Όμορφος και πολύχρωμος απέναντι στον εθνικό κορμό
«Η περιφρόνηση αυτή προκαλεί τον θάνατο. Η πολιτική είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου, φόνου. Το να ανήκεις στη μία ή στην άλλη κοινωνική και πολιτική κατηγορία στην πράξη ισοδυναμεί με το να είσαι ή να μην είσαι εκτεθειμένος στον πρόωρο θάνατο. […] Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να αντιληφθούμε πώς λειτουργεί ο κόσμος από το να μετράμε τους θανάτους».
Διάλογος για την τέχνη και την πολιτική, Κεν Λόουτς, Εντουάρ Λουί, εκδ. Αντίποδες
Στη δίκη για τη δολοφονία του Ζακ κατέθεσαν την πρώτη μέρα ο πατέρας του, ο αδερφός του και μετά η μητέρα του. Στη μητέρα του δεν απηύθυνε ερωτήσεις η υπεράσπιση, ίσως διαισθανόμενη κάπως ότι υπάρχει ένα όριο αναίδειας μετά το οποίο μπορεί να ζημιωθείς και στις εντυπώσεις προς τους ενόρκους.
Ο πατέρας του είπε ότι τον Ζακ τον δολοφόνησαν διπλά οι αστυνομικοί. Διότι τον κλωτσοπατούσαν, έλεγε και ξανάλεγε, και μετά δεν ερεύνησαν τίποτα. Ο αδερφός του έλεγε ότι χρειάστηκε ο ίδιος να συγκεντρώσει στοιχεία, που η αστυνομία δεν είχε συγκεντρώσει. Η πιο σπαρακτική στιγμή, για όλους μας, ήταν όταν η μητέρα του είπε ότι αν τον είχαν αφήσει να ζήσει, θα είχε την ευκαιρία να απαντήσει τι έκανε στο μαγαζί, αντί να βρίσκεται στον τάφο.
Είναι δύσκολο να μη σχολιάσεις τη δικηγόρο της υπεράσπισης που θεώρησε καλό να πει στον αδερφό του Ζακ ότι δεν καταλαβαίνει γιατί κατηγορούνται οι εντολείς της, οι οποίοι έχουν οικογένεια. Οικογένεια έχουν και αυτοί που δολοφονούνται, οικογένεια και αυτοί που κατηγορούνται για δολοφονία, έτσι είναι αυτά.
Μέχρι ακόμη και σήμερα στην αίθουσα του δικαστηρίου ακούγονταν και πάλι οι ίδιες ερωτήσεις για το αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Οι ίδιες ερωτήσεις, θέλω να πω, που τόσο επίμονα υπέβαλλε ο ανακριτής στον Νίκο, τον αδερφό του Ζακ, ρωτώντας πάλι και πάλι για το μαχαίρι, το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, στρέφοντας για μία ακόμη φορά την έρευνα προς το πρόσωπο του δολοφονημένου αντί για τους θύτες. Αυτές οι ερωτήσεις έγιναν στο δικαστήριο προς τον πατέρα και τον αδερφό του θύματος. Πόσο ασθενική ήταν η υγεία του και τι ρόλο είχαν παίξει τα ναρκωτικά σε αυτό; Έπινε; Έκανε χρήση ναρκωτικών; Τι έδειχναν οι εξετάσεις του; Ξέρουν πώς ήταν στην υγεία του; Γιατί είχαν πει ότι είναι φιλάσθενος; Είδαν το βίντεο με το γυαλί; Πώς μπορεί να μην το είδαν; Αν το έβλεπαν, δεν θα αναγνώριζαν τη σημασία της προστασίας του έννομου αγαθού της ζωής; Ξανά και ξανά, μέχρι ναυτίας και οργής.
Θυμόμαστε όλοι πόσο πρόθυμα ήταν τα συστημικά μέσα ενημέρωσης για να βοηθήσουν να εδραιωθεί αυτή η εικόνα του τοξικομανούς ληστή με το μαχαίρι. Να βοηθήσουν δηλαδή να μείνουν ατιμώρητοι οι δράστες. Τρία χρόνια μετά, αυτά ακούγονται τώρα από την υπεράσπιση των δραστών. Σαν να μην υπάρχει η τοξικολογική εξέταση. Σαν να μην έχουμε δει το βίντεο της δολοφονίας.
Δεν ξέρω πόσες ελπίδες μπορεί να εναποθέσει κανείς στη δικαιοσύνη. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε κανέναν λόγο για να αισιοδοξούμε ως προς αυτό. Όμως ο κόσμος που μαζεύτηκε και ο ακόμη περισσότερος κόσμος που διάβαζε και σχολίαζε στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης διψάει για δικαιοσύνη.
Οι οργανώσεις που βρίσκονται στο δικαστήριο, οι μεμονωμένοι δημοσιογράφοι και τα μέλη του παρατηρητηρίου της δίκης, έχουμε όλοι ένα πράγμα και μόνο στο μυαλό μας: η δολοφονία του Ζακ ακολουθήθηκε από μία δολοφονία χαρακτήρα.Πίστευαν ότι αυτό θα γίνει ατιμώρητα, αλλά έτυχε να βρουν μπροστά τους μια ολόκληρη κοινότητα, παρούσα και εξοργισμένη. Για να πληρώσουν οι δράστες, πρέπει πάνω από όλα να αποκατασταθεί η αλήθεια. Αυτό δεν θα το κάνει από μόνο του το δικαστήριο. Θα το κάνουμε όλοι μαζί, γράφοντας, διαβάζοντας, βλέποντας, διαδηλώνοντας, συμμετέχοντας σε μία συλλογική προσπάθεια.
Η διαδικασία ξεκίνησε με μια εμπλοκή για την παρουσία των δημοσιογράφων: Η έδρα αποφάσισε να παραστούν μόνο τέσσερις δημοσιογράφοι, χωρίς φωτογράφους, που σημαίνει ότι πολύ απλά δεν είχαμε φωτογραφίες, γιατί έτσι αποφασίστηκε. Δεν έχει δεύτερη ευκαιρία, δεν θα ξαναγίνει αυτό, κατέθεσαν οι γονείς και ο αδερφός, και αυτές τις εικόνες δεν θα τις δει ποτέ ο κόσμος.
Όσο για μας, είχαμε τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε μπαίνοντας εκ περιτροπής, που σημαίνει ότι εγώ παρακολούθησα στην αρχή κρυφοκοιτάζοντας από την άκρη της πόρτας και μόνο από ένα σημείο και μετά από μέσα από την αίθουσα. Τι σημασία έχει;
Η δική του Ζακ είναι η κατεξοχήν δίκη στην οποία θα έπρεπε όλοι να έχουμε αντιληφθεί πολύ καλά πώς συνδέεται η μάχη της ενημέρωσης με τη μάχη για δικαιοσύνη. Πάντα ο θύτης θέλει να στρέψει τη συζήτηση στην πλευρά του θύματος. Όμως εδώ αυτό δεν το κάνει μόνο η υπεράσπιση, το έκανε σύσσωμη η συστημική ενημέρωση, που μας τάιζε τις θεωρίες της αστυνομίας σαν να ήταν δημοσιογραφία.
Σε ένα επίμετρο στον Γιόζεφ Ροτ η Ναντίν Γκόρντιμερ έγραφε:
«Το μόνο όπλο που έχουμε “εμείς που μας απειλούν και μας τρομοκρατούν” (όπως έγραφε ο Ροτ το 1933) το μόνο όπλο μας, το μόνο στήριγμά μας για να μην παραιτηθούμε και παραδοθούμε, είναι ακόμα να απειλούμε και να τρομοκρατούμε και εμείς από τη μεριά μας».
Δεν θα κλωτσήσουμε ποτέ έναν άνθρωπο μέχρι θανάτου στο πεζοδρόμιο. Δεν θα γίνουμε ποτέ ίδιοι με αυτούς που δολοφόνησαν τον Ζακ. Θα σκεφτόμαστε τη μητέρα του να αναρωτιέται στο δικαστήριο γιατί τόσο μίσος και να λέει «ρωτήστε τους», όταν θα εμφανιστούν εκεί για να δώσουν εξηγήσεις.
Απειλούμε και τρομοκρατούμε μόνο με έναν τρόπο, που είναι να λέμε σε αυτούς τους ανθρώπους ότι εκείνη τη στιγμή μπορεί να πίστεψαν ότι το έγκλημά τους θα περάσει απαρατήρητο, αλλά αυτό δεν θα συμβεί ποτέ. Αυτόν τον φόβο, να τον έχουν. Όλοι τους. Όπως είπε ο αδερφός του, αν ήταν ο ίδιος δεν θα το έκαναν, ενώ για τον Ζακ θεώρησαν ότι δεν πειράζει να μη ζήσει. Βρισκόμαστε λοιπόν εδώ για να πούμε ότι δεν φαντάζονται πόσο πολύ πειράζει. Αυτή η πλευρά της γης, που περιέχει ανθρώπους όμορφους και πολύχρωμους, τρανς, γκέι, πουτάνες και τσούλες, ή απλώς ένα παιδί, το μόνο, που έκανε παρέα το αλβανάκι της τάξης του, στην Ε΄ Δημοτικού, όπως είπε η μητέρα του στο δικαστήριο, ξέρει να αγαπάει και να στηρίζει αυτούς που χάνει. Και θα είναι εδώ μέχρι να αποδοθεί δικαιοσύνη.