του Δημήτρη Τσίρκα
Κριτήριο του είναι, υποτίθεται, η «ουδέτερη» επιστήμη και τα «αντικειμενικά» δεδομένα και μέτρο του η αποτελεσματικότητα, την οποία μόνο αυτός μπορεί να εγγυηθεί.
Πρόκειται φυσικά για απάτη, ο τεχνοκρατισμός είναι πολιτικός και ιδεολογικός μέχρι το μεδούλι. Έχει όμως καταφέρει να αποκρύπτει τον πολιτικό του χαρακτήρα, τα μερικά και ιδιοτελή συμφέροντα που υπηρετεί και τις διόλου ουδέτερες μεθόδους διακυβέρνησης που μεταχειρίζεται.
Αποτελεί δε ένα ακόμη υποπροϊόν της μεταδημοκρατίας, η οποία μπορεί να διατηρεί όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά της δημοκρατίας (εκλογές, κόμματα κλπ.) αλλά ο δημοκρατικός χώρος – το εύρος των ζητημάτων για τα οποία έχουν λόγο οι πολίτες – συρρικνώνεται διαρκώς.
Πλέον, οι κρατικές υποθέσεις αποπολιτικοποιούνται και παρουσιάζονται ως ζητήματα διαχείρισης που πρέπει να αφεθούν στα χέρια των ειδικών – τεχνοκρατών.
Ξεχάστε τη διαβούλευση και την αντιπαράθεση διαφορετικών πολιτικών σχεδίων: η διακυβέρνηση δεν είναι πολιτική αλλά τεχνική υπόθεση, όπως η παραγωγή ενός αυτοκινήτου, ο δε ρόλος των πολιτών περιορίζεται στην επιλογή του ενός ή του άλλου τεχνοκράτη κάθε τέσσερα χρόνια.
Εν τέλει, ο τεχνοκρατισμός είναι απλώς ένας ακόμη τρόπος με τον οποίο η κυρίαρχη τάξη εμφανίζει τα συμφέροντά της ως καθολικά συμφέροντα και μασκαρεύει τις προτεραιότητές της ως προτεραιότητες όλης της κοινωνίας.
Ως τεχνοκράτης, ο Σκέρτσος δεν θα μπορούσε ποτέ να εκστομίσει αυτό που ομολόγησε ο Άδωνις Γεωργιάδης, ότι «υπάρχουν 30-40 χιλιάδες αστυνομικοί και λιμενικοί που δεν έχουν εμβολιαστεί, δεν μπορούμε να τους διώξουμε όλους». Ποιος τότε θα δέρνει όσους διαφωνούν με την «πεφωτισμένη» διαχείριση της κυβέρνησης;
Το ζήτημα δηλαδή είναι κατεξοχήν πολιτικό – η κυβέρνηση εξαιρεί μια επαγγελματική ομάδα από τους νόμους που η ίδια επιβάλλει γιατί είναι κρίσιμη για την εξουσία της (και προνομιακή εκλογική πελατεία της).
«Είμαστε κατά του υποχρεωτικού εμβολιασμού των αστυνομικών, τελεία και παύλα», διαμήνυσε από τηλεοράσεως ο γνωστός συνδικαλιστής Μπαλάσκας και η κυβέρνηση έλαβε το μήνυμα.
Η ειλικρίνεια του Άδωνι όμως έχει το μειονέκτημα ότι εξοργίζει όλους τους άλλους που υφίστανται τις διακρίσεις και τις απαγορεύσεις των κυβερνητικών μέτρων και φυσικά διαλύει κάθε πρόφαση περί καθολικότητάς και αμεροληψίας τους.
Ο Σκέρτσος προσπάθησε να συγκαλύψει αυτή την κυβερνητική μεροληψία και αυθαιρεσία, επικαλούμενος την… απολίτικη επιστήμη – δεν υπάρχει καμία μελέτη που να δείχνει ότι οι αστυνομικοί μεταδίδουν τον ιό, εννοώντας, προφανώς, ότι λειτουργούν ως εστίες υπερμετάδοσης.
Ο ισχυρισμός του βέβαια δεν στέκει σε καμία κριτική, επιστημονική ή πολιτική – τέτοιες μελέτες υπάρχουν από άλλες χώρες, οι ίδιοι οι αστυνομικοί έχουν πρόσφατα καταγγείλει ότι δεν λαμβάνονται μέτρα προστασίας στα αστυνομικά τμήματα με αποτέλεσμα πολλοί συνάδελφοί τους να έχουν νοσήσει, ενώ είναι εξοργιστικό και συνάμα τραγελαφικό οι ανεμβολίαστοι αστυνομικοί να ελέγχουν όλους τους άλλους πολίτες για το αν εμβολιάστηκαν.
Αλλά δεν έχει σημασία. Ο Σκέρτσος θα συνεχίσει να προβάλλεται ως ο αποτελεσματικός τεχνοκράτης που μιλά της γλώσσα της επιστήμης και των στοιχείων και όχι της πολιτικής.
Γιατί όπως είπαμε ο τεχνοκρατισμός είναι ιδεολογία και όπως κάθε ιδεολογία η δύναμή της δεν βρίσκεται στην απόδειξη των ισχυρισμών της, αλλά στην πίστη των οπαδών της και στην εξουσία που την πλαισιώνει.
Την εξουσία των ΜΜΕ και του Ευαγγελάτου, πχ. που υποτακτικά ψέλλισε ένα «κατανοητό» και έκλεισε τη συζήτηση. Οι αστυνομικοί δεν μεταδίδουν τον ιό, αποφάνθηκε η επιστήμη διά στόματος του τεχνοκράτη – ιεροκήρυκά της, Άκη Σκέρτσου.
Όποιος διαφωνεί είναι λαϊκιστής, ή ακόμα χειρότερα, ψεκασμένος και του αξίζει κάθε γκλοπιά που θα φάει από το γκλοπ των ανεμβολίαστων, πλην όμως θεματοφυλάκων της επιστήμης και του ορθού λόγου. Τελεία και παύλα!