-του Θέμη Τζήμα
Κάπως έτσι, οι Παλαιστίνιοι περιγράφονται ως φιλότουρκοι- θα γελούσαν και τα πατώματα έστω και 10 χρόνια πριν με τέτοιες ακροδεξιές μπούρδες- και το Ισραήλ ως όχι μόνο φιλελληνικό αλλά επιπλέον ως βασικός μοχλός διάλυσης της Τουρκίας. Αυτού του είδους οι ανοησίες- δεν μπορούν να περιγραφούν με άλλον τρόπο- εκπορεύονται από εθνικόφρονα MME, δημοσιογράφους και αναλυτέςοι οποίοι όλως τυχαίως έχουνιδιαιτέρως προνομιακές σχέσεις με την πρεσβεία της Ουάσιγκτον και του Τελ Αβίβ αλλά και διακομματική επιρροή. Διαθέτουν δε, ένα κοινό σημείο αναφοράς: μια επιφανειακή και κίβδηλη άποψη περί ρεαλισμού στις διεθνείς σχέσεις και τον μύθο του πανίσχυρου Ισραήλ.
Πρώτον, ο ρεαλισμός στις διεθνείς σχέσεις έχει να κάνει με την ορθή ανάγνωση των συσχετισμών ισχύος. Όχι με το τζογάρισμα σε όποιον φαντάζει πιο ισχυρός κάθε φορά, ούτε με την υπογραφή λεόντειων συμφωνιών παραχώρησης εθνικής κυριαρχίας σε «πανίσχυρους» συμμάχους. Ρεαλισμός δεν είναι να καλωσορίζει στην Αλεξανδρούπολη τον Έλληνα υπουργό εθνικής άμυνας ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ούτε να χρηματοδοτούμε τα ταμεία του Ισραήλ, ιδιαζόντως γενναιόδωρα,στην Καλαμάτα. Δεν είναι ρεαλισμός επίσης να ζητάς υποστήριξη στην βάση του διεθνούς δικαίου και παραλλήλως να συμπαρατάσσεσαι πλήρως με το Ισραήλ και με την Σαουδική Αραβία.Ουδείς σε λαμβάνει σοβαρά υπόψη με τέτοιους τυχοδιωκτισμούς. Τέλος, δεν είναι ρεαλισμός να ποντάρεις στο σκιώδες αραβικό ΝΑΤΟ για να αντιμετωπίσεις την Τουρκία- το οποίο επιχείρησαν να στήσουν οι ΗΠΑ – όταν αφενός κατέρρευσε εν τη γενέσει του, αφετέρου ούτως ή άλλως στόχευε στο Ιράν. Όλα αυτά είναι υποταγή του εθνικού συμφέροντος στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ. Ό,τι έπραξε η Ελλάδα από το 1949 έως το 1974- σε σχέση με τις ΗΠΑ- με αποτέλεσμα, ο Ελληνισμός να υποστεί Σεπτεμβριανά, Συμφωνίες Ζυρίχης- Λονδίνου, Χούντα, προδοσία της Κύπρου.
Ο ρεαλισμός δεν αναιρεί την ύπαρξη αρχών στο πλαίσιο της διεθνούς πολιτικής ενός κράτους. Το αντίθετο: επιβεβαιώνει την ανάγκη μιας πολιτικής αρχών- όχι τυχοδιωκτικής- η οποία σε ό,τι αφορά τα μέσα τα οποία αξιοποιεί οφείλει να είναι συμβατή με τον συσχετισμό ισχύος. Θέλουμε να δούμε πραγματική ρεαλιστική πολιτική στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής; Να κοιτάξουμε το Ιράν και τη Χεζμπολάχ. Θέλουμε τυχοδιωκτισμό; Τουρκία και Ελλάδα- παρότι πρέπει να αναγνωρίσουμε, ότι ο Ταγίπ Ερντογάν από τη μια συνομιλεί με όλο τον αραβομουσουλμανικό κόσμο στο πλαίσιο ανάγκης εξεύρεσης λύσης στην πρόσφατη όξυνση της Ισραηλινής επιθετικότητας, ενώ ο Έλληνας πρωθυπουργός μάλλον περιμένει την γραμμή από τον έπαρχο Πάιατ.
Δεύτερον, παρότι το Ισραήλ περιγράφει τον εαυτό του ως πανίσχυρο, στην πραγματικότητα βιώνει ιστορικά την φάση ίσως της μεγαλύτερης αδυναμίας του από ιδρύσεώς του. Μπορεί να προβάλλει ως τόσο ισχυρό εν πολλοίς εξαιτίας της επιρροής την οποία διαθέτει σε ξένες πρωτεύουσες- σε βαθμό τέτοιο ώστε να επικαθορίζει την πολιτική ζωή ακόμα και στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως απέδειξε η υπόθεση Κόρμπιν και φυσικά και στις ΗΠΑ σε ένα σημαντικό βαθμό.
Στο πεδίο ωστόσο, η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική. Σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε κάποιες δεκαετίες πριν, η εσωτερική πολιτική ζωή του Ισραήλ, ο περιφερειακός οικονομικός και στρατιωτικός συσχετισμός ισχύος και η επιρροή των ΗΠΑ- οι βασικοί παράγοντες σταθερής κυριαρχίας του Ισραήλ- φθίνουν εις βάρος του.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο σκέλος, η περίοδος Νετανιάχου είναι προφανές ότι σηματοδοτεί την παραφθορά των θεσμών του Ισραήλ. Το Ισραήλ από τη γέννησή του κατέτεινε προς τον ρατσισμό και την μισαλλοδοξία. Η ίδρυσή του αποτέλεσε το σημείο καμπής στο ξεδίπλωμα ενός (νέο-) αποικιακού σχεδιασμού στην Μέση Ανατολή, ενώ όλη η κατοπινή πορεία του σημαδεύεται από διαρκείς φάσεις αποπειρώμενης εθνοκάθαρσης εις βάρος των Παλαιστινίων και υφαρπαγής της γης τους. Ο μύθος περί της μόνης δημοκρατίας είναι τόσο αληθής, όσο ήταν και στην Νότια Αφρική του Απαρτχάιντ.
Ωστόσο, η περίοδος Νετανιάχου σηματοδοτεί μια ποιοτική αλλαγή στο επίπεδο της σταθερότητας των εσωτερικών πολιτικών θεσμών του κράτους του Ισραήλ: η προσωπική του ισχύς και η επιρροή των συμφερόντων που τον υποστηρίζουν είναι τόσο μεγάλη, ώστε χειραγωγεί στο τακτικό επίπεδο την πολιτική του Ισραήλ, με στόχο την σωτηρία του από τις κατηγορίες περί διαφθοράς. Πρόκειται για πραγματική νέμεση: ο ρατσισμός και η μισαλλοδοξία έδωσαν την εξουσία στον πλέον χυδαίο εκφραστή τους και φυσικά ως γνήσιος ακροδεξιός, αυτός την αξιοποιεί για να σώσει το τομάρι του, ντοπάροντας το «πόπολο», με ακόμα περισσότερο από φαρμάκι που τον ανέδειξε. Για όσους διαθέτουν ιστορική γνώση φυσικά, η υπαγωγή του κρατικού συμφέροντος- ακόμα και ενός με τέτοιο απωθητικό πρόσημο όπως του Ισραήλ- στο προσωπικό, συνιστά την αρχή μεγάλων καταστροφών. Με άλλα λόγια, οι ηγεμονικές αντιλήψεις εντός του Ισραήλ και η εσωτερική του διάρθρωση το ωθούν να μετεξελιχθεί σε παρακμάζουσα χώρα.
Το δεύτερο σκέλος και ακόμα χειρότερο, για το Ισραήλ είναι πως ο περιφερειακός συσχετισμός πολύ απέχει από τον πόλεμο του 1967 ή ακόμα και από το 1973. Ναι μεν μια σειρά αραβικών κρατών υπέγραψαν τις συμφωνίες του Αβραάμ, ωστόσο ο οικονομικός και στρατιωτικός συσχετισμός επιδεινώνεται ραγδαία, ιδίως μετά το 2006. Προκειμένου να αναλύσουμε τη στάση του Ισραήλ και το αδιέξοδο στο οποίο περιήλθε πρέπει να μείνουμε σε αυτήν την ημερομηνία. Αφότου δολοφόνησε τον Γιάσερ Αραφάτ, η ελίτ του Ισραήλ θεώρησε ανοήτως ότι η ισχύς του κράτους τους θα μπορούσε να είναι πρακτικά ανεξέλεγκτη, με δεδομένο μάλιστα ότι μια σειρά αραβικών κρατών δεν έδειχναν επιθυμία για αντιπαράθεση και ο παλαιστινιακός αγώνας έμοιαζε σε αδιέξοδο- ίσως και ξεχασμένος.
Και μετά ήρθε η ήττα- ή αλλιώς, μη νίκη- από την Χεζμπολάχ. Για όσους είχαν εικόνα του τι συνέβαινε μέσα στο Ισραήλ τότε, ήταν σοκ.
Έκτοτε μάλιστα το Ισραήλ δεν πέτυχε ουσιαστική νίκη σε καμία χερσαία επιχείρησή του- ούτε και στην Γάζα. Ακόμα χειρότερα, οι αντίπαλοι του Ισραήλ -Ιράν, Χαμάς, Χεζμοπλάχ- ενίσχυσαν τόσο το οπλοστάσιό τους, όσο και την οικονομική τους θέση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά το 2005, το ΑΕΠ Ιράν και Ισραήλ αποκλίνει εντυπωσιακά.Μάλιστα, ακόμα και στο επίπεδο των αμυντικών δαπανών, που υπάρχει απόκλιση προς όφελος του Ισραήλ- εν πολλοίς λόγω των κυρώσεων εις βάρος του Ιράν- η διαφορά αφενός δεν είναι συντριπτική, αφετέρου ισοσκελίζεται από ένα ευρύ δίκτυο συμμαχιών και μη κρατικών δρώντων.
Το μεγάλο πρόβλημα του Ισραήλ είναι ότι η πολιτική των ΗΠΑ στην ευρύτερη Μέση Ανατολή προκάλεσε μια σειρά αλυσιδωτών επιπτώσεων, οι οποίες σε συνδυασμό με την δική του εθνικιστική και ρατσιστική απειλή, διαμόρφωσε πολλαπλούς, εχθρικούς προς το ίδιο δρώντες. Μάλιστα, σε ένα επίπεδο διάχυτων απειλών, οι οποίες προέρχονται εν πολλοίς από μη κρατικούς δρώντες, η απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων- συνδυαστικά δε, προς την Σινό- ιρανική και ιρανό- ρωσική συμμαχία- δεν αποδεικνύεται όσο αποτελεσματική αποτρεπτικά, το Ισραήλ θα ήθελε.
Παρότι το Ισραήλ επωφελήθηκε τόσο από το Ισλαμικό Κράτος, όσο και από την στροφή της Χαμάς απέναντι στην νόμιμη κυβέρνηση της Συρίας, το γεγονός ότι οι ΗΠΑ ρευστοποίησαν τα κρατικά σύνορα αφενός και η εμμονή του Ισραήλ αφετέρου στην εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων αναγκάζουν δυνάμεις με διαφορετικούς προσανατολισμούς να συσπειρωθούν έστω πρόσκαιρα. Η επικοινωνία του Ιράν με την Χαμάς και η έκφραση υποστήριξης είναι ενδεικτική.
Το Ιράν και η εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων αποτελούν εμμονές για το Ισραηλινό κράτος, σε βαθμό να υπάρχουν δυσκολίες ακόμα και με τις ΗΠΑ. Εμφανώς, το Ισραήλ εδώ και εβδομάδες αποπειράται να σαμποτάρει και να προβοκάρει τη νέα συμφωνία τον εμπλουτισμό ουρανίου από το ιρανικό πρόγραμμα. Θέλει να βάλει τις ΗΠΑ να επιτεθούν στο Ιράν, επειδή το ίδιο και μόνο του, δεν το τολμά. Το ζήτημα των ΗΠΑ είναι πως ούτε εκείνες το τολμούν.
Μάλιστα, στο αμιγώς τακτικό επίπεδο, η εξέλιξη των οπλικών συστημάτων αποτελεί επιπλέον παράγοντα αποδυνάμωσης του Ισραήλ. Η πανίσχυρη αεροπορία του, όπως και η αντιαεροπορική του ασπίδα δεν είναι απολύτως επαρκή μέσα υπό το φως πολλαπλών πυραυλικών απειλών, μη επανδρωμένων οχημάτων και άλλων τεχνολογικών μέσων ή και ευέλικτων μονάδων.Ιδίως το σύστημα “IronDome” γεννά εύλογες απορίες, δεδομένου ότι σπαταλά πυραύλους εκατομμυρίων, προκειμένου να αναχαιτίζει ρουκέτες μερικών εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίωνσυνολικά, χωρίς να το καταφέρνει μάλιστα πάντα.
Το τρίτο σκέλος έχει να κάνει με την στάση των ΗΠΑ. Για δεκαετίες φάνταζε ακλόνητη εγγύηση της ασφάλειάς του και ακόμα -οι ΗΠΑ θέλουν να- είναι. Ωστόσο, η αντικειμενική ισχύς των ΗΠΑστην περιοχή συρρικνώνεται. Πέρα από τα πισωγυρίσματα με την Τουρκία, όπως και με το Κουρδικό στοιχείο, ο συσχετισμός των ΗΠΑ με το Ιράν αποτελεί τον πλέον προφανή δείκτη της ισχύος της Ουάσιγκτον στη περιοχή. Είναι μεν επαρκώς ισχυρές, ούτως ώστε η όποια αντίθεση ή εχθρότητα με τις ΗΠΑ να είναι επώδυνη αλλά δεν είναι τόσο ισχυρές ώστε να μπορούν να συντρίψουν μια χώρα με ισχυρές συμμαχίες, να υλοποιήσουν- τουλάχιστον με ανεκτό κόστος- μια επιχείρηση αλλαγής καθεστώτος ή ακόμα περισσότερο μια άμεση στρατιωτική επέμβαση.
Επιπλέον, οι αντιφάσεις της πολιτικής των ΗΠΑ όχι μόνο δεν επέτρεψαν να διαμορφωθεί το αντί- ιρανικό, ΝΑΤΟ των Αράβων αλλά ακόμα χειρότερα για το Ισραήλ, ωθούν την Σαουδική Αραβία να αναθερμάνει τις σχέσεις με το Ιράν.
Τα παραπάνω τρία σκέλη εξηγούν το σύμπλεγμα φόβου και επιθετικότητας του Ισραήλ. Μπορεί στα καθ’ ημάς, οι προπαγανδιστές να παραμυθιάζουν χάρη στα αγορασμένα ΜΜΕ, ωστόσο το Ισραήλ πολύ απέχει από το να είναι η απόλυτη υπερδύναμη της Μέσης Ανατολής. Ο ρατσισμός και το Απαρτχάιντ το φθείρουν από μέσα, ενώ οι διεθνείς αλλαγές το τρομοκρατούν. Ξεχνούν οι νεότευκτοι «σύμμαχοί μας», την γνωστή φράση, πως όποιος ζει με το σπαθί, πεθαίνει τελικά από αυτό.