Του Κωνσταντίνου Πουλή
Προσπαθώ τελευταία να φανταστώ πώς θα είναι η χώρα μου με αριστερό πρωθυπουργό, και ανακαλύπτω ότι δεν είμαι ψυχικά έτοιμος. Νιώθω μεγάλη αμηχανία.
Η τετραπέρατη ευφυΐα Βενιζέλου μάς θεώρησε τόσο ηλίθιους ώστε προσπάθησε να ισχυριστεί ότι αν διαβάσουμε τα πρακτικά της συνάντησης με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας θα πειστούμε ότι ευθύνεται ο ΣΥΡΙΖΑ για την προσφυγή στις κάλπες. Στην πραγματικότητα, δικαίως ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αντέτεινε ότι κοινοβουλευτική πλειοψηφία είχαν, συνεπώς αυτό που του ζητούσαν ήταν να παράσχει πολιτική νομιμοποίηση, κάτι το οποίο δεν είχε κανέναν λόγο να κάνει, εφόσον διαφωνούσε. Είπε επίσης, μιλώντας σοβαρότερα και πειστικότερα από όλους τους υπόλοιπους, ότι ακόμη και αν αποφάσιζε να προδώσει ο ίδιος την εντολή που του δόθηκε, το αδιέξοδο θα παρέμενε, διότι το πρόβλημα είναι η αναντιστοιχία μεταξύ ασκούμενης πολιτικής και λαϊκής βούλησης. Η στάση αυτή ήταν μια χαρά υπεύθυνη. Όποιος θέλει, ας ζητήσει τα ρέστα από την ευφυΐα Βενιζέλου για τη στρατηγική του.
Οδεύουμε σε εκλογές με τον ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστή, και αυτό από μόνο του έχει ενδιαφέρον, μια που επιβάλλει εκ των πραγμάτων μια ανανέωση του πολιτικού διαλόγου. Ο ΣΥΡΙΖΑ για πρώτη φορά κατεβαίνει στις εκλογές με αξιώσεις πρωτιάς, γεγονός που δεν μπορεί να αφήσει κανέναν μας αδιάφορο. Το πρώτο δίδαγμα των περασμένων εκλογών είναι πως δικαιώθηκε σε ένα πράγμα, το οποίο πρέπει κανείς να του αναγνωρίσει: αν λέμε κάτι και το εννοούμε, πρέπει να είμαστε και έτοιμοι να αναλάβουμε τις ευθύνες του. Η άρνηση του ΚΚΕ να συνεργαστεί, μάλιστα με τόση αυθάδεια και ειρωνεία, πληρώθηκε ακριβά και δίκαια. Καλώς μαυρίστηκε το ΚΚΕ. Όσο για το επιχείρημα ότι η δουλειά μας είναι η συμμετοχή στο μαζικό κίνημα: Σύμφωνοι. Κι αν κάποια στιγμή οι πολίτες ζητήσουν κάτι παραπάνω, δηλαδή να αποφασίζουμε αντί να αντιστεκόμαστε; Τι θα πούμε; Πως η αρμοδιότητά μας είναι να διαφωνούμε με άλλους; Αυτό είναι βούτυρο στο ψωμί του Βενιζέλου και όσων υποστηρίζουν ότι είναι οι επαρκέστεροι διαχειριστές, και ότι η φυσική κατάσταση της Αριστεράς είναι οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας. Και μετά τις διαδηλώσεις; Θα αφήνουμε κάποιον άλλον να διερμηνεύει το μέγεθος της διαμαρτυρίας και εμείς θα του ζητούμε να λάβει υπόψη τη δυσαρέσκειά μας; Και αν οι ψηφοφόροι, τώρα που δεν εξαγοράζονται με ρουσφέτια, ζητήσουν από την Αριστερά να προστατεύσει τις ζωές τους; Θα απαντήσουμε ότι η δουλειά μας είναι να αφήνουμε κάποιον άλλον να αποφασίζει, και μετά να του λέμε ότι διαφωνούμε; Ή θα φτιάχνουμε πυρήνες αυτοδιαχείρισης και θα αδιαφορούμε για όσα αποφασίζει η κεντρική εξουσία; Να το κάνουμε, αλλά μας αρκεί;
Η ιδέα ότι αν ένας αριστερός ανακατευτεί με τα πίτουρα θα τον φάνε οι κότες, είναι ορθή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αλισβερίσι με την προβολή, το χρήμα και την εξουσία διαφθείρει. Η φυσική πορεία της εξουσίας είναι να διαφθείρει. Αν κυβερνήσει ο Τσίπρας, σε λίγο καιρό θα τον κρίνουμε με τους ίδιους όρους που χρησιμοποιούσαμε μέχρι χθες για το ΠΑΣΟΚ. Αυτή η απαισιοδοξία είναι ανθρωπολογική και δεν θεραπεύεται με την αριστερή αισιοδοξία των ημερών. Αυτός όμως δεν είναι λόγος για να αρνούμαστε κάθε σημασία σε όσα συμβαίνουν.
Εξάλλου, όπως συμβαίνει συχνά σε μας τους γραφιάδες, σε αντίθεση με τους πολιτικούς που πρέπει να εμφανίζονται στιβαροί και σίγουροι, τα πράγματα έχουν δύο όψεις. Μεγάλες ελπίδες, μεγάλες απογοητεύσεις. Ποιες μπορεί να είναι οι πηγές της απογοήτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ; Πρώτον πως δεν εννοεί να αντιταχθεί στα συνδικαλιστικά προνόμια, εξού και προσωπικώς δεν κατάφερα να ξεπεράσω την αγκαλιά του Τσίπρα με τον Φωτόπουλο, της ΔΕΗ, στο πρωτοσέλιδο της «Αυγής». Δεύτερον, ότι μασάει τα λόγια του σε σχέση με το Ευρώ και την καταγγελία του Μνημονίου. Αυτή η δεύτερη πονηριά μπορεί να του στοιχίσει πάρα πολύ ακριβά αν τύχει να σκάσει η βόμβα στα χέρια του, και οι πασοκάνθρωποι εμφανιστούν μετά ως σωτήρες και τιμητές. Κοινός παρονομαστής και στις δύο αδυναμίες, η κολακεία του εκλογικού σώματος. Ένα από τα στοιχεία που επιβάλλονται σε ένα κόμμα που πλησιάζει στην εξουσία είναι να βάζει νερό στο κρασί του. Η ελευθερία των μικρών κομμάτων να λένε ό,τι θέλουν, διότι κανείς ποτέ δεν θα τους ζητήσει τον λόγο, αρχίζει να ψαλιδίζεται όταν τα λόγια αλέθονται από τον τεράστιο μύλο της πραγματικότητας. Η «Αυγή» γιόρτασε τον εκλογικό θρίαμβο της 6ης Μαΐου σβήνοντας το σφυροδρέπανο της ΚΟΕ από την κόκκινη σημαία στο φόντο πίσω από τον χαμογελαστό πρόεδρο. Δεν έχω κανέναν απολύτως συναισθηματικό δεσμό με τα σφυροδρέπανα. Αντιλαμβάνομαι όμως ότι ξεκινά μια ενδιαφέρουσα εποχή ταλάντευσης ανάμεσα στην αισιοδοξία και την εξαπάτηση, πάλι. Μια που δεν θέλω να ενώσω τη φωνή μου με όσους κακίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ για όλα τα δεινά της μεταπολίτευσης, ας διατηρήσω, μια που δεν είμαι πολιτικός, το προνόμιο της αμφιθυμίας. Εδώ θα είμαστε και θα παρακολουθούμε πού πάει το πράγμα.
Του Κωνσταντίνου Πουλή
Προσπαθώ τελευταία να φανταστώ πώς θα είναι η χώρα μου με αριστερό πρωθυπουργό, και ανακαλύπτω ότι δεν είμαι ψυχικά έτοιμος. Νιώθω μεγάλη αμηχανία.
Η τετραπέρατη ευφυΐα Βενιζέλου μάς θεώρησε τόσο ηλίθιους ώστε προσπάθησε να ισχυριστεί ότι αν διαβάσουμε τα πρακτικά της συνάντησης με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας θα πειστούμε ότι ευθύνεται ο ΣΥΡΙΖΑ για την προσφυγή στις κάλπες. Στην πραγματικότητα, δικαίως ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αντέτεινε ότι κοινοβουλευτική πλειοψηφία είχαν, συνεπώς αυτό που του ζητούσαν ήταν να παράσχει πολιτική νομιμοποίηση, κάτι το οποίο δεν είχε κανέναν λόγο να κάνει, εφόσον διαφωνούσε. Είπε επίσης, μιλώντας σοβαρότερα και πειστικότερα από όλους τους υπόλοιπους, ότι ακόμη και αν αποφάσιζε να προδώσει ο ίδιος την εντολή που του δόθηκε, το αδιέξοδο θα παρέμενε, διότι το πρόβλημα είναι η αναντιστοιχία μεταξύ ασκούμενης πολιτικής και λαϊκής βούλησης. Η στάση αυτή ήταν μια χαρά υπεύθυνη. Όποιος θέλει, ας ζητήσει τα ρέστα από την ευφυΐα Βενιζέλου για τη στρατηγική του.
Οδεύουμε σε εκλογές με τον ΣΥΡΙΖΑ πρωταγωνιστή, και αυτό από μόνο του έχει ενδιαφέρον, μια που επιβάλλει εκ των πραγμάτων μια ανανέωση του πολιτικού διαλόγου. Ο ΣΥΡΙΖΑ για πρώτη φορά κατεβαίνει στις εκλογές με αξιώσεις πρωτιάς, γεγονός που δεν μπορεί να αφήσει κανέναν μας αδιάφορο. Το πρώτο δίδαγμα των περασμένων εκλογών είναι πως δικαιώθηκε σε ένα πράγμα, το οποίο πρέπει κανείς να του αναγνωρίσει: αν λέμε κάτι και το εννοούμε, πρέπει να είμαστε και έτοιμοι να αναλάβουμε τις ευθύνες του. Η άρνηση του ΚΚΕ να συνεργαστεί, μάλιστα με τόση αυθάδεια και ειρωνεία, πληρώθηκε ακριβά και δίκαια. Καλώς μαυρίστηκε το ΚΚΕ. Όσο για το επιχείρημα ότι η δουλειά μας είναι η συμμετοχή στο μαζικό κίνημα: Σύμφωνοι. Κι αν κάποια στιγμή οι πολίτες ζητήσουν κάτι παραπάνω, δηλαδή να αποφασίζουμε αντί να αντιστεκόμαστε; Τι θα πούμε; Πως η αρμοδιότητά μας είναι να διαφωνούμε με άλλους; Αυτό είναι βούτυρο στο ψωμί του Βενιζέλου και όσων υποστηρίζουν ότι είναι οι επαρκέστεροι διαχειριστές, και ότι η φυσική κατάσταση της Αριστεράς είναι οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας. Και μετά τις διαδηλώσεις; Θα αφήνουμε κάποιον άλλον να διερμηνεύει το μέγεθος της διαμαρτυρίας και εμείς θα του ζητούμε να λάβει υπόψη τη δυσαρέσκειά μας; Και αν οι ψηφοφόροι, τώρα που δεν εξαγοράζονται με ρουσφέτια, ζητήσουν από την Αριστερά να προστατεύσει τις ζωές τους; Θα απαντήσουμε ότι η δουλειά μας είναι να αφήνουμε κάποιον άλλον να αποφασίζει, και μετά να του λέμε ότι διαφωνούμε; Ή θα φτιάχνουμε πυρήνες αυτοδιαχείρισης και θα αδιαφορούμε για όσα αποφασίζει η κεντρική εξουσία; Να το κάνουμε, αλλά μας αρκεί;
Η ιδέα ότι αν ένας αριστερός ανακατευτεί με τα πίτουρα θα τον φάνε οι κότες, είναι ορθή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αλισβερίσι με την προβολή, το χρήμα και την εξουσία διαφθείρει. Η φυσική πορεία της εξουσίας είναι να διαφθείρει. Αν κυβερνήσει ο Τσίπρας, σε λίγο καιρό θα τον κρίνουμε με τους ίδιους όρους που χρησιμοποιούσαμε μέχρι χθες για το ΠΑΣΟΚ. Αυτή η απαισιοδοξία είναι ανθρωπολογική και δεν θεραπεύεται με την αριστερή αισιοδοξία των ημερών. Αυτός όμως δεν είναι λόγος για να αρνούμαστε κάθε σημασία σε όσα συμβαίνουν.
Εξάλλου, όπως συμβαίνει συχνά σε μας τους γραφιάδες, σε αντίθεση με τους πολιτικούς που πρέπει να εμφανίζονται στιβαροί και σίγουροι, τα πράγματα έχουν δύο όψεις. Μεγάλες ελπίδες, μεγάλες απογοητεύσεις. Ποιες μπορεί να είναι οι πηγές της απογοήτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ; Πρώτον πως δεν εννοεί να αντιταχθεί στα συνδικαλιστικά προνόμια, εξού και προσωπικώς δεν κατάφερα να ξεπεράσω την αγκαλιά του Τσίπρα με τον Φωτόπουλο, της ΔΕΗ, στο πρωτοσέλιδο της «Αυγής». Δεύτερον, ότι μασάει τα λόγια του σε σχέση με το Ευρώ και την καταγγελία του Μνημονίου. Αυτή η δεύτερη πονηριά μπορεί να του στοιχίσει πάρα πολύ ακριβά αν τύχει να σκάσει η βόμβα στα χέρια του, και οι πασοκάνθρωποι εμφανιστούν μετά ως σωτήρες και τιμητές. Κοινός παρονομαστής και στις δύο αδυναμίες, η κολακεία του εκλογικού σώματος. Ένα από τα στοιχεία που επιβάλλονται σε ένα κόμμα που πλησιάζει στην εξουσία είναι να βάζει νερό στο κρασί του. Η ελευθερία των μικρών κομμάτων να λένε ό,τι θέλουν, διότι κανείς ποτέ δεν θα τους ζητήσει τον λόγο, αρχίζει να ψαλιδίζεται όταν τα λόγια αλέθονται από τον τεράστιο μύλο της πραγματικότητας. Η «Αυγή» γιόρτασε τον εκλογικό θρίαμβο της 6ης Μαΐου σβήνοντας το σφυροδρέπανο της ΚΟΕ από την κόκκινη σημαία στο φόντο πίσω από τον χαμογελαστό πρόεδρο. Δεν έχω κανέναν απολύτως συναισθηματικό δεσμό με τα σφυροδρέπανα. Αντιλαμβάνομαι όμως ότι ξεκινά μια ενδιαφέρουσα εποχή ταλάντευσης ανάμεσα στην αισιοδοξία και την εξαπάτηση, πάλι. Μια που δεν θέλω να ενώσω τη φωνή μου με όσους κακίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ για όλα τα δεινά της μεταπολίτευσης, ας διατηρήσω, μια που δεν είμαι πολιτικός, το προνόμιο της αμφιθυμίας. Εδώ θα είμαστε και θα παρακολουθούμε πού πάει το πράγμα.