωίνης, που ζύγιζαν τουλάχιστον δύο τόνους συνολικά, στοιβάζοντας τα πακέτα στους χώρους φόρτωσης του έρματος. Όταν τελείωσαν, οι δύο άνδρες απέπλευσαν πίσω προς την ακτή. Ωστόσο ο τρίτος από αυτούς έμεινε πίσω. Κρατώντας ένα περίστροφο διέταξε το πλήρωμα του τάνκερ να συνεχίσει την κανονική πορεία του.

Στα τέλη Μαΐου, το τάνκερ, η ονομασία του οποίου ήταν «Noor1», πέρασε τη Διώρυγα του Σουέζ. Νωρίς το πρωί της 6ης Ιουνίου, έφτασε στην Ελευσίνα, ένα λιμάνι κοντά στην Αθήνα. Το επόμενο απόγευμα, 4 Κούρδοι μέσα σε ένα μαύρο Mercedes SUV κατέφθασαν μπροστά από το σκάφος, πήραν τους σάκους με την ηρωίνη από τα αμπάρια του «Noor1» και άρχισαν να τους μεταφέρουν προς την Αθήνα.

Οι Κούρδοι προετοιμάζονταν για χρόνια για την άφιξη της ηρωίνης. Είχαν διαπραγματευτεί να πληρώσουν περισσότερα από 20 εκατομμύρια δολάρια για το Plaza Resort στην Αθηναϊκή Ριβιέρα, σχεδιάζοντας να αξιοποιήσουν αυτόν τον τουριστικό προορισμό για ξέπλυμα του χρήματος, το οποίο θα προέκυπτε από τις πωλήσεις. Είχαν νοικιάσει μια αποθήκη και έναν βιομηχανικό χώρο σε ελαιώνες κοντά στο αεροδρόμιο της Αθήνας. Εδώ η ηρωίνη του «Noor1» θα αναμειγνυόταν με περισσότερους από πέντε τόνους μαρμαρόσκονης από το κοντινό βουνό της Πεντέλης.

Για να μεταφέρουν το εμπόρευμα, είχαν αγοράσει ένα όχημα κλαρκ (περονοφόρο) και πολλά τσουβάλια από καμβά στους οποίους αναγραφόταν: «Λευκή Ζάχαρη από το Πακιστάν». Στις αρχές Μαΐου, ένας σύνδεσμός τους από το Βέλγιο έφτασε με ένα φορτηγό. Στην καρότσα είχαν διαμορφωθεί ειδικοί χώροι για τη μεταφορά της ηρωίνης.

Ο πρόλογος του δημοσιεύματος

Το φορτηγό θα μετέφερε το μεγαλύτερο μέρος της ηρωίνης μέσω ενός λιμανιού στη βορειοδυτική Ελλάδα (σ.σ. Ηγουμενίτσα) και έπειτα μέσω ενός φέριμποτ στην Ιταλία. Από εκεί, θα γινόταν η διανομή στους δρόμους του Βελγίου και της Ολλανδίας, αποφέροντας εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ στους ιδιοκτήτες της.

Όλα τα κομμάτια ήταν στη θέση τους, σαν να επρόκειτο, με άλλα λόγια, για ένα sequel της μεσογειακής έκδοσης της πασίγνωστης ταινίας «The French Connection». Όμως, όπως ήταν η μοίρα και εκείνης της διάσημης αλλά κινηματογραφικής διακίνησης ηρωίνης, η συμφωνία του «Noor1» γρήγορα αποκαλύφθηκε. Τέσσερις μέρες μετά την άφιξη του τάνκερ στο λιμάνι της Ελευσίνας, ένα άτομο που συμμετείχε στην επιχείρηση, ανήσυχο με την ιδέα της διακίνησης ηρωίνης, μπήκε σε ένα αστυνομικό τμήμα. Εξήγησε ότι κάπου έξω από την Αθήνα μια τεράστια ποσότητα ναρκωτικών ετοιμαζόταν να εξαχθεί. Την επόμενη μέρα, ο Γιώργος Κατσούλης, επικεφαλής της Δίωξης Ναρκωτικών του Λιμενικού Σώματος στον Πειραιά, πληροφορήθηκε -με βάση τη μαρτυρία αυτή- ότι «μισός τόνος» θα βρισκόταν σε μια τοποθεσία ανατολικά της πρωτεύουσας.

Στις 11 Ιουνίου, ο Κατσούλης έστειλε πέντε άνδρες του να παρακολουθήσουν τι συμβαίνει στην αποθήκη όπου υπήρχαν οι πληροφορίες ότι βρισκόταν η ηρωίνη. Το επόμενο βράδυ, περίπου στις 21:00, ο Κατσούλης έστειλε 30 οπλισμένους πράκτορες να περικυκλώσουν το κτήριο.

«Πήραμε μια ιδέα για το τι αντιμετωπίζουμε όταν τα σκυλιά αφηνίασαν» μου είπε ο Κατσούλης. «Κανονικά μυρίζουν την ηρωίνη και κινούνται από τα δεξιά προς το μέρος της. Αλλά, σε αυτή την περίπτωση, υπήρχε τόση πολλή ηρωίνη που τα σκυλιά δεν ήξεραν πού να πάνε. Απλώς ξεκίνησαν να γαβγίζουν πολύ έντονα».

Μέσα στην αποθήκη βρίσκονταν 6 Κούρδοι και Έλληνες, 500 κιλά «άκοφτης» ηρωίνης και ένα όπλο. Οι πράκτορες του Κατσούλη συνέλαβαν τους άνδρες, που δεν έφεραν αντίσταση, και τους μετέφεραν στον Πειραιά. Περίπου την ίδια ώρα, μια άλλη ομάδα του Λιμενικού Σώματος εισέβαλε σε μια βίλα στο πολυτελές προάστιο της Αθήνας, τη Φιλοθέη, και βρήκαν επιπλέον μισό τόνο ηρωίνης στο γκαράζ.

Τις επόμενες ημέρες, η πλοκή του σεναρίου θυμίζει το «The French Connection», αλλά και την περίφημη τηλεοπτική σειρά «The Wire»: Οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες συνέλαβαν το ένα μέλος της επιχείρησης μετά το άλλο. Για να κρύψει την ταυτότητα του πραγματικού πληροφοριοδότη, η Αστυνομία επίσης τον/την συνέλαβε. Την ίδια ώρα, άφησαν άλλους με γνωστή εμπλοκή στην επιχείρηση να δραπετεύσουν. «Ήταν σημαντικό να μην είναι ξεκάθαρο ποιος είχε μιλήσει και ποιος όχι» μου είπε ένας αξιωματικός.

Στις 22 Ιουνίου, αξιοποιώντας πληροφορίες από αυτές τις πηγές, οι άνδρες του Κατσούλη εισέβαλαν στο βιομηχανικό κτήριο (παρήγαγε κοτόπουλα) κοντά στο αεροδρόμιο της Αθήνας και εντόπισαν 1 τόνο ηρωίνης. Στην Ελευσίνα, χάρη σε μια πληροφορία άλλης πηγής, πραγματοποίησαν επιχείρηση στο «Noor1» και συνέλαβαν τα μέλη του πληρώματός του. Μια άλλη πηγή τούς οδήγησε τελικά στο Ντουμπάι. Μέχρι τον Αύγουστο, 33 άνθρωποι είχαν συλληφθεί. Οι ελληνικές αρχές παρεμπόδισαν τη μεγαλύτερη γνωστή μεταφορά ηρωίνης στην ιστορία της Ευρώπης.

 

Αλλά αυτή είναι μόνο η αρχή της ιστορίας. Η κατάσχεση των ναρκωτικών που μετέφερε το «Noor1» πυροδότησε μακροπρόθεσμα «σεισμικά σοκ» στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο. Οι σχεδιαστές της επιχείρησης μεταφοράς των ναρκωτικών στράφηκαν ο ένας εναντίον του άλλου, με αποτέλεσμα να έχουν σκοτωθεί τουλάχιστον 17 άνθρωποι σε τρεις ηπείρους.

Οι τηλεφωνικές καταγραφές αποκαλύπτουν στοιχεία για αστυνομικούς που οι διακινητές εξαγόρασαν, από την Τουρκία μέχρι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Στην Ελλάδα, η έρευνα για το «Noor1» κυριάρχησε στον εθνικό Τύπο και έπειτα πυροδότησε ένα νέο κύμα δημόσιου ενδιαφέροντος, μέσω της δίκης και της ενασχόλησης των ΜΜΕ. Ο τωρινός πρωθυπουργός και ένας από τους προκατόχους του έχουν αλληλοκατηγορηθεί ότι σχετίζονται με την ηρωίνη. Και μια εν εξελίξει έρευνα για το ποιος χρηματοδότησε το «Noor1» απειλεί να εμπλέξει τον ολιγάρχη Ευάγγελο Μαρινάκη, μια από τις πιο ισχυρές μορφές στην παγκόσμια ναυτιλία και το ποδόσφαιρο.

Οι δολοφονίες απεικονίζουν το πιο «ευθύ» μέρος της ιστορίας – αν και δεν έχουν διαλευκανθεί. Ξεκίνησαν τρεις μήνες μετά την κατάσχεση του «Noor1». Στην αρχή της έρευνας, οι αρχές της Ελλάδας άφησαν την πιο σημαντική μορφή της επιχείρησης να δραπετεύσει: τον οδηγό του μαύρου SUV που παρέλαβε την ηρωίνη όταν κατέφθασε στην Ελευσίνα, τον Ιούνιο του 2014. Ένας Ιρανός Κούρδος, που χρησιμοποιούσε μερικές φορές το όνομα Mohammed Diesel. Φοβούμενος τη σύλληψη, ο Diesel διέφυγε στην Κωνσταντινούπολη και κατέφυγε σε έναν παιδικό του φίλο, με το όνομα Naji Sharifi Zindashti, για να τον μεταφέρει με ασφάλεια στο Ντουμπάι.

Τριάντα χρόνια νωρίτερα, ο Zindashti και ο Diesel είχαν καταδικαστεί σε ποινή θανάτου στην Τεχεράνη, με βάση κατηγορίες για διακίνηση ηρωίνης. Μαζί δραπέτευσαν από τη φυλακή Evin σκοτώνοντας έναν φρουρό. O Diesel διέφυγε στο Πακιστάν και ο Zindashti στην Κωνσταντινούπολη.

Με την πάροδο του χρόνου, ο Zindashti έφτασε να κατέχει ένα σημαίνον πόστο στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας. Πιστεύεται ευρέως ότι στα μέσα της δεκαετίας του 2000 ανέπτυξε δεσμούς με μια πολιτική κίνηση που λέγεται Ergenekon (η περίφημη υπόθεση συνωμοσίας από Κεμαλικούς Στρατηγούς που αποκάλυψε ο Ερντογάν). Μέλη της κίνησης -μεταξύ των οποίων αστυνομικοί και στρατιωτικοί- σχεδίαζαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση του τότε πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και να εγκαθιδρύσουν μια σκληρή εθνικιστική ομάδα στην εξουσία.

Ο Zindashti φυλακίστηκε ξανά για διακίνηση ηρωίνης το 2007, αλλά αφέθηκε γρήγορα ελεύθερος, διότι έδωσε πληροφορίες για τα μέλη της κίνησης Ergenekon. Ο φάκελός του στις τουρκικές αρχές αναφέρει ότι ο Zindashti, με το που αφέθηκε ελεύθερος, επέστρεψε στον υπόκοσμο, αυτή τη φορά ασχολούμενος με χρήματα του κινήματος του Γκιουλέν -του ιδρυτή και συντονιστή του πολυεθνικού ισλαμικού οργανισμού που είναι αντίπαλος του Ερντογάν- πιθανότατα ως αντάλλαγμα που του παρασχέθηκε για τις υπηρεσίες που συνδέονται με αυτό το κίνημα.

Πηγές με «υπόγειες» διασυνδέσεις από το Άμστερνταμ μέχρι την Κωνσταντινούπολη μου είπαν ότι ο Zindashti ήταν ο ιδιοκτήτης εκατοντάδων κιλών από την ηρωίνη του «Noor1». Άλλα άτομα που είχαν μερίδιο σε αυτή ήταν ο Diesel και τουλάχιστον 4 Κούρδοι γκάνγκστερ – άνθρωποι με έδρα το Ντουμπάι, το Άμστερνταμ και τις Βρυξέλλες. Ο χρόνος της αναχώρησης του «Noor1» από την Ελλάδα, τον Απρίλιο του 2014, σήμαινε ότι η ηρωίνη σχεδόν σίγουρα είχε παρασκευαστεί και αγοραστεί από το προηγούμενο φθινόπωρο. Τουλάχιστον 20 εκατομμύρια ευρώ σε μετρητά είχαν δοθεί ως αμοιβή σε Ιρανούς και Αφγανούς παραγωγούς, που έδωσαν το προϊόν σε έναν Έλληνα broker πετρελαίου, του οποίου το κίνητρο για αυτή τη δουλειά ήταν ίσως η υψηλή αμοιβή ή ένα μέρος του φορτίου. Αυτή η λεπτομέρεια παραμένει μυστήριο.

Την εποχή που κατασχέθηκε το «Noor1», όλα τα μέλη του πολυπλόκαμου κυκλώματος των γκάνγκστερ που συνδέονται με το φορτίο ήξεραν ότι «κάποιος» τους έχει προδώσει. Επίσης γνώριζαν ότι κάποιος με ιστορικό ως πληροφοριοδότης υπήρχε στις τάξεις τους: ο Zindashti. «Κατέστρεψες τα σχέδιά μας, μίλησες εναντίον μας, μας έκλεψες, μας κορόιδεψες» έγραψε ο ένας από τους γκάνγκστερ στον Zindashti τον Σεπτέμβριο του 2014, σε ένα email που εντόπισε αργότερα η τουρκική αστυνομία.

Η σχεδόν καθόλου καλυμμένη απειλή σε αυτό το μήνυμα δεν ήταν θεωρητική. Δύο εβδομάδες αφότου ο Zindashti έλαβε αυτό το email, η λευκή του Πόρσε δέχτηκε πυροβολισμούς σε έναν δρόμο της Κωνσταντινούπολης, με αποτέλεσμα να πέσουν νεκροί ο οδηγός και ο επιβάτης. Ο Zindashti δεν ήταν στο αμάξι.

Ο οδηγός ήταν ο ανιψιός του και ο επιβάτης η κόρη του – και οι δύο πήγαιναν σε μάθημα στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. «Δεν μπορείτε να κάνετε μια απλή δουλειά ξεκαθαρίσματος» έγραψε ένας από τους χρηματοδότες του «Noor1» από το Βέλγιο, σε μήνυμά του προς τους ενόπλους, έπειτα από την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας.

«Περίμενα κάτι τέτοιο» είπε ψυχρά ο Zindashti στην κηδεία της κόρης του. «Και ξέρω ακριβώς ποιος το έκανε» σχολίασε. Αλλά εάν οι υπόλοιποι χρηματοδότες του «Noor1» δεν ήταν απολύτως σίγουροι ότι ο Zindashti ήταν ο «ποντικός», τότε ούτε ο ίδιος θα μπορούσε να πει με βεβαιότητα ποιος από τους χρηματοδότες αποπειράθηκε να τον δολοφονήσει. Ωστόσο ένα θλιβερό γεγονός είναι αδιαμφισβήτητο: τα επόμενα 4 χρόνια, όλο και περισσότεροι άνθρωποι που ίσως ενεπλάκησαν στην αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας και στην εκτέλεση της κόρης του κατέληξαν νεκροί.

Στα τέλη του Δεκεμβρίου του 2014, στην ευρωπαϊκή ακτή της Κωνσταντινούπολης, οι άνθρωποι που κατηγορήθηκαν από την τουρκική αστυνομία ότι σκότωσαν την κόρη και τον ανιψιό του Zindashti πυροβολήθηκαν από έναν άγνωστο εκτελεστή. Τρεις μέρες αργότερα, ένας βαρόνος της κοκαΐνης με έδρα το Άμστερνταμ, που του ανήκε ένα μέρος του εμπορεύματος του «Noor1», πυροβολήθηκε στο κεφάλι, καθώς η μαύρη του Bentley σταμάτησε σε ένα κόκκινο φανάρι σε δρόμο της Κωνσταντινούπολης. Πριν το τέλος του χρόνου, το πτώμα του Mohammed Diesel, συνεταίρου του Zindashti, που βοήθησε να ξεκινήσει αυτό το μακελειό, ξεβράστηκε στη Θάλασσα του Μαρμαρά, ενώ το σώμα του ήταν δεμένο με μια άγκυρα και έφερε σημάδια από πυροβολισμούς.

«Τον τιμώρησα, τον σκότωσα» ενημέρωσε ο Zindashti έναν συνέταιρό του με γραπτό μήνυμα, το οποίο δημοσίευσε αργότερα μια τουρκική εφημερίδα, προφανώς πεπεισμένος ότι ο Diesel έπαιξε κάποιον ρόλο στη δολοφονία της κόρης του.

Η λίστα των θυμάτων συνέχισε να αυξάνεται. Την επόμενη άνοιξη, ο Cetin Koç, ένας γκάνγκστερ που εμπλέκεται στην υπόθεση «Noor1», και ένας πρώην συγκρατούμενος του Diesel και του Zindashti στις φυλακές Evin πριν από τρεις δεκαετίες, πυροβολήθηκε από τρεις άνδρες ενώ βρισκόταν μέσα στο σπορ αμάξι του σε δρόμο του Ντουμπάι. Μέρες μετά τον φόνο, οι αρχές των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων ενημέρωσαν τις αρχές του Καναδά ότι οι δολοφόνοι διέφυγαν στην καναδική επαρχία British Columbia. Έπειτα από μια εβδομάδα, ένας αγρότης που κινούνταν σε δρόμο που βρίσκεται μία ώρα ανατολικά του Βανκούβερ έπεσε πάνω στο πτώμα του ενός από τους φερόμενους εκτελεστές, το οποίο ήταν γεμάτο σφαίρες. Μέρες μετά, το πτώμα ενός άλλου εξ αυτών βρέθηκε μέσα σε ένα καμένο αμάξι, μερικά μίλια μακριά.

Τον Ιανουάριο του 2015, οι ολλανδικές εφημερίδες ανέφεραν ότι πυροβολήθηκε ένας έμπορος κοκαΐνης με δεσμούς με χρηματοδότη του «Noor1» στην πόλη του Παναμά. Δύο χρονιά μετά, ο αδερφός του γκάνγκστερ που σκοτώθηκε στο Ντουμπάι απήχθη από το σπίτι του στην Τεχεράνη και εκτελέστηκε μέσα σε ένα καταφύγιο για σκύλους, στη νοτιοανατολική Τουρκία. Εννέα μήνες μετά από αυτό, ο επίδοξος δικηγόρος ενός άλλου χρηματοδότη πυροβολήθηκε με ούζι ενώ βρισκόταν έξω για πρωινό με την οικογένειά του, στην Κωνσταντινούπολη. Μόλις 17 ημέρες νωρίτερα, είχε προειδοποιήσει στην αίθουσα του δικαστηρίου: «Μπορεί να μην καταφέρω να βρίσκομαι σε επόμενη ακρόαση».

Τον Απρίλιο του 2018, 13 άνθρωποι που συνδέονταν με το «Noor1» είχαν δολοφονηθεί. Ακόμα 4 πέθαναν κάτω από ύποπτες συνθήκες. «Ο Zindashti είναι ένας άνθρωπος που σκοτώνει τους εχθρούς του χωρίς δισταγμό» μου είπε η Zehra Özdilek, μια δημοσιογράφος της Cumhuriyet. Παρά αυτούς τους ισχυρισμούς, ο Zindashti δεν καταδικάστηκε ποτέ για κανέναν φόνο. Η αστυνομία τον επισκεπτόταν συχνά στη βίλα του στην Κωνσταντινούπολη όσο σημειώνονταν οι δολοφονίες.

Η Ελλάδα, όπου το «Noor1» παρέμενε ελλιμενισμένο όλο αυτό το διάστημα, έγινε το σημαντικότερο θέατρο αντιπαράθεσης και σύγκρουσης για την υπόθεση από τη στιγμή που ξεκίνησαν οι δολοφονίες. Μάλιστα η συγκεκριμένη υπόθεση της μεγαλύτερης κατάσχεσης ποσότητας ηρωίνης στην Ευρώπη έγινε εθνική εμμονή σε μια ελληνική κοινωνική τάση που εναντιώνεται σε διάφορες δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης – στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη χρεοκοπημένη ελληνική οικονομία από τη μία και την πολιτική κρίση λόγω των προσφύγων από την άλλη.

Μέσα σε αυτά τα προβλήματα, η υπόθεση του «Noor1» προσέφερε έναν αντιπερισπασμό από τα υπόλοιπα προβλήματα της χώρας. Για τις ελληνικές εφημερίδες, το «Noor1» είναι γνωστό ως το «πλοίο βαμπίρ» – οι πτυχές για αυτό γράφονται με συνωμοσιολογικούς και, σχεδόν, υπερφυσικούς όρους. Όποτε το «Noor1» εξαφανίζεται από τα πρωτοσέλιδα, κάτι γίνεται και η ιστορία επιστρέφει στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Αναφέρονται νέα όπως «ακόμα μια περίεργη δολοφονία», «ακόμα μια ανεξήγητη παραίτηση εισαγγελέα», «ακόμα μια βόμβα στο ταχυδρομείο». «Το “Noor1” σκοτώνει ξανά» διαβάζουμε στο πρωτοσέλιδο της «Εφημερίδας των Συντακτών» τον Νοέμβριο του 2019, μετά τον θάνατο του 16ου ανθρώπου που συνδεόταν με το πλοίο.

Πέρα από τις ασυνήθιστες θυσίες που επέβαλε η Ε.Ε. στην ελληνική οικονομία και στο πολιτικό σύστημα ώστε να συνεχίσει η χώρα να είναι μέλος της Ένωσης, η ιστορία του «Noor1» προκαλεί σκέψεις σχετικά με το τι είδους χώρα προέκυψε έπειτα από μια δεκαετία οικονομικής λιτότητας και τεχνοκρατικής διοίκησης. Η Ελλάδα ακόμα -μετά βίας- συμμετέχει σε όλες τις εμπορικές υποθέσεις της Ε.Ε., αλλά είναι επίσης ένα μέρος όπου η αστυνομία απειλείται, μάρτυρες πεθαίνουν στη φυλακή και ισχυρά συμφέροντα μπορούν να χειραγωγήσουν το σύστημα δικαιοσύνης χωρίς να τιμωρηθούν.

Αυτή, σε κάποιο βαθμό, ήταν η κυρίαρχη εντύπωση που προκλήθηκε από την επίσημη έρευνα των ελληνικών αρχών για την υπόθεση του «Noor1». Από το ξεκίνημα της έρευνας τον χειμώνα του 2014, οι αστυνομικές προσπάθειες συναντούν εμπόδια από μια σειρά παράξενων παρεμβολών. Τρεις εβδομάδες μετά την κατάσχεση, μια 24χρονη Ολλανδή, η Ebru Tok, έφτασε στον Πειραιά και επισκέφτηκε τους Κούρδους στη φυλακή, ισχυριζόμενη ότι είναι η νομική τους σύμβουλος.

Έπρεπε να έρθει ο επόμενος χρόνος και η παγίδευση του τηλεφώνου της από τις ολλανδικές αρχές, ώστε οι ελληνικές υπηρεσίες να πληροφορηθούν πως αυτή η γυναίκα μετέφερε χρήματα για την κουρδική μαφία και να ανακαλύψουν ότι άφησε πίσω της στην Ελλάδα 200.000 ευρώ σε μετρητά κατά τη διάρκεια της παραμονής της. Ίσως να έδωσε τα χρήματα στους Κούρδους κρατούμενους ώστε να μείνουν σιωπηλοί ή να τους έδωσε οδηγίες για το τι να πουν στην ανάκριση. Αλλά οι ελληνικές αρχές γνωρίζουν ένα πράγμα με σιγουριά: Μετά από αυτή την επίσκεψη, ό,τι και να απάντησαν οι Κούρδοι στην αστυνομία στο κρίσιμο ερώτημα ποιος είναι ο ιδιοκτήτης της ηρωίνης, για παράδειγμα, δεν είναι άξιο εμπιστοσύνης.

Μέσα σε έναν χρόνο, μερικοί από τους κατηγορούμενους δεν μπορούσαν να πουν στην αστυνομία τίποτα. Άρχισαν κι αυτοί να πεθαίνουν, έστω και με λιγότερο βίαιο τρόπο. Τον Ιούλιο του 2015, ένας από τους Κούρδους που μετέφερε την ηρωίνη από το «Noor1» διακομίστηκε από τη φυλακή σε ένα νοσοκομείο της Αθήνας, όπου και πέθανε μετά από καρδιακό επεισόδιο – η αυτοψία έδειξε ότι πέθανε από έμφραγμα που προέκυψε από πνευμονικό οίδημα. Οι αρχές των φυλακών δεν ξεκίνησαν καμία έρευνα. Έγινε ακόμα πιο δύσκολο να εξηγηθεί πώς, εννιά μήνες αργότερα, ο μηχανικός του «Noor1» παραπονέθηκε στους δεσμοφύλακες για πόνο στο στομάχι και πέθανε πριν καν φτάσει στο νοσοκομείο. Η αυτοψία έδειξε επίσης καρδιακή επιπλοκή.

 

Τι συνέβαινε; Τον Οκτώβριο του 2015 η δίκη ξεκίνησε για τους 33 κατηγορούμενους που συνελήφθησαν για σχέση με την υπόθεση του «Noor1», με τις κατηγορίες να κυμαίνονται από τη διακίνηση ναρκωτικών μέχρι την απόκρυψη στοιχείων. Πριν ξεκινήσει η διαδικασία, ένας μάρτυρας διέφυγε στο Κίεβο με ένα λάπτοπ, το οποίο λέγεται ότι περιείχε κρίσιμες πληροφορίες σχετικά με τη χρηματοδότηση του πλοίου και δεν εντοπίστηκε ποτέ ξανά. Μερικές εβδομάδες αργότερα, ο δικαστής αναγκάστηκε να αποχωρήσει από την υπόθεση. Τα επόμενα χρόνια, τρεις εισαγγελείς επίσης αποχώρησαν απότομα από την ομάδα της δίωξης.

Σύντομα, η δίνη της υπόθεσης ξεπέρασε τα διαδικαστικά θέματα και πέρασε στη σφαίρα των φυσικών απειλών. Τον Μάιο του 2017, τοποθετήθηκε 24ωρη φύλαξη σε μια εισαγγελέα της υπόθεσης, όταν εθεάθησαν δύο άνδρες από τις κάμερες ασφαλείας να εισβάλουν στην πολυκατοικία της και να παρακολουθούν κρυφά πότε μπαίνει και πότε βγαίνει.

Αρκετά μέλη του δικαστικού συστήματος και του Λιμενικού Σώματος δέχτηκαν γράμματα με βόμβες ή με σφαίρες. Τον Ιούνιο του 2018, ο πληροφοριοδότης της αστυνομίας στο Ντουμπάι σκοτώθηκε σε ένα ύποπτο τροχαίο δυστύχημα.

Φαίνεται επίσης ότι Έλληνες δημοσιογράφοι που κάλυπταν την ιστορία είχαν στοχοποιηθεί. Τον Ιούνιο του 2016, το πτώμα του Παναγιώτη Μαυρίκου, ενός δημοσιογράφου που ερευνούσε την υπόθεση, βρέθηκε στην καμένη του Πόρσε, στην Αττική Οδό, στα βόρεια της Αθήνας. Τον Μάρτιο του 2018, ένας άγνωστος τράβηξε όπλο σε έναν άλλον δημοσιογράφο, στο Χίλτον της Αθήνας, ενώ κατέφθασε εκεί για μια συνέντευξη για το θέμα του «Noor1».

Σταδιακά, ένας άνθρωπος-κλειδί απέκτησε κεντρικό ρόλο σε όλη αυτή την ίντριγκα. Για δύο χρόνια μετά τις συλλήψεις, οι ελληνικές αρχές ερεύνησαν τον Αθηναίο Ευθύμη Γιαννουσάκη, ο οποίος άρχισε να νοικιάζει το «Noor1» από το 2012. Ένας broker πετρελαίου που κατείχε έναν στόλο, ο Γιαννουσάκης, κληρονόμησε μερικά νυχτερινά κλαμπ από τον πατέρα του, ο οποίος ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου έξω από ένα δικό του μπαρ, το 2009. Δύο χρόνια αργότερα, ο Γιαννουσάκης μετακόμισε στο Ντουμπάι. Εβδομάδες αφότου απόκτησε το «Noor1», του έβαλε σημαία Τόγκο -ώστε να εξασφαλίσει «ασυλία» από τις διεθνείς αρχές για ό,τι συμβεί πάνω στο πλοίο- και έδωσε εντολή να αποπλεύσει από τον Πειραιά για τον Περσικό Κόλπο. Το 2014, έξι μέρες μετά την άφιξη του «Noor1» στην Ελευσίνα, οι πράκτορες του Κατσούλη βρήκαν μισό τόνο ηρωίνης σε μια βίλα στη Φιλοθέη που ανήκε στην πρώην σύζυγο του Γιαννουσάκη.

 

Τον Αύγουστο του 2016, ο Γιαννουσάκης καταδικάστηκε σε ισόβια με κατηγορίες για εμπόριο ναρκωτικών. Όταν τον συνάντησα στις φυλακές του Κορυδαλλού τον περασμένο Ιούλιο, μου είπε ότι μια από τις πρώτες επαφές που έκανε στο Ντουμπάι ήταν με τον Ιρανό Κούρδο που αποκαλούνταν Mohammed Diesel. Ξεκίνησαν να κάνουν δουλειές μαζί. Ο Γιαννουσάκης θα έστελνε το «Noor1» στο Ιράν, όπου θα αγόραζε καύσιμα σε καλύτερες τιμές από τους ψαράδες – πούλησε αυτό το φορτίο στον Diesel, ο οποίος βρήκε αγοραστές που το αγόρασαν σε υψηλότερη τιμή. Στις αρχές του 2013, έπειτα από έναν χρόνο κατά τον οποίο απασχολούνταν με το εμπόριο καυσίμων, αποφάσισαν να ασχοληθούν με την ηρωίνη. «Ο Diesel είχε πολλές επαφές στο Πακιστάν και στην αγορά της ηρωίνης» μου είπε ο Γιαννουσάκης. «Και είχε και αυτόν τον φίλο, με το όνομα Zindashti, που είχε πελάτες στην Ευρώπη».

Ο Diesel έκανε αρκετά ταξίδια εκείνο το καλοκαίρι στην Κωνσταντινούπολη ώστε να βρει τα 20 εκατομμύρια ευρώ από τους Κούρδους χρηματοδότες που τώρα, εκτός από τον Zindashti, είναι όλοι νεκροί.

«Δεν είχα ιδέα ποιοι ήταν αυτοί οι τύποι» μου είπε ο Γιαννουσάκης. «Αν μου έδειχνες φωτογραφίες τους, ίσως να τους αναγνώριζα. Αλλά δεν ξέρω τίποτα – δεν μπορώ να σου πω ούτε τώρα πόσο κοστίζει ένα κιλό ηρωίνης».

Σύμφωνα με τις ελληνικές διωκτικές αρχές, το 2013 ο επιχειρηματικός συνέταιρος του Γιαννουσάκη στον Πειραιά ίδρυσε μια εταιρεία offshore με τελικό σκοπό να τη χρησιμοποιήσει ως «πλυντήριο» για τα κέρδη από το «Noor1». Τον ίδιο χρόνο, οι συγγενείς ενός χρηματοδότη στο Βέλγιο ίδρυσαν «μπροστινές» εταιρείες για να αγοράσουν τη μαρμαρόσκονη και τα τσουβάλια με τη λευκή ζάχαρη από το Πακιστάν. Την επόμενη άνοιξη, ο Γιαννουσάκης προσέλαβε ένα πλήρωμα από Ινδούς, τους οποίους κανόνισε να πληρώσει μέσω ενός δικτύου ναυτιλιακών πρακτόρων.

Από τον Ιανουάριο στον Μάρτιο του 2014, ο Γιαννουσάκης μού είπε πως μια σειρά από συναντήσεις έγιναν μεταξύ των ανθρώπων-κλειδιά -περιλαμβανομένων του Diesel, του Zindashti και του ίδιου του Γιαννουσάκη- σε λόμπι ξενοδοχείων γύρω από την περιοχή Palm Jumeirah στο Ντουμπάι. Σε αυτές τις συναντήσεις, είπε ο Γιαννουσάκης, οι συνέταιροι καθόρισαν τον διαχωρισμό των κερδών και τη διανομή της ηρωίνης στη δυτική Ευρώπη από την Ελλάδα.

Παρά τους ισχυρισμούς για το αντίθετο, ο Γιαννουσάκης δεν ήταν άσχετος με το αντικείμενο της διακίνησης ηρωίνης, όπως ανακάλυψαν σύντομα οι ερευνητές. «Μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες σκληρών ναρκωτικών από την Αλβανία, που τις στέλνουν μετά σε άλλες χώρες» αναγράφεται σε μια αναφορά της κυπριακής αστυνομίας του 2010 για τον Γιαννουσάκη και τον αδερφό του. Τέσσερα χρόνια αργότερα, μήνες πριν από τη μοιραία αναχώρηση του «Noor1», ένα καράβι του Γιαννουσάκη διέσχιζε την Ερυθρά Θάλασσα, όταν οι αιγυπτιακές αρχές αποπειράθηκαν να το ελέγξουν. Ο Γιαννουσάκης έδωσε εντολή το «Καλλιστώ» να καεί πριν καταφθάσει το αιγυπτιακό λιμενικό.

Με βάση το αρχείο μεταφορών του Γιαννουσάκη για το εμπόριο ναρκωτικών, είναι πιθανό να έκανε κάποιες γρήγορες συμφωνίες στις συναντήσεις σχεδιασμού της επιχείρησης που είχε στο Ντουμπάι, ώστε να λάβει τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις και να προχωρήσει στο τόσο μεγάλης κλίμακας σχέδιο.

Σκεφτείτε μόνο τα λογιστικά δεδομένα: Το πέρασμα του «Noor1» από τη Διώρυγα του Σουέζ κοστίζει 40.000 δολάρια. Οι ερευνητές δεν πείθονται ότι το πλήρωσε ο Γιαννουσάκης, αφού υπολογίζουν ότι εκείνη την εποχή είχε περιορισμένα αποθέματα σε ρευστό.

Φαινόταν λογικό, με άλλα λόγια, ότι ένας άλλος «παίκτης» πιθανότατα να έκανε τις μεγαλύτερες επαφές και τα απαραίτητα κανονίσματα ώστε να διεκπεραιωθεί ο σκοπός του «Noor1». Κάποιος που κρυφά θα επέβλεπε τις εργασίες για το πλοίο και ίσως να κέρδιζε από αυτό, με τον Γιαννουσάκη να είναι ο «μπροστινός» αυτού του σιωπηλού συνεταίρου.

«Οι πραγματικοί ιδιοκτήτες του “Noor1” παραμένουν κρυμμένοι» επανέλαβε τρεις φορές στην κατάθεσή του στο δικαστήριο ο Κατσούλης, τον Μάιο του 2019. Πράγματι, εκείνο το διάστημα, οι Έλληνες ερευνητές μπορούσαν να πουν ότι τουλάχιστον ακόμα ένα άτομο -εκτός του Zindashti και των μελών της επιχείρησης, τα οποία έπειτα φυλακίστηκαν ή δολοφονήθηκαν- ήξερε για το «Noor1» πριν αναχωρήσει από το Ντουμπάι για την Ελλάδα. Αυτό το άτομο ήταν ένας από τους πιο πλούσιους ανθρώπους στην Ελλάδα, με τη μεγαλύτερη επιρροή.

Ο Ευάγγελος Μαρινάκης είναι ένας άνθρωπος ο οποίος περιστοιχίζεται σχεδόν όπου πηγαίνει από σωματοφύλακες ντυμένους στα μαύρα. Επίσης είναι κάποιος ο οποίος εν πολλοίς «έχει τον τρόπο του». Μια ιδιοκτήτρια γκαλερί στο κέντρο της Αθήνας κάποτε είπε στους δημοσιογράφους για έναν πίνακα αξίας που ήθελε να αγοράσει ο Μαρινάκης από εκείνη. Εκείνη του είπε ότι δεν είναι προς πώληση. Δύο ημέρες μετά, κάποιοι άνδρες εισέβαλαν στην γκαλερί και της πέταξαν γιαούρτια.

Το 2012, 13 χρόνια αφότου κληρονόμησε έναν στόλο με τάνκερ από τον πατέρα του -τον Μιλτιάδη Μαρινάκη, έναν εφοπλιστή που γεννήθηκε σε μια γνωστή φατρία Κρητικών οι οποίοι ήταν στο παρελθόν κατασκευαστές κουδουνιών (τα περίφημα λέρια)-, πήρε υπό την πλήρη ιδιοκτησία του μια από τις πιο γνωστές ποδοσφαιρικές ομάδες της Ελλάδας, τον Ολυμπιακό. Άρχισε να μετατρέπει τον Πειραιά, το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου, σε φέουδό του.

Αγόρασε ολόκληρα τετράγωνα. Χορήγησε διανομές τροφίμων για τους πρόσφυγες που αποβιβάζονταν στο λιμάνι. Κατασκεύασε στους δρόμους αγάλματα Ελλήνων ηρώων. Έβαλε τον εαυτό του μπροστά ως τον padre padrone της εργατικής τάξης.

Τον Μάιο του 2014, καθώς το «Noor1» περνούσε τη Διώρυγα του Σουέζ φορτωμένο με ηρωίνη, ο Μαρινάκης ασχολούνταν με την πολιτική. Εκείνον τον μήνα, κέρδισε μια θέση στο δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Πειραιά. Προώθησε τη φιλική προς τους επενδυτές ατζέντα του κεντροδεξιού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, το οποίο έγινε κυβέρνηση μετά τις εκλογές του 2019. Μια σειρά από εφημερίδες που αγόρασε το 2017 προώθησαν την υπερψήφιση αυτού του κόμματος. Ο Μαρινάκης είναι κοντά στον πρόεδρο του κόμματος, τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Κυριάκο Μητσοτάκη, και στην αδερφή του, την Ντόρα Μπακογιάννη, πρώην δήμαρχο της Αθήνας και μητέρα του σημερινού της δημάρχου (Κώστα Μπακογιάννη). Στον γάμο του Μπακογιάννη τον Ιούλιο του 1998, ο Μαρινάκης ήταν κουμπάρος.

 

Ενώ η επιρροή του συνέχιζε να αυξάνεται, ο Μαρινάκης αναδύθηκε ως ένας υπολογίσιμος παγκόσμιος οικονομικός παράγοντας. Το 2017, αγόρασε την αγγλική ιστορική ποδοσφαιρική ομάδα Νότιγχαμ Φόρεστ έναντι 50 εκατ. λιρών, ακόμα κι αν ο ίδιος ελεγχόταν για ένα τεραστίου μεγέθους σκάνδαλο στημένων αγώνων στην Ελλάδα, το οποίο περιλάμβανε την τοποθέτηση βόμβας σε έναν φούρνο. Ο Μαρινάκης αρνείται ότι έκανε κάτι κακό και το δικαστήριο για το σκάνδαλο είναι ακόμα σε εξέλιξη.

Ο Μαρινάκης έκανε επίσης συμμάχους στο Πεκίνο, το οποίο το 2016 απέκτησε το λιμάνι του Πειραιά, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για τον Δρόμο του Μεταξιού, που στοχεύει στην περαιτέρω προώθηση των παγκόσμιων εμπορικών ροών μέσω της Κίνας. Στην Ουάσινγκτον, έφτασε σε μια συμφωνία ύψους 1,7 δισ. δολαρίων το 2018 μεταξύ του στόλου του από τάνκερ και της Diamond S Shipping, εταιρείας συμφερόντων της οικογένειας του υπουργού Εμπορίου των ΗΠΑ Wilbur Ross, ο οποίος, όταν ανέλαβε υπουργικά καθήκοντα, παραχώρησε το χαρτοφυλάκιό του. Μέσα σε μία νύχτα ο Μαρινάκης τέθηκε επικεφαλής του μεγαλύτερου στόλου τάνκερ της υφηλίου.

Ακόμα, το κυρίως πεδίο της εμπορικής αυτοκρατορίας του Μαρινάκη είναι ο Περσικός Κόλπος. Τα τελευταία τρία χρόνια, οι στόλοι του χειρίζονται τις μεταφορές του νέου κρατικού φορέα του Ιράκ, της Aissot, για τις οποίες η Βαγδάτη πληρώνει 23.000 δολάρια την ημέρα για κάθε πλοίο που νοικιάζει από τον Μαρινάκη προκειμένου να μεταφέρει το πετρέλαιο σε όλο τον κόσμο.

Αλλά ακριβώς τη στιγμή που όλα αυτά συνέβησαν -η απόκτηση ποδοσφαιρικών ομάδων και η απόκτηση αρμάδων πλοίων με πλούσια συμβόλαια πετρελαίου-, οι αρχές πίσω στον Πειραιά ερευνούσαν τον Μαρινάκη και τρεις εκ των συνεργατών του για τη σύσταση εγκληματικής οργάνωσης που χρηματοδότησε τη μεταφορά και την πώληση των ναρκωτικών. Ο Μαρινάκης επίσης αρνείται τις κατηγορίες. Η φερόμενη σχέση του με το «Noor1», αν αποδειχτεί στο δικαστήριο, θα σήμαινε ότι ένας από τους πιο ισχυρούς άνδρες της Ελλάδας «σκαρφάλωσε» στην παγκόσμια καταξίωση χάρη σε μια τιτάνια υπόθεση ηρωίνης. Και αν ήταν στο παρασκήνιο του σχεδιασμού της υπόθεσης του «Noor1», κατάφερε να κερδίσει από αυτό, την ώρα που τόσοι άλλοι έχασαν ή τις περιουσίες τους ή τις ζωές τους.

Η φερόμενη εμπλοκή του Μαρινάκη επίσης αναδεικνύει το ερώτημα του τι μπορεί να έκανε αυτά τα χρόνια για να εξαφανίσει τα στοιχεία της εμπλοκής του. «Υπάρχουν ακόμη ζωντανοί μάρτυρες για τον Μαρινάκη και το “Noor1″» ρώτησε ο πρόεδρος ενός λαϊκού κόμματος στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, τον Νοέμβριο του 2019. Τον ίδιο μήνα, μια σατιρική ειδησεογραφική ιστοσελίδα είχε τον τίτλο: «Οι μάρτυρες σκοτώνονται μόνοι τους για να κατηγορήσουν τον αθώο εφοπλιστή».

Σε μια αίθουσα δικαστηρίου του Πειραιά, έπειτα από τρία χρόνια εκατοντάδων ωρών καταθέσεων και εξετάσεων, σχεδόν κανείς μάρτυρας ή εισαγγελέας ή δικαστής δεν είπε ποτέ το όνομα του Μαρινάκη φωναχτά. Αλλά εκτός της αργής νομικής διαδικασίας για την υπόθεση του «Noor1», μια νέα, ακόμα πιο καταδικαστική ιστορία ειπώθηκε για την Ελλάδα. Μια δεκαετία λιτότητας συρρίκνωσε το εθνικό ΑΕΠ κατά το 1/3 και προκάλεσε οικονομικό χάος στην εργατική τάξη. Όμως οι εφοπλιστές -με τον Μαρινάκη πρώτο πρώτο- έβγαλαν περισσότερα κέρδη από ποτέ.

Αυτό έγινε χάρη στον νόμο που πέρασε επί στρατιωτικής δικτατορίας (1967-1974), ο οποίος ανταμείβει τους πλοιοκτήτες με το μίνιμουμ των φόρων, και χάρη σε μια πολιτική τάξη η οποία απέτυχε να τους τιμωρήσει, όταν στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης συνέχιζαν να διοχετεύουν αυτά τα κέρδη σε offshore.

Σε καμία περίπτωση, κατά τη διάρκεια των 6 τελευταίων ετών που ερευνώνται οι τυχόν διασυνδέσεις του Μαρινάκη με το «Noor1», ο ίδιος δεν έχει υποστεί κάποιου είδους σημαντικό οικονομικό χτύπημα. Τουναντίον, η ισχύς του και η επιρροή του συνεχίζουν να αυξάνονται και με τέτοιον τρόπο που καθιστούν τις όποιες νομικές «εκκρεμότητες» απίθανο να καταλήξουν. Εντός της Ελλάδας, η οικονομική δύναμη του Μαρινάκη αποδεικνύεται τεράστια και οι διασυνδέσεις του με πολιτικούς πολύ σφιχτές, ώστε να αποκρύπτονται «οι γωνίες» της αυτοκρατορίας του. Εκτός Ελλάδας, ήταν δύσκολο να γίνει πιστευτό ότι ένας άνθρωπος με αρκετή αξιοπιστία ώστε να αγοράζει ποδοσφαιρικές ομάδες και τάνκερ κατά βούληση θα μπορούσε να συνδέεται με ανθρώπους όπως ο Zindashti.

Στο επίκεντρο της φερόμενης εμπλοκής του Μαρινάκη με την υπόθεση του «Noor1» είναι ο Αιμίλιος Κοτσώνης, ο οποίος εργαζόταν ως διοικητικό στέλεχος στην ομάδα του Μαρινάκη, τον Ολυμπιακό, σε διάστημα μηνών από την αναχώρηση του πλοίου από το Ντουμπάι. Τον Αύγουστο του 2013, ο Κοτσώνης καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλακή για την ίδρυση μιας «μπροστινής» εταιρείας, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το 2012, για να απορροφήσει ενδεχόμενα κέρδη από ναρκωτικά. Ως μάρτυρας στη δίκη, ο Κοτσώνης αυτοπροσδιορίστηκε ως «ο άνθρωπος του Μαρινάκη στο Ντουμπάι» και κατέθεσε ότι ο Μαρινάκης χρηματοδοτούσε τις δράσεις του στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Ο επόμενος σύνδεσμος ήταν ο Γιαννουσάκης. Ο Μαρινάκης ποτέ δεν επιβεβαίωσε ή διέψευσε ότι ήξερε τον άνθρωπο που τώρα είναι στη φυλακή ισόβια καταδικασμένος για εμπορία ναρκωτικών. Αλλά, σύμφωνα με τον Γιαννουσάκη, ήταν επιχειρηματικοί εταίροι. Ο Γιαννουσάκης ισχυρίζεται ότι ο Μαρινάκης τον επισκέφτηκε στο Ντουμπάι το καλοκαίρι πριν την αναχώρηση του «Noor1» για την Ελλάδα. Συναντήθηκαν στο ξενοδοχείο Burj al Arab, μαζί με τους παράγοντες στους οποίους ο Γιαννουσάκης και ο Diesel πουλούσαν πετρέλαιο (ο Μαρινάκης ποτέ δεν σχολίασε για το αν έγινε η συνάντηση, ενώ δεν έχει υποχρεωθεί να καταθέσει, δεδομένου ότι δεν υπάρχει επίσημη δίωξη εις βάρος του).

Περίπου την εποχή της φερόμενης συνάντησης, όπως έμαθαν οι ελληνικές αρχές, ο Μαρινάκης άρχισε να μεταφέρει μεγάλα ποσά μετρητών στον Γιαννουσάκη. Το 2017, σε μια σπάνια κίνηση διαφάνειας, οι αρχές του Ντουμπάι παρέδωσαν στις ελληνικές αρχές τους λογαριασμούς της εταιρείας του Γιαννουσάκη. Φάνηκε ότι το 2013 υπήρξαν δύο μεταφορές χρημάτων, ύψους 1 εκατομμυρίου ευρώ, από την εταιρεία του Μαρινάκη σε αυτή του Γιαννουσάκη.

Το ίδιο καλοκαίρι, μια εταιρεία ανεφοδιασμού που στεγάζεται στο ίδιο κτήριο με τη ναυτιλιακή εταιρεία του Μαρινάκη και της οποίας ο νομικός εκπρόσωπος ήταν ο ξάδερφός του, μετέφερε ακόμα 400.000 δολάρια στον λογαριασμό του Γιαννουσάκη στο Ντουμπάι. Μήνες μετά, ο προσωπικός δικηγόρος του Μαρινάκη, ο γενικός γραμματέας της ναυτιλιακής του εταιρείας και ο νομικός εκπρόσωπος των δύο εταιρειών που μετέφεραν ακόμα 200.000 δολάρια στους λογαριασμούς του Γιαννουσάκη βοήθησαν στην απόκτηση του «Noor1». Στον απόηχο αυτών των συναντήσεων και της μεταφοράς σημαντικού ποσού χρημάτων, προκύπτει ένα εύλογο ερώτημα: εάν ο Μαρινάκης ήξερε τον Κοτσώνη και τον Γιαννουσάκη, τους δύο Έλληνες που φαίνεται ότι θα κέρδιζαν τα περισσότερα από την επιχείρηση του «Noor1», τότε γνώριζε και για την ίδια την επιχείρηση;

Μια ενδεχόμενη απάντηση προέκυψε από μια εντελώς ξεχωριστή έρευνα. Τον Μάιο του 2012, οι ελληνικές υπηρεσίες πληροφοριών ανέλυσαν τις τηλεφωνικές συνομιλίες για διάστημα τριών μηνών των ιδιοκτητών ποδοσφαιρικών ομάδων και των μάνατζερ, ώστε να συλλέξουν στοιχεία για την έρευνά τους για τα στημένα παιχνίδια. Ο Μαρινάκης ήταν εντός του δικτύου παρακολούθησης μέσω ενός τηλεφώνου που ήταν καταχωρημένο στον Fataul Haque, το πακιστανικό όνομα που χρησιμοποιεί ο Μαρινάκης σε κάποιες από τις επικοινωνίες του (fataul ακούγεται στα ελληνικά ως «αυτός που τα τρώει όλα»).

Το 2016, ένας αστυνομικός επιφορτισμένος με την καταγραφή των εκατοντάδων ωρών αυτών των συνομιλιών και γραπτών μηνυμάτων έπιασε κάτι αξιοσημείωτο: σε μια τυχαία περίοδο τριών μηνών, δύο χρόνια πριν από την αναχώρηση του “Noor1” από το Ντουμπάι, ο Μαρινάκης επαναλαμβανόμενα συζητούσε για το τάνκερ και ένα μεγάλο project που τότε σχεδιαζόταν.

Τον Μάιο του 2012, τον μήνα που ο Γιαννουσάκης απέκτησε το «Noor1», ο Μαρινάκης έλαβε ένα γραπτό μήνυμα από τον Κοτσώνη, τον άνθρωπό του στο Ντουμπάι, που εξηγούσε ότι το καράβι είναι έτοιμο και ότι το μόνο που χρειαζόταν ήταν το «πράσινο φως» ώστε «να ξεκινήσει αυτό το πράγμα».

Ποιο πράγμα να ξεκινήσει; Τους επόμενους μήνες, οι συνομιλίες του Μαρινάκη που παρακολουθούνταν περιλάμβαναν κρυπτογραφημένες αναφορές, όπως «ο Ιρανός ψαράς», «η μικρή δουλειά», «μια μεγάλη εταιρεία εκεί πέρα». «Εγώ με όλα αυτά τα πράγματα… Προσοχή. Δεν θέλω να πιαστώ με αυτά τα πράγματα καθόλου» είπε στον Κοτσώνη σε κάποια στιγμή. «Αυτός ο τύπος δεν έχει περάσει το τεστ μέχρι τώρα» ενημέρωσε έναν μη ταυτοποιημένο συνομιλητή του σε μεταγενέστερο χρόνο. «Χρειαζόμαστε ανθρώπους που παραδίδουν (σ.σ. που τα φέρνουν εις πέρας) όταν ο καιρός είναι κακός».

Τον Ιούλιο του 2016, οι 17 από τους 33 κατηγορούμενους στη δίκη του «Noor1» αθωώθηκαν με το σκεπτικό ότι δεν είχαν ιδέα ότι το τάνκερ μετέφερε ηρωίνη. Αλλά τα στοιχεία που συλλέχτηκαν τα τελευταία δύο χρόνια -οι μεταφορές μετρητών, οι συναντήσεις στο Ντουμπάι και τα τηλεφωνήματα που αναφέρονται σε μεγάλα μελλοντικά σχέδια- ήταν αρκετά ώστε να θέσουν ένα νέο ερώτημα στο επίκεντρο. Γιατί είχε τόσο ενδιαφέρον ο Βαγγέλης Μαρινάκης για τον Γιαννουσάκη και το πλοίο του;

Τον Μάρτιο του 2018, η Εισαγγελία Πειραιά ξεκίνησε έρευνα εναντίον του Μαρινάκη και των τριών συνεταίρων του, με την κατηγορία της λειτουργίας εγκληματικής οργάνωσης που αγόρασε, διακίνησε και πούλησε ναρκωτικά. Καθ΄ όλη τη διάρκεια της έρευνας, ο Μαρινάκης αρνείται οποιαδήποτε σχέση με τη διακίνηση ναρκωτικών και ισχυρίστηκε σε μία δήλωση που δημοσιεύτηκε στην προσωπική του ιστοσελίδα ότι οι κατηγορίες εναντίον του είναι πολιτικά υποκινούμενες. «Μέλη του κυβερνητικού συνασπισμού με στοχοποιούν επίμονα» ανέφερε.

Αυτή η έρευνα παραμένει σε εξέλιξη. Εν τω μεταξύ, πέντε από τους ανθρώπους που φυλακίστηκαν το 2016 κάνουν έφεση κατά της καταδίκης τους. Μεταξύ αυτών είναι ο Γιαννουσάκης. Για πολλούς παρατηρητές στην Ελλάδα, η έφεση του Γιαννουσάκη είναι αυτό που περιμένει η χώρα εδώ και έξι χρόνια. Αν ήταν «μπροστινός», αν απλώς εργαζόταν για κάποιον πιο ισχυρό, τώρα είναι η ώρα να αρχίσει να μιλάει.

Για λόγους ασφαλείας, αυτές οι νέες δίκες πραγματοποιούνται στη γυναικεία πτέρυγα της μεγαλύτερης φυλακής στην Ελλάδα, η οποία καταλαμβάνει την πλευρά ενός βουνού που βλέπει τις ακτές του Πειραιά. Τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ η λίστα των δολοφονημένων που σχετίζονται με το «Noor1» έφτασε σε διψήφιο νούμερο και κυκλοφορούν οι φήμες για έναν ισχυρό χρηματοδότη, το πλήθος των δημοσιογράφων που κάποτε κάλυπταν την υπόθεση μειώθηκε σε αριθμό που μετράται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Δεν είναι ασυνήθιστο για τους Έλληνες ολιγάρχες να ελέγχουν τον Τύπο αγοράζοντας επιχειρήσεις ΜΜΕ – το 2017 ο Μαρινάκης αγόρασε δύο εφημερίδες και ένα κανάλι. Εκείνον τον χρόνο, και ενώ οι δημοσκοπήσεις για τις επερχόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές έδειχναν ότι θα κερδίσει ο Μητσοτάκης, οι περισσότερες εφημερίδες και τηλεοπτικοί σταθμοί χαλάρωσαν την -εμμονική παλαιότερα- κάλυψή τους για το θέμα του «Noor1».

Ενώ η έρευνα εναντίον του Μαρινάκη και το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για αυτό φαίνεται σαν να έχουν ανασταλεί, οι διαδικασίες για την έφεση του Γιαννουσάκη προχωρούν αργά. Δύο φορές τον μήνα, ο πρώην broker πετρελαίου πηγαίνει σε μια δικαστική αίθουσα που έχει την εικόνα του Εσταυρωμένου. Φοράει μαύρα γυαλιά και κινείται μέσα σε ένα σύννεφο από κολόνια. Φοράει σακάκι με κολάρο που θυμίζει τραπεζίτη. Στο αριστερό του χέρι, κάτω από ένα χοντρό χρυσό ρολόι φαίνονται μοβ χάντρες. Τα μαλλιά του σε κάποια σημεία τού έχουν πέσει.

Απόσπασμα από το δημοσίευμα

Ο Γιαννουσάκης βρίσκεται σε απομόνωση στον Κορυδαλλό, αφού γύρισε σε φυλακές ανά την Ελλάδα. Σε όλους τους προηγούμενους σταθμούς του, όπως ισχυρίζεται, άλλοι κρατούμενοι αποπειράθηκαν να τον σκοτώσουν. «Ένας τέτοιος συγκρατούμενος μου είπε ότι θα μου έκοβε τον λαιμό επειδή έδωσα ονόματα» μου ανέφερε ο Γιαννουσάκης, κάνοντας λόγο για ένα τραύμα από μαχαίρι που έχει στο ισχίο. Ο Γιαννουσάκης έγινε προσωρινά δεκτός στο ψυχιατρείο στο Δαφνί, όπου αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει χτυπώντας το κεφάλι του με μια σανίδα από το κρεβάτι. Στην ακρόαση για την έφεσή του στις 16 Σεπτεμβρίου, εισήλθε στο δικαστήριο και κάθισε μόνος του πίσω, όπως κάνει τα πέντε χρόνια που τρέχει η υπόθεση.

Το 2018, μετά το ξεκίνημα της έκτισης της ισόβιας ποινής του, ο Γιαννουσάκης δεν άρχισε απλώς να προσφέρει άλλες λεπτομέρειες για το «Noor1» – είπε μια εντελώς νέα ιστορία. Επαφές στη φυλακή τού είχαν δώσει δύο κινητά τηλέφωνα και μία απευθείας γραμμή με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Πάνο Καμμένο, αρχηγό του δεξιού κόμματος «Ανεξάρτητοι Έλληνες» και συνέταιρο στον κυβερνητικό συνασπισμό του ΣΥΡΙΖΑ, έναν άνθρωπο που δεν έκρυψε ποτέ την απέχθειά του για τον Μαρινάκη. Χωρίς να γνωρίζει ότι τον καταγράφουν, κατά τη διάρκεια συνέντευξης με έναν Έλληνα δημοσιογράφο, ο Γιαννουσάκης γρήγορα ανέτρεψε όσα πίστευαν οι Αρχές ότι γνώριζαν για το «Noor1». Ποτέ δεν μετέφερε δύο τόνους ηρωίνης στην Ευρώπη – η ποσότητα ήταν τρεις τόνοι.

Εάν είναι αλήθεια, η αποκάλυψη έκανε πολλά περισσότερα από το να καθιστά τη μεγαλύτερη ποσότητα ηρωίνης που εντοπίστηκε στην Ευρώπη ακόμα μεγαλύτερη. Ανέδειξε το γεγονός ότι ναρκωτικά αξίας 70 εκατ. ευρώ παραδόθηκαν επιτυχώς κάπου. Το «Noor1» επέφερε κέρδος για κάποιον.

Και σύμφωνα με τον Γιαννουσάκη, αυτό το πρόσωπο ήταν ο Μαρινάκης. Το μέρος για να κοιτάξετε, ισχυρίστηκε, ήταν η Κρήτη. Καθώς το «Noor1» πλησίαζε προς το νησί στο ταξίδι του για την Ελευσίνα, είπε, ένα μικρότερο σκάφος το προσέγγισε, πήρε τον έναν τόνο ηρωίνης, ύστερα ανέβηκε την Αδριατική με κατεύθυνση λιμάνια κοντά στη Σερβία. Αυτός ο τόνος ανήκε στον Μαρινάκη προσωπικά, ισχυρίστηκε ο Γιαννουσάκης. Λόγω του ότι ο Γιαννουσάκης είχε πει πάρα πολλά τα τελευταία έξι χρόνια, υπήρχαν πολλοί λόγοι αμφισβήτησης αυτών των τελευταίων συναισθηματικών του ισχυρισμών. Γιατί κανείς άλλος από το πλήρωμα του «Noor1» δεν ανέφερε ποτέ την παράδοση της ηρωίνης σε άλλο πλοίο; Ο Γιαννουσάκης κατέδειξε δύο κατηγορούμενους που πέθαναν στη φυλακή – οι συνέταιροί τους που ζουν δεν βγήκαν μπροστά να καταθέσουν κάτι τέτοιο.

Υπήρχαν επιπλέον λόγοι ώστε να ληφθούν αυτοί οι ισχυρισμοί σοβαρά υπόψη. Μάρτυρες που ανακρίθηκαν στην Κωνσταντινούπολη χρόνια νωρίτερα είχαν μπερδέψει τις αρχές, επιμένοντας και αυτοί ότι ήταν τρεις -και όχι δύο- οι τόνοι της ηρωίνης που μεταφέρθηκαν προς την Ευρώπη, σύμφωνα με επίσημα ντοκουμέντα της τουρκικής αστυνομίας, τα οποία αποκαλύφθηκαν από έναν δημοσιογράφο που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του.

Και μέσα στο ίδιο το «Noor1», έναν μήνα αφότου οι αρχές ισχυρίστηκαν ότι έχει ερευνηθεί, εντοπίστηκε ένα χειρόγραφο σημείωμα που ανέφερε μια παρόμοια μεταφορά με αυτή που αποκάλυψε ο Γιαννουσάκης. Σε μια λευκή κόλλα χαρτί με την ημερομηνία 26 Μαΐου 2014 -τη μέρα που το «Noor1» βρισκόταν στη Διώρυγα του Σουέζ- αναγράφεται: «Κύριε Γιαννουσάκη, περιμένω 450 κιλά σκόνης. Παρακαλώ πείτε μας την ημερομηνία και το σημείο συνάντησης νότια της Κρήτης. Παρακαλώ επικοινωνήστε μαζί μας. Master Jack». Κάτω από το κείμενο υπάρχει η στάμπα ενός πλοίου με το όνομα «Seychelles Prelude».

Μέσω των εφημερίδων του, ο Μαρινάκης έχει απαντήσει ότι το σημείωμα για το «Seychelles Prelude» είναι πλαστό, αναφέροντας το γεγονός ότι το πλοίο την ώρα της υποτιθέμενης μεταφοράς βρισκόταν ανοιχτά του Λίβερπουλ. Όμως, αν το σημείωμα είναι πλαστό, ένα άλλο επιτακτικό ερώτημα προκύπτει: Γιατί να έβαλε κάποιος το πλαστό έγγραφο στο «Noor1»;

Είναι λογική η υπόθεση ότι κάποιος με γνώση του ταξιδιού του πλοίου και του φορτίου του, εβδομάδες αφότου ο Γιαννουσάκης συνελήφθη, προσπάθησε να αποπροσανατολίσει τις έρευνες μακριά από το όνομά του με ένα σημείωμα με παραπλανητικές πληροφορίες.

Απόσπασμα από το δημοσίευμα

Αλλά το πιο περίεργο κομμάτι του παζλ σχετικά με τη νέα ιστορία του Γιαννουσάκη ήταν ένα επεισόδιο στο αεροδρόμιο της Αθήνας. Τρεις μήνες αφότου το «Noor1» έφτασε στην Ελευσίνα, διευθυντής της ναυτιλιακής εταιρείας του Μαρινάκη πέταξε από τη Φουτζέιρα στην Αθήνα. Στο αεροδρόμιο, του ζητήθηκε να ανοίξει τη βαλίτσα του. Οι αποσκευές του περιλάμβαναν 622.000 ευρώ σε χαρτονομίσματα των 500 ευρώ.

Ο Μαρινάκης είπε στις Αρχές ότι το ρευστό αυτό προέκυψε από μια νόμιμη μεταφορά χρημάτων – οι νομικές αρχές επιμένουν ότι αυτό αποτελεί ξεκάθαρη απόδειξη ξεπλύματος χρήματος. Το ζήτημα αυτό βρίσκεται στην καρδιά της εν εξελίξει έρευνας στον Πειραιά.

Εν τω μεταξύ, η μακρόχρονη τουρκική έρευνα για το «Noor1» ενώθηκε με την ελληνική υπόθεση. Λίγους μήνες μετά αφότου ο Γιαννουσάκης σόκαρε τη χώρα με τη νέα του ιστορία, ο ίδιος την πήρε πίσω. Ο Μαρινάκης δεν έχει καμία σχέση με το «Noor1», έσπευσε να εξηγήσει. Η αναφορά για τον τρίτο τόνο της ηρωίνης που μεταφέρθηκε επιτυχώς στα Βαλκάνια ήταν ψέμα. Και ο ισχυρός πίσω από την όλη υπόθεση δεν ήταν ο Μαρινάκης, αλλά ο Zindashti – ο Ιρανός Κούρδος φερόμενος δολοφόνος των άλλων χρηματοδοτών του «Noor1». Ως αποτέλεσμα, την άνοιξη του 2018 η Αθήνα εξέδωσε ένταλμα σύλληψης για τον Zindashti.

Στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, οι τουρκικές αρχές φαίνεται ότι συμμορφώνονται. Ένα πρωινό του Απρίλη, η αστυνομία εισέβαλε στη βίλα του Zindashti στην Κωνσταντινούπολη, συλλαμβάνοντας τον ίδιο και εννέα ακόμη άτομα – οι τέσσερις ήταν πρώην ή νυν αστυνομικοί.

Την επόμενη Κυριακή, ο Μαρινάκης δημόσια εξέφρασε την αθωότητά του. «Η σύλληψη του Zindashti είναι μια σημαντική εξέλιξη για ένα παιχνίδι πολλών ετών» έγραψε μια από τις εφημερίδες του, Το Βήμα.

Αυτό ήταν μια αυτοϊκανοποίηση υπό τη μάσκα της δικαίωσης. Οι Τούρκοι εισαγγελείς όμως ποτέ δεν ισχυρίστηκαν ότι ο Zindashti ήταν ο εγκέφαλος πίσω από το «Noor1». Συνελήφθη με την κατηγορία της δολοφονίας του δικηγόρου ενός δολοφονημένου χρηματοδότη του «Noor1». Όπως και να έχει, η τουρκική αυτή δράση φάνηκε ότι ήταν ακόμα ένα αδιέξοδο στην υπόθεση. Ο Zindashti πέρασε λιγότερους από έξι μήνες στη φυλακή και μετά από λίγες ώρες από την αποφυλάκισή του εξαφανίστηκε από την αστυνομική παρακολούθηση.

Το εκτενές εγκληματικό «βιογραφικό» του Zindashti μέτρησε λιγότερο στη γενική εικόνα των πραγμάτων από τους προφανείς δεσμούς που έχει με ανώτατα κλιμάκια της τουρκικής εξουσίας. Έξι μήνες μετά την παράδοξη αποφυλάκισή του, το πρόσωπό του ήταν πρωτοσέλιδο στην τουρκική εφημερίδα Cumhuriyet: φωτογραφήθηκε σε δείπνο μαζί με έναν από τους πιο κοντινούς συμβούλους του Ερντογάν, όπως και με άλλα στελέχη του κόμματός του.

Λιγότερο από έναν μήνα από τη δημοσίευση της φωτογραφίας, ο Ilhan Üngan, ένας από τους τελευταίους επιζώντες χρηματοδότες του «Noor1», πυροβολήθηκε δύο φορές στο κεφάλι ενώ περπατούσε στο παραλιακό μέτωπο της Κωνσταντινούπολης, εβδομάδες αφότου ο αδερφός του είπε στον εισαγγελέα ότι ο Zindashti θα έστελνε ενόπλους εναντίον τους. Τρεις συλλήψεις ακολούθησαν – ο Zindashti δεν ήταν ένας από αυτούς. Αυτό που φαινόταν ως η αδυναμία της Άγκυρας να σταματήσουν μια βεντέτα μπορεί να ήταν κάτι άλλο: ένα παράθυρο στις σχέσεις μεταξύ του τουρκικού πολιτικού συστήματος με τον εγκληματικό υπόκοσμο της Μεσογείου.

Θα πει το «Noor1» μια παρόμοια ιστορία για την Ελλάδα; Η έρευνα για τον Μαρινάκη μπορεί να κρύβει μια απάντηση, αλλά στο μεταξύ η υπόθεση μετατράπηκε ήδη σε σύγκρουση εντός του ελληνικού πολιτικού συστήματος.

 

Για αυτούς στα αριστερά, ο Μαρινάκης και το «Noor1» αντιπροσωπεύουν όλα αυτά για τα οποία ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ το 2015 ώστε να τα καταστρέψει: πάνω από όλα, τα ισχυρά συμφέροντα που συμπράττουν με τις πολιτικές δυναστείες και τους ολιγάρχες. Ο ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, συνεχόμενα αναφερόταν στις εξελίξεις της υπόθεσης όσο ήταν εντός και εκτός της εξουσίας. Στις αρχές του 2019, μια φωτογραφία του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να κάνει διακοπές σε σκάφος χρησιμοποιήθηκε ως προεκλογικό όπλο για τον νυν πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο Τσίπρας απάντησε: «Τουλάχιστον δεν ήμουν εγώ που βρισκόμουν στο γιοτ του Μαρινάκη – ή στη γέφυρα του “Noor1”. Ούτε είναι ο δικός μου κουμπάρος αυτός που περιμένει να δικαστεί για τη διακίνηση δύο τόνων ηρωίνης» (όπως φάνηκε, ο Τσίπρας δεν ήταν ακριβής σε αυτά που έλεγε: ο Μαρινάκης δεν αναμένει να δικαστεί, αλλά βρίσκεται υπό καθεστώς έρευνας – οι εισαγγελείς θα αποφασίσουν αν θα διατάξουν την επίσημη δίωξη εναντίον του ολιγάρχη στο τέλος της έρευνας).

Για τους επικριτές της κυβέρνησης που στέκονται δεξιά, εν τω μεταξύ, η ιστορία γύρω από το «Noor1» ήταν ένα σαφές παράδειγμα του πώς ο συνασπισμός του Τσίπρα δεν θα σταματούσε σε τίποτα ώστε να χρησιμοποιήσει το ελληνικό δικαστικό σύστημα εναντίον των εχθρών του. Μέσα στο 2017, ο υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος έκανε πολλές αναφορές στη Βουλή για το τάνκερ, κάνοντας λόγο για τις εταιρείες που μετέφεραν χρήματα στους λογαριασμούς του Γιαννουσάκη. Το επόμενο καλοκαίρι, ο Καμμένος βρέθηκε στο επίκεντρο της κριτικής των ΜΜΕ, όταν και φωτογραφήθηκε στο Μονακό μαζί με τον εισαγγελέα που έτρεχε την έρευνα για τον Μαρινάκη.

Και τι γίνεται με τον ίδιο τον Μαρινάκη; Αρνείται οποιαδήποτε σχέση με το «Noor1». Παρομοιάζει τον εαυτό του με τον Σωκράτη – ένας σοφός άνθρωπος που κατηγορείται από ένα κράτος το οποίο αποτυγχάνει να εκτιμήσει την προσφορά του. «Στη διάρκεια της μακράς ελληνικής ιστορίας μπορούμε να βρούμε πολλά πρότυπα» είπε στο πλήθος τον Μάρτιο του 2019 κατά τη διάρκεια των εγκαινίων ενός Έλληνα Επαναστάτη. «Μέσα στους αιώνες, το φως νικάει πάντα το σκοτάδι και οι αληθινοί ήρωες και οι ευεργέτες τελικά λαμβάνουν τη σωστή θέση στην Ιστορία μας».

Ο Μαρινάκης αρνήθηκε να παραχωρήσει συνέντευξη για αυτό το άρθρο. Αλλά ο Zindashti ήταν πρόθυμος να μιλήσει. Επί μήνες μού έστελνε emails από μια άγνωστη περιοχή της Μέσης Ανατολής για τη ζωή του, τον φίλο του Mohammed Diesel, και από όσα γνωρίζει για την άφιξη του πλοίου στις ελληνικές ακτές, επιμένει, αυτό οδήγησε στη δολοφονία της κόρης του.

Ο Zindashti ποτέ δεν ανέφερε τίποτα για τη διακίνηση της ηρωίνης ή για τους φόνους που κατηγορείται ότι διέταξε. Αλλά ήταν ξεκάθαρος για ένα πράγμα: ο Γιαννουσάκης, τον οποίο τον γνώρισε μόνο με το παρατσούκλι του «Μάκης», δεν δρούσε μόνος του. Πίσω του ήταν ένας Έλληνας τον οποίο ο φίλος του ο Diesel αποκαλούσε «Shishko», την τουρκική λέξη δηλαδή για το «χοντρός».

 

«Άκουγα συχνά το όνομα του Shishko όταν ο Diesel και ο Μάκης (Γιαννουσάκης) συζητούσαν» μου είπε ο Zindashti. Μου είπε επίσης ότι συνάντησε τον Shishko μία φορά, τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο του 2014, στο λόμπι του ξενοδοχείου Hilton Jumeirah στο Ντουμπάι. Επρόκειτο για μια συνάντηση για το «Noor1», το οποίο θα αναχωρούσε λίγες εβδομάδες αργότερα.

Ο Γιαννουσάκης μού επιβεβαίωσε αυτή τη συνάντηση, συμπεριλαμβανομένων και την ημερομηνίας που ανέφερε ο Zindashti ότι συνέβη και της τοποθεσίας. Ωστόσο ο Γιαννουσάκης ισχυρίστηκε ότι δεν ξέρει κανέναν με το προσωνύμιο Shishko.

Έστειλα στον Zindashti πολλές φωτογραφίες μεγαλόσωμων Ελλήνων με μούσια ρωτώντας τον να μου επιβεβαιώσει αν μέσα σε αυτούς αναγνωρίζει τον άνθρωπο που γνώριζε ως Shish­ko. Η φωτογραφία που μου έστειλε πίσω ήταν αυτή του Μαρινάκη. «Τον θυμάμαι επειδή ήταν πραγματικά πολύ χοντρός. Αν ήταν κανονικός, πιθανότατα δεν θα μου τραβούσε την προσοχή» είπε. «Επαναλαμβάνω, ήταν πραγματικά χοντρός» σχολίασε χαρακτηριστικά.

Στα τέλη του περασμένου καλοκαιριού, επισκέφτηκα το «Noor1». Βρίσκεται ακόμη στην Ελευσίνα, λίγα μέτρα μακριά από εκεί που τοποθετήθηκε πριν από 6 χρόνια και 17 θανάτους. Αναπαύεται σε έναν σκοτεινό, βρόμικο δρόμο, σε έναν μοναχικό κόλπο. Το σημείο όπου βρίσκεται τώρα το πλοίο κατακλύζεται από τη μία πλευρά από στοίβες τσιμέντου και από την άλλη βρίσκεται το αρχαίο ιερό σημείο όπου Αθηναίοι πραγματοποιούσαν μυστήριες τελετές (σ.σ. τα Ελευσίνια Μυστήρια).

Η σκουριά και η θάλασσα σιγοτρώνε το σκάφος – το «Noor1» βυθίζεται στο νερό, σαν να θέλει να κάνει ό,τι μπορεί για να εξαφανιστεί από προσώπου γης. Πρόσφατα τέθηκε σε πλειστηριασμό, με αρχική τιμή τα 60.000 ευρώ – λιγότερα από όσα θα άξιζε ως σκραπ. Δεν υπάρχουν υποψήφιοι αγοραστές.

Η δημοσιογραφική έρευνα για αυτή την ιστορία χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από το Robert B. Silvers Foundation.*

*Το ίδρυμα Robert B. Silvers Foundation ιδρύθηκε για να τιμήσει τον Robert B. Silvers, βασικό στέλεχος του The New York Review of Books από το 1963 έως το 2017.