Η ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΝΟΧΗ απαντά στις “ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ” που έγραψαν για την αναγκαιότητα των ειδικών σχολείων.

http://www.paremvasis.gr/?p=9268

«ΕΜΕΙΣ είμαστε ΤΑ ΑΝΑΠΗΡΑ ΑΤΟΜΑ και διαθέτουμε προσωπική εμπειρία της αναπηροποίησης και γνώση του θέματος ενώ αγωνιζόμαστε χρόνια για την ένταξη των ανάπηρων παιδιών και ενηλίκων στην εκπαίδευση, για την κατάργηση της ιδρυματικής φροντίδας κ.ά. ΤΙΠΟΤΑ ΓΙΑ ΕΜΑΣ ΧΩΡΙΣ ΕΜΑΣ

Η ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΝΟΧΗ που τοποθετήθηκε ΔΗΜΟΣΙΑ αποτελείται από ανάπηρες/ους ακτιβιστές/τριες, οι οποίες/οι γνωρίζουν από πρώτο χέρι τις επιπτώσεις του διαχωρισμού, αλλά και από συντρόφους μας που έχουν βιώσει την εμπειρία του ειδικού σχολείου και έχουν υποστεί τις συνέπειές του. Επιπρόσθετα, στους κόλπους της συλλογικότητάς μας ενεργοποιούνται γονείς ανάπηρων παιδιών και ενηλίκων, καθώς και εργαζόμενοι στο πεδίο, τους οποίους και κερδίσαμε στα 11 χρόνια της κινηματικής μας δράσης» αναφέρει η Μηδενική Ανοχή.
Το κείμενό για τη μη ίδρυση ειδικών σχολείων προς τον Δήμο Χαλανδρίου υπέγραψαν ακαδημαϊκοί από διάφορα πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού που έχουν εμβαθύνει στις Σπουδές για την Αναπηρία και την Παιδαγωγική της Ένταξης, υποψήφιοι διδάκτορες και διδακτόρισσες με σπουδές σε θέματα αναπηρίας κ.ά. Η ομάδα αυτή των πολιτών συνυπέγραψε επώνυμα το κείμενο της ΜΗΔΕΝΙΚΗΣ ΑΝΟΧΗΣ και στην τοποθέτησή της δεν αναφέρεται στους “μαθητές της”. «Είναι ολοφάνερο ότι οι ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ επιθυμούν να ελέγξουν και να κατευθύνουν τις εξελίξεις για μια ομάδα παιδιών, για τα οποία δεν έχουν γνώσεις και τα γνωρίζουν από απόσταση» τονίζει η Μηδενική Ανοχή.
«Ακολουθεί αποδόμηση του κειμένου τους με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα βρεθεί ένας τρόπος για να συναντηθούμε.
Οι Παρεμβάσεις παρουσιάζουν το επιχείρημα ότι σημαντικά άτομα έχουν συμβάλει στην ίδρυση των ειδικών σχολείων στην Ελλάδα και αυτό θεωρείται ιστορική κατάκτηση.
Είναι γνωστό ότι σε πάρα πολλές χώρες του κόσμου, τα ανάπηρα παιδιά ήταν αποκλεισμένα από το σχολείο, μέχρι που ιδρύθηκαν τα ειδικά σχολεία. Με την πάροδο των χρόνων, διαπιστώθηκε ότι τα ανάπηρα παιδιά δεν πρέπει να διαχωρίζονται από τα μη ανάπηρα παιδιά λόγω της βλάβης, χρειάζεται να εκπαιδεύονται μαζί, να συνυπάρχουν στο σχολείο και να έχουν πρόσβαση σε ισότιμες ευκαιρίες μάθησης. Η διεθνής βιβλιογραφία έχει καταγράψει τις αρνητικές συνέπειες της εκπαίδευσης στο ειδικό σχολείο και απαιτεί την εφαρμογή της ενταξιακής εκπαίδευσης, η οποία βασίζεται στην αρχή της παροχής ποιοτικής εκπαίδευσης σε όλα τα παιδιά, στη συνεργασία και στη συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων (Florian & Black-Hawkins, 2011· Hehir et al., 2016).
Είναι παράλογο να ζητά κανείς εν έτει 2022 την ίδρυση ειδικών σχολείων, επειδή όταν αυτά πρωτοϊδρύθηκαν (αρχές του 20ου αιώνα) αποτελούσαν το μοναδικό σχολικό πλαίσιο για τα ανάπηρα παιδιά.
Στη συγκεκριμένη τοποθέτηση ακολουθεί αναφορά στα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης, τα οποία οδηγούν στην άνθιση των ιδιωτικών κέντρων υποστήριξης.
Η θέση μας είναι ότι τα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι αποτέλεσμα νεοφιλελεύθερων πολιτικών, οι οποίες απευθύνονται στον μέσο μαθητή, που θεωρείται ικανός να ανταπεξέλθει.
Οι προασπιστές των δικαιωμάτων των ανάπηρων παιδιών οφείλουν να αγωνίζονται για τις αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν στο δημόσιο σχολείο, οι οποίες είναι καταγεγραμμένες στη βιβλιογραφία, και όχι να προτείνουν τη φοίτηση στο ειδικό σχολείο ως την εύκολη λύση στο πρόβλημα.
Σε σχέση με την άνθιση των ιδιωτικών κέντρων υποστήριξης, είναι ξεκάθαρο στη βιβλιογραφία 40 τουλάχιστον ετών (Tomlinson, 1982, 2017), ότι η καθιέρωση της ειδικής αγωγής ως του κλάδου που προσφέρει εξειδικευμένες παρεμβάσεις και θεραπεία» για τα ανάπηρα παιδιά από ειδικούς εκπαιδευτικούς και θεραπευτές οδηγεί στην παραγωγή της ανικανότητας»(Tomlinson, 2017, manufacture of inability).
Με άλλα λόγια, τα ανάπηρα παιδιά θεωρούνται “ανίκανα”, άρα χρειάζεται μια ολόκληρη «βιομηχανία» για να τα στηρίξει, η οποία αποτελείται από ειδικούς εκπαιδευτικούς και θεραπευτές, αλλά και από ειδικά προγράμματα χαμηλής ποιότητας που προσφέρονται στα ειδικά σχολεία.
Επομένως, η ύπαρξη ειδικών σχολείων συμβάλλει στη διαιώνιση των προβλημάτων της δημόσιας εκπαίδευσης και στην εδραίωση της αντίληψης ότι τα ανάπηρα παιδιά είναι “ανίκανα”, χρειάζονται θεραπείες αντί εκπαίδευση και πρέπει να εκπαιδεύονται ξεχωριστά “για το καλό τους”.
Με αυτό τον τρόπο, συμβάλλει επίσης στον χρόνιο εξαναγκασμό των αναπήρων σε υποταγή και τη μόνιμη καταπίεσή τους μέσα από τον διαρκή αποκλεισμό τους.
Σύμφωνα με τους συντάκτες του κειμένου, το κλείσιμο των δημόσιων ειδικών σχολείων έχει αποτύχει στην Ιταλία, αφού έχουν ιδρυθεί ιδιωτικά ειδικά σχολεία.
Η αναφορά στο παράδειγμα αυτό δείχνει άγνοια του τι είναι ενταξιακή εκπαίδευση και γιατί χρειάζεται να στοχεύσουμε σε αυτήν.
Το κλείσιμο των ειδικών σχολείων είναι ένα βήμα προς την ενταξιακή εκπαίδευση, αλλά δεν είναι το μοναδικό, ούτε φυσικά γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Για να γίνει αυτό εφικτό, υπάρχουν προϋποθέσεις που συνδέονται με την ενίσχυση του γενικού σχολείου σε πολλά επίπεδα: αναλυτικό πρόγραμμα, υποδομές, τεχνολογία, εκπαίδευση και κατάρτιση στελεχών εκπαίδευσης, διαφοροποίηση της διδασκαλίας, κουλτούρα σεβασμού και αποδοχής (Graham, 2021).
Αυτές τις αλλαγές θεωρούμε προτεραιότητες και αυτές διεκδικούμε!
Σε πολλές χώρες του κόσμου, στις οποίες συνυπάρχουν τα δημόσια ειδικά και τα δημόσια γενικά σχολεία, υπάρχουν μεμονωμένα σχολεία που εφαρμόζουν ενταξιακή εκπαίδευση. Αυτά τα σχολεία εφαρμόζουν παιδαγωγικές πρακτικές για όλα τα παιδιά και αυτό δεν είναι μια κενή έκφραση, όπως ειρωνικά αναφέρουν οι συντάκτες των Παρεμβάσεων, αλλά συμβαίνει στην πραγματικότητα, είτε αρέσει είτε όχι.
Στην Ιταλία υπάρχουν δημόσια γενικά σχολεία που εφαρμόζουν με επιτυχία την ενταξιακή εκπαίδευση, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν και σχολεία που δεν έχουν φτάσει σε αυτό το στάδιο (Ferri, 2015).
Το κυριότερο πρόβλημα, όμως, της συγκεκριμένης τοποθέτησης είναι η συσχέτιση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών με το κλείσιμο των ειδικών σχολείων. Αναφέρουν λοιπόν οι συντάκτες της, ότι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές θέλουν να διαλύσουν τα ειδικά σχολεία και να προσφέρουν ένα ίδιο πλαίσιο για όλους.
Στην πραγματικότητα, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές είναι αυτές που στηρίζουν τα ειδικά σχολεία (Slee, 2020).
Τα ειδικά σχολεία λειτουργούν επειδή τα γενικά σχολεία δεν μπορούν και δεν θέλουν να ανταποκριθούν σε όλα τα παιδιά! Το γενικό σχολείο απευθύνεται στον/η «μέσο/η» μαθητή/τρια, δίνει γνώσεις που θεωρεί ότι μπορεί να μάθει και προετοιμάζει για την αγορά εργασίας. Όσα παιδιά δεν μπορούν να ανταποκριθούν, θεωρούνται “ανίκανα” και “εξαρτημένα”, άρα φοιτώντας σε ένα άλλο πλαίσιο, στο ειδικό σχολείο, αφήνουν ανενόχλητη την εξιδανίκευση της κανονικότητας (ableism) στη βάση της οποίας λειτουργεί το γενικό σχολείο.
Το επιχείρημα η ύπαρξη του ειδικού σχολείου δεν υποχρεώνει κανένα γονέα να στείλει το παιδί του σε αυτό» φανερώνει την άρνηση των συντακτών να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα!
Όσο υπάρχουν ειδικά σχολεία, θα συνεχίζεται ο διαχωρισμός των ανάπηρων παιδιών, ενώ ταυτόχρονα τα γενικά σχολεία δεν θα βελτιώνονται με σκοπό να γίνουν συμπεριληπτικά.
Οι Παρεμβάσεις συνδέουν το δημόσιο δωρεάν σχολείο με την παροχή ειδικών θεραπειών σε ειδικές δομές.
Ταυτίζουν, έτσι, την εκπαίδευση με τη θεραπεία. Το σχολείο δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι χώρος παροχής θεραπειών. Το σχολείο είναι και πρέπει να είναι χώρος μάθησης. Το επιχείρημα που αναφέρεται συνήθως στους γονείς για να τους πείσουν να επιλέξουν το ειδικό σχολείο ως το κατάλληλο σχολικό πλαίσιο για το ανάπηρο παιδί τους είναι ότι εκεί θα μπορεί να λαμβάνει θεραπείες, ενώ στο γενικό σχολείο δεν θα έχει αυτήν τη δυνατότητα.
Οι θεραπείες, για όσους μαθητές τις χρειάζονται, πρέπει να παρέχονται μετά το σχολικό ωράριο και φυσικά να είναι δημόσιες και δωρεάν και όχι αντικείμενο κερδοσκοπίας. Το επιχείρημα που χρησιμοποιούν και πολλοί εκπαιδευτικοί όταν δεν νιώθουν ότι είναι δική τους ευθύνη να εκπαιδεύσουν όλα τα παιδιά κινείται στην ίδια λογική.
Εισηγούνται φοίτηση σε ειδικό σχολείο όπου θα υπάρχει ειδική εκπαίδευση για τα “ειδικά παιδιά”.
Η έρευνα, ωστόσο, αναφέρει ότι η φοίτηση στο ειδικό σχολείο θέτει τα ανάπηρα άτομα σε αυξημένο κίνδυνο αποκλεισμού στη μετέπειτα ζωή τους, αφού έχοντας φτωχή εκπαίδευση και λίγα έως καθόλου προσόντα, γίνεται εξαιρετικά δύσκολη η αυτόνομη διαβίωσή τους στην κοινότητα και η εξεύρεση εργασίας (European Agency, 2018).
O αριθμός των ερευνών που καταγράφουν τα οφέλη που προκύπτουν από τη φοίτηση όλων των παιδιών στο γενικό σχολείο ολοένα και αυξάνεται (De Bruin, 2020· Hehir et al., 2016).
Η ειδική – διαχωρισμένη αγωγή δεν μπορεί να γίνει καλύτερη, ούτε να αναβαθμιστεί, ούτε να γίνει σύγχρονη, όπως ζητούν οι συντάκτες της συγκεκριμένης τοποθέτησης.
Η ειδική αγωγή προάγει εξ ορισμού τον διαχωρισμό, δημιουργεί παιδιά δύο κατηγοριών, τα ανάπηρα και μη ανάπηρα, τα ανίκανα και τα ικανά, τα εξαρτημένα και τα ανεξάρτητα.
Αυτή η ιδεολογία βρίσκεται πίσω από το υφιστάμενο σύστημα, το οποίο αποτυγχάνει εδώ και χρόνια.
Πώς λοιπόν μπορεί κανείς να ζητά τη συνέχισή του;
Οι ζωές των ανάπηρων παιδιών μετράνε.

ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΑΝΟΧΗ

ΚΙΝΗΣΗ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗΣ ΑΝΑΠΗΡΩΝ».