Σήμερα, 30 Γενάρη 2022, συμπληρώνονται 50 χρόνια από εκείνη την Κυριακή του 1972, όταν στο Ντέρι (Λόντοντερι) της Βόρειας Ιρλανδίας, μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας 10.000 Καθολικών Ιρλανδών που ζητούσαν την αποχώρηση των βρετανικών δυνάμεων και την ένωση της Β. Ιρλανδίας με την Δημοκρατία της Ιρλανδίας δέχτηκαν πυρά από Άγγλους στρατιώτες των Ειδικών Δυνάμεων. Δεκατέσσερις διαδηλωτές έπεσαν νεκροί, αρκετοί από αυτούς πυροβολημένοι πισώπλατα. Εκείνη η ημέρα έμεινε γνωστή στην Ιστορία ως «Ματωμένη Κυριακή».

Λίγες μέρες νωρίτερα πριν το τραγικό συμβάν, στα μέσα Γενάρη του 1972, ο βρετανικός στρατός έκανε εκτεταμένες συλλήψεις Καθολικών στο Μπέλφαστ, με πρόσχημα την εκκαθάριση του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA). Στις 16 Γενάρη, η τοπική κυβέρνηση των Προτεσταντών ανακοινώνει τη δημιουργία νέου στρατοπέδου συγκέντρωσης ως τόπο κράτησης των συλληφθέντων Καθολικών. Παράλληλα, ανακοινώθηκε η παράταση της απαγόρευσης ανοιχτών εκδηλώσεων διαμαρτυρίας για άλλους έξι μήνες.

Την επομένη, η Ενωση Πολιτικών Ελευθεριών, μια οργάνωση που πρωτοστατούσε στις κινητοποιήσεις των Καθολικών, εξήγγειλε συγκέντρωση και πορεία για τις 30 Γενάρη, στο Ντέρι (Λοντοντέρι), στην περιοχή Μπόγκσαϊντ, το λίκνο του κινήματος για την απελευθέρωση της Β. Ιρλανδίας. Στόχος ήταν η αποφυλάκιση των πολιτικών κρατουμένων και η αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων από τη Βόρεια Ιρλανδία.

Το χτύπημα και η αιματοχυσία της διαδήλωσης αποφασίστηκε στις 25 Γενάρη σε μυστική σύσκεψη μελών της προτεσταντικής κυβέρνησης, της στρατιωτικής και της αστυνομικής διοίκησης. Οι Βρετανοί συμφώνησαν να επιστρατεύσουν τους διαβόητους για τη σκληρότητα τους αλεξιπτωτιστές της μονάδας «Para – 1».

Κόντρα στην απειλητική ατμόσφαιρα, ανήμερα της μέρα της πορείας, ένα μαχητικό πλήθος περίπου 10.000 καθολικών συγκεντρώθηκε σε μια από τις Καθολικές συνοικίες, στο Μπόγκσαϊντ, και ξεκίνησε πορεία για το ιστορικό κέντρο του Ντέρι.

Σε κάποιοι σημείο οι δυνάμεις καταστολής σταμάτησαν τους διαδηλωτές και οι διοργανωτές της πορείας κάλεσαν τον κόσμο να διαλυθεί για να μη δοθεί συνέχεια. Το πλήθος συμμορφώθηκε και τελευταία αποχώρησε μια ομάδα νεαρών που είχαν προηγουμένως πετάξει πέτρες κατά των σιδερόφραχτων αστυνομικών.

Τη στιγμή της αποχώρησης, όμως, βγαίνουν από τα οδοφράγματα της αστυνομίας οι αλεξιπτωτιστές της «Para -1» και το 1ο Τάγμα του Βρετανικού Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών έχει αποφασίσει να επιτεθεί. Οι αλεξιπτωτιστές αρχίζουν να καταδιώκουν τους διαδηλωτές, να συλλαμβάνουν αδιακρίτως και να κακοποιούν βάναυσα όποιον έβρισκαν μπροστά τους.

Την ίδια στιγμή, τεθωρακισμένα οχήματα των ειδικών δυνάμεων εισέβαλλαν από τρία διαφορετικά σημεία και οι στρατιώτες που αποβιβάστηκαν πήραν θέση απέναντι στους εναπομείναντες διαδηλωτές. Της επίθεσης ηγούνταν ο Συνταγματάρχης Ντέρεκ Ουίλφορντ και ο υποδιοικητής (αργότερα Στρατηγός) Μάικ Τζάκσον.Στο άκουσμα των ριπών από ένα αυτόματο όπλο, έγινε αντιληπτό ότι ένας 17χρονος έχει πέσει νεκρός. Η συνέχεια που ακολουθήσε το ήταν γεμάτη πανικό και πανδαιμόνιο υπό τον καταιγισμό των πυροβολισμών για δέκα λεπτά. Ο δρόμος βάφτηκε κόκκινος από το αίμα 13 νεκρών διαδηλωτών 16 βαριά τραυματισμένων. Ολα σχεδόν τα θύματα ήταν νέοι ηλικίας 17- 25 ετών.

Στον απόηχο αυτής της επίθεσης, ο βουλευτής του Εργατικού Κόμματος Τζον Χιούμ, αυτόπτης μάρτυρας της σφαγής, κατήγγειλε ότι φανατισμένοι αλεξιπτωτιστές πυροβολούσαν πισώπλατα άοπλους έφηβους που προσπαθούσαν να σωθούν και κάνει λόγο για «Ματωμένη Κυριακή», όπως θα μείνει στην ιστορία η 30ή Γενάρη του 1972.

Στις 15 Ιούνη 2010, 38 ολόκληρα χρόνια δημοσιοποιείται το επίσημο πόρισμα για τα γεγονότα της «Ματωμένης Κυριακής», μετά από μακρόχρονη και ενδελεχή έρευνα υπό την εποπτεία του πρώην δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου, Λόρδου Σεβίλ του Νιούντιγκεϊτ (Έκθεση Σεβίλ).

Σύμφωνα με την Έκθεση, κανένα από τα θύματα δεν συνιστούσε απειλή ή έκανε κάτι που θα δικαιολογούσε τους πυροβολισμούς, ενώ κάποια από αυτά και τους τραυματίες έφευγαν ή βοηθούσαν άλλους τραυματίες την ώρα των πυροβολισμών. Ο στρατός ήταν αυτός που άνοιξε πυρ απροειδοποίητα και αδικαιολόγητοι και χωρίς την παραμικρή πρόκληση. Δεν σημειώθηκε καμιά βομβιστική επίθεση ή λιθοβολισμός κλπ. από μέρους του συγκεντρωμένου πλήθους. Κάποιοι από τους στρατιώτες έδωσαν ψευδή μαρτυρία σχετικά με τα γεγονότα.

Η βρετανική κυβέρνηση μέσω του ίδιου του πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον ζήτησε επίσημα συγγνώμη για το γεγονός.

*Στη φωτογραφία μερικοί από τους 16 νεκρούς της Ματωμένης Κυριακής: Πάτρικ Τζόζεφ Ντόχερτι (ετών 31), Τζέραλντ Β. Ντόναγκι (17), Τζον (Τζάκι) Ντάντι (17), Χιουζ Πίους Γκλίμουρ (17), Μάικλ Τζ. Κέλλι (17), Μάικλ Μ. ΜακΝτέιντ (20), Κέβιν ΜακΕλχίνεϊ (17), Μπέρναρντ ΜακΓκίγκαν (41), Τζέραλντ (Τζέιμς) ΜακΚίνεϊ (34), Γουίλιαμ Α. ΜακΚίνεϊ (27), Γουίλιαμ Νόελ Νας (19), Τζέιμς Τζόζεφ Ρέι (22), Τζον Πίους Γιανγκ (17), Τζον Τζόνσον (59).