Το ZackieOh Justice Watch υποστηρίζεται από την πρωτοβουλία Justice4Zak/Zackie, το Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ – Παράρτημα Ελλάδας και δημοσιογραφικά από το The Press Project και το omniatv.
Ημέρα 17η – 18/04/2022 – Αίθουσα 2
Έναρξη: 09:19
Παρόντες από την οικογένεια: Ευθύμιος Κωστόπουλος, Ελένη Κωστοπούλου, Νίκος Κωστόπουλος
Παπαπαντολέων: Kυρία πρόεδρε, κυρίες πλημμελειοδίκες, κυρίες και κύριοι ένορκοι κύριε εισαγγελέεα, Περάσαμε αρκετό χρόνο στην αίθουσα αυτή και παρά την οξύτητα ή και την τοξικότητα, επιτρέψτε μου να πω, που δημιουργήθηκε σε διάφορες στιγμές της ακροαματικής διαδικασίας, η νηφαλιότητα που επιδείξατε και εσείς ως διευθύνουσα τη συζήτηση αλλά και όλα τα μέλη του δικαστηρίου, του κ. εισαγγελέα συμπεριλαμβανόμενου, μας επέτρεψαν να κάνουμε μια διαδικασία στην οποία νομίζω ότι αναδείχθηκαν με σαφήνεια και πέραν πάσης αμφιβολίας όλα εκείνα τα κρίσιμα στοιχεία που σας χρειάζονται για την ποινική αξιολόγηση των κατηγορούμενων.
Στη διάρκεια αυτής της μακράς διαδικασίας, ο θανών λοιδορήθηκε και ευτελίστηκε ξανά και ξανά. Επανειλημμένα γίναμε μάρτυρες μιας αδιάκοπης και συντονισμένης προσπάθειας να αποδομηθεί η προσωπικότητα του θανόντος, να υποτιμηθεί η ζωή και οι επιλογές του, να επισκιαστεί η ταυτότητά του από εικαζόμενα, ή πιθανολογούμενα ή και ψευδή σενάρια και εκδοχές. Ήταν διαρκής η προσπάθεια απόκρυψης και μεταστροφής της πραγματικότητας και πλήρους μετατόπισης των βαρύτατων ποινικών ευθυνών των κατηγορουμένων προς τον θανόντα. Λειτουργήσαμε εδώ όχι μόνο ως υποστήριξη της κατηγορίας για έναν άνθρωπο που θανατώθηκε τόσο βίαια αλλά και ως υπεράσπιση ενός κατηγορούμενου μετά θάνατον.
Η υπεράσπιση, στο σύνολό της, χωρίς εξαιρέσεις, χωρίς διαφοροποιήσεις, αλλά με μια ενιαία συμπαγή υπερασπιστική γραμμή, υποστήριξε τη θέση ότι ο Ζακ Κωστόπουλος πέθανε για κάποιο λόγο άγνωστο, απροσδιόριστο, δυσδιάγνωστο, αόριστο ή και μεταφυσικό. Κάτι έγινε και πέθανε. Και εάν δεν ήταν τοξικομανής, μπορεί να ήταν αλκοολικός, και αν όχι αλκοολικός, ήταν οπωσδήπτοε φιλάσθενος. Και μπορεί τελικά να ήταν προδιαγεγραμμένο να πεθάνει εκείνη την ώρα και μέρα, ή αλλιώς μπορεί και να αυτοκτόνησε, να σκόνταψε στα τζάμια και να πέθανε ή να πέθανε από χαμηλό αιματοκρίτη. Ακούσαμε ακόμα ότι μπορεί και να έφταιγε ο ιατροδικαστής και να τραυμάτισε το στέλεχος του εγκεφάλου του θανόντος κατά τη νεκροτομή. Και ότι σε κάθε περίπτωση η ζωή του, έτσι παρεκκλίνουσα ή διαφορετική και κάπως ξενική, έχει μειωμένη αξία και γι’ αυτό δικαιούται και μειωμένη προστασία.
Όμως εσείς έχετε στα χέρια σας κυρία πρόεδρε, κυρίες δικαστές, κύριοι ένορκοι, πολύτιμα εργαλεία και στέρεες, συμπαγείς αποδείξεις για να διαγνώσετε την αλήθεια, και αυτές είναι όχι μόνο οι καταθέσεις των αυτοπτών και λοιπών μαρτύρων αλλά δύο βαρύνουσας σημασίας αποδεικτικά μέσα: αφενός τις ιατροδικαστικές εκθέσεις και καταθέσεις γιατρών και ιατροδικαστών και αφετέρου το ψηφιακό, βιντεοληπτικό υλικό. Έχει το δικαστήριο σας τη σπάνια δυνατότητα να γίνει το ίδιο αυτόπτης μάρτυρας της εγκληματικής συμπεριφοράς που δικάζει. Να γίνει το ίδιο αδιάψευστος μάρτυρας του εγκλήματος που τελέστηκε σε κοινή θέα και δεν μπορείτε να πάτε πίσω ή πέρα από την εικόνα που βλέπετε, δεν μπορείτε πάρα να εμπιστευτείτε αυτό που βλέπετε.
Και αυτό που βλέπετε είναι το άγριο, βίαιο λιντσάρισμα ενός αβοήθητου προσώπου. Είναι ένα ξέφρενο πάρτυ βίας. Και ταυτόχρονα βλέπετε την παταγώδη και θλιβερή αποτυχία του κρατικού μηχανισμού, τόσο όσον αφορά την υπέρβαση των αστυνομικών οργάνων όσο και του ΕΚΑΒ να πράξει τα δέοντα και να προστατεύσει στοιχειωδώς τη ζωή ενός ανθρώπου. Εννέα αστυνομικοί άφησαν ανενόχλητους τους δράστες του βίαιου εγκλήματος να αλωνίζουν, να καθαρίζουν και να πετάνε κυριολεκτικά στα σκουπίδια πειστήρια, γιατί έπρεπε να συλλάβουν το ημιθανές θύμα. Δύο διασώστες του ΕΚΑΒ που βρέθηκαν στο σημείο, ο ένας προϊστάμενος, έκατσε να πιει τελικά καφέ στο Βενέτη όπως κατέθεσε ενώπιον σας για να μην παρεξηγηθεί ο συνάδελφος και ο άλλος περιφερόταν ασκόπως βάζοντας τσιρότα. Ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος πέθανε στα χέρια του κρατικού μηχανισμού.
Θα ξεκινήσω από τα ιατροδικαστικά ευρήματα, έχουμε αναφερθεί σε αυτά κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας εκτενώς και εξαντλητικά θα έλεγα, και ως εκ τούτου θα περιοριστώ σε κάποιες επισημάνσεις:
Η ιατροδικαστική έκθεση των δύο κρατικών ιατροδικαστών ήταν από την πρώτη στιγμή σαφέστατη: Στην από 20-11-2018 ιατροδικαστική τους έκθεση «Από τα ευρήματα της νεκροψίας-νεκροτομής προέκυψε ότι ο θάνατος επήλθε από ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις του μυοκαρδίου σε έδαφος πολλαπλών τραυμάτων σώματος», καθώς και ότι «από τον έλεγχο της καρδιάς δεν διαπιστώθηκε υποκείμενη νόσος και κυρίως προϋπάρχουσα στεφανιαία νόσος […] Ως εκ τούτου οι ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεις που αποτέλεσαν την τελική αιτία θανάτου δεν συνδέονται με υποκείμενη προϋπάρχουσα στεφανιαία ή άλλη καρδιακή νόσο». Επεσήμαναν επίσης ότι «το εύρημα του έντονου οιδήματος και συμφόρησης των πνευμόνων συνιστά μη ειδικό προθανάτιο εύρημα» και ότι «το εύρημα της έντονης συμφόρησης των αγγείων του εγκεφάλου δύναται να αποδοθεί με ασφάλεια σε τραυματικής αιτιολογίας εύρημα, συμβατό με τα πολλαπλά τραύματα σώματος και κυρίως κεφαλής που έφερε». Καταθέτοντας ενώπιόν σας ο κ. Καλόγρηας δήλωσε επανειλημμένα και ήταν αμετακίνητος ότι:
«Η στεάτωση του ήπατος προφανώς συνιστά προϋπάρχουσα κατάσταση του ήπατος χωρίς να συνδέεται αιτιωδώς με τον θάνατο του». Σε καμία περίπτωση – απάντησε σε ερώτηση της Προέδρου – δεν μπορεί να προκαλέσει αιφνίδιο θάνατο. Ο Ζακ Κωστόπουλος έκανε ισχαιμικό μετά από πολλαπλές κακώσεις. Έχουμε τα τραύματα, έχουμε την ισχαιμία, προχωράμε να αποκλείσουμε άλλες αιτίες που μπορεί να συνδέονται με την ισχαιμία. Αυτά αποκλείστηκαν. Σας εξηγεί δηλαδή όλη του τη μεθοδολογία. Δεν εμπλέκεται άλλος μηχανισμός, ούτε παθολογικός ούτε τοξικολογικός. Η στεάτωση του ήπατος δεν συνδέεται. Η αιτία θανάτου συνδέεται με τα τραύματα του σώματος, είπε επανειλημμένα ενώπιον σας, και τόνισε ότι «όλα τα τραύματα, ανεξάρτητα από τον μηχανισμό που προκλήθηκαν, είτε από γυαλιά είτε από πρόσκρουση, όλα συνετέλεσαν συνολικά και δεν μπορούμε να κάνουμε ποσοστοποίηση. Είναι σωρεία κακώσεων από πολλαπλούς μηχανισμούς πρόκλησης και δεδομένης της απουσίας άλλου παθολογικού ή ψυχολογικού υποστρώματος οδηγούν στη συσχέτιση με την ισχαιμία». Ήταν δε εξίσου σαφής ότι δεν γνωρίζουμε τον χρόνο εγκατάστασης των ισχαιμικού τύπου αλλοιώσεων και είναι πολύ δύσκολος ο προσδιορισμός, ξεκαθάρισε όμως ότι «είναι πρόσφατη ισχαιμία και ότι δεν βρήκα κανένα λόγο να έχει κάνει ισχαιμία το προηγούμενο βράδυ, το αποκλείω γιατί δεν έχω κανένα λόγο να το υποστηρίξω από το εύρημα της ιστολογικής».
Δε θέλω να σας κουράσω, δεν θα διαβάσω όλες τις καταθέσεις, ακριβώς με αυτά συντάχθηκε η κα. Μαριανού όσο και ο κ. Τσαντίρης, ο οποίος τόσο στην από 21-11-2018 ιατροδικαστική του έκθεση όσο και στην πολύωρη κατάθεσή του ενώπιόν σας ήταν απολύτως ευθυγραμμισμένος με τα ευρήματα των δύο ιατροδικαστών αποδίδοντας τον θάνατο του Ζαχαρία Κωστόπουλου αποκλειστικά και μόνο στο μηχανισμό θανάτου που προκάλεσαν αιτιωδώς τα χτυπήματα που δέχτηκε.
Τα συμπεράσματα δε των ιατροδικαστών υποστηρίζονται πλήρως τόσο από την υπ’ αρ. 1309/2018 εργαστηριακή έκθεση τοξικολογικής εξέτασης της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, όσο και με τα αποτελέσματα τοξικολογικών εξετάσεων του εργαστηρίου ιατροδικαστικής και τοξικολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και βεβαίως με ιστολογικές εξετάσεις του κ. Ευτυχιάδη. Στο σημείο αυτό, να επισημάνω ότι ο κ. Ευτυχιάδης, τον οποίο κάλεσε το δικαστήριο σας, στις ερωτήσεις που δέχτηκε, σχετικά με το χρόνο εγκατάστασης του οιδήματος απάντησε επανειλημμένα ότι είναι επιβλαβές να πέσουμε σε χρονολογήσεις τόσο κοντινές, δηλαδή εάν είναι 1 ώρα ή μισή, ότι «δεν γίνεται στο λεπτό, είναι στο περίπου» και ότι οι βλάβες αξιολογούνται χρονικά, «από κει και πέρα» σας είπε «δεν υπάρχει ρολόι και deadline χρόνου, δεν μιλάμε για διαφορές του λεπτού».
Εξετάστηκε επίσης ενώπιόν σας ο τεχνικός σύμβουλος του 1ου κατηγορουμένου, ο κ. Αλεξάνδρου. Σε τί όμως διαφώτισε το Δικαστήριο σας ο κ. Αλεξάνδρου, και μάλιστα με τρόπο επιστημονικά τεκμηριωμένο και εμπεριστατωμένο; Σε τίποτα. Με ποια επιστημονικά στοιχεία και ιατρικά ευρήματα, συγκεκριμένα και εμπεριστατωμένα, κλόνισε ή ανέτρεψε τους 3 ιατροδικαστές και τις πραγματογνωμοσύνες τους;
Διαβάζοντας ξανά και την τεχνική του έκθεση αλλά και την κατάθεσή του ενώπιόν σας από τα πρακτικά, προκύπτει ότι ο κ. Αλεξάνδρου κατ’ ουσίαν σας εξέθεσε μια σειρά από πιθανές αιτίες που μπορούν να προκαλέσουν θάνατο σε έναν άνθρωπο, γενικώς και αορίστως. Σχετικά με τα αίτια του θανάτου του Ζαχαρία Κωστόπουλου σάς έδωσε πολλές και διαφορετικές εκδοχές, κάποιες από τις οποίες μάλιστα έρχονται και σε πλήρη αντίθεση τόσο με τα τοξικολογικά όσο και με τα ιστολογικα ευρήματα και τα ευρήματα της νεκροψίας σας είπε, ότι η καρδιά δυσλειτουργούσε από πριν, ότι μπορεί να είναι αρρυθμία ή αγγειόσπασμος, ότι είχε υποκείμενα νοσήματα, π.χ. στεάτωση του ήπατος τα οποία όμως παραδέχτηκε ότι δεν οδηγούν σε αιφνίδιο θάνατο, ότι μπορεί να φταίει το στρες του εγκλεισμού στο κοσμηματοπωλείο αλλά τα χτυπήματα που δέχτηκε δεν μπορούν να προκαλέσουν τέτοιο μηχανισμό στρες και τελικά κατέληξε ότι δεν ξέρει αν θα πέθαινε αν καθόταν σπίτι του, δηλαδή αν ήταν προεγκατεστημένη η ισχαιμία, γιατί όπως χαρακτηριστικά είπε «δεν είναι ο μάντης Κάλχας».
Δεν νομίζω, κυρία πρόεδρε, ότι χρειάζεται να εξηγήσει κανείς γιατί τα συμπεράσματα αυτά είναι απολύτως ανεπαρκή και παντελώς αστήρικτα ιατρικά και επιστημονικά, αφού είτε είναι αναιτιολόγητα, είτε αφορούν μια θεωρητική συζήτηση περί ζωής και θανάτου είτε έρχονται και σε πλήρη αντίθεση με τα ιστολογικά και τοξικολογικά ευρήματα. Κυρία πρόεδρε, η υπεράσπιση μας είπε επανειλημμένα ότι αυτή η δίκη είναι «δίκη ιατροδικαστών». Με την εξαίρεση όμως του κ. Αλεξάνδρου, δεν είδα εγώ εδώ κανέναν άλλον ιατροδικαστή. Αντιθέτως, έγινε μια καινοφανής προσπάθεια να σας μετατρέψουν εσάς τους ίδιους σε μαθητευόμενους ιατροδικαστές, δίδοντάς σας και διαβάζοντάς σας ατελείωτες σελίδες από αποσπάσματα ιατροδικαστικών συγγραμμάτων πάσης φύσεως ώστε να αποκτήσετε εσείς οι ίδιοι εξειδικευμένες πλέον ιατροδικαστικές γνώσεις επί τη βάσει των οποίων θα αποφασίσετε. Δε θεωρώ ότι αυτά είναι σοβαρά πράγματα και δεν νομίζω ότι χρειάζεται να επεκταθώ περαιτέρω.
Παρόλο που θα διαφωνήσω με την πρόταση του κ. εισαγγελέα, τόσο για την απόρριψη του αιτήματος μεταβολής κατηγορίας όσο φυσικά και για την απαλλαγή των κατηγορουμένων αστυνομικών, εντούτοις προβαίνει σε μια σειρά αξιολογήσεων και παραδοχών του αποδεικτικού υλικού με τις οποίες συντασσόμαστε και οι οποίες αποκαθιστούν με έναν τρόπο την πραγματικότητα.
Δεν νομίζω ότι καταλείπεται πλέον καμία αμφιβολία ότι ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος όταν εισήλθε, υπό πράγματι ασαφείς συνθήκες, μέσα στο κοσμηματοπωλείο, ήταν ένα πρόσωπο εντελώς ακίνδυνο, που ζητούσε βοήθεια, ήταν ένας άνθρωπος τρομαγμένος. Ήδη κατά το βούλευμα, αλλά και μετά την πολύμηνη ακροαματική διαδικασία ενώπιόν σας, δεν νομίζω ότι καταλείπεται επίσης καμία αμφιβολία ότι καμία κλοπή και καμία ληστεία ούτε σχεδιάστηκε ούτε ποτέ τελέστηκε όπως γνώριζαν οι κατηγορούμενοι πολύ καλά και κατέθεσαν κατά την απολογία τους. Είναι επίσης δεδομένο ότι ο θανών δεν κουβαλούσε μαζί του κανένα μαχαίρι, κανένας μάρτυρας δεν κατέθεσε κάτι τέτοιο, δεν είχε δε μαζί του ούτε τσάντα ούτε σακούλα ούτε μπουφάν στο οποίο θα μπορούσε τάχα να το κρύψει. Αφού όμως δεν το έφερε το μαχαίρι, ανακύπτει το ερώτημα πώς βρέθηκε εκεί; Και περαιτέρω, το κρατούσε ο θανών, και εάν ναι, απειλούσε με αυτό, επιτέθηκε με αυτό ή αν το χρησιμοποίησε με οποιοδήποτε τρόπο; Από την έκθεση εργαστηριακής εξέτασης της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, η οποία ανέλυσε το ψηφιακό υλικό, προέκυψε ότι «φαίνεται να φέρει (εκτός από πυροσβεστήρα) αντικείμενο μακρόστενου σχήματος, με ανακλαστική επιφάνεια. Το ακριβέστερο σχήμα του αντικειμένου δεν είναι ευκρινές εξαιτίας της κίνησης του ατόμου και της ανάκλασης του φωτός. Ασφαλέστερο συμπέρασμα δεν δύναται να εξαχθεί λόγω της χαμηλής ποιοτικής επάρκειας του βιντεοληπτικού υλικού», ενώ για το χρονικό σημείο που είναι στο κάτω μέρος της βιτρίνας αναφέρει επί λέξει «δεν είναι δυνατό να διαπιστωθεί εάν ο εικονιζόμενος φέρει κάποιο αντικείμενο».
Στα ίδια ακριβώς συμπεράσματα κατέληξαν ενώπιόν σας και οι δύο ψηφιακοί εμπειρογνώμονες, η κυρία Βαρβία και ο κύριος Καραθανάσης, ότι δηλαδή δεν μπορούν να εξάγουν ασφαλές συμπέρασμα λόγω της χαμηλής ποιότητας του ψηφιακού υλικού και των αντανακλάσεων του φωτός. Επιτρέψτε δε στο σημείο αυτό να σχολιάσω ότι πράγματι είναι τέτοιες οι αντανακλάσεις του φωτός, που στις φωτογραφίες που σας προσκόμισε η υπεράσπιση του Δημόπουλου, το μαχαίρι θα μπορούσε να το φέρει και στη μύτη ο θανών! Η υπεράσπιση έκανε σημαία της την ύπαρξη αυτού του μαχαιριού με μοναδικό σκοπό να εμφανίσει τον θανόντα ως απειλητικό και επικίνδυνο εγκληματία και τους κατηγορούμενους αμυνόμενους πολίτες. Ε, δεν βγαίνει αυτό το σχήμα, κατέρρευσε παταγωδώς κατά την ακροαματική διαδικασία. Όχι μόνο δεν προκύπτει να το κρατάει όταν είναι όρθιος, όπως αποδέχθηκε στην πρόταση του ο κ. εισαγγελέας, και σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν το έπιασε μέσα στον πανικό του που έπιανε και τα γυαλιά, ουδέποτε το χρησιμοποίησε ούτε το έστρεψε σε βάρος κανενός ούτε και θα μπορούσε άλλωστε καθώς φέρεται ότι το πιάνει με το αριστερό και όχι με το δεξί του χέρι. Η αγωνία δε του Χορταριά, μέσα σ’ αυτή την κατάσταση να επισημάνει την ύπαρξη των δακτυλικών του αποτυπωμάτων, όπως πολύ σωστά παρατηρήσατε κι εσείς, κα πρόεδρε, κατά την εξέτασή του το μόνο συμπέρασμα στο οποίο μπορεί να σας οδηγήσει είναι ότι είναι και ο μόνος ο οποίος έχει έρθει σε επαφή με το μαχαίρι αυτό.
Άλλωστε, εάν πράγματι κρατούσε μαχαίρι ο θανών, δεχόμενος τόσο ξύλο και τόσες κλωτσιές πώς είναι δυνατόν να μην το χρησιμοποίησε ούτε καν για να αμυνθεί; Μας περιγράφουν εδώ και μήνες έναν επικίνδυνο εγκληματία σε αμόκ, που τη μια κρατάει μαχαίρια και την άλλη κρατάει τζάμια, και από τους 12 ανθρώπους που έχουν έρθει σε σωματική επαφή μαζί του 2 κατηγορούμενοι, 9 αστυνομικοί και ο διασώστης), οι περισσότεροι δε ασκώντας του βία, δεν έπαθε κανείς τους ούτε μία γρατζουνιά. Δε νομίζω ότι χρείάζεται να επεκταθώ πολυ στα ζητήματα αυτά γιατί τα θεωρώ εν πολλοίς λυμένα.
Κλείνοντας αυτές τις εισαγωγικές παρατηρήσεις, θα αναφερθώ στη συνέχεια πρώτα στους 2 πρώτους κατηγορουμένους και στη συνέχεια κατηγορουμένους αστυνομικούς.
Το βασικό ερώτημα που απασχολεί το δικαστήριό σας είναι ποια ήταν πρόθεση των κατηγορουμένους κατά την επίθεσή τους σε βάρος του Κωστόπουλου; Τι ήθελαν να κάνουν;
Εκτός από τις καταθέσεις των αυτόπτων μαρτύρων στις οποίες θα έρθω αναλυτικά αργότερα, έχετε απτές και στέρεες αποδείξεις οι οποίες επιβεβαιώνουν μια σειρά από κρίσιμα γεγονότα:
1. Ότι η λυσσαλέα επίθεση σε βάρος του Ζαχαρία Κωστόπουλου ξεκίνησε ήδη πριν από το σπάσιμο του κάτω μέρους βιτρίνας από τους δύο πρώτους κατηγορούμενους, όταν ο ίδιος ο πρώτος κατηγορούμενος έθραυσε με την εκτόξευση μιας καρέκλας, όπως φαίνεται από το βίντεο του Πρώτου Θέματος, «το πάνω μέρος της βιτρίνας και πετούσε αντικείμενα, μεταξύ των οποίων και μια πέτρα», όπως ομολόγησε ο ίδιος, «η οποία και χτύπησε τον θανόντα».
2. Ότι ο θανών ήταν ήδη χτυπημένος όταν ξεκίνησαν να τον κλωτσάνε με βία στο κεφάλι και 3. ότι το κάτω μέρος της βιτρίνας το έσπασαν οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι, όπως άλλωστε αποδέχεται και ο κ. εισαγγελέας στην πρότασή του. Πώς προκύπτουν αυτά; Στην έκθεση αντιπαραβολής ενεργηθείσας αυτοψίας με φωτογραφικό υλικό καθώς και στην έκθεση αυτοψίας και κατάσχεσης που διενήργησε η αστυνομία, αναφέρεται ότι τόσο στο πόμολο της πόρτας όσο και στο πάτωμα εντός του καταστήματος υπήρχαν διάσπαρτες κηλίδες αίματος. Θα πρέπει να έχετε υπόψη ότι με δεδομένη την εγκατάλειψη του σημείου από την αστυνομία και τη μη διασφάλιση των πειστηρίων, κρίσιμα πειστήρια πετάχτηκαν από τον ίδιο τον πρώτο κατηγορούμενο που αφέθηκε να καθαρίζει το κατάστημά του, γιατί διαφορετικά υπήρχε ως πειστήριο η πέτρα που και ο ίδιος ομολογεί ότι εκτόξευσε αλλά και άλλα αντικείμενα που φαίνεται ότι εκτοξευτήκαν.
Στην έκθεση αποτύπωσης και αντιπαραβολής της Αστυνομίας που εξετάζει το ψηφιακό υλικό επιβεβαιώνονται τα εξής: ότι ο πρώτος κατηγορούμενος πλησιάζει τη σπασμένη βιτρίνα εξωτερικά και ρίπτει άγνωστο αντικείμενο εναντίον του Ζαχαρία Κωστόπουλου, ότι στη συνέχεια εκσφενδονίζεται και άλλο άγνωστο αντικείμενο εναντίον του Ζαχαρία Κωστόπουλου, ότι οι δυο κατηγορούμενοι κινήθηκαν εναντίον του θανόντος ο οποίος κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα βρισκόταν εντός του κατωτέρου μέρους της βιτρίνας του καταστήματος και κατάφεραν χτυπήματα κατά της τζαμαρίας και κατά του ίδιου του Ζαχαρία Κωστόπουλου και ότι ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος εμφαίνεται να έχει εξέλθει της βιτρίνας του κοσμηματοπωλείου ως αποτέλεσμα των ενεργειών των Χορταριά και Δημόπουλου. Αυτά ακριβώς αποτυπώνονται στην έκθεση. Αυτά ακριβώς προκύπτουν και από τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων και σε αυτά ακριβώς συγκλίνουν και οι δύο εξειδικευμένοι ψηφιακοί πραγματογνώμονες που κατέθεσαν ενώπιόν σας, η κυρία Βαρβία και ο κύριος Καραθανάσης, οι οποίοι μελέτησαν και ανέλυσαν το ψηφιακό υλικό. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός περί άμυνας των κατηγορουμένων ότι τάχα έσπασε ο ίδιος ο θανών την τζαμαρία και αμυνόμενοι τον χτύπησαν είναι απολύτως αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, πέρα από κάθε αμφιβολία, έσπασαν την τζαμαρία μόνοι τους με μοναδικό σκοπό να τιμωρήσουν τον θανόντα, αποδεχόμενοι το θάνατό του ο οποίος και πράγματι επήλθε. Και έρχομαι στο θέμα του δόλου των κατηγορουμένων, επαναφέροντας το αίτημά μας για μεταβολή της κατηγορίας σε ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο, που κατά τη γνώμη μας, είναι η μόνο ορθή υπαγωγή που μπορείτε να κάνετε δεδομένων των συντριπτικών αποδεικτικών στοιχείων που έχετε στη διάθεσή σας:
Αναφέρθηκε και ο κ. εισαγγελέας αναλυτικά σε καταθέσεις κάποιων αυτοπτών μαρτύρων. Επιτρέψτε μου να αναφερθώ κι εγώ σε κάποιες από αυτές. Ο ενδεχόμενος δόλος και η ενσυνείδητη αμέλεια έχουν πράγματι ένα κοινό διανοητικό στοιχείο: την πρόβλεψη του εγκληματικού αποτελέσματος ως ενδεχόμενου. Γι’ αυτό και η διάκριση μεταξύ τους συνιστά ένα από τα δυσχερέστερα και λεπτότερα ζητήματα του ποινικού δικαίου: η εσωτερική κατάφαση ή η άρνηση του αποτελέσματος είναι ασαφής και δυσπρόσιτη. Κρίσιμο στοιχείο είναι εάν ο δράστης αποφάσισε ή όχι να ακολουθήσει μια πορεία συμπεριφοράς, η οποία, γνώριζε πως είναι πιθανό να οδηγήσει στην πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, εν προκειμένω δηλαδή στο θάνατο. Όταν λοιπόν βρίσκεται προ του διλήμματος να επιχειρήσω με σοβαρή πιθανότητα πρόκλησης του θανάτου ή να απόσχω από την ενέργεια, η επιταγή του δικαίου είναι να απέχεις. Όταν συνεπώς ο άλλος σταθμίζει και προχωράει παρά ταύτα στην ενέργειά του, τότε έχει ενδεχόμενο δόλο.
«Όταν επενέβηκα εγώ και ένας άλλος κύριος, ακούστηκε το ”όχι σταματήστε, θα το σκοτώσετε…”. Του είχαν ανοίξει την πόρτα για το θάνατο». Αυτά, κα πρόεδρε, είναι από τις πιο κρίσιμες καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων, αυτά θα χρησιμοποιήσετε σε συνδυασμό με το ψηφιακό υλικό, από όπου προκύπτει ακριβώς ο ενδεχόμενος δόλος και επιτρέψτε μου μερικά πράγματα για τον ενδεχόμενο δόλο:
Ο ενδεχόμενος δόλος και η ενσυνείδητη αμέλεια έχουν πράγματι ένα κοινό διανοητικό στοιχείο: την πρόβλεψη του εγκληματικού αποτελέσματος ως ενδεχόμενου.
Για την κατάφαση της ύπαρξης του δόλου δεν απαιτείται ο δράστης να έχει προβλέψει το αποτέλεσμα ως ασφαλές, ή βέβαιο ή πιθανόν, αρκεί ακόμα και η πρόβλεψη του ως δυνατού, δηλαδή ως εφικτού. Η πρόβλεψη όμως αυτή είναι η «συνοριακή γραμμή» που λέει ο Χωραφάς μεταξύ ενδεχόμενου δόλου και της ενσυνείδητης αμέλειας. Για το δόλο, χρειάζεται και η αποδοχή εκ μέρους του δράστη, δηλαδή η μη αποχή του από την πράξη παρά την πρόβλεψη που κάνει. Αυτή κιόλας είναι η κρίσιμη διαφορά με την αμέλεια: Στην αμέλεια ο ψυχικός σύνδεσμος, η αποδοχή δεν υπάρχει. Για την αποδοχή δε του ενδεχόμενου δόλου, δεν χρειάζεται ο δράστης να γνωρίζει και ποιόν ακριβώς τρόπο θα επέλθει, εν προκειμένω, η θανάτωση του άλλου.
Ο ΠΚ υιοθέτησε τη θεωρία της εγκληματικής επιδοκιμασίας κατά την οποία ο δράστης διαβλέπει ως δυνατή και όχι ως εντελώς απομακρυσμένη την επέλευση του αποτελέσματος, περαιτέρω δε την επιδοκιμάζει ή και απλώς συμβιβάζεται με αυτήν χάριν του σκοπού του. Δηλαδή προχωράει στην επιδίωξη του στόχου του παρά τον υψηλό βαθμό επικινδυνότητας της συμπεριφοράς του, αδιαφορεί για την τύχη του εννόμου αγαθού.
Η αδυναμία ευχερούς διάγνωσης του βουλητικού στοιχείου του δόλου έχει οδηγήσει στην πράξη στην προσφυγή σε εμπειρικά κριτήρια κατάφασης συνδρομής ενδεχόμενου δόλου, ενδείκτες αποδοχής του αποτελέσματος, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται: α) η ιδιαίτερη επικινδυνότητα της πράξης – υπό το πρίσμα αυτό δε, το υψηλό ποσοστό επικινδυνότητας της πράξης του δράστη χρησιμεύει ως καίριας σημασίας, αλλά όχι μοναδικό, κριτήριο εκτίμησης της βουλητικής του στάσης έναντι του αποτελέσματος. Εάν ο τελευταίος προέβη στο εγχείρημα, παρά το υψηλό ποσοστό κινδύνου επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος, λογικά εξάγεται το συμπέρασμα και ότι το αποδέχεται, β) το αντικειμενικό ποσοστό επικινδυνότητας και η τυχόν ιδιοτέλεια του σκοπού που επιδιώκει ο δράστης με την πράξη του, γ) το μέσο τέλεσης, δ) το σημείο του σώματος που επλήγη. Ως ενδείκτες χρησιμοποιούνται ακόμα και οι δηλώσεις του δράστη μετά την πράξη του καθώς και η μετέπειτα συμπεριφορά του, όπως επίσης και η αδιαφορία του σε συνδυασμό με την προηγούμενη συμπεριφορά του και παραθέτω την απόφαση του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών 1511/2009.
Αντίθετα, ως «αντενδείκτες – αντίρροποι παράγοντες» ύπαρξης ενδεχόμενου δόλου και υποβάθμισής του σε αμέλεια κάποιας μορφής, εφόσον ασφαλώς συντρέχουν και οι λοιποί συναφείς όροι του νόμου, λειτουργούν, μεταξύ άλλων, (1) το επιχείρημα περί της «μη νοητής αυτοδιακινδύνευσης» του δράστη, (2) η έλλειψη λογικού κινήτρου, (3) η εξοικείωση του δράστη με τον κίνδυνο, (4) η λήψη αποτρεπτικών μέτρων, (5) η συμπεριφορά του δράστη μετά την πράξη κ.λπ.
Κατά την εισαγγελική πρόταση, «οι 2 πρώτοι κατηγορούμενοι ενεργώντας με πρόθεση, επιδεικνύοντας μένος και τιμωρητική διάθεση, κλώτσησαν επανειλημμένα σε ευπαθές σημείο του σώματος τον θανόντα. Το ευπαθές του σώματος, η σφοδρότητα των χτυπημάτων, το μέσον και εν γένει ο τρόπος, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο θανών είχε τραυματιστεί και αιμορραγούσε, σημαίνει ότι γνώριζαν ότι θα μπορούσαν να επιφέρουν σ’ αυτόν κίνδυνο για τη ζωή του. Ήθελαν να προκαλέσουν και αφετέρου γνώριζαν και ήθελαν τις περιστάσεις ως δυνάμενες να προκαλέσουν τον θάνατο. Ο θάνατος δεν θα επέρχετο αν το θύμα δεν είχε πληγεί κατά τον ανωτέρω περιγραφέντα τρόπο, επανειλημμένα και με σφοδότητα από τους κατηγορούμενους».
Με βάση τις ανωτέρω παραδοχές της εισαγγελικής πρότασης, η οποία περιγράφει τη συμπεριφορά των δραστών ως ένα άγριο, δημόσιο λιντσάρισμα με σκοπό την τιμωρία, μια συμπεριφορά αδιάφορη και απαθή προς την ανθρώπινη ζωή, χωρίς μάλιστα οι ίδιοι οι δράστες να τίθενται σε οποιαδήποτε διακινδύνευση, το αδίκημα το οποίο πρέπει να τους αποδοθεί δεν δύναται να είναι η θανατηφόρα σωματική βλάβη, αλλά η ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο. Η τιμωρητική μανία που περιγράφει η εισαγγελική πρόταση, που βλέπετε στο ψηφιακό υλικό, που σας κατέθεσαν εδώ οι αυτόπτες μάρτυρες, τα επανειλημμένα πλήγματα στο ευαίσθητο σημείο της κεφαλής και μάλιστα συντονισμένα με κλωτσιές και από τους δύο δράστες, η σφοδρότητα και η ένταση αυτών, η πολλαπλότητα, το γεγονός ότι τον κλωτσούσαν πάνω σε σπασμένα τζάμια, το γεγονός οτι ο δεύτερος κατηγορούμενος έσκυψε και του έριξε δύο κλωτσιές, οδηγούν χωρίς καμία αμφιβολία, όχι απλώς στο γεγονός ότι προέβλεψαν, αλλά και ότι αποδέχθηκαν απολύτως, και δη με αδιαφορία και απάθεια το θάνατο του θύματος. Από κανένα απολύτως στοιχείο δεν προκύπτει ότι ήλπιζαν ή θεωρούσαν ή εύχονταν να μην επέλθει ο θάνατος, ούτε προκύπτει ότι αυτό που έλειπε από τη συμπεριφορά τους ήταν η «έλλειψη προσήκουσας προσοχής». Ως εκ τούτου, και με όλο το σεβασμό, κύριε εισαγγελέα, αδυνατώ να συλλάβω τη συνέχεια της εισαγγελικής πρότασης σύμφωνα με την οποία: «Ο θάνατος οφείλεται σε αμέλεια που αν και είδαν ότι εντός του κοσμηματοπωλείου βρισκόταν σε κατάσταση πανικού, αν και είδαν ότι αιμορραγούσε, αν και γνώριζαν ότι μπορούσαν να προκαλέσουν τον θάνατο, και εξαιτίας της ηλικίας του είχαν τη δυνατότητα να προβλέψουν το βαρύτερο αποτέλεσμα, έδρασαν απερίσκεπτα. Η δράση τους δεν είναι κοινωνικά αποδεκτή και ενέχει στοιχεία τιμωρητικής διάθεσης, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι η βασική επιδίωξη των κατηγορουμένων ήταν η παραμονή και η σύλληψή του…». Υπάρχει, επιτρέψτε μου να πω, μια λογική και νομική αντίφαση στον συλλογισμό αυτόν: Καμία απερισκεψία δεν δείχνουν οι κατηγορούμενοι και αυτό φαίνεται και στην εμμονή τους να τον χτυπάνε παρά το γεγονός ότι τους φώναζαν «θα τον σκοτώσετε», στην απαθέστατη στάση τους μετά την πράξη, στην αμετανόητη στάση τους μέχρι και σήμερα, στην απάντηση που έδωσε ο πρώτος κατηγορούμενος στον μάρτυρα Κ.Φ. όταν του είπε θα τον σκοτώσετε, ήταν «ξέρεις τι μου έκανε; με γάμησε». Δεν του είπε «περιμένω την αστυνομία να τον συλλάβει».
Δεν γίνεται να καταφάσκουμε ότι έσπασαν τη βιτρίνα μόνοι τους, όπως αποδεικνύεται περίτρανα και από το ψηφιακό υλικό, και ταυτόχρονα να καταφάσκουμε ότι επιθυμούσαν την παραμονή του μέσα. Είναι παραδοχές αλληλοαποκλειόμενες. Είναι συλλογισμός εσωτερικά αντιφατικός. Εάν την έσπασαν, τότε τον δολοφόνησαν. Και επειδή την έσπασαν πρέπει να καταδικαστούν για ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο. Οι κατηγορούμενοι πληρούν ιδεοτυπικά θα έλεγα όλους ανεξαιρέτως τους ενδείκτες που έχει διαμορφώσει η θεωρία και η πάγια νομολογία με τρόπο που θα μπορούσε να διδάσκεται για τον ενδεχόμενο δόλο στις Νομικές Σχολές. Έχω συνεπώς την άποψη ότι η μεταβολή της κατηγορίας, με τα αδιάσειστα στοιχεία που έχετε, είναι μονόδρομος.
Και έρχομαι στο ζήτημα της ποινικής ευθύνης των κατηγορούμενων αστυνομικών:
Η χώρα μας δυστυχώς αποτελεί το πεδίο της αιώνιας λιακάδας της αστυνομικής ατιμωρησίας. Η ελληνική ιδιαιτερότητα, δεν είναι ότι διαπιστώνονται φαινόμενα αστυνομικής βίας ή αυθαιρεσίας, αυτό κανείς το βλέπει στα δελτία ειδήσεων. Και δεν έχει νόημα να συγκριθούμε με άλλες χώρες όπως η Τουρκία. Η βία και η αυθαιρεσία είναι εγγενείς, εγγεγραμμένες στους χώρους των σωμάτων ασφαλείας και αυτό άλλωστε το διαπιστώνει κανείς ευχερώς αν διαβάσει εφημερίδες και δικαστικές αποφάσεις στις ΗΠΑ, στη Γαλλία κ.ο.κ., χωρίς φυσικά να έχει οποιοδήποτε νόημα να αναφερθεί ή να συγκριθεί κανείς με χώρες όπως Τουρκία ή άλλα κράτη με αυταρχικά ή απολυταρχικά καθεστώτα.
Η ελληνική ιδιαιτερότητα συνίσταται αντιθέτως «στην ατιμωρησία των εμπλεκόμενων αστυνομικών οργάνων, όπως αυτό προκύπτει μεταξύ άλλων από τις επανειλημμένες καταδίκες της χώρας από διεθνείς οργανισμούς». Αυτά τα γράφει ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος στις 4-5-2020 παραδίδοντας στον τότε Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, κ. Μιχ. Χρυσοχοϊδη, το πόρισμα της «Επιτροπής Αλιβιζάτου», όπως ονομάστηκε, η οποία συστάθηκε με πρωτοβουλία του ίδιου του Υπουργού με σκοπό τη διερεύνηση περιστατικών αστυνομικών βίας και την αντιμετώπιση της ατιμωρησίας των αστυνομικών οργάνων. Δεν είναι, λοιπόν, διαπιστώσεις που τις κάνουμε εμείς ως πολιτική αγωγή αυτή για τη συμπεριφορά των αστυνομικών οργάνων. Η χώρα μας έχει μέχρι σήμερα τουλάχιστον 16 καταδίκες από το ΕΔΔΑ (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) για περιστατικά αστυνομικής βίας και έπεται συνέχεια. Σε πρόσφατη ενημέρωση που έκανε στη Βουλή ο Έλληνας Ευρωπαίος δικαστής στο ΕΔΔΑ Γ. Κτιστάκις, δήλωσε ότι η Ελλάδα από τις χιλιάδες προσφυγές-ρεκόρ 2.200 τον αριθμό που εκκρεμούν αυτή στιγμή στο Δικαστήριο κατά της Ελλάδας, μεταξύ άλλων, ξεχωρίζουν αυτές για την αστυνομική βία.
Οι καταδίκες αυτές αφορούν, εκτός από αναιτιολόγητη χρήση όπλου, περιστατικά κακομεταχείρισης αλλά και απουσία αποτελεσματικής διοικητικής, δηλαδή πειθαρχικής και ποινικής διερεύνησης, με αποτέλεσμα η χώρα να κρίνεται ότι παραβιάζει συστηματικά, είτε το άρθρο 2 της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) για το δικαίωμα στη ζωή είτε το άρθρο 3 για το δικαίωμα στη σωματική ακεραιότητα και την απαγόρευση απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης. Πέρα όμως από το Διεθνές Δικαστήριο, στην πρόσφατη έκθεσή της το 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά των Βασανιστηρίων, όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης, επεσήμανε ότι οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές στην Ελλάδα αποτυγχάνουν συστηματικά, συστηματικά [επαναλαμβάνει τονίζοντας], στη διενέργεια αποτελεσματικής διερεύνησης περιστατικών αστυνομικής μεταχείρισης, και ότι τα ευρήματα της Επιτροπής το 2020 παραμένουν δυστυχώς ίδια με τα ευρήματα του 2019 και ίδια με αυτά του 2015.
Κοινώς, διαπιστώνεται ότι το πρόβλημα της αστυνομικής ατιμωρησίας στη χώρα μας, και σε πειθαρχικό αλλά και σε ποινικό επίπεδο, είναι δομικό και διαχρονικό. Και διαπιστώνεται ότι στην αλυσίδα αυτής της ατιμωρησίας μεγάλη ευθύνη έχουν και τα ποινικά δικαστήρια. Είναι μακρύς ο κατάλογος των κειμένων, των αποφάσεων, των συστάσεων, των εκθέσεων, διεθνών και ευρωπαϊκών οργάνων σχετικά με το ζήτημα αυτό, το οποίο η ελληνική πολιτεία αρνείται πεισματικά να θεραπεύσει. Θα μπορούσα να αναφερθώ σε σωρεία εκθέσεων και άλλων διεθνών οργάνων, σε συστάσεις από όλους ανεξαιρέτως τους Ευρωπαίους Επιτρόπους για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, στα πορίσματα του Συνηγόρου του Πολίτη, διαχρονικά, αλλά και στην πρόσφατη έκθεσή του, ασκώντας πλέον την αρμοδιότητά του ως Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αστυνομικών Αυθαιρεσίας, που συστάθηκε το 2016. Όλα καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα: ότι ο δικαστικός μηχανισμός στην Ελλάδα υποθάλπει την ατιμωρησία. Φοβάμαι, ότι η πρόταση του κ. Εισαγγελέα ανοίγει την πόρτα σε άλλο ένα επεισόδιο ποινικής ατιμωρησίας. Με τη διαφορά ότι αυτή φορά έχετε μια ΕΔΕ, η οποία προτείνει παραπομπή σε πειθαρχικό συμβούλιο με το ερώτημα της αυστηρότερης πειθαρχικής τιμώρησης σε βάρος των κατηγορουμένων και ένα βιντεοληπτικό υλικό το οποίο έχει δει όλη η χώρα και όχι μόνο, για να μην αναφερθώ σε διεθνείς οργανώσεις όπως η Διεθνής Αμνηστία, η οποία ακριβώς για τον λόγο αυτό δίνει το παρών όλους αυτούς τους μήνες στη δικαστική αίθουσα και παρακολουθεί από την αρχή τη διαδικασία.
Θέτω συνεπώς το εξής ερώτημα προς το δικαστήριό σας: πώς θα προσπεράσετε το πόρισμα της ΕΔΕ, το οποίο υπογράφει ένας Ταξίαρχος, εγκρίνει άλλος ένας Ταξίαρχος και εντέλει εκδίδεται Απόφαση του Υποστράτηγου Γενικού Αστυνομικού Δ/ντη στη ΓΑΔΑ; Τι θα πείτε; Τα αδιανόητα που εισέφερε εδώ η υπεράσπιση, ότι δηλαδή ο ένας εξ αυτών δεν έχει τα σωστά πολιτικά φρονήματα; Θα πείτε ότι δύο ταξίαρχοι και ένας υποστράτηγος, και δη ο ΓΑΔΑρχης δεν γνωρίζουν τους κανόνες της χειροπέδησης και το εγχειρίδιο αυτοάμυνας; Διαβάζω από το πόρισμα της Αστυνομίας: «Η χειροπέδηση του υπόπτου σε όρθια, γονυπετή ή πρηνηδόν θέση απαιτεί από τον αστυνομικό γνώση τεχνικής, η άγνοια της οποία μπορεί να καταστήσει δύσκολη τη χειροπέδηση, γεγονός που εντέλει προκύπτει. Βεβαίως αυτό που αποτυπώθηκε και αποδεικνύεται είναι η μη επαγγελματική κατάρτιση των αστυνομικών, με τη μη επαγγελματική προσέγγιση, τη μη επαρκή διαχείριση του περιστατικού και τη μη διατήρηση του ανέπαφου της σκηνής εγκλήματος», και συνεχίζει το πόρισμα:
«Η προσπάθεια δέσμευσης του φερόμενου δράστη προκειμένου να εξουδετερωθεί γίνεται όχι με θεμιτή μέθοδο επέμβασης αλλά άσκοπη βία. […] Αποτυπώνεται περίτρανα από τα συλλεγέντα βίντεο ότι ο δράστης μέχρι τη στιγμή βρίσκεται στο έδαφος, όντας αδύναμος και ακίνδυνος, ενώ τελικώς «εγκαταλείπει» […] Οι αστυνομικοί κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης[…] δεν κατόρθωσαν να δείξουν με τη συμπεριφορά τους σεβασμό στις κοινωνικές αξίες, με αποτέλεσμα να καταγραφεί η αρνητική εικόνα 9 αστυνομικών με φοβική και αγχώδη στάση πάνω από το αδρανοποιημένο σώμα του Ζαχαρία Κωστόπουλου». Το πόρισμα καταλήγει ότι τα πειθαρχικά παραπτώματα που τελέστηκαν αποτελούν «δημόσιο σκάνδαλο και έθιξαν σοβαρά το κύρος του Σώματος της ΕΛΑΣ». Αυτά γράφονται επί λέξει.
Από ποιον, λοιπόν, στοιχείο θα σχηματίσατε εσείς μια διαφορετική αντίληψη από τα υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΛΑΣ τα οποία πρότειναν την παραπομπή τους με το ερώτημα μάλιστα της απόταξης, δηλαδή της βαρύτερης των ποινών;
Θα βασιστείτε στις πανομοιότυπες απολογίες τους, στις οποίες σας είπαν ότι: α) έπρεπε να εξουδετερωθεί ο κίνδυνος, β) δεν ξέραμε ότι είναι θύμα, παρότι ομολογούν ότι τον είδαν αιμόφυρτο, αναίσθητο και σοβαρά τραυματισμένο και γ) προέβαλε σθεναρή αντίσταση. Ποιος τα επιβεβαίωσε αυτά; Οι λοιποί αστυνομικοί που έκαναν μαζί τους τη σύλληψη, οι οποίοι όμως το διάστημα που ήρθαν εδώ και κατέθεσαν ήταν σε άλλη ποινική διαδικασία κατηγορούμενοι και ταυτόχρονα ομοίως πειθαρχικά ελεγχόμενοι με το ερώτημα της αργίας με απόλυση..
Είναι αυτοί αξιόπιστοι μάρτυρες; Αυτοί έλκουν το ίδιο συμφέρον. Ποιος ήρθε λοιπόν από την αστυνομία, να κάνει ενώπιόν σας να δώσει μια κατάθεση αντικειμενική και αξιόπιστη; Κάποιος από αυτούς που συνέταξαν τα εγχειρίδια της αυτοάμυνας. Κανείς. Ποιος ήρθε να σας πει, με τρόπο εμπεριστατωμένο και αιτιολογημένο, ότι αυτά που γράφει το πόρισμα είναι αστήρικτα; Κανείς. Και δεν μπορείτε να στηριχτείτε στον κ. Λαγουδάκο ο οποίος είναι προιστάμενος, και επιτρέψτε μου να πω ότι οι περισσότερες καταδίκες έχουν επιβληθεί στην Ελλάδα ακριβώς γιατί ελέγχονται από πρόσωπα που δεν είναι αμερόληπτα.
Αντιθέτως, έχετε την κατάθεση του τεχνικού συμβούλου Τσαντίρη, ο οποίος σας είπε ότι σε ερώτηση της κας προέδρου εάν έπαιξε ρόλο η στάση του (πρηνηδόν κλπ) απάντησε ότι «παίζει ρόλο να μην τον καθηλώσεις». Έχετε την κατάθεση της γιατρού κ. Τοσονίδου η οποία σε ερώτηση εάν ο τρόπος χειροπέδησης επιβάρυνε την υγεία του, απάντησε χωρίς κανέναν δισταγμό «απολύτως». Έχετε την κατάθεση ενώπιον σας της κ. Βαρβία, η οποία έχει μελετήσει ώρες το ψηφιακό υλικό, η οποία λέει «στις 2:54:26 τον κλωτσάει κάποιος στα πισινά του. Την ίδια στιγμή κάποιος ακούγεται να λέει ”τράβα του τα πόδια”. Την ίδια στιγμή, 2:54:27 του σηκώνουν τα πόδια και το κεφάλι του σέρνεται στο πάτωμα, 2:54:50 του έχουν αποδεσμεύσει το χέρι και φαίνεται εντελώς άψυχο.» Και στη συνέχεια η ίδια μάρτυρας επιμένει «είναι πολύ κοντινό και ευκρινές το πλάνο στο άψυχο χέρι του Ζακ […] κάνει μια κίνηση το αριστερό χέρι που είναι τελείως βαρύ […] δεν φαίνεται να αντιδράει από ένα σημείο και μετά […] δεν ξέρω αν βρίσκεται στη ζωή […]».
Τα ίδια καταθέτει και ο κ. Καραθανάσης, ψηφιακός εμπειρογνώμονας, ο οποίος ομοίως έχει μελετήσει το υλικό καρέ-καρέ. Σε ερώτηση αν κατά τη διάρκεια της σύλληψης βλέπει έναν άνθρωπο να αντιστέκεται και να παλεύει, η απάντηση είναι «εγώ από το σημείο που είναι αιμόφυρτος δεν έχει δει έναν άνθρωπο καταρχήν με φυσική δύναμη για να οδηγηθεί σε συνθήκες πάλης. Έκτοτε δεν έχω δει καμία αντίστασή του, δεν έχει δύναμη να ξεφύγει […] δεν έχω δει κίνηση που να δείχνει ούτε αντίσταση ούτε επίθεση». Τα αυτά λέει και ο αυτόπτης μάρτυρας Τ. «Να το πω καθαρά. Ήταν τελειωμένο, με την έννοια ότι όταν έπεσε και ξάπλωσε στο οδόστρωμα και παραδόθηκε, δεν υπήρχε καμία αντίσταση προς τους αστυνομικούς». Ο διασώστης του ΕΚΑΒ ο κ. Τ.Ε. σε ερώτηση που του κάνατε αν κατά την ακινητοποίησή του από τους αστυνομικούς ο θανών ήταν ημιλιπόθυμος ή έκανε αντίσταση η απάντηση ήταν ότι «ήταν ημιλιπόθυμος», ακόμα και ο τότε προϊστάμενος του ΕΚΑΒ, ο οποίος μετέβη στο σημείο γιατί αντιλήφθηκε ότι πρόκειται για κάτι σοβαρό, στη συνέχεια έκατσε να πιει τον καφε του. Ακόμα και αυτός σάς κατέθεσε «φώναξα κάποια στιγμή ότι έχει γίνει μπλε […] είναι ένδειξη υποξίας». Αυτά όμως όλα, ότι δηλαδή ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος ήταν πλέον εντελώς ακίνδυνος, αδύναμος και ημιθανής, εκτός του ότι περιλαμβάνονται ως παραδοχές και στο ίδιο το βούλευμα, μπορείτε να τα διαπιστώσετε και οι ίδιοι αδιαμεσολάβητα, βλέποντας το σχετικό ψηφιακό υλικό με προσοχή: Ο άνθρωπος αυτός, όχι απλώς δεν αντιστέκεται, ενεργητικά, σθεναρά ή παθητικά, αλλά πράγματι η μόνη κίνηση του σώματός του είναι αυτή που προκαλείται από την επενέργεια σχεδόν 9 αστυνομικών επί του σώματός του. Δεν υπάρχει αυτόνομη κίνηση, δεν υπάρχει καμία ένδειξη δύναμης ή κινητικότητας. Ο θανών παθαίνει υποξία ενόσω χειροπεδείται, ο άνθρωπος γίνεται κυανωτικός κατά τη διάρκεια της χειροπέδησης κι αυτό είναι εμφανές. Πώς λοιπόν περιγράφουμε εδώ ότι κάνει αντίσταση ένας άνθρωπος που οριακά αναπνέει και βεβαίως ελάχιστα λεπτά μετά πεθαίνει; Τι σημαίνει ότι δεν υπάκουε στις εντολές ο ημιθανής; Είναι ποτέ δυνατόν το δικαστήριό σας να κάνει τέτοιες παραδοχές, πέρα από κάθε έννοια κοινωνικής εμπειρίας και λογικής, θα πείτε ότι αντιστέκονται οι νεκροί;
Επιτρέψτε μου επίσης να αναφερθώ στα περίφημα εγχειρίδια αστυνομικής προστασίας και αυτοάμυνας, στα οποία πολλάκις έχει αναφερθεί η υπεράσπιση των αστυνομικών. Τι μας λένε λοιπόν οι κανόνες αυτοί; Ότι «οι παράγοντες που επηρεάζουν τη χρήση δύναμης-βίας και την επιλογή του μέσου ελέγχου είναι: ηλικία, σωματική διάπλαση, επίπεδο επιδεξιότητας, η φυσική κατάσταση, η φυσική θέση, περιβάλλον, αριθμητική υπεροχή». Βάζουν δηλαδή κριτήρια στο εγχειρίδιο τους, δεν λένε «ορμάτε αδιακρίτως». Είδατε εσείς οι άνθρωποι αυτοί να αξιολογούν έστω και ένα από τα κριτήρια αυτά; Συνεχίζω. «Ότι ο κίνδυνος εμφανίζεται αιφνίδια, απρόοπτα και απροσδόκητα μπροστά στον αστυνομικό και γι΄αυτό πρέπει να χρησιμοποιεί το μυαλό του και να κάνει σωστό σχεδιασμό». Ο αιφνιδιασμός συνεπώς, όπως και το γεγονός ότι τα περιστατικά αυτά συμβαίνουν σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, είναι εγγενές στοιχείο στη δουλειά του αστυνομικού. Δεν υπάρχει συμβάν το οποίο να εξελίσσεται σε αργή κίνηση. Τα γρήγορα αντανακλαστικά, η δυνατότητα ταχείας επέμβασης και η γρήγορη αξιολόγηση τόσο του πεδίου όσο και του κινδύνου είναι συστατικό στοιχείο των καθηκόντων των αστυνομικών οργάνων, ιδίως δε αυτών που είναι μάχιμοι και αυτό επισημαίνεται εμφατικά και στα εγχειρίδια αυτοάμυνας. Ως εκ τούτου, οι επαναλαμβανόμενοι ισχυρισμοί ότι δεν είχαν επαρκή χρόνο να αντιδράσουν είναι ψευδείς, αφενός γιατί είναι στα καθήκοντά τους να σταθμίζουν γρήγορα τις καταστάσεις, αφετέρου στο σημείο είναι τουλάχιστον 5 λεπτά, χρόνος υπεραρκετός για να αξιολογήσουν την κατάσταση και να δουν έναν άνθρωπο εμφανώς τραυματισμένο.
-Το ΠΔ 254/2004 ορίζει ότι στο άρθρο 2 για τη συμπεριφορά πολιτών κατά τη σύλληψη ότι «χρησιμοποιεί την απολύτως αναγκαία βία και δεσμεύει τον συλληφθέντα μόνο όταν αντιδρά βίαια ή είναι ύποπτος φυγής»
-Το άρθρο 278 ΚΠΔ ορίζει ότι τα αρμόδια για τη σύλληψη όργανα δεν πρέπει να μεταχειρίζονται βία παρά μόνο αν υπάρχει ανάγκη και δεν επιτρέπεται να τον δεσμεύουν παρά μόνο όταν ο συλλαμβανόμενος αντιστέκεται ή είναι ύποπτος φυγής.
-Το άρθρο 120 πδ 191 ορίζει ότι οφείλουν να τον δεσμεύουν μόνο όταν αντιδρά βίαια ή είναι ύποπτος φυγής.
Άρα, λοιπόν, η σύλληψη ενός προσώπου δεν συνεπάγεται αυτοδικαίως όπως ισχυρίζονται οι κατηγορούμενοι, και τη χειροπέδηση αλλά η δέσμευση γίνεται μόνο εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, οι οποίες εδώ εμφανώς ελλείπουν. Πώς θα κάνετε αποδεκτό τον ισχυρισμό των κατηγορουμένων περί επικινδυνότητας του θανόντος επειδή κρατούσε το τζάμι, όταν αυτός εμφανώς παραπαίει αιμόφυρτος είναι εμφανώς τραυματισμένος, χωρίς να πλησιάζει κανέναν επιθετικά; Δεν είναι παράδοξο που παρέμειναν να παρακολουθούν το επεισόδιο τόσοι άνθρωποι; Δεν έφυγε κανείς, σε όλη τη διάρκεια είναι τουλάχιστον 50 άνθρωποι, ακούσαμε και 60. Εάν ήταν πράγματι επικίνδυνος, θα είχαν εξαφανιστεί όλοι, όπως γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν κάθεται κανείς να περιμένει να μαχαιρωθεί. Σε κάθε πάντως περίπτωση ακόμα και εάν υποτεθεί ότι πράγματι ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος, αιμόφυρτος, χτυπημένος και παραπαίων, συνιστούσε κίνδυνο, επειδή κρατούσε το τζάμι εννοώ, ο κίνδυνος αυτός έληξε με το που έπεσε στο πεζοδρόμιο και ο άνθρωπος αυτός κατ’ουσίαν δεν ξανακουνήθηκε ποτέ. Οι προϋποθέσεις συνεπώς της χειροπέδησης όχι μόνο εξέλιπαν, αλλά είχαν υπό την εξουσία τους ένα πρόσωπο εμφανέστατα χτυπημένο και τραυματισμένο, γεμάτο αίματα και δεν νομίζω ότι δεν μπορεί κανείς να κάνει τη στοιχειώδη εκτίμηση ότι το πρόσωπο έχρηζε ιατρικής βοήθειας και όχι σύλληψης, χρειάζεται να έχει μαζί του εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό.
Κυρία Πρόεδρε, θα κάνω στο σημείο αυτό μια παρέκβαση: Έχει πολύ μεγάλο νομικό ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς τί αποφάσισαν τα αμερικάνικα δικαστήρια στην υπόθεση Τζ. Φλόυντ. Το αξιοσημείωτο δεν είναι η ποινή κάθειρξης 22.5 ετών που επέβαλαν στον αστυνομικό που πίεζε τον Φλόυντ στο δρόμο επί 9’ ισχυριζόμενος στο δικαστήριο ότι «ο ύποπτος αντιστεκόταν». Το πολύ ενδιαφέρον είναι ότι το δικαστήριο καταλόγισε βαρύτατες ποινικές ευθύνες στους άλλους 3 αστυνομικούς, και βαριές ποινές, οι οποίοι δεν έκαναν απολύτως τίποτα, ακριβώς επειδή δεν έκαναν απολύτως τίποτα, δηλαδή αφενός να διακόψουν τη δράση του συναδέλφου τους και αφετέρου για να παράσχουν ιατρική βοήθεια στον Φλόυντ. Ξέρετε ποιός ήταν ο υπερασπιστικός τους ισχυρισμός; Ότι δεν μπορούσαν ούτε να γνωρίζουν ούτε να εκτιμήσουν την κατάσταση της υγείας του. Με δεδομένες συνεπώς όλες τις ανωτέρω επισημάνσεις και διαπιστώσεις, δεν αντιλαμβάνομαι την εισαγγελική πρόταση όταν λέει ότι «οι αστυνομικοί δεν γνώριζαν ούτε μπορούσαν γνωρίζουν για την ψυχική κατάσταση του θανόντος ή την κατάσταση της υγείας του». Κυρία Πρόεδρε, δεν μπορούμε διαρκώς να υποτιμάμε τα αστυνομικά όργανα και να τα υποβιβάζουμε σε μια θέση άβουλων υποκειμένων που δρουν χωρίς να σκέφτονται, χωρίς να κρίνουν, χωρίς να σταθμίζουν, χωρίς να αξιολογούν και μάλιστα να εμπεδώνουμε τη θέση ότι δεν έχουμε καν τέτοια αξίωση από αυτούς.
Δεν είναι ούτε παιδιά, ούτε σε κάποια νοσηρή διατάραξη των λειτουργιών τους για να μην τους αναγνωρίζουμε και να μην τους καταλογίζουμε ποτέ καμία ευθύνη. Δεν νοείται αστυνομία σε ένα κράτος δικαίου, η οποία να μην λογοδοτεί ποτέ και σε κανέναν. Και δεν νοείται εξαίρεση από την συνταγματικά κατοχυρωμένη ισότητα απέναντι στο νόμο μιας κατηγορίας προσώπων, και μάλιστα αυτής που ασκούν έννομη βία.
Έρχομαι λοιπόν στον κανόνα δικαίου: Πιστεύω ότι από την ακροαματική διαδικασία, και σταχυολόγησα κάποια κρίσιμα στοιχεία και αποδείξεις επιβεβαιώθηκε πλήρως τουλάχιστον το βούλευμα όσον αφορά την υπαγωγή στο αδίκημα θανατηφόρας σωματικής βλάβης. Το αδίκημα αυτό στοιχειοθετείται ακόμα κι αν η σωματική βλάβη δεν ήταν καθεαυτή θανατηφόρα, αν όμως αυτή ήταν η αιτία περαιτέρω δυσμενούς εξέλιξης και θανάτου του θύματος, με την προϋπόθεση ότι μπορεί να αποδοθεί σε αμέλειά του. Χρήζει δε ιδιαίτερης προσοχής ο αιτιώδης σύνδεσμος στις περιπτώσεις όπου το αποτέλεσμα φαίνεται να αποχωρίζεται από την πράξη της σωματικής βλάβης, είναι όμως συνέπειά της, αφού η ενέργεια ή παράλειψη του δράστη κινητοποίησε ή επέτεινε όπως εν προκειμένω την αιτιώδη διαδρομή, και γενικά, όταν το αποτέλεσμα οφείλεται στον ειδικό κίνδυνο της διακινδύνευσης που ενυπάρχει στην πράξη της σωματικής βλάβης με τις συνθήκες που τελείται. Αναφορικά δε με τη σωματική βλάβη, επιτρέψτε να σας διαβάσω ένα μικρό απόσπασμα από το Ποινικό Δίκαιο του Ν. Ανδρουλάκη, το οποίο νομίζω ότι απαντάει και στον προβληματισμό που θα έχετε, σχετικά με το τί σημαίνει να μην αποτυπώνεται πάνω στο σώμα, άρα και στα ιατροδικαστικά ευρήματα, η επενέργεια του δράστη. Γράφει ο Ανδρουλάκης: «Η σωματική βλάβη, ως έγκλημα γειτνιάζον άμεσα, πραγματικά και αξιολογικά προς την ανθρωποκτονία, δεν δύναται να εξαντλείται στην επενέργεια επί της επιφάνειας απλώς του ανθρωπίνου σώματος, αλλά εισχωρεί στην «όπισθεν» αυτής κείμενη ουσία της φυσικής ανθρώπινης ύπαρξης. Όπισθεν δε της επιφάνειας του ανθρωπίνου σώματος, βρίσκεται η υγεία, η οποία και συνιστά όντως το αληθές και μόνο νομικό αντικείμενο (έννομο αγαθό) της σωματικής βλάβης. Η υγεία δεν είναι απλώς κάποια πραγματική κατάσταση αδιατάρακτης συλλειτουργίας των απλών οργάνων, αλλά από μόνη της αξία, το ύψιστο των αγαθών μετά τη ζωή. Ο,τι αντιβαίνει συνεπώς το πλέγμα κανόνων που κατατείνουν στη διασφάλιση της υγείας, την βλάπτουν».
Ως εκ τούτου, είτε αποτυπώνονται στην ιατροδικαστική έκθεση, είτε όχι οι επενέργειες επί του σώματος του θανόντος, η πίεση την οποία δέχτηκε, τα τραβήγματα, το σύρσιμο πάνω στο πεζοδρόμιο, η πρημηδόν θέση και η καθήλωση μπρούμυτα ενός σοβαρά τραυματία που δεν μπορούσε να αναπνεύσει, όλα αυτά τα στοιχεία, δεν μπορείτε να τα αξιολογήσετε ως ποινικά αδιάφορα γιατί συνέβαλαν στο θάνατο του θανόντος, επιτείνοντας την υποξία του και επιτείνοντας την θανάτωσή του η οποία και πράγματι επήλθε.
Σε κάθε περίπτωση κα πρόεδρε, ακόμα και εάν το δικαστήριό σας δεν κρίνει ότι τελέστηκε το αδίκημα της θανατηφόρας σωματικής βλάβης, θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι τελέστηκε αυτό της επικίνδυνης σωματικής βλάβης: Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος θεμελιώδη σημασία έχει ο επικίνδυνος τρόπος τέλεσης της σωματικής βλάβης, που είναι ζήτημα πραγματικό και αντικειμενικό, καθώς είναι έγκλημα συγκεκριμένης διακινδύνευσης. Αυτό που αξιολογείται είναι όχι το επελθόν αποτέλεσμα αλλά ο τρόπος επενέργειας και οι συνολικές περιστάσεις.
Επισημαίνω ότι σωματική κάκωση είναι και ανάρμοστη μεταχείριση που βλάπτει τη σωματική ευεξία ή ακεραιότητα, βλάβη δε της υγείας είναι η πρόκληση ή επίταση μιας ακόμη και παροδικής παθολογικής κατάστασης, νοείται δε ως βλάβη της υγείας ακόμα και η πνευματική ή ψυχική, καθώς και η διατήρηση ή επιδείνωση των πόνων.
Ο δόλος περιλαμβάνει γνώση και θέληση πρόκλησης σωματικής βλάβης ή κάκωσης της υγείας και των περιστάσεων από τις οποίες αντικειμενικά προκύπτει κίνδυνος ζωής, δηλαδή στον δόλο περιλαμβάνεται και η πιθανότητα επέλευσης του αποτελέσματος, δηλαδή η γνώση της αφηρημένης δυνατότητας κινδύνου ζωής, αρκεί δε και ο ενδεχόμενος δόλος. Φρονώ, συνεπώς, ότι είτε με τη μορφή της θανατηφόρας σωματικής βλάβης είτε της επικίνδυνης, θα πρέπει να κρίνετε ποινικά υπόλογους τους κατηγορούμενους αστυνομικούς και να τους καταδικάσετε. Με βάση το αποδεικτικό υλικό που έχετε στα χέρια σας και τον κανόνα της ηθικής απόδειξης, δεν μπορείτε παρά να κρίνετε ότι η σύλληψη και χειροπέδηση του Ζαχαρία Κωστόπουλου και ο τρόπος που η αστυνομία μεταχειρίστηκε τον ήδη βαριά τραυματία όταν τον έθεσε υπό την εξουσία της επέτεινε τον κίνδυνο θανάτου του, συνιστούσε άσκοπη και δυσανάλογη βία, και ως εκ τούτου συνιστά ποινικά κολάσιμη πράξη.
Κυρία πρόεδρε, κλείνω. Η οικογένεια του Ζαχαρία Κωστόπουλου δεν πήγε να πάρει εκδίκηση, αλλά απευθύνθηκε σε εσάς που είστε ο φυσικός της δικαστής και με τρομερή αξιοπρέπεια υπέμεινε όλα αυτά χρόνια εντός και εκτός της αίθουσας τις πολλαπλές δολοφονίες του παιδιού και αδερφού της. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων, ιδίως σε εμβληματικές υποθέσεις σαν αυτήν, εγγράφονται στην κοινωνική συνείδηση με τρόπο μοναδικό και βάζουν τη σφραγίδα τους με τρόπο ανεξίτηλο. Με την απόφασή σας δεν θα ρυθμίσετε απλώς μια κατάσταση, αλλά θα δώσετε θέλοντας και μη ένα σήμα, ένα μήνυμα που θα παράξει πολλαπλά αποτελέσματα μέσα στο κοινωνικό σύνολο.
Και το σήμα που πρέπει να δώσει το δικαστήριο σας είναι ότι δεν υπάρχει ανοχή στην αστυνομική βία, δεν υπάρχει ανοχή απέναντι στη βαριά αντικοινωνική βία. Η ελληνική κοινωνία και ελληνική Πολιτεία έχει πληρώσει βαρύ τίμημα από την αδράνεια του κρατικού μηχανισμού να επέμβει εγκαίρως και να τιμωρήσει χωρίς αμφιταλαντεύσεις και υποσημειώσεις, πράξεις βίας και αναφέρομαι στην Χρυσή Αυγή. Δεν μπορούμε να κάνουμε συνέχεια το ίδιο λάθος, κυρία πρόεδρε. Το μήνυμά σας πρέπει να είναι ότι η δικαστική εξουσία είναι πράγματι ο εγγυητής και η ασπίδα προστασίας της αξιοπρέπειας των ανθρώπων, και των θεμελιωδών τους δικαιωμάτων. Το σήμα σας, το μήνυμα σας πρέπει να είναι η ασφάλεια. Και δεν υπάρχει ασφάλεια χωρίς δικαιοσύνη, δεν υπάρχει ασφάλεια με ατιμωρησία, δεν υπάρχει ασφάλεια αν ανά πάσα στιγμή είμαστε εκτεθειμένοι στο προσωπικό, κοινωνικό, πολιτικό ή ρατσιστικό ή το κοινωνικό μένος του καθενός. Δεν χρειάζεται να χαριστείτε δεν υπάρχει λόγος να χαριστείτε.Ή θα λειτουργήσετε λοιπόν ως δικλείδα ασφαλείας, όριο και τοίχος στις πάσης φύσεως αυθαιρεσίες, όπως είναι ο ρόλος σας στην οργανωμένη πολιτεία, ή θα είναι σαν να ροκανίζετε την ίδια την καρέκλα που κάθεστε. Παραφράζοντας τον Χανς Κέλσεν στο εξαιρετικό του βιβλίο του «Τί είναι δικαιοσύνη», η δικαιοσύνη, όπως και η δημοκρατία, δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της παραιτούμενη από αυτόν.
Με την απόφαση σας θα γράψετε ιστορία, το ερώτημα είναι ποιά ιστορία θέλετε να γράψετε
Πρόεδρος: Θέλετε να συνεχίσετε ή να διακόψουμε λίγο; 5-10 λεπτά
[Το δικαστήριο διέκοψε για πέντε λεπτα στις 10:20]
Παπαρρούσου: Προφανώς με βρίσκει απολύτως σύμφωνη η εξαίρετη αγόρευση της κας Παπαπαντολέων,
θα προσπαθήσω να μη σας κουράσω. Είχαμε καταγραφή των πρακτικών και μπορείτε να ανατρέξετε στα επιιμέρους σημεία με τους σχολιασμούς που έχουμε κάνει. Είναι μια πολύ σημαντική δίκη, μια πολύ σημαντική απόφαση αυτή που έχετε να κρίνετε. Έχουμε κάνει έναν κύκλο, έχουμε ξεκινήσει από εκείνο το βίντεο και ξαναγυρίζουμε πάλι στα βασικά. Έχουμε εξετάσει όλες τις πιθανές λεπτομέρειες της υπόθεσης, όλη τη δομή και τους χαρακτήρες που εμφανίζονται σε αυτή.
Θέλω να σας υπενθυμίσω ότι εδώ έγινε μια τρομερή προσπάθεια της υπεράσπισης αντιστροφής των ρόλων και καλούμαστε να ξαναέρθουμε πάλι στη βασική αρχή που είναι αυτό που βλέπουμε και αυτό που έχουμε να επεξεργαστούμε που καταλήγουν στις ίδιες βασικές παραδοχές που βλέπουνε τα μάτια μας. Πρόκειται για ένα άγριο λιντσάρισμα, για μια εξαιρετική βιαιότητα από τους κατηγορουμένους, σε έναν άνθρωπο που εγκλωβίστηκε στο κατάστημα της Γλάδστωνος, χωρίς να μπορούμε να μάθουμε την αλήθεια γιατί μπήκε εκεί, έχουμε τη μισή ιστορία, δεν γνωρίζουμε τους λόγους, αλλά έχουμε την ιστορία, έχουμε τα στοιχεία που μπορούν να κρίνουν τι έχει συμβεί και η απόφαση σας αυτή θα είναι ιστορική θα κρίνει για πολλά ζητήματα που έχουν σχέση με τον κοινωνικό κανιβαλισμό και είναι ένα θέμα κατά πόσο θα θέσει ανάχωμα σε αυτές τις συμπεριφορές, γιατί οι αποφάσεις έχουν και έναν παιδαγωγικό χαρακτήρα. Εκδίδονται στο όνομα του ελληνικού λαού, και έχουν μια σημασία, μια αυταξία με τον τρόπου που λειτουργούν παράγοντας αποτελέσματα για την ελληνική κοινωνία.
Θέλω να πω για την εισαγγελική ότι ο κ. εισαγγελέας προχώρησε σε ορισμένες ορθές παραδοχές και έχουμε πει τα ζητήματα που διαφωνούμε. Βασικό αίτημα της υπεράσπισης και της οικογένειας ήταν το αυτονόητο. Να αποδοθεί η κατηγορία. Δεν μπορεί να έχεις αυτά τα περιστατικά και να θέτεις μια κατηγορία […] αναντίστοιχη με τα πραγματικά δεδομένα και νομοτυπικά χαρακτηριστικά. Εμείς ζητούσαμε από την αρχή να μετατραπεί επιτρεπτά σε ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο. Η κατηγορία που τέθηκε ήταν θανατηφόρα σωματική βλάβη, και είναι πολύ δύσκολο να διακρίνεις όταν έχεις ένα αποτέλεμσα σαν το θάνατο. Πώς θα ξέρεις αν ο δράστης επιδίωκε το θάνατο ή αν επήλθε ένα αποτέλεσμα που δεν το επιθυμούσε; Και πράγματι εδώ η νομολογία έχει κάποιους ενδείκτες. Και έχουμε αποφάσεις όπως η 788/20 του Ζ’ ποινικού τμήματος του Αρείου Πάγου που πραγματεύεται μια υπόθεση όπου ο δράστης χτύπησε άσχημα με ένα ξύλο το θύμα, και με έναν άγριο τρόπο, αλλά τελικά το δικαστήριο καταλήγει σε μια κρίση ότι δεν είχε ανθρωποκτόνο δόλο ο δράστης, αλλά γιατί δεν είχε ανθρωποκτόνο πρόθεση; Προσπάθησε με μεταγενέστερες ενέργειες να εμποδίσει τον θάνατο, κάλεσε το ΕΚΑΒ, του έριξε νερό, κάλεσε τους δικούς του.
Επομένως από τα δεδομένα αυτά που αναλύει ο Άρειος Πάγος, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι με τις μεταγενέστερες ενέργειες δεν αποδέχτηκε το θάνατο του, αλλά ήθελε με κάθε τρόπο να άρει το αποτέλεσμα των ενεργειών, και καταδικάζεται εδώ με βαριά σκοπούμενη βλάβη. Με τη διαπίστωση ότι ο κατηγορούμενος δεν ήθελε το θέμα να θανατωθεί, αλλά ήθελε τη βαριά σωματική του βλάβη. Σκεφτείτε αυτό σε σχέση με τη δική μας την υπόθεση. Οι κατηγορούμενοι με κανένα τρόπο δεν προσπάθησαν να άρουν τις συνέπειες των πράξεών τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κοσμηματοπώλης σκούπιζε το κατάστημα, παραπλανούσε τις αρχές, έδινε συνεντευξεις αποκρύπτοντας την πραγματικότητα. Ο δε έτερος έγραφε στο twitter, σχολίαζε κατά το διάστημα που ήταν ασύλληπτος. Δεν έδωσαν καμία βοήθεια απέκρυπταν τα πραγματικά χαρακτηριστικά και προφανώς δεν έκαναν καμία προσπάθεια να άρουν τις συνέπειες των πράξεων τους.
Χαρακτηριστική υπόθεση είναι του Χέντερσον που εδάρη ανηλεώς σε ένα μπαρ της Ζακύνθου, τον σκότωσαν και αυτόν στο ξύλο κυριολεκτικά.Εδώ η κατηγορία ήταν εξαρχής ανθρωποκτονία από πρόθεση. Καταδικάστηκαν για βαριά σκοπούμενη, όμως ο εισαγγελέας αμέσως μόλις είδε την υπόθεση έκανε έφεση με το εξής σκεπτικό: «Προέκυψε οτι το θύμα υπέστη έναν ανηλεή ξυλοδαρμό που προσομοιάζει με το λεγόμενο λιντσάρισμα στο τέλος της καταδίωξης αν δεν κατάφερνε να ξεφύγει θα ήταν με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο νεκρός».
Μάλιστα επισημαίνει αν οι δράστες ήθελαν μόνο […] δεν θα τον χτυπούσαν στο κεφάλι. Σύμφωνα με την κατάθεση της Αγγ. Τσιόλα της ιατροδικαστού, προέκυψε ότι τα περισσότερα χτυπήματα ήταν στο κεφάλι. Όταν δε στοχοποιείται η συγκεκριμένη περιοχή της κεφαλής είναι πέραν πάσης αμφιβολίας σαφές ότι μπορεί να επέλθει ο θάνατος. Συνεπώς ήταν απολύτως σαφές ότι οι δράστες επεδίωξαν το θάνατο. Επίσης δεν παραλείπει ο εισαγγελέας αναναφερθεί και στη στάση των κατηγορουμένων μετά τον ξυλοδαρμό. Αφού εγκατέλειψαν το θύμα αιμόφυρτο, αδιαφορώντας για το τι είχε συμβεί, με κρύο αίμα χωρίς κανείς να ενδιαφερθεί για την πορεία της υγείας του, η δίκη αυτή εξετάζεται σε δεύτερο βαθμό ενώπιον του ΜΟΔ και δεν έχουμε ακόμη απόφαση. Περαιτέρω σε σχέση με το ρατσιστικό κίνητρο θα ήθελα να σημειώσω ότι η μεταβολή της κατηγορίας είναι απολύτως επιτρεπτή από το δικαστήριο σας […] αυτό είναι πιο τεχνικό ζήτημα και θα το εξηγήσει η κα πρόεδρος στους ενόρκους. Τι είναι αυτό το ρατσιστικό κίνητρο που η εισαγγελέας του Α.Π. Ξένη Δημητρίου ζήτησε να διερευνηθεί, περιγράφεται στο άρθρο 82α ΠΚ. «Εάν έχει τελεστεί έγκλημα κατά παθόντος, η επιλογή του οποίου έγινε λόγω των χαρακτηριστικών φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκείας, αναπηρίας, γενετήσιου προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου, το πλαίσιο ποινής διαμορφώνεται ως εξής:
α) Στην περίπτωση πλημμελήματος, που τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα έτος, το ελάχιστο όριο της ποινής αυξάνεται κατά έξι μήνες. Στις λοιπές περιπτώσεις πλημμελημάτων, το ελάχιστο όριο αυτής αυξάνεται κατά ένα έτος.β) Στην περίπτωση κακουργήματος το ελάχιστο όριο ποινής αυξάνεται κατά δύο έτη. Έχουμε εδώ πέρα ένα έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά; Γιατί τόσο μίσος κατά του Κωστόπουλου; Γιατί τέτοια οργή; Και αυτά είναι πράγματα που κατέθεσαν εδώ όλοι οι μάρτυρες.
Ο μάρτυρας Κ.Α. είδε τον Ζαχαρία Κωστόπουλο ταραγμένο έξω από τον «Βενέτη» με άλλα τρία άτομα. Ύστερα άκουσε σπασμένα τζάμια και φωνές, ενώ στη συνέχεια είδε τους αστυνομικούς επάνω του. Ο μάρτυρας πρόσθεσε ότι μετά το τέλος των γεγονότων οι αστυνομικοί ζήτησαν οινόπνευμα και ένα από αυτούς είπε τη λέξη «πουσταράς ή κάτι τέτοιο».
Η μάρτυρας Τοσονίδου σε ερώτηση «τι ασθενείς έχετε δει να φτάνουν στο νοσκομομείο χειροπεδημένοι;» η απάντηση ήταν «μετανάστες και τοξικοεξαρτημένοι», δηλαδή είδαμε στερεοτυπική ρατσιστική συμπεριφορά. Ο μάρτ. Τ.: «είδα οργή. Δεν ξέρω αν ήταν κάτι προσωπικό, αλλά είδα μίσος». Ο μάρτ. Χριστόπουλος: «το έγκλημα αυτό στα δικά μου μάτια είναι η επιτομή του ρατσιστικού, όπου ο θύτης στρέφεται εναντίον του θύματος όχι γιατί έχει προηγούμενα αλλά γιατί συμπυκνώνει αυτό που αποστρέφεται.
Η κα. Λ.Δ., συνταξιούχος αστυνομικός: «Ήθελαν να τον τιμωρήσουν». Οι μαρτυρες Λούκα και Σταμέλλος ανέφεραν ότι με βάση της εμφάνισή τους θα μπορούσαν να καταλάβουν τον προσανατολισμό του. Με βάση την εισαγγελική «η δράση των κατηγορουμένων ενέχει στοιχεία τιμωρητικής διάθεσης και δεν είναι κοινωνικά αποδεκτή». Ο Κωστόπουλος ουδέποτε επιτέθηκε σε κάποιον από τους κατηγορούμενους, αντιθέτως εκείνοι είναι που του επιτέθηκαν. Αυτή η τιμωρητική διάθεση είναι που πρέπει να αναλύσουμε. Κατά ένα σκέλος πηγαίνει στην ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο κατά μια άλλη ανάγνωση συγκροτεί ακριβώς αυτό το ρατσιστικό κίνητρο.
Από τη στιγμή που σύμφωνα με την εισαγγελική πρόταση οι δράστες γνώριζαν ότι ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος δεν ήταν εκεί για να ληστέψει, αυτή η ασυγκράτητη οργή αυτό το απύθμενο μίσος, έχει μια άλλη βάση ξεκινάει από κάπου αλλού, είναι αυτό που λέει ο κ. Χριστόπουλος, ότι «στερεοτυπικά προσεγγίζουν το θύμα, είναι ένα πρεζόνι, ένας κλέφτης, μια αδερφή». Και από τις αναρτήσεις του δεύτερου κατηγορούμενου που επιχαίρει για τον τραυματισμό του Δημήτρη Μπουτάρη και λέει «έτσι γαμάνε οι Πόντιοι».
Περιστατικά που μαρτυρούν μια ομοβοφική συγκρότηση και μια συγκεκρμένη κατευθυνση ζωής, το άλλο twitter που πλέον έχει αποκηρύξει, υπάρχουν πιο σαφείς αναφορές, ταυτίζονται και με ένα ψυχογράφημα που μπορέσαμε να κάνουμε με την κατάθεσή του ενώπιον του δικαστηρίου σας. Διαφωνούμε με την πρόταση του κυρίου εισαγγελέα να απαλλαγούν οι αστυνομικοί.
Θα αποτελέσει μια τέτοια απόφαση μια διαιώνιση της ατιμωρησίας,
Εδώ λιγάκι θα επαναληφθώ σε σχέση με όσα ορθά είπε η συνάδελφος μου και θα αναφερθώ στην πορισμάτικη έκθεση:
Ο άλλος αστυνομικός ο οποίος έκρινε ορθά, είναι ο κ. Αντωνιάδης, αυτός σύμφωνα με την υπεράσπιση τα λέει καλά. Λέει ο κ. Αντωνιάδης: «[…] Δεν υπήρξε από τους αστυνομικούς η δυνατότητα εκτίμησης της σωματικής υγείας του συλληφθέντος. […] Όλοι καταθέτουν ότι όταν έφτασαν στο σημείο είδαν έναν τραυματία».
Επίσης ο κ. Αντωνιάδης δεν μπαίνει στον κόπο να μιλήσει για αντίσταση. Ο κ. Ρουσάκος κατηγορείται ότι δεν διατήρησε τον τόπο ανέπαφο και αυτή είναι μια παθογένεια αυτής της δικογραφίας. Άλλη δικογραφία θα είχαμε αν δεν είχε κυκλοφορήσει το βίντεο και άλλη έχουμε τώρα. Υπήρχε μία πλήρης συγκάλυψη από την πρώτη στιγμή. Επρόκειτο για μια δολοφονία με την οποία δεν ήθελε να ασχοληθεί η αστυνομία σε πρώτο στάδιο. Ο κ. Ρουσάκος κατηγορείται ότι δεν διατήρησε το χώρο ανέπαφο και ότι τον έπληξε με λάκτισμα.
Ο Αλεξανδρής ότι πάτησε παρατεταμένα την κλείδωση του δεξιού ποδιού. Όταν ο δράστης ήταν ήδη ακινητοποιημένος προκαλώντας του σωματική βλάβη. Επιπλέον ως πρώτος προστρέξας δεν μερίμνησε για την διαφύλαξη του χώρου.
Ο Σεφέρης ότι τον λάκτισε στο δεξί του πόδι […], ο Τσομπάνης ότι τον έπληξε το χέρι, προκαλώντας του σωματική βλάβη δεδομένου ότι ήταν ήδη αδρανοποιημένος» και παρατίθενται οι παραβάσεις των άρθρων που έχουν τελέσει. Στο πόρισμα και στη σελ. 22 αναφέρεται ότι «[…] τα τελεσθέντα πειθαρχικά παραπτώματα προκάλεσαν δημόσιο σκάνδαλο και προκάλεσαν άσχημη εικόνα για την ΕΛΑΣ». Αυτά υπογράφονται από τους κυρίους Μακρόπουλο Κωνσταντίνο, ταξίαρχο και την παραπομπή προτείνει και ο κ. Ανδρέας Βασιλόπουλος, υποστράτηγος.
Από το απόσπασμα των απομαγνητοφωνημένων συνομιλιών έχουμε τα εξής: «Ψυχραιμία και χωρίς περιττές ενέργειες», «Κέντρο, το άτομο βαριά τραυματισμένο,
το άτομο είναι κρατούμενος». Συνομιλία ομάδας ΔΙΑΣ 502: «έχουν τρέξει αίματα πάνω του». Από τα δεδομένα αυτά ο κ. Αντωνιάδης επισημαίνει ότι ήταν μικρός ο χρόνος και δεν είχαν καταλάβει την κατάσταση που ήταν ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος. Από αυτά τα δεδομένα έστω και αν πιστέψουμε για κάποιο λόγο ότι οι αστυνομικοί βλέπουν και δεν καταλαβαίνουν, έχουμε τις καταγεγραμμένες συνομιλίες από όπου προκύπτει η απόλυτη γνώση της κατάστασης της υγείας του Ζαχαρία Κωστόπουλου.
Έχει εκδοθεί και ένα βούλευμα, κα. πρόεδρε, και είναι αυτό που κρίνει την ευθύνη του ΕΚΑΒίτη και των λοιπών αστυνομικών.
Εξετάστηκε αυτή η υπόθεση εκ νέου και απαλλάσσει το βούλευμα τους πέντε αστυνομικούς και απαλλάσσει και τον ΕΚΑΒίτη και έστω και αν διαφωνούμε πρέπει να σας παραθέσω τις παραδοχές που κανει το Συμβ. Πλημμ. Αθηνών
στη σελ 7. Κρίνει ότι «ως προς τους λοιπούς 5 αστυνομικούς προέκυψε ότι δεν είχαν ποινική ανάμειξη στην τελεσθείσα σωματική βλάβη». Εδώ, δηλαδή, θεωρεί δεδομένο ότι έχει τελεστεί η θανατηφόρα σωματική βλάβη. Ως προς τον ΕΚΑΒίτη θεωρεί ότι δεν έχει ευθύνη γιατί πλέον βρισκόταν στην ευθύνη των αστυνομικών και εδώ αισθανόμαστε μια έκπληξη. Εκτός από την εφαρμογή του εγχειριδίου αυτοάμυνας, είχανε οι αστυνομικοί κάποια άλλη υποχρέωση; Φαίνεται ότι είχαν. Αν κάποιος είναι κρατούμενος, πολλώ δε μάλλον αν είναι πληγωμένος και βαριά τραυματίας, η Αστυνομία εκτός από το να τον συλλάβει έχει την υποχρέωση και να τον περιθάλψει. Από πού πηγάζει αυτό; Από το αρ. 3 του Συντάγματος. Έτσι, λοιπόν, απαλλάσσει τον ΕΚΑΒίτη το Συμβ. Πλημ. Αθηνών και μεταφέρει όλη την ευθύνη στους εδώ κατηγορούμενους, θεωρώντας πλέον ότι ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος βρισκόταν υπό την ευθύνη των αστυνομικών. Έχει και ένα ενδιαφέρον σκεπτικό, να σας το διαβάσω: «Από τα ανωτέρω περιστατικά δεν προέκυψαν […] δυνάμει του κατηγορητηρίου […]» Ειδικότερα στον κατηγορούμενο Τ.Ε. αποδίδονται συγκεκριμένες παραλείψεις «[…] αφετέρου ότι δεν έλυσε τα δεματικά με τα οποία τον είχαν δέσει οι αστυνομικοί, ωστόσο όπως προκύπτει από τα προαναφερόμενα περιστατικά οι παραλείψεις αυτές φαίνεται να έλαβαν χώρα από την περίδεσή του από τους αστυνομικούς […] και ως προς τον χρόνο κατά τον οποίο ήρθε το ασθενοφόρο. Ο κατηγορουμενος ενημερώθηκε για τις παρακάτω ενέργειες και αναφέρει τις ενέργειες που έγιναν από τον ίδιο. Αλλά τον απαλλάσσει […] οι αστυνομικοί είχαν δέσει το θύμα πρηνηδόν με αποτέλεσμα να μην μπορούν να κοπούν τα δεματικά […] Δεν είχε τη δυνατότητα να λύσειε τα δεματικά, ενώ για να τα λύσει έπρεπε να ζητήσει και να λάβει άδεια και βοήθεια». Βλέπετε εδώ δυστυχώς, γιατί αυτό το βούλευμα εκδόθηκε μετά από διαδικασία που κινήσαμε εμείς, πως τελικά κανείς δεν έχει ευθύνη. Πώς γίνεται να μην έχει κανείς ευθύνη; Ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος βρισκόταν στα χέρια της αστυνομίας και η αστυνομία έχει και άλλες υποχρεώσεις. Έχει μια υποχρέωση να βλέπει κατ’ αρχήν, οι αστυνομικοί δεν είναι ρομπότ, έχουν τη δυνατότητα να βλέπουν και να προσαρμόζουν τις κινήσεις τους αναλογικά. Όλη αυτή η αγριότητα, όλος αυτός ο άγριος χορός της αστυνομικής αυτοάμυνας που οδήγησε στο θάνατό του, ήταν το τελευταίο καρφί που του έβαλε η αστυνομία στο σταυρό του […] Από εκεί και μετά εξέπνευσε, αμέσως μετά πέθανε. Ευτυχώς υπήρχε βιντεοληπτικό υλικό και έτσι εφευρέθηκε η αντίσταση, αντίσταση παθητική, ενεργητική… αν αυτή η βιαιότητα ερμηνεύεται ως αντίσταση […] Και το δικαστήριό σας αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να τα αντιμετωπίσει με τη δέουσα σημασία. Με την ιατροδικαστική δεν θα ασχοληθώ καθόλου. Έτσι κι αλλιώς, όλα όσα ειπώθηκαν από την υπεράσπιση φέρουν μια παραδοξολογία με την οποία δεν θα ασχοληθώ καθόλου. Μένω στις καταθέσεις και τις εκθέσεις των Καλόγρηα-Μαριαννού.
Τι αισθάνεται ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος στα χέρια των αστυνομικών; Φόβο, πόνο, απόγνωση, τρόμο, φόβο θανάτου. Αυτά είναι δεδομένα που επιβεβαίωσε η κα. Μαριαννού. Αυτά πρέπει να τα συγκρίνετε με τους υπερασπιστικούς ισχυρισμούς περί αντίστασης, ίσως, πιθανολογούμε, και μάλλον με τη λογική επεξεργασία των περιστατικών έτσι να αισθανόταν. Φοβόταν, πονούσε και πέθανε. Ένα άλλο ζήτημα που έδωσε τον τόνο από την αρχή είναι το μαχαίρι που έφερε ο κατηγορούμενος. Ήταν το μαχαίρι, εγώ δεν τον γνώριζα, δεν είχα την τύχη να τον γνωρίζω, αλλά οι φίλοι του και η οικογένεια του είπαν από την αρχή ότι αποκλείεται να κρατούσε μαχαίρι. Δείτε τι ήταν το μαχαίρι αυτό. Αυτό που εγώ πιθανολογώ σφόδρα ήταν ότι ήταν το μαχαίρι από τη Ρούμελη. [Δείχνει φωτογραφίες από μαχαίρι από τη Ρούμελη που έτρωγε ο Χορταριάς].
Δεν κρατούσε κανένα μαχαίρι μέσα στο κατάστημα, το διέγνωσε και ο κ. εισαγγελέας. Στα χέρια του βρέθηκε μετά, κάποιος του το έβαλε, ή πετάχτηκε εν πάση περιπτώσει το μαχαίρι αυτό δεν το κράτησε καθόλου ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος στα χέρια του. Οι μάρτυρες που καταθέτουν για το μαχαίρι είναι οι μάρτυρες της γειτονιάς. Ανήκουν σε αυτό το γκέτο. Καταρχήν, την πληροφορία για Ε52 τη δίνει ο άνθρωπος με το κίτρινο μπλουζάκι, με το όνομα «Τριανταφυλλίδης», ψεύτικο όνομα.
Ο άνδρας αυτός είναι σε θέση να γνωρίζει ότι δεν πρόκεται για ληστεία με μαχαίρι. Βέβαια δίνει αυτή την πληροφορία. Το μαχαίρι αυτό τι έχει και τι δεν έχει: Δεν έχει δακτυλικά ενώ θα έπρεπε να έχει, έχει βιολογικό υλικό του Κωστόπουλου. Και τι είναι αυτό το υλικό; Αίματα. Πετάχτηκε μέσα στο κοσμηματοπωλείο που υπήρχαν αίματα. Βρίσκεται βιολογικό υλικό στο μέσον της λαβής και στο μέσον της λαμας. Δεν ισχύει αυτό που είπε ο Ρουσάκος ότι είχε αίματα μόνο στη λαβή, υπήρχε και στη λάμα. Δεν ελήφη ποτέ βιολογικό υλικό από τους κατηγορουμένους. Είναι στ’ αλήθεια οι πιο ευνοημένοι που γνωρίζω. Βιολογικό υλικό ελήφθη μόνο από τον Ζαχαρία Κωστόπουλο. Επίσης αυτή η έκθεση είναι ελλιπής διότι δεν περιλαμβάνει την ανάλυση βιολογικών τόπων, αυτό τι σημαίνει; Ότι αν υπήρχε μείγμα βιολογικών υλικών αυτό θα φαινόταν. 8/10/18 έχουμε την έκθεση που πιστοποιεί ότι δε βρέθηκαν αποτυπώματα στο μαχαίρι. Έχουμε και τη δεύτερη.
Δεν ξέρουμε ποια έγινε πρώτη και ποια δεύτερη. Δε ξέρουμε τι έγινε με το μαχαίρι, αλλά ξέρουμε ότι το κράτησε ο Χορταριάς. Ο μάρτυρας Α. είπε ότι εκείνος το κλώτσησε. Θυμηθείτε και την κίνηση του Χορταριά να πιάσει τον ώμο του κοσμηματοπώλη και να πει «πρόσεξε το μαχαίρι, το έχω πετάξει μέσα και έχει τα αποτυπωματά μου». Πρέπει να πω, κυρίως για τους κ. ενόρκους, ότι το βιολογικό υλικό βρίσκεται με ποσοτικοποίηση. Δηλαδή συλλέγεται βιολογικό υικό που είναι ελάχιστο και πολλαπλασιάζεται στο εργαστήριο. Το ίδιο πράγμα συμβαίνει και με τα δακτυλικά αποτυπώματα, εδώ έχουμε και τη φωτό που φαίνεται κάποιος άνθρωπος να το κρατάει, θα έπρεπε να υπάρχουν αποτυπώματα, τα οποία εξαφανίστηκαν. Ο μάρτυρας Α.Π. είπε ότι κλώτσησε το μαχαίρι. Ο μεσίτης είπε ότι τον αφόπλισε. Κατ’ αρχήν που είχε το μαχαίρι; έχουμε εικόνα του Ζαχαρία Κωστόπουλοτ δεν είχε σάκο δεν είχε τίποτα, που το είχε; στην τσέπη του; Η κ. Λ.Δ., η συνταξιουχος αστυνομικός είπε οτι δεν υπήρχε μαχαίρι. Ο μάρτυρας Τ.Δ.: «δεν είχε τίποτα κατηγορηματικά», μάρτ. Β.: «δεν είδα να κρατάει τίποτα». Το μαχαίρι που διέτρεξε όλη την υπόθεση δίνοντας ένα χαρακτήρα, το Ε52 που άυξησε κατακόρυφα την αδρεναλίνη των αστυνομικών και έδρασαν όπως έδρασαν […] Ελλείψεις στην ανάκριση με ευθύνη της αστυνομίας. Η ιστορία είναι γνωστή. Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση του ανθρώπου με το κίτρινο μπλουζάκι, για τον οποίο η υπεράσπιση είπε «τι τον θέλετε τον άντρα με το κίτρινο μπλουζάκι, από τη στιγμή που όταν βρέθηκε και προσήλθε να καταθέσει στον ανακριτή είπε ότι βρισκόταν σε αμόκ» είναι προφανές ότι είναι πολύ σημαντικός μάρτυρας βρισκόταν από την αρχή εως το τέλος. Μάλιστα στο βούλευμα αναφέρεται ότι θα έπρεπε να κατηγορηθεί και για το αδίκημα της οπλοφορίας γιατί κρατούσε και το γκλομπ που έπεσε. Αν είναι δυνατόν να βρίσκεται σε τέτοια απόσταση και να κρατάει με τόση ευκολία το γκλομπ ενός αστυνομικού. Καταλαβαίνουμε ότι υπήρχε κάποιος λόγος που δεν είναι εδώ, ίσως να μην τα κατάφερνε καλά […] Δεν ελήφθη υλικό από τις κάμερες, δεν καταβλήθηκε καμία μέριμνα να διασφαλιστούν στοιχεία όσο ήμασταν κοντά στο γεγονός. Η αστυνομία κινητοποιήθηκε όταν εμφανίστηκε το βίντεο και ακόμα και τότε με μεγάλες ελλείψεις, όπως και σήμερα. Έχει σημασία μεγάλη και η απολογία των κατηγορουμένων.
Σε αυτήν τη δίκη αυτά τα πρακτικά είχαν πολύ μεγάλη χρησιμότητα γιατί ανατρέχουμε σε αυτά. Καταρχάς ας δούμε τι είναι αυτή η Γλάδστωνος. Είναι ένας τόπος ο οποίος λειτουργεί από εμπορικά καταστήματα, δεν έχει κατοίκους, στη συγκεκριμένη περίπτωση λειτούργησε σαν γκέτο με μάρτυρες που γνωρίζονταν μεταξύ τους και η γνώμη του καθενός προσαρμόζεται ανάλογα με το επίπεδο γνωριμίας που είχε ο καθένας με τους κατηγορουμένους. Το κατάστημα του κ. Δημόπουλου ήταν ένα παράδοξο κατάστημα κοσμημάτων που δεν ήταν ασφαλισμένο και η πόρτα του ήταν ανοιχτή. Η πόρτα εκλείνε από μέσα με τηλεκοντρόλ. Ο Κωστόπουλος δεν πήρε τίποτα από το κατάστημα και αυτή είναι μια παράδοξη πόρτα. Ο Ζαχαρίας δεν πήρε τίποτα από το κοσμηματοπωλείο. Το κατάστημα αποτελεί και τον κύριο πόλο της απολογίας του. Αναφέρεται 20 φόρες στο κατάστημα και ελάχιστες φορές στον νεκρό. Στην από 21/9/18 κατάθεση του στις 5 πριν να κυλοφορήσει το βίντεο ενώπιον του αστυνομικού Χατζόπουλου καταθέτει: «Στην προσπάθεια του δράστη να περάσει από τη σπασμένη τζαμαρία, τραυματίστηκε και ακινητοποιήθηκε από πολίτες». Την ίδια ώρα σκουπίζει το κατάστημα και δίνει συνεντεύξεις στην τηλεόραση με πανομοιότυπο τρόπο, ότι δηλαδή κάποιος μπήκε μέσα και κόπηκε. Αυτά τα περιστατικά αποτυπώνουν και τη μεταγενέστερη συμπεριφορά ως ενδείκτη του δόλου αλλά και το γεγονός της συναίσθησης που είχε πως εγκαταστάθηκε στην ψυχή του και πως το παγιοποίησε θεωρώντας ότι κανείς δεν πρόκειται να τον κατηγορήσει από τους παρευρισκόμενους. Αυτό εμπεριέχει μια σιγουριά, το να τα λες αυτά δημόσια, ότι κανένας δεν πρόκειται να καταθέσει τι πραγματικά έκανες. Υπάρχει η άλλη εκδοχή να πει ότι όχι δεν έκανε και τίποτα σπουδαίο και οι δύο εκδοχές συνηγορούν σε μια αποτύπωση της προσωπικότητας και σε μια επίρρωση της ποινικής του ευθύνης. Σε ερώτηση της προέδρου «Υπήρχε κάτι άλλο που σας επέβαλε να χτυπήσετε το κεφάλι του;» απάντησε: «ήθελα να δω αν έχει κλέψει κάτι». Σε ερώτηση για τον άνθρωπο με την κοτσίδα που του είπε «σταματήστε θα τον σκοτώσετε» είπε ότι δεν το θυμάται. Σε ερώτηση της προέδρου «Από τι είστε απογοητευμένος;» Απαντά «μου έχουν κάνει ριφιφί πριν έξι μήνες τα πήραν όλα».