Μαρία Απατζίδη, Βουλευτής Ανατολικής Αττικής με το ΜέΡΑ25
Έχουμε μπροστά μας ένα νομοσχέδιο… «απεξάρτησης»:
- Κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας για όλο και περισσότερους κλάδους.
- Θεσμοθέτηση 10ωρης εργασίας.
- Υπερωρίες μέχρι θανάτου.
- Ατομικές συμβάσεις εργασίας.
- Διακεκομμένο υποχρεωτικό ωράριο για τους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης, όπως και όποτε επιθυμήσει ο εργοδότης.
- Διευκόλυνση απολύσεων, με τίτλο «προστασία από τις απολύσεις». Προστασία του εργοδότη, προφανώς.
- Ουσιαστική διάλυση του συνδικαλισμού, που είναι η στοιχειώδης άμυνα των εργαζομένων απέναντι στην αυθαιρεσία και την αδηφαγία του εργοδότη, και όχι αυτό που παπαγαλίζει η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ και η ΟΝΝΕΔ για το τι είναι συνδικαλισμός.
- Παρακώλυση της απεργίας, της τελευταίας γραμμής άμυνας των εργαζομένων, που συνιστά ουσιαστική απαγόρευση της απεργίας — «και το Σύνταγμα ένα όνομα απλά σε μια πλατεία».
- Κατάργηση της Επιθεώρησης Εργασίας και μετατροπή σε Ανεξάρτητη Αρχή — και όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνει αυτό, μετά από μια δεκαετία μνημονίων.
Και λοιπά, και λοιπά, και λοιπά. Τόσα πολλά, που δεν χωράνε σε ένα μόνο άρθρο. Ουσιαστικά, έχουμε μπροστά μας τον τελευταίο εφαρμοστικό νόμο των προηγούμενων μνημονίων και τον πρώτο των επόμενων.
Σημειωτέον ότι δεν είναι αλήθεια ότι το νομοσχέδιο μάς γυρνάει στο Μεσαίωνα, ότι στήνει μεσαιωνικές εργασιακές σχέσεις. Όπως δείχνει σειρά μελετών —της Τζούλιετ Σορ, του Γκρέγκορυ Κλαρκ, της Νόρα Ρίτσυ, του Ίαν Μπλάντσαρντ— οι εργασιακές σχέσεις στον Μεσαίωνα ήταν πολύ πολύ καλύτερες από αυτές που περιγράφει σήμερα το νομοσχέδιο του κυρίου Χατζηδάκη, το εργασιακό νομοσχέδιο του αιώνιου Μητσοτακισμού. Η κυβέρνηση μας γυρνάει στη Βιομηχανική Επανάσταση — όταν οι άνθρωποι ήταν δούλοι στην αλυσίδα παραγωγής, πριν τους αγώνες με αίμα για τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα που καταργούνται σήμερα.
Φυσικά, όπως φαίνεται κι από τον τίτλο του νομοσχεδίου-μίξερ που βάζει, μαζί τον οδοστρωτήρα των εργασιακών, κυρώσεις συμβάσεων και ενσωμάτωση οδηγίας, στο μίξερ υπάρχουν και θετικά στοιχεία, π.χ. ενάντια στις έμφυλες διακρίσεις στην εργασία. Δηλαδή, ο κ. Χατζηδάκης προσέρχεται και με καρότο και με μαστίγιο. Το πρόβλημα είναι πως το καρότο είναι εξαιρετικά μικρό και το μαστίγιο πραγματικά τεράστιο. Ας μην ανησυχεί η κυβέρνηση, ως ΜέΡΑ25 θα υπερψηφίσουμε τα «καρότα» της, όπως ενάντια στις έμφυλες διακρίσεις και λοιπά. Τα μαστίγια όμως είναι το θέμα.
Η συνεχής υπονόμευση κάθε εργασιακού δικαιώματος, η συνεχής απομείωση της όποιας ισχύος έχει μείνει στον εργαζόμενο απέναντι στον εργοδότη του, θα συνεχίζεται για όσο η χώρα βρίσκεται στο Μνημόνιο-για-πάντα, στη λιτότητα δίχως τέλος, στη φυλακή του χρέους, σε ό,τι έχουμε ονομάσει συνοπτικά «χρεοδουλοπαροικία». Έτσι ήταν, και έτσι θα είναι, όσο η χώρα παραμένει στις απολύτως αυτοκτονικές δεσμεύσεις που έχει αναλάβει, αρχής γενομένης από το πρώτο μνημόνιο και, χάρη στη «μεγαλειώδη έξοδο από τα μνημόνια» που διακήρυξε ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας το 2018, σερί μέχρι το 2060, όπως ήταν το χρονικό όριο πριν προκύψει η πανδημία που ακόμα εξελίσσεται. Δηλαδή, ήδη πριν την πανδημία γνωρίζαμε ότι το υπογεγραμμένο μνημόνιο-για-πάντα θα συνεπάγεται συνεχή υποβάθμιση της κατάστασης των εργαζομένων και αλλεπάλληλα σχετικά νομοθετήματα. Πόσω δε μάλλον τώρα, που περιμένουμε ακόμη τον λογαριασμό ενός κορωνοϊού που δεν έχει τελειώσει. Όσο κι αν ο πρωθυπουργός προσπαθεί να κρύψει τα επερχόμενα κάτω από το χαλί της μηντιακής μονοφωνίας που έχει πετύχει αυταρχικά, δωροδοκώντας την δημοσιογραφία με τις διάφορες λίστες Πέτσα.
Με την αξιωματική αντιπολίτευση ως μνημονιακό συνέταιρο και με το μεγαλύτερο μέρος της δημοσιογραφίας σε αφωνία ή κυβερνητική δοξολογία, ολόκληρο το βάρος του κριτικού ελέγχου της εξουσίας έχει πέσει στην ελάσσονα αντιπολίτευση… Αλλά το σηκώνουμε, και θα το σηκώνουμε.
Το ότι η κυβέρνηση γνωρίζει καλά το τι φέρνει το προς ψήφιση, το ότι οι βουλευτές της γνωρίζουν σε τι θα είναι συνυπεύθυνοι, φαίνεται και από την αλλοπρόσαλλη και πολλαπλή υπερασπιστική γραμμή που έχει επιλεγεί στο δημόσιο λόγο. Τη μία, ο ένας εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας στα κανάλια μιλάει για ένα νομοσχέδιο που απλώς φέρνει μικρές αλλαγές. Την άλλη, άλλος εκπρόσωπος της ΝΔ βγαίνει στα κανάλια και διακηρύττει ότι επιτέλους κατεδαφίζουμε το κάστρο που έχει χτίσει εδώ και δεκαετίες η αριστερά. …Η «αριστερά» της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ, του μνημονιακού ΣΥΡΙΖΑ και του ΛΑΟΣ που κυβερνούσαν τη χώρα, δηλαδή!… Την παράλλη, άλλος βουλευτής της ΝΔ λέει ότι το νομοσχέδιο φέρνει «δύναμη στον εργαζόμενο»! Αυτή η απόλυτη Βαβέλ βέβαια, αυτή η αλλοπρόσαλλη πολυφωνία μέσα στο ίδιο κόμμα, λαμβάνει χώρα μόνο όταν κάποιος έχει λερωμένη τη φωλιά του και το ξέρει.
Και μια που αναφερόμαστε σε λερωμένες φωλιές, ας πούμε και το εξής: το νομοσχέδιο διαπνέεται από μία λογική, σύμφωνα με την οποία ο εργοδότης και ο εργαζόμενος έχουν ίση διαπραγματευτική δύναμη, οπότε μπορούν να προβαίνουν σε ορθολογικές συνεννοήσεις μεταξύ τους για το κοινό τους συμφέρον και όφελος, με τον κρατικό περιορισμό να είναι περιττός. Εργοδότης και εργαζόμενος είναι, ας πούμε, δύο ενήλικοι που μπορούν να τα βρουν, και προσέρχονται στο τραπέζι ως ίσοι. Ενδεχομένως αυτό όντως να ισχύει σε περιπτώσεις κυβερνητικών βουλευτών που —παράλληλα και ταυτόχρονα με τα βουλευτικά τους καθήκοντα— εργάζονται σε κανάλια συγκεκριμένου ολιγάρχη, μπορεί εκεί όντως να τα βρίσκουν ωραιότατα με την εργοδοσία —σίγουρα πάντως δεν εμποδίζονται από πολιτικές διαφωνίες—, αλλά κάτι τέτοιο απλώς δε συμβαίνει στον πραγματικό κόσμο. Φυσικά και προφανώς, μια τέτοια αντίληψη μπορεί να την έχει μόνο είτε όποιος δεν έχει την παραμικρή ιδέα για τον κόσμο της εργασίας, είτε όποιος συνειδητά και κυνικά παίρνει το μέρος της εργοδοσίας παντού και πάντα, και θέλει επί τούτου να της δώσει λευκή επιταγή για κάθε αυθαιρεσία της.
Τελικά με τι έχουμε να κάνουμε, με ολική άγνοια και απουσία επαφής με την πραγματικότητα ή με συνειδητή ενοχή και αυτουργία; Το μεγάλο επίτευγμα αυτού του νομοσχεδίου, το μεγάλο επίτευγμα της Νέας Δημοκρατίας, είναι ότι συμβαίνουν και τα δύο ταυτόχρονα.
ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΑ, υπαίτιος του νομοσχεδίου είναι ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (τι ειρωνεία, εδώ μιλάμε για κατεξοχήν αντικοινωνικές υποθέσεις) κ. Κωστής Χατζηδάκης. Το ζήτημα είναι απολύτως πολιτικό και καθόλου προσωπικό: σε αντίθεση με την τεράστια πλειοψηφία του ελληνικού λαού, ο κ. Χατζηδάκης γνωρίζει τον κόσμο της εργασίας με τον ίδιο τρόπο που γνωρίζουμε μακρινές χώρες και φανταστικούς τόπους διαβάζοντας ένα μυθιστόρημα ή βλέποντας μια ταινία.
Σύντομο βιογραφικό: Ενηλικίωση, ΔΑΠ – ΝΔΦΚ, Γραμματεία Πολιτικού Σχεδιασμού Νέας Δημοκρατίας, προεδρία ΟΝΝΕΔ, αμέσως μετά Ευρωβουλευτής, ξανά Ευρωβουλευτής, τρίτη φορά Ευρωβουλευτής, βουλευτής, Υπουργός, βουλευτής, ξανά Υπουργός, ξανά Υπουργός, και σήμερα Υπουργός Εργασίας για να μας δώσει το καταστάλαγμα της εμπειρίας του ως προς το πώς πρέπει να εξελιχθούν οι εργασιακές σχέσεις. Αυτά τα ζητήματα αποτελούν απολύτως πολιτικά θέματα και ως τέτοια τα συζητάει ο ελληνικός λαός, τον οποίο η μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ έριξε ατυχώς στην αγκαλιά αυτής της κυβέρνησης, ώστε να μπορεί αυτή να ισχυρίζεται πως «νομοθετεί πράγματα που είχε υποσχεθεί προεκλογικά».
Ενδέχεται να ρωτήσει κάποιος, εθισμένος στις τακτικές των διαδικτυακών υπογείων του νέου δικομματισμού: «και ποια είσαι εσύ που τα λες αυτά στα 31 σου και μας μιλάς για εργασιακή εμπειρία;».
Γράφοντας από τη σκοπιά μιας εργαζόμενης με 11 χρόνια ενσήμων στον ιδιωτικό τομέα, σε υπαλληλικές θέσεις, εισήλθα στη Βουλή για να εκπροσωπήσω ακριβώς αυτόν τον κόσμο, τον κόσμο που αγωνίζεται για τα προς το ζην, τον κόσμο της εργασίας και των ενσήμων. Δεν ήρθα στη Βουλή για να κουνήσω το δάχτυλο στους εργαζόμενους έχοντας μεταπηδήσει μια ζωή, από τη μία στην άλλη έμμισθη πολιτική θέση. Και γνωρίζω καλά από την εμπειρία μου ως εργαζόμενη επί 11 χρόνια στον ιδιωτικό τομέα, για το ποια είναι η διαπραγματευτική ισχύ του εργαζόμενου απέναντι στον εργοδότη του — δηλαδή ακριβώς αυτό το στοιχείο που το νομοσχέδιο αγνοεί, και από ασχετοσύνη και από δόλο.
Έχω ακούσει κι εγώ το «Αν δεν σου αρέσουν οι όροι μπορείς να φύγεις». Είναι η πιο συνηθισμένη έκφραση από εργοδοτικά χείλη: «αν δεν σου αρέσει, περιμένουν άλλοι εκατό εκεί έξω». Και εδώ κρύβεται και μια ακόμα χυδαιότητα των νον-πέηπερ του Μαξίμου στους ατυχείς κυβερνητικούς βουλευτές: το φοβερό επιχείρημα «μα αυτή είναι η πραγματικότητα, αυτό συμβαίνει ούτως ή άλλως, κάποιοι απλώς αρνούνται την πραγματικότητα».
Μάλλον η κυβέρνηση έχει μπερδέψει το ρόλο της. Η κυβέρνηση έχει μεταξύ άλλων τη συνταγματική υποχρέωση και ευθύνη να διαφυλάσσει μια σειρά από κατευθυντήριες γραμμές του Συντάγματος για την εργασία, για τη συνδικαλιστική ελευθερία, για την ασφάλιση, και ούτω καθεξής. Όταν αυτά τα στοιχειώδη δικαιώματα αμφισβητούνται από κάποιους, η δουλειά της κυβέρνησης και του κράτους είναι να τα διαφυλάσσει, να τα υπερασπίζεται — όχι να καθιστά νόμο του κράτους την ακύρωσή τους, αφού δήθεν «ε, έτσι συμβαίνει ούτως ή άλλως». Γιατί εδώ, πίσω από την χαρτοκοπτική, βλέπουμε ουσιαστική ακύρωση. Ρόλος και έργο της κυβέρνησης δεν είναι η επισημοποίηση και η πανηγυρική θεσμοποίηση της αυθαιρεσίας.
Εκτός αν έχουμε καταλάβει κάτι λάθος… Δηλαδή εάν ας πούμε έχει επιτυχίες η ελληνική μαφία και τα πάει καλά, θα την αναγνωρίσουμε ως νόμιμη και θα φέρουμε σχετικό νομοσχέδιο; Βεβαίως, έχουμε, ας μην το ξεχνούμε, Υπουργό τον κ. Χρυσοχοΐδη, επί των ημερών του οποίου πέφτουν σχεδόν κάθε μέρα πυροβολισμοί ξεκαθαρίσματος λογαριασμών του υποκόσμου σε δρόμους και πλατείες….
Για να επιστρέψουμε στο θέμα. Από τη μία λοιπόν οι αυτουργοί του σχεδίου νόμου έχουν όντως την ίδια σχέση με τον κόσμο της εργασίας και τις συνθήκες του που έχω εγώ με τις νεώτερες εξελίξεις στη σωματιδιακή φυσική. Ακριβώς μηδενική. Από την άλλη, ναι, υπάρχει δόλος. Γνωρίζουμε όλοι πως στην πολιτική υπηρετούνται συμφέροντα, με την έννοια ότι κάθε πολιτική πράξη που παράγει οποιαδήποτε αλλαγή είναι προς το συμφέρον κάποιων και ενάντια στο συμφέρον κάποιων άλλων, εξ ορισμού. Σήμερα, κάποιοι λίγοι θέλουν να υπηρετούν τα συμφέροντα του ελληνικού λαού στη μεγάλη πλειονότητά του, του εργαζόμενου αλλά και ανέργου λαού, των ανθρώπων που υφίστανται τη λιτότητα στις ζωές τους. Και είναι σήμερα στριμωγμένοι στην ελάσσονα αντιπολίτευση — διότι ενάντια σε αυτά που φέρνει ο οδοστρωτήρας του Υπουργού Εργασίας και Αντικοινωνικών Υποθέσεων δεν επαρκούν οι «καλές και αριστερές και προοδευτικές προθέσεις», αν έχεις ήδη δώσει τα μνημονιακά διαπιστευτήρια που γεννάνε και θα γεννάνε τέτοια νομοσχέδια, όπως η αξιωματική αντιπολίτευση.
Αυτό όμως που καταγγέλλουμε στο ΜέΡΑ25 ως «τοξική και παρασιτική ολιγαρχία» της χώρας έχει κι αυτό συμφέροντα για να εξυπηρετηθούν, και —ευτυχώς για εκείνη και δυστυχώς για όλους εμάς— έχει βρει ιδιαιτέρως πρόθυμο πολιτικό προσωπικό. Από την εκποίηση της χώρας, το Ελληνικό και τα Καζίνα και το γενικό ξεπούλημα μέχρι την τελευταία απογύμνωση του εργαζομένου έναντι στην αδηφαγία της αυθαιρεσίας, αυτά τα συμφέροντα πρέπει να γίνουν νόμοι του ελληνικού κράτους.
Και έτσι ερχόμαστε στο σήμερα. Σε ένα νομοσχέδιο που κατατίθεται έτσι όπως κατατίθεται και λόγω προφανούς άγνοιας για τον κόσμο της εργασίας και λόγω προφανούς δόλου για την εξυπηρέτηση της τοξικής και παρασιτικής ολιγαρχίας, για την οποία ο εργαζόμενος λαός είναι αναλώσιμος ξενιστής. Ένα δηλητηριώδες νομοσχέδιο με διάφορα καρότα για γαρνιτούρα. Και μια νεολαία στο θυσιαστήριο, είτε έχει ήδη βάλει πλώρη για το εξωτερικό, είτε ετοιμάζεται να βάλει.
Δηλώνω βέβαιη πως υπάρχουν και κάποιοι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας με πατριωτικά αισθήματα, άνθρωποι που δεν θέλουν να γίνουν συνυπεύθυνοι στο χαντάκωμα κάθε επόμενης γενιάς, που δεν θέλουν να είναι συνυπεύθυνοι στο να γίνουν οι νέοι πολίτες αυτής της χώρας ακόμα περισσότερο εργασιακοί δούλοι απ’ ότι είναι ήδη, μετά από μια ισοπεδωτική δεκαετία. Που αντιλαμβάνονται ότι τα παιχνίδια με τις ώρες εργασίας, η απόπειρα κατάργησης των απεργιών, δηλαδή της ελάχιστης άμυνας του εργαζομένου στη βίαιη αυθαιρεσία, η ουσιαστική εξαφάνιση της κυριακάτικης αργίας, και ούτω καθεξής, καθιστά χειρότερη τη ζωή της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών της χώρας, και ιδίως των νέων. Είμαι σίγουρη πως ο αριθμός αυτών των βουλευτών, που αντιλαμβάνονται κάποια ζητήματα, είναι επαρκής ώστε αυτό το νομοσχέδιο του κ. Χατζηδάκη να μη μαζέψει την απαιτούμενη πλειοψηφία και να γίνει νόμος του κράτους.
Αλλά ακόμα κι αν δεν επαρκεί η ευαισθησία για τη μοίρα αυτού του τόπου ώστε να αποφευχθεί κάτι τέτοιο, ας γνωρίζουν τουλάχιστον ότι την επόμενη μέρα του νομοσχεδίου οι νέοι πολίτες μπορεί να μην έχουν πια τα εργασιακά δικαιώματα που έχουν σήμερα, αλλά θα έχουν μνήμη — και εκλογικά δικαιώματα. Όπως έχουν πλέον και οι νέοι Έλληνες μετανάστες του εξωτερικού, που ειδικά τώρα δεν μπορούν καν να διανοηθούν να γυρίσουν.
Όποιος δεν έχει την ευαισθησία για το μέλλον της χώρας ώστε να τον κινητοποιήσει, τουλάχιστον ας έχει τον εκλογικό φόβο στην περιφέρειά του.
Ας φοβηθούν τουλάχιστον την επόμενή τους συνάντηση με τον Μητροπολίτη της εκλογικής τους περιφέρειας, αφού ουσιαστικά καταργούν με την ψήφο τους την αργία της Κυριακής, κάτι είναι κι αυτό! Ό,τι είναι για καλό, ό,τι είναι για να μην καταστεί νόμος του κράτους το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της εργασίας.
Οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας καλούνται να μη γίνουν συνυπεύθυνοι, να μη γίνουν συνεργοί. Δεν χρωστούν το μέλλον της χώρας και το δικό τους πολιτικό μέλλον ούτε στον κληρονόμο μιας πολιτικής δυναστείας ούτε στον Υπουργό Εργασίας με τα μηδενικά ένσημα. Εάν συνεργήσουν στο έγκλημα, ο ελληνικός λαός δεν θα το ξεχάσει ποτέ.
Ας θυμηθούμε: μετά από 11 χρόνια ερήμου και ανυποληψίας, η παράταξη της Νέας Δημοκρατίας κυβέρνησε για λίγο από το 2004 μέχρι το 2009, μετά πήρε 18%, και μετά έπρεπε να σφίξουν τα μνημόνια για να ξαναδεί Θεού πρόσωπο. Και ναι μεν θα ξαναέρθουν νέα μνημόνια μετά την πανδημία, αλλά τώρα έχει στην αξιωματική αντιπολίτευση ανταγωνιστές που τα εφαρμόζουν πιο γρήγορα, πιο αποτελεσματικά, και με καλύτερο μάρκετινγκ.
Είναι στο χέρι των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας να μην επιλέξουν να επιστρέψουν για πάντα στην αφάνεια. Να σώσουν και τους εαυτούς σας, καταψηφίζοντας αυτό το νομοσχέδιο.
Ως πολίτης προερχόμενη από τον κόσμο της μισθωτής εργασίας, διαβεβαιώνω: ΑΥΤΟ ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ. Και, αν ψηφιστεί, αυτήν την κυβέρνηση πρέπει να την ξεπληρώσει ο λαός με μόνιμο ρεπό, για πάντα. Ας μην τρομάζουν οι εκπρόσωποι της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας από το ενδεχόμενο. Μπορούν να πάνε να μαζέψουν τις ελιές ή να έχουν πολύ περισσότερο χρόνο με την οικογένειά τους. Αυτά άλλωστε δεν πρότεινε ο κ. Χατζηδάκης στους νεόπτωχους πολίτες σε πανελλήνια τηλεοπτική μετάδοση; Αλλά ξέχασα, το να πει κανείς την αλήθεια είναι «λαϊκισμός».