Μπορεί στην Ελλάδα να έχει περιοριστεί σε διαρροές και δημοσιεύματα αναφορικά με τις απόψεις του, έπειτα από παρεμβάσεις για τα ελληνοτουρκικά που τον έφεραν απέναντι από τους κυβερνητικούς χειρισμούς, όμως ο Αντώνης Σαμαράς επανήλθε τη Δευτέρα απευθυνόμενος στο ακροατήριο των ομογάλακτών του της ευρωπαϊκής Δεξιάς , στο πλαίσιο του think tank του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, υπό τον τίτλο «Ζωτικά Ερωτήματα για το Μέλλον της Ευρώπης».

Με τρεις παρεμβάσεις του, σύμφωνα με την αναμετάδοση του Αθηναϊκού Πρακτορείου, ο πρώην πρωθυπουργός επιχείρησε να περιγράψει το «όραμά» του για το μέλλον της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο της συζήτησης του ΕΛΚ, στην γνωστή του -από τις τοποθετήσεις του σε εθνικό ακροατήριο- ρητορική περί της θεωρίας των δύο άκρων, απαντώντας σε ερώτηση για τα μεγαλύτερα οφέλη της ΕΕ, το οποία κατά τον ίδιο τίθενται σε απειλή από τα δύο άκρα του πολιτικού τόξου.

Κατά τον Αντώνη Σαμαρά, είναι η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου και η οικονομική δύναμη της Ευρώπης που ενώ είναι «τα μεγαλύτερα οφέλη της ΕΕ», απειλούνται να διαβρωθούν από «ομάδες της αυταρχικής ακροδεξιάς που υπονομεύουν τη Δημοκρατία», «ή» από ομάδες της «πολιτικά ορθής ακροαριστεράς που υπονομεύουν την κοινωνική συνοχή», κατά τον ίδιο. Για τους λόγους αυτούς μάλιστα συνέστησε να μην θεωρούνται τα παραπάνω δεδομένα.

Πασχίζοντας προφανώς για τους δικούς του πολιτικούς λόγους να απευθυνθεί στα πιο ακραία αντανακλαστικά του συντηρητικού κόμματος στο οποίο ανήκει, ο Αντ. Σαμαράς δεν έμεινε στη θεωρία των δύο άκρων, αλλά δεν παρέλειψε και να φλερτάρει και με τα ευρωσκεπτικιστικά αντανακλαστικά του, με αναφορές στις «αλλαγές» που θα πρέπει να κάνει η ΕΕ ώστε να αποφύγει το ευρωπαϊκό σχέδιο τον κίνδυνο να συρρικνωθεί.

Μεταξύ άλλων, ο πρώην πρωθυπουργός έβαλε κατά της Ένωσης τόσο για την διαχείριση της πανδημικής κρίσης, ο οποίος «δεν ήταν πολύ κολακευτικός για τον τρόπο με τον οποίον λειτουργούν οι κανόνες μας ενόψει τέτοιων προκλήσεων», όσο και με τον τρόπο που η Ένωση χειρίστηκε «την εισροή παράνομων μεταναστών ή την Τουρκία ή την Ουκρανία», για τα οποία επίσης σημείωσε πως «δεν κολακεύει τις γεωπολιτικές μας προτεραιότητες».

«Καθώς η πραγματικότητα εξελίσσεται μέσα στις κοινωνίες μας και γύρω μας, οι προτεραιότητές μας αλλάζουν και το σύνολο των κανόνων μας πρέπει να προσαρμόσει αυτήν την εξέλιξη. Εάν το σύνολο κανόνων μας είναι πολύ αυστηρό ή «άκαμπτο», δεν θα εξελιχθούμε. Από την άλλη πλευρά, εάν οι κανόνες μας είναι πολύ “χαλαροί”, υπάρχει πιθανότητα να εξελιχθούμε προς διαφορετικά “μονοπάτια” ή να αποσυντεθούμε. Επομένως, πρέπει να προσαρμόσουμε άμεσα τους κανόνες και τις προτεραιότητές μας. Και να τα κάνουμε αμοιβαία συμβατά» ανέφερε ακόμα, ισορροπώντας μεταξύ ευρωσκεπτικισμού και εξ οικείων κριτικής στην Ένωση.

Σε άλλο σημείο των παρεμβάσεών του, ο ίδιος προχώρησε σε μία σειρά γενικόλογων διακηρύξεων, για μία «νέα αναπτυξιακή ατζέντα» για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, μία «νέα προοδευτική ατζέντα» για τη διατήρηση της Δημοκρατίας μέσω της ανάπτυξης, όπως ανέφερε, καθώς και μία «νέα συντηρητική ατζέντα» για τη διατήρηση της κοινωνικής αλλαγής «μέσω της αλλαγής».

Παρακάτω, απαντώντας σε ερώτηση για τηγν μεγαλύτερη ανησυχία και το μεγαλύτερο όνειρό του για το μέλλον της Ευρώπης, καθώς και για τη συμβουλή του σε αυτό το πλαίσιο, ο ίδιος αναφέρθηκε και πάλι σε γενικολογίες για μία σειρά από «αναγκαίες πολιτικές». Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στην ανάγκη για μία «νέα πολιτική για την κατασκευή νέων υποδομών και τον χειρισμό του χρέους», μία «νέα πολιτική για να προσαρμοστεί η μεσαία τάξη στην επόμενη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση», μία «νέα πολιτική ενεργειακής επάρκειας και ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού για τις επόμενες δεκαετίες», μία «νέα πολιτική για τους παράνομους μετανάστες και την εσωτερική ασφάλεια».

Ακόμα, αναφέρθηκε στην ανάγκη πολιτικής «για την υπεράσπιση των κοινών ευρωπαϊκών συνόρων μας», περιγράφοντας πως «πρέπει να καταλάβουμε ότι η ενότητα και η ενσωμάτωση στην Ευρώπη δεν μπορούν να προχωρήσουν χωρίς να ελέγχουμε τα όριά μας και να επεκτείνουμε την επιρροή μας πέρα από τα όριά μας. Εάν χάσουμε τον έλεγχο στην ενδοχώρα μας, θα σπάσουμε και θα διαλυθούμε», καθώς και σε μία «νέα πολιτική για την προβολή των προτεραιοτήτων ασφαλείας μας στο εξωτερικό».

«Χρειαζόμαστε ένα νέο κοινωνικό σύμφωνο με τους πολίτες μας και ένα νέο σύμφωνο αξιοπιστίας με τους συμμάχους μας στο εξωτερικό» πρόσθεσε ακόμα μία ανάγκη, πριν κλείσει την παρέμβασή του.