του Κωνσταντίνου Πουλή
Ένορκος: Να σας ρωτήσω! Εφόσον πήγατε στον Ευαγγελισμό και μάθατε ότι κατέληξε το θύμα, μετά δεν θα έπρεπε να επιστρέψετε στο χώρο και να τον αποκλείσετε, εφόσον αυτός ο άνθρωπος κατέληξε;
Ρ: Ήταν ήδη η αστυνομία εκεί. Εμείς πήγαμε να δούμε αν θα αναλάβουμε την υπόθεση. Όταν μάθαμε ότι έχει καταλήξει, ενημερωθήκαμε να γυρίσουμε πίσω στο τμήμα.
Ένορκος: Δεν έπρεπε να γίνει έρευνα στον χώρο;
Ρ: Εγώ, σας είπα, είμαι χαμηλόβαθμος δεν ξέρω από εκεί και πέρα οι αστυνομικοί τι ενέργειες κάνουνε.
Παπαρρούσσου: Γνωρίζετε αν εν τέλει αποκλείστηκε ο χώρος αφού πλέον είχατε έναν θάνατο, και θα έπρεπε να διερευνήσετε έναν θάνατο;
Ρ: Αυτό λόγω του βαθμού δεν μπορώ να το ξέρω. Οι αξιωματικοί το γνωρίζουν. Εγώ ήμουν τότε αστυφύλακας.
Η ένορκος δηλαδή ρώτησε πώς και δεν έγινε καμία ενέργεια για να προφυλαχτεί ο χώρος, με δεδομένο ότι ο άνθρωπος αυτός είχε καταλήξει και οι δράστες ήταν εκεί. Αυτό βεβαίως δεν το απάντησε ο μάρτυρας αστυνομικός, κατέφυγε στην ιεραρχία της αστυνομίας, η οποία τον απαλλάσσει από το βάρος να ξέρει ή να αποφασίζει, και απλώς μας αποκαλύπτει πώς σκέφτηκε ο μηχανισμός, που τυχαίνει να είναι αυτό ακριβώς που σκότωσε τον Ζακ, δηλαδή ότι “καθώσπρέπει κύριοι” είχαν την προστασία της αστυνομίας για να εγκληματούν. Πώς και γιατί δεν το ξέρουμε, αλλά το γεγονός ότι αυτό συνέβη προκύπτει από τα στοιχεία, από την εστίαση στον Ζακ ως δράστη και από την αδράνεια της αστυνομίας για τη συλλογή στοιχείων για τον φόνο του.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και με το απόρρητο των επικοινωνιών. Δίνεται η άδεια για τον εντοπισμό του σήματος για το κινητό του Ζακ, ακόμη και στον Ευαγγελισμό όπου κατέφθασε νεκρός, αλλά όχι των δραστών.
Παπαρρ: Κατ’ αρχήν πρώτα έγινε άρση απορρήτου του κ. Κωστόπουλου.
Ρ: Κάποιο αίτημα έκανε η υπηρεσία μου που έγινε δεκτό.
Παπαρρ: Γνωρίζετε να έχει γίνει άρση και για τους κατηγορούμενους;
Ρ: Όχι, δεν το γνωρίζω αυτό.
(Μικρή παρένθεση για τη λέξη “δραστών”: η υπεράσπιση εξακολουθεί συστηματικά να αναφέρεται στον Ζακ ως δράστη. Δεν ξέρω τι θα γινόταν αν είχε ζήσει για να δικαστεί, όπως μας είπαν προκλητικά σε προηγούμενη δικάσιμο, αλλά σε αυτή τη δίκη οι δράστες κάθονται ακριβώς πίσω από τη συνήγορο, και ο Ζακ είναι θύμα.)
Ο φίλος του Χορταριά που κατέθεσε μας είπε ότι ο Χορταριάς αφόπλισε τον Ζακ, είπε μάλιστα ότι είδε και το μαχαίρι, στο αριστερό του χέρι. Πώς το είδε αυτό, αφού εμείς είδαμε τον Ζακ να κρατάει έναν πυροσβεστήρα με τα δυο του χέρια, και πώς είδε να βγαίνει ο Ζακ από τη βιτρίνα κρατώντας το μαχαίρι, είναι ένα μυστήριο. Αυτό το υποστήριξε η υπεράσπιση και απέναντι στη μάρτυρα του Forensic Architecture, που θα περιγράψω παρακάτω, με θεατρική έκπληξη για το γεγονός ότι δεν παρατήρησε κάτι τόσο οφθαλμοφανές!
Ο διασώστης στη συνέχεια κατέθεσε με πολλές αντιφάσεις και κενά, σε μια κατάθεση που φαινόταν να ισορροπεί ανάμεσα στο αν ο Ζακ ήταν ή δεν ήταν ημιλιπόθυμος, αν μπορούσε να φωνάξει ή να αντισταθεί, πότε ακριβώς παύει να αναπνέει και τι έκανε τότε, με αποτέλεσμα να σχολιάσει ο εισαγγελέας ότι:
Εισ: Είστε διασώστης του ΕΚΑΒ, είστε ο μόνος που μπορείτε να μας εξηγήσετε την κατάστασή του. Μία μας λέτε ότι έχει σφυγμούς, μία ότι ήταν ημιλιπόθυμος, πέστε μας ποια ήταν η κατάσταση. Ένας λιπόθυμος έχει τους ίδιους σφυγμούς με έναν άνθρωπο που έχει κανονικά τις αισθήσεις του; Είναι δυνατόν;
Στην κατάθεσή του ο Δημήτρης Χριστόπουλος στη συνέχεια δήλωσε ότι η σημασία της δίκης έγκειται στο ότι για να αισθανόμαστε ασφαλείς πρέπει να ξέρουμε ότι θα είναι ενεργές οι αναστολές που σταματούν το έγκλημα. Στην περίπτωση του Ζακ υπήρξε πλήρης άρση αυτών των αναστολών, που οδήγησε στον φόνο. Δήλωσε στο δικαστήριο ότι αν βρισκόταν ο ίδιος στην ίδια θέση, ντυμένος όπως είναι σήμερα, με κοστούμι και γραβάτα, εκτιμά ότι δεν θα ήταν ίδια η κατάληξη.
Χριστόπουλος: «Δεν βρήκαν την ευκαιρία οι αρχές τρία χρόνια να πουν κάτι. Εγώ ο ίδιος φοβάμαι. Αν ήμουν εγώ σε αυτή τη θέση, ντυμένος όπως είμαι σήμερα, φυσικά δεν θα είχα την τύχη αυτού του παιδιού. Συμπυκνώνει το περιθώριο, ότι είναι κλεφτρόνι, ότι είναι πρεζάκι.
Η επιτομή του ρατσιστικού εγκλήματος είναι ακριβώς ότι η βία δεν ασκείται απέναντι σε συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά απέναντι σε όσα κατά την εκτίμηση των δραστών συμβολίζει αυτό το πρόσωπο. Και στην περίπτωσή του, ο Ζακ ήταν στα μάτια τους χρήστης, ομοφυλόφιλος, κλέφτης, όλα μαζί»
Παρά την προσπάθεια της υπεράσπισης να επιμείνει στο επιχείρημα “και πώς ξέραν αν ήταν ο Κωστόπουλος ομοφυλόφιλος”, θυμίζω ότι παρακολουθήσαμε στην προηγούμενη δικάσιμο τον μάρτυρα που εργαζόταν στον Βενέτη να λέει ότι άκουσε τους αστυνομικούς να αποκαλούν το θύμα “πούστη” ή “πουσταρά”, την ώρα που ζητούσαν οινόπνευμα για να καθαρίσουν τα χέρια τους. Και να μην υπήρχε όμως αυτή η κατάθεση, αντιλαμβανόμαστε ότι τα στοιχεία αυτά που προκαλούν τον ρατσισμό δεν είναι κρυφά. Το είπε και η δημοσιογράφος Μαρία Λούκα, φίλη του Ζακ, στη συνέχεια, ότι ακόμη και αν δεν τον ήξεραν από τα ρεπορτάζ που είχαν δημοσιευτεί σε μεγάλα Μέσα, ήταν ένας άνθρωπος που και από την κίνησή του θα μπορούσε κανείς να αντιληφθεί ότι δεν συμβαδίζει με τα πρότυπα της τοξικής αρρενωπότητας.
Η κατάθεση της μάρτυρα της Forensic Architecture ήταν παράξενα υποβλητική, καθώς εξέθετε με ανατριχιαστική λιτότητα την ακολουθία των γεγονότων.
«Η πρώτη φορά που βλέπουμε το κοσμηματοπωλείο είναι 2:47:45 είναι ήδη μέσα. 2:45:53 ακούμε τον πυροσβεστήρα και 2:48:03 φαίνονται ήδη γυαλιά. Ο κύριος με το ροζ πετάει ένα αντικείμενο. 2:48:26 ανοίγει τη συρόμενη γυάλινη στο κάτω μέρος της βιτρίνας,
μετά από 2” χτυπάει το κεφάλι του στο εσωτερικό, είναι ξεκάθαρο ότι δεν είναι σπασμένη, στις 2:48:30 ο κύριος με το πουκάμισο που μάθαμε αργότερα ότι είναι μεσίτης, ρίχνει την πρώτη κλωτσιά και χτυπάει το κεφάλι του Ζακ.
Από την αρχική της κατάθεση προκύπτουν τρία βασικά σημεία: το πρώτο είναι η παρουσία 12 καμερών που καταγράφουν το συμβάν, που μπορούν να απαντήσουν στο ερώτημα τι συμβαίνει μεταξύ του Βενέτη και των χτυπημάτων, μόνο που ούτε αυτοί που έχουν το υλικό θέλησαν να καταθέσουν ούτε και η αστυνομία ευαρεστήθηκε να τους βρει.
μελετήσαμε οτι υπάρχουν 12 συσκευές οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να καταγράψουν βίντεο ή φωτογραφίες. Τρεις-τέσσερις από αυτές φαίνονται να καταγράφουν. Υπάρχουν αυτές οι 12 συσκευές που εν δυνάμει θα μπορούσαν να έχουν καταγράψει κάτι σημαντικό, που βλέπουμε ότι υπάρχουν και καταγράφουν και καταλήγουμε ότι η διαδικασία συλλογής του υλικού ήταν ελλιπής.
Προκύπτει έτσι η ολιγωρία κατά την αναζήτηση του βιντεοληπτικού υλικού, με ένα ακόμη στοιχείο, όχι την αόριστη πεποίθηση ότι φυσικά θα υπήρχαν κάμερες στον χώρο, αλλά την καταγραφή αυτών που φαίνονται.
Ακόμη και ο κρίσιμος μάρτυρας με το κίτρινο μπλουζάκι, που η αστυνομία δεν τον βρήκε, αναζητήθηκε και εντοπίστηκε με βάση τις δικές τους έρευνες.
Τέλος, σημαντική είναι η χρονολόγηση των γεγονότων, που δείχνει πόσο χρόνο τον είχαν σε αυτή την κατάσταση, με το χέρι του άψυχο, να τον χτυπούν ακόμα και όταν πια δεν κινείται. Υπαρχει αστυνομικός που τον κλωτσάει 18 δευτερόλεπτα αφού του έχει πέσει το γυαλί από το χέρι του, κατέθεσε.
Την ίδια στιγμή 2.54.27 του σηκώνουν τα πόδια και το κεφάλι του σέρνεται στο πάτωμα 2.54.50 του έχουν αποδεσμεύσει το χέρι και φαίνεται εντελώς άψυχο. Αν δείτε το βίντεο, είναι λυπηρό, αλλά δυστυχώς φαίνεται. 2.55.01 ακούγεται το τάι-ραπ να κλείνει. 2:55:04 τελειώνει το βίντεο, οπότε δεν ξέρουμε τι μπορεί να έχει γίνει μετά».
Η συνήγορος των αστυνομικών τη ρωτά αν είναι άψυχο το χέρι.
Βαρ: Εγώ ρωτάω γιατί, εφόσον έχει γίνει μια λεπτομερής ανάλυση στο βίντεο και δεν έχετε παρατηρήσει πόσα άτομα υπήρχαν στο βίντεο αλλά έχετε εστιάσει στο χέρι;
-Κάνει μια κίνηση που φαίνεται ότι είναι τελείως βαρύ. Κινείται μόνο με το βάρος του χωρίς να έχει ενέργεια από το σώμα.
Προσπαθώ να φανταστώ πώς θα ήταν μια ερμηνεία όπου θα φαινόταν ότι είναι μεν αδύναμο το χέρι, δεν μπορεί να το κρατήσει, αλλά θα είναι επικίνδυνος, αφού μας υπενθύμισε για μια ακόμη φορά η συνήγορος των αστυνομικών σε πόσα δευτερόλεπτα διανύει πόσα μέτρα ο οπλισμένος κακοποιός. Να εξηγήσουμε ότι ως οπλισμένο κακοποιό θα πρέπει εδώ να φανταστούμε τον άνθρωπο που δεν μπορούσε να σηκώσει το βάρος του χεριού του.
Το δικαστήριο διέκοψε για να αποφασίσει αν θα προβληθεί το βίντεο της Forensic Architecture, διότι βεβαίως είναι πολύ λογικό να σκεφτόμαστε ότι “κόβουν και ράβουν”, όπως είπε η συνήγορος! Πρόκειται για ερευνητική ομάδα που καταθέτει σε σειρά διεθνών δικαστηρίων, στη Χάγη και τα Ηνωμένα Έθνη, όπως είπε η Κλειώ Παπαπαντολέων, αλλά εδώ ακούγεται ότι κόβουν και ράβουν, παρότι η μάρτυρας έχει μόλις καταθέσει ότι το βίντεο που έχει προβληθεί στα ΜΜΕ είναι πειραγμένο και έχει σημάδια επεξεργασίας. Και ενώ έχει συμβεί πολλές φορές να δούμε και να ξαναδούμε το βασικό βίντεο, υποχρεώνοντας την οικογένεια να απομακρύνεται κάθε φορά προκειμένου να επισημανθούν ασυνέπειες και αντιφάσεις στις καταθέσεις των μαρτύρων, τη μόνη φορά που έχουμε μια ομάδα ερευνητών διεθνούς βεληνεκούς που έχει να εισφέρει στη διαδικασία με την εξονυχιστική μελέτη του βιντεοληπτικού υλικού, καθόμαστε και αναρωτιόμαστε τι άλλο θα πει η μάρτυρας, αφού έχει ήδη ερωτηθεί. Είναι κατανοητή η απροθυμία των συνηγόρων υπεράσπισης να προβληθεί το βίντεο παρουσία της ειδικού και είναι προφανώς πολύ καλύτερα να προβληθεί κάποια άλλη στιγμή, μαζί με τα λοιπά αναγνωστέα, αλλά όταν η μάρτυρας θα έχει επιστρέψει στην πόλη όπου κατοικεί στο εξωτερικό. Αποφασίστηκε να μη προβληθεί και στη συνέχεια κατέθεσε η δημοσιογράφος Μαρία Λούκα.
Ήταν η πιο τεταμένη κατάθεση. Μίλησε αρχικά για τον χαρακτήρα του Ζακ, για το γεγονός ότι όλη του η δραστηριότητα και τα γραπτά βρίσκονταν πάρα πολύ μακριά από οποιαδήποτε τέτοια εκδήλωση βίας και εγκληματικότητας και μετά μίλησε για την κατάσταση της υγείας του, λέγοντας ότι ο Ζακ συμμετείχε σε απαιτητικά γυρίσματα 16 ωρών, λοιπόν η εικόνα που είχε η ίδια καθόλου δεν συνάδει με την παρουσίαση ενός ανθρώπου που ήταν έτοιμος να καταρρεύσει ανεξάρτητα από τα χτυπήματα, όπως επιδιώκει να τον παρουσιάσει η υπεράσπιση.
Λούκα: Γιατί ήταν ένας πασίγνωστος άνθρωπος και όλη του η ζωή έχει αποτυπωθεί και σε βιβλίο που βγήκε από την Στέγη Ιδρύματος Ωνάση. Ήταν ένας άνθρωπος που αποκλείεται να έμπαινε να κλέψει, πόσω μάλλον να απειλήσει έναν άνθρωπο.
Πρ: Εδώ τι έγινε, λοιπόν;
Λούκα: Εδώ ήταν ξεκάθαρο ότι εγκλωβίστηκε σε ένα μαγαζί μέρα μεσημέρι και δέχθηκε μια λυσσαλέα επίθεση που οδήγησε στην δολοφονία του.
Κατέθεσε αναλυτικά τα όσα έχουν καταγραφεί και ως προς την ακραία σεξιστική και ρατσιστική ρητορική του κατηγορούμενου Χορταριά στο τουίτερ, αλλά και την απόπειρα εκφοβισμού δημοσιογράφων που επέστρεφαν στη Γλάδστωνος για να κάνουν ρεπορτάζ.
Η στάση του συνήγορου του κατηγορούμενου Χορταριά ήταν από την αρχή προσβλητική και υποτιμητική, έφτασε στο σημείο να πει ότι εδώ δεν είναι «τα τραπεζάκια της Αριστεράς», αναγκάζοντας σε κάποια στιγμή τη μάρτυρα να του υποδείξει πως θα πρέπει να της απευθύνεται με σεβασμό. Ως προς την πατρότητα των λογαριασμών, τη ρώτησε αν έχει αποδειχθεί από τη Δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος ότι είναι δικοί του, που είναι η μόνη αρμόδια, και στη συνέχεια μίλησε για το δικαίωμά του να αμυνθεί.
Φίλος: Ένας άνθρωπος που έχει υποστεί τέτοιο ανελέητο bullying δεν έχει δικαίωμα να αμυνθεί;
Στην απάντηση ότι αν θίγεται θα μπορούσε να ασκήσει αγωγή, ο συνήγορος του κατηγορούμενου Χορταριά είπε ότι δεν μπορεί το θύμα να αποδείξει ότι δεν έπραξε κάτι. Μόνο που όσο κι αν είναι κατανοητή η προσπάθειά του να παρουσιάσει τον Χορταριά ως θύμα μπούλινγκ, όπως είπε, διαβάζοντας μάλιστα και υβριστικά τουίτς που έχουν γραφτεί προς το πρόσωπό του, η αλήθεια είναι ότι ο Χορταριάς δεν είναι καθόλου ο τύπος που θα προκαλούσε τη συμπάθειά μας ως θύμα μπούλινγκ. Είναι μάλλον, ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο που θα σκεφτόμασταν να θεωρήσουμε θύμα εκφοβισμού. Δεν επιδεικνύει συστολή ή δέος ούτε καν μπροστά στον θάνατο, ούτε μπροστά στην οικογένεια του νεκρού.
Όπως έδειξε λεπτομερώς η Λούκα, ο Χορταριάς ακόμη και μετά τη δολοφονία του Ζακ δεν σταμάτησε να έχει έντονη διαδικτυακή δραστηριότητα, με χυδαία επιθετικό ύφος, που όχι μόνο δεν δείχνει καμία συστολή ή μεταμέλεια, αλλά φαίνεται να θεωρεί τον εαυτό του κάποιο είδος μάρτυρα που έχει αναλάβει μια αποστολή εναντίον των εθνομηδενιστών.
«το γεγονός ότι ο Θεός μού ανέθεσε να τα βάλω με εθνομηδενιστές και αντίχριστους είναι μια ύψιστη αποστολή μου που θα τη φέρω εις πέρας μέχρι το τέλος της»
Η αποστολή του δικαστηρίου είναι πολύ πιο μετριοπαθής. Δεν του ανέθεσε κανένας θεός να τα βάλει με αντίχριστους. Αρκεί να τιμωρηθούν οι ένοχοι για τη δολοφονία του Ζακ.