Εσωτερικό έγγραφο της εταιρείας Nestlé που αποκαλύπτει ότι μόλις το 37% των προϊόντων της εταιρείας πληρούν τα επίσημα κριτήρια υγιεινής δημοσίευσαν οι Financial Times, με το 70% των προϊόντων διατροφής, το 96% των ποτών και το 99% των προϊόντων ζαχαροπλαστικής και παγωτού της Nestlé, να μην καταφέρνουν να αγγίξουν το κατώτατο όριο υγιεινής, ενώ αρκετά προϊόντα υπερβαίνουν το 40% της συνιστώμενης ημερήσιας δόσης νατρίου.
Σε μια παρουσίαση που είχε αποσταλεί στα κορυφαία στελέχη της εταιρείας, αποκαλύπτεται πως πάνω από το 60% των βασικών βρώσιμων και πόσιμων προϊόντων της δεν πληρούν τα κριτήρια του επίσημου ορισμού υγείας. «Ορισμένες από τις κατηγορίες και τα προϊόντα μας δεν θα είναι ποτέ “υγιή” όσο και αν τα αναβαθμίζουμε» φέρεται να παραδέχεται η εταιρεία στο εν λόγω έγγραφο «καθώς δεν ξεπερνούν την βαθμολογία των 3,5 αστέρων (στα 5) στο σύστημα υγειονομικής αξιολόγησης της Αυστραλίας».
«Έχουμε πραγματοποιήσει σημαντικές βελτιώσεις στα προϊόντα μας (αλλά) εξακολουθούν να έχουν χαμηλές επιδόσεις έναντι των εξωτερικών ορισμών της υγείας, σε ένα τοπίο όπου η πίεση των κανονιστικών ρυθμίσεων και οι απαιτήσεις των καταναλωτών ανεβαίνουν στα ύψη», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην παρουσίαση. Ειδικότερα, στο σύνολο των τροφίμων και ποτών, περίπου το 70% των προϊόντων διατροφής, καθώς και το 96% των ποτών – εξαιρουμένου του καθαρού καφέ – και του 99% των προϊόντων ζαχαροπλαστικής και παγωτού της Nestlé, δεν κατάφεραν να αγγίξουν το κατώτατο όριο υγιεινής. Το νερό και τα γαλακτοκομικά προϊόντα σημείωσαν καλύτερη βαθμολογία, με το 82% των νερών και το 60% των γαλακτοκομικών να πληρούν το όριο.
Αξίζει να σημειωθεί πως συγκεκριμένα προϊόντα, όπως η πίτσα-κρουασάν «DiGiorno three meat croissant» και η πίτσα με πεπερόνι «Hot Pockets» περιλαμβάνουν πάνω από 40% της συνιστώμενης ημερήσιας δόσης νατρίου, ενώ ένα άλλο προϊόν, το ποτό «San Pellegrino» με γεύση πορτοκαλιού, βαθμολογήθηκε με E, τον χειρότερο βαθμό του συστήματος βαθμολόγησης Nutri-Score, καθώς περιέχει περισσότερα από 7,1 g ζάχαρης ανά 100 ml. Το «Nesquik» με γεύση φράουλα που πωλείται στις ΗΠΑ ως «τέλειο πρωινό για να προετοιμάσετε τα παιδιά για την ημέρα», περιέχει 14 γραμμάρια ζάχαρης ανά μερίδα 14 γραμμαρίων, καθώς και μικρές ποσότητες χρωστικών και αρωματικών ουσιών, αν και έχει σχεδιαστεί για ανάμιξη με γάλα.
Στα εν λόγω δεδομένα δεν περιλαμβάνεται η βρεφική τροφή, η τροφή για κατοικίδια, ο καφές και τα τρόφιμα για άτομα με συγκεκριμένες ιατρικές παθήσεις που διαμορφώνονται από το τμήμα επιστημών υγείας, τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το ήμισυ των συνολικών ετήσιων εσόδων της Nestlé.
Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Mark Schneider, αναγνώρισε σύμφωνα με το δημοσίευμα, ότι οι καταναλωτές ζητούν μια πιο υγιεινή διατροφή, απορρίπτοντας ωστόσο τους ισχυρισμούς ότι τα «μεταποιημένα» τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που παρασκευάζονται από τη Nestlé και άλλες πολυεθνικές τείνουν να είναι ανθυγιεινά. Απαντώντας στο δημοσίευμα των FT, η Nestlé δήλωσε στη συνέχεια ότι «εργάζεται σε ένα εταιρικό έργο για την ενημέρωση της πρωτοποριακής της στρατηγικής για τη διατροφή και την υγεία».
«Οι προσπάθειές μας βασίζονται σε ένα ισχυρό θεμέλιο εργασίας εδώ και δεκαετίες. Για παράδειγμα, μειώσαμε σημαντικά τα σάκχαρα και το νάτριο στα προϊόντα μας τις τελευταίες δύο δεκαετίες, σε ποσοστό περίπου 14-15% τα τελευταία επτά χρόνια μόνο» υποστήριξε.