των Γεωργίας Κριεμπάρδη και Θάνου Καμήλαλη
Tα εξοντωτικά ωράρια, η εργασιακή επισφάλεια, η κάλυψη επιπλέον αναγκών που προκύπτουν στα ΑΕΙ λόγω της υποχρηματοδότησης, η έντονη κινητικότητα, οι καθυστερήσεις μηνών στη μισθοδοσία και η εξάρτηση από την προκήρυξη νέων προγραμμάτων σκιαγραφούν την καθημερινότητα της πλειοψηφίας των εργαζομένων στην Έρευνα & Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Εδώ και έναν χρόνο, εργαζόμενες και εργαζόμενοι έχουν συστήσει το Πανελλαδικό τους Σωματείο και την περασμένη εβδομάδα, στις 17 Μαΐου, πραγματοποίησαν, με μεγάλη επιτυχία, την πρώτη κλαδική απεργία. Ένα σημαντικό βήμα, δεδομένου ότι πρόκειται για έναν κλάδο κατακερματισμένο, «με συναδέλφισσες/ους με διαφορετικούς ρόλους (Υποψήφιοι/ες Διδάκτορες/σσες, postdoc, τεχνικό προσωπικό, συμβασιούχοι σε project, έκτακτο διδακτικό προσωπικό κ.α.) και εργασιακές σχέσεις (συμβασιούχοι, υπότροφοι, “μπλοκάκια”, αμισθί) το έργο των οποίων όμως είναι απαραίτητο για ερευνητική και διδακτική διαδικασία των Πανεπιστημίων και Ερευνητικών Κέντρων».
Εργαζόμενες και εργαζόμενοι μοιράστηκαν την καθημερινότητά τους, στο ΤPP
Η Αναστασία είναι ερευνήτρια στο ΕΚΠΑ. «Δουλεύω στο ΕΚΠΑ, στην πλατφόρμα του e-learning. Είμαι με μπλοκάκι, έχω σύμβαση ορισμένου χρόνου και είμαι τυχερή γιατί πληρώνομαι κάθε μήνα. Είμαι η εξαίρεση. Σε άλλες δομές κλπ πληρώνονται ανά τρίμηνο κι αν. Οι συνθήκες είναι περίεργες. Δεν υπάρχει ωράριο, ούτε σταθερός χώρος εργασίας. Δουλεύεις βράδια, Σαββατοκύριακα αρκεί να προλάβεις το deadline που έχει κάθε πρότζεκτ. Δεν υπάρχει σεβασμός της ιδιωτικής ζωής, τηλέφωνα και mail χτυπάνε όλες τις ώρες της μέρας. Γενικά, ο πιο πολύς κόσμος είναι με μπλοκάκι, το οποίο είναι μεγάλο πρόβλημα, πληρώνουμε εμείς εισφορές, τα πάντα και για εμάς το μπλοκάκι είναι μονόδρομος. Τα εργασιακά δικαιώματα είναι περιορισμένα».
Ο Αλέκος είναι νέος διδάκτορας κι αυτήν την περίοδο δεν βιοπορίζεται από την έρευνα, γιατί αυτό δεν είναι εφικτό, όπως εξηγεί. Περιμένει δύο προγράμματα που τον ενδιαφέρουν πότε θα χρηματοδοτηθούν. «Είχα δουλέψει σ’ ένα ερευνητικό πρόγραμμα στο πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, κοινωνικές επιστήμες αφορούσε, όπου ουσιαστικά ήταν Σύμβαση Έργου για 2 μήνες. Ωράριο δεν υπήρχε και ξέρω παιδιά σε άλλα τμήματα του προγράμματος που είχαν λιώσει, μου είχε πει ένας και για δύο εβδομάδες σερί δουλειάς. Είναι γεμάτη επισφάλεια η δουλειά μας. Περιμένεις πότε θα χρηματοδοτηθούν προγράμματα και ακόμα και στον ΕΛΙΔΕΚ να εγκριθεί ένα πρόγραμμα, θα κάνεις ένα πεντάμηνο να πληρωθείς».
Η Ηρώ κάνει διδακτορικό στο ΕΚΠΑ, στο τμήμα της Χημείας. «Κάνω εδώ και 28 μήνες κι έχω πληρωθεί τους 14. Τους πρώτους έξι δεν πήρα φράγκο, μετά για έναν χρόνο πληρωνόμουν, μετά πάλι φράγκο και τώρα εδώ και δύο μήνες έχω πληρωθεί. Ακόμα κι όταν πληρώνεσαι όμως, υπάρχουν καθυστερήσεις. Για παράδειγμα, τα λεφτά του Μαρτίου τα πήρα Μάη. Πληρωνόμαστε από τον ΕΛΚΕ -σκέψου είναι οργανισμός που έχει όλα τα κακά του παλιού δημοσίου πάνω του, κάνουν τη δουλειά τους πολύ αργόσχολα. Επίσης, όταν πρωτοπληρώθηκα, για 8-9 μήνες δεν είχαν φανεί στον ΕΦΚΑ τα ένσημά μου κι όταν χρειάστηκε να κάνω μια επέμβαση στο νοσοκομείο, πλήρωσα κι το μερίδιο που θα πλήρωνε το ΙΚΑ. Ωράρια δεν υπάρχουν. Στα εργαστήρια σου ζητάνε να ασχολείσαι και με άλλα πράγματα εκτός του θέματός σου. Για παράδειγμα, εγώ τώρα βοηθάω ένα παιδί στο μάστερ. Επίσης, εμείς φροντίζουμε για την καθαριότητα. Καθαρίστριες δεν υπάρχουν να τα κάνουν αυτά, οπότε αν βρομίσει κάτι, καθαρίζουμε εμείς, κι αυτό προφανώς τρώει χρόνο και από τη δουλειά μας, χάνουμε χρόνο από το πειράματά μας».
«Δε μας αναγνωρίζεται ούτε καν η εργασιακή μας ιδιότητα»
Η Ειρήνη Θάνου είναι η Πρόεδρος του Πανελλαδικού Σωματείου Εργαζομένων στην Έρευνα και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. «Είμαστε ένας κλάδος που δε μας αναγνωρίζεται πολλές φορές ούτε καν η εργασιακή μας ιδιότητα. Υπάρχει πλήρης διάλυση εργασιακών σχέσεων και παραβίαση δικαιωμάτων» τόνισε, μιλώντας στο ΤPP, την ημέρα της πρώτης κλαδικής απεργίας.
Στη συνέχεια, δίνει την πραγματική εικόνα του τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των πανεπιστημίων.
«Αυτό που συμβαίνει σε μας είναι ότι οι υποψήφιοι διδάκτορες θεωρούνται φοιτητές» εξηγεί στη συνέχεια. Είναι παγιωμένη αντίληψη αυτή ακόμα και στο ίδιο το ΕΛΙΔΕΚ (Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας) που είναι ένας φορέας κρατικός που έχει φτιαχτεί επί ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχουν τρεις διαφορετικές σχέσεις εργασίας: Σύμβαση Εργασίας, Σύμβαση έργου και Υποτροφία. Κάθε φορά ανάλογα με τη σχέση που έχεις, σε αντιμετωπίζει το ίδρυμα, ο φορέας, το κράτος με διαφορετικό τρόπο. Τη μία σε λέει υπότροφο, μία εργαζόμενη, μία ελεύθερο επαγγελματία. Και πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο. Όλες αυτές οι ταμπέλες κάνουν την ίδια δουλειά» επισημαίνει.
Οι εργαζόμενοι στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι πολλοί. «Πέρα από την έρευνα την κλασική που μπορείτε να σκεφτείτε -στις θετικές επιστήμες ή και τις κοινωνικές επιστήμες-, υπάρχει και το δυναμικό που έχει να κάνει με το έκτακτο διδακτικό έργο. Αυτοί οι άνθρωποι είναι στις χειρότερες εργασιακές συνθήκες, ακόμα και από τους αναπληρωτές. Είμαστε σε όλη την Ελλάδα, πληρωνόμαστε 8 μήνες μετά απ’ όταν έχουμε παράξει το έργο για γραφειοκρατικούς και άλλους λόγους και δουλεύουμε με μπλοκάκια σαν ελεύθεροι επαγγελματίες» περιγράφει.
Το Σωματείο αποτελεί μια δυναμική συσπείρωση των εργαζομένων στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, που διεκδικούν τα αυτονόητα. «Γνωρίζουμε ότι υπάρχει κρατική υποχρηματοδότηση στην έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, οπότε αυτό είναι ένα βασικό πάγιο και σταθερό αίτημα, γιατί εκεί ξεκλειδώνουν πολλά πράγματα. Το δεύτερο είναι ότι πρέπει να αναγνωριστεί η εργασιακή μας ιδιότητα. Ζητάμε συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Τα βασικά αιτήματα μας έχουν να κάνουν με το τρίπτυχο μισθός-ωράριο-ασφάλιση. Τουλάχιστον να είμαστε ασφαλισμένοι, να πάρουμε όλα τα ένσημα, να έχουμε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, να έχουμε συγκεκριμένο ωράριο στο οποίο να μπορούμε να παράγουμε το έργο μας. Το έργο που παράγουμε είναι προς όφελος της κοινωνίας. Αυτή είναι η δουλειά μας».
Η Ειρήνη Θάνου εστιάζει στον κύκλο του χρήματος και τους παίκτες που κερδίζουν. «Υπάρχει πίεση τρομερή ,και σε παγκόσμιο επίπεδο, απλά για να κερδίσει ο κύκλος του χρήματος, δηλαδή να χρηματοδοτήσει κάποιος ένα έργο, να του δώσεις κάτι το οποίο ίσως γίνει πατέντα ίσως όχι, ίσως πουληθεί σε κάποιο περιοδικό, εσύ μπορείς να πληρώσεις για να δημοσιεύσεις, αλλά το περιοδικό που πουλιέται παίρνει λεφτά, οπότε τα αποτελέσματα της έρευνας δεν είναι ανοιχτά στην κοινωνία» επισημαίνει, ενώ εκτιμάει ότι το αφήγημα για την ανομία και την παραβατικότητα χρησιμοποιείται ώστε να μπουν επιχειρηματικά συμφέροντας στα Πανεπιστήμια.
«Έπρεπε να έχουν ανοίξει θέσεις για να καλυφθούν κενά, για παράδειγμα για ένα έργο είτε είναι τεχνικό είτε ερευνητικό έργο, όπως η επιτήρηση διπλωματικών εργασιών και χιλιάδες πράγματα που γίνονται μέσα στην ημέρα, πειράματα κ.α. Έχουμε διάθεση να εκπαιδεύσουμε τους νέους φοιτητές και το κάνουμε με την καρδιά μας, αλλά πολλές φορές δεν αναγνωρίζονται τα πάγια κενά που υπάρχουν στα πανεπιστήμια» καταλήγει και τονίζει πως οι κινητοποιήσεις θα συνεχιστούν, θα ακολουθήσει και συζήτηση με τον αρμόδιο υπουργό, Χρήστο Δήμα για το «τι ακριβώς συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των εργαστηρίων και των πανεπιστημίων».
Το ΤΡΡ επικοινώνησε με τον αρμόδιο υπουργό, κ. Δήμα, και δεν έλαβε απάντηση.
Τα αιτήματα των εργαζόμενων στον χώρο της Έρευνας & της της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης
- Αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης για την Παιδεία και Έρευνα. Αποκλειστικά κρατική χρηματοδότηση της έρευνας. Εδώ και τώρα να δοθεί έκτακτο κονδύλι στα Πανεπιστήμια & Ερευνητικά Κέντρα για να καλυφθούν οι τρέχουσες ανάγκες!
- Άμεσες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού με βάση τις πάγιες και διαρκείς ανάγκες (διδακτικές, ερευνητικές, διοικητικές, τεχνικές κλπ.) των Πανεπιστημίων και ερευνητικών Κέντρων. Όχι στο προσοντολόγιο. Μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλες/ους/α. Αυξήσεις στους μισθούς για να καλύπτονται οι σύγχρονες ανάγκες. Δραστική μείωση των ορίων συνταξιοδότησης και των ωρών εργασίας, όπως επιτρέπει η αλματώδης άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας, για να εξαλειφθεί η ανεργία.
- Υπογραφή συμβάσεων εργασίας για τους εργαζομένους στην έρευνα (ΥΔ, post-doc, έκτακτο διδακτικό, ερευνητικό, διδακτικό και διοικητικό προσωπικό) που θα εξασφαλίζουν τα σύγχρονα δικαιώματα μας.
- Ασφάλιση και ιατροφαρμακευτική κάλυψη όλων των εργαζομένων στην έρευνα, ανεξαρτήτως τρόπου αμοιβής, με ευθύνη του εκάστοτε εκπαιδευτικού ιδρύματος και του κράτους, που να επεκτείνεται και στα προστατευόμενα από αυτούς μέλη των οικογενειών τους. Τα χρόνια του διδακτορικού να είναι συντάξιμα και να προσμετρώνται στην προϋπηρεσία. Άδειες εγκυμοσύνης και γονεϊκές άδειες.
- Κάλυψη από τα ιδρύματα των απαραίτητων εξόδων για συμμετοχή σε συνέδρια και άλλες δραστηριότητες πάνω στο ερευνητικό αντικείμενο.
- Κατάργηση των ελαστικών μορφών εργασίας (Συμβάσεις έργου, τίτλοι κτήσεις, υποτροφίες). Μέχρι τότε καταβολή του ΦΠΑ και κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών από τα ιδρύματα και το κράτος.
- Κατάργηση του σημερινού «επικουρικού διδακτικού έργου», του θεσμού του «πανεπιστημιακού υποτρόφου» και των προγραμμάτων απόκτησης διδακτικής εμπειρίας που έρχονται να καλύψουν πάγια διδακτικά κενά. Οι διδακτικές ανάγκες των ιδρυμάτων δεν μπορούν να καλυφθούν με πρόσθετο επικουρικό διδακτικό έργο και υποτροφίες-χαρτζιλίκι σε ΥΔ και μεταπτυχιακούς φοιτητές. Αντί αυτού, να γίνουν προσλήψεις σε ειδικευμένο διδακτικό και εργαστηριακό προσωπικό. Ως τότε, κανονικές πληρωμές κάθε ώρας επικουρικού (επιτηρήσεις, επιβλέψεις, διορθώσεις, εργαστηριακές ασκήσεις) ή διδακτικού έργου με υπογραφή συμβάσεων εργασίας στην αρχή κάθε έτους.
- Κατάργηση του Νόμου Χατζηδάκη και κάθε αντεργατικής νομοθεσίας.
- Κατάργηση των βαθιά ταξικών και αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων του νόμου Κεραμέως-Χρυσοχοϊδη.
«Αναλαμβάνουμε μέχρι και αυτοδύναμη διδασκαλία, χωρίς φυσικά αυτό να αμείβεται και να αναγνωρίζεται»
Η Ηρώ, Μηχανικός, Υποψήφια Διδακτόρισσα, προτίμησε να μας γράψει την εμπειρία της:
«Ο ενθουσιασμός και η δημιουργικότητα έδωσαν γρήγορα τη θέση τους στην ανασφάλεια και το άγχος. Πότε θα τελειώσει το ερευνητικό πρόγραμμα από το οποίο πληρώνομαι; Πως θα πληρώσω το νοίκι όταν τελειώσει; Θα καταφέρουμε να εξασφαλίσουμε άλλο; Αν όχι, πως θα ολοκληρώσω το διδακτορικό σε περίπτωση ετεροαπασχόλησης; Θα καταφέρω να είμαι ανταγωνιστική αν δεν εκπονώ το διδακτορικό full time; Δεν είναι λίγες οι φορές που έχω ακούσει πόσο κρίμα είναι που δεν έχω γονείς με βαθιά τσέπη που θα μπορούν να παρέχουν σε περίπτωση που βρεθώ χωρίς χρηματοδότηση.
Ένα ακόμη βάρος που καλούνται πολλοί από εμάς που εκπονούμε τη διατριβή μας σε πανεπιστήμιο να σηκώσουν είναι εκείνο της κάλυψης των πάγιων και διαρκών αναγκών σε διδασκαλία. Είναι κανόνας να γίνεται κατάχρηση των συμβάσεων επικουρικού έργου και να αναλαμβάνουμε μέχρι και αυτοδύναμη διδασκαλία, χωρίς φυσικά αυτό να αμείβεται και να αναγνωρίζεται, ενώ οι πραγματικές ώρες που αφιερώνονται στη διδασκαλία και την προετοιμασία σημειώσεων, ασκήσεων κλπ δεν ανταποκρίνονται στις ώρες που προδιαγράφονται από τις συμβάσεις. Ουσιαστικά αντικαθιστάς μέλος ΔΕΠ, με τη διαφορά ότι είσαι απλήρωτος, και μένεις να αναρωτιέσαι, εκτός των άλλων, τι ποιότητα σπουδών παρέχει το ίδρυμα στους σπουδαστές του, όταν ο διδάσκων αλλάζει κάθε χρόνο.
Στο τέλος της ημέρας, η διατριβή γίνεται απασχόληση στον ελεύθερου χρόνο, αφού αναγκάζεσαι να αναλώνεσαι σε πολλαπλές παράπλευρες εργασίες, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κάποιο δομημένο ωράριο, για 8ωρο ούτε λόγος. Πίσω από τα “πρέπει να αποκτήσεις διδακτική εμπειρία”, “είναι αναπόσπαστο κομμάτι της διαδικασίας για να πάρεις διδακτορικό”, “πρέπει να έχεις πολλές δημοσιεύσεις” κρύβεται απλήρωτη εργασία. Στις τεχνολογικές επιστήμες, η εργασία προσμετράται μόνο με όρους παραγωγικότητας, δηλαδή δημοσιευμένων εργασιών σε περιοδικά. Οι πολλές εργατοώρες που σπαταλώνται για μελέτη, δεν αναγνωρίζονται ως εργασία. Όλα τα παραπάνω συνθέτουν ένα πλαίσιο εργασιακής επισφάλειας, απουσίας ωραρίου, άμισθης εργασίας, έλλειψη χρόνου για προσωπική ζωή, με ότι αυτό συνεπάγεται για την ψυχική υγεία.
Είναι πολλές φορές που αδυνατείς να συμβαδίσεις κοινωνικά με τον υπόλοιπο κόσμο λόγω των εξαντλητικών ωραρίων ή όταν υπάρχει κάποιο σημαντικό deadline».
«Τα πανεπιστήμια απαιτούν από εμάς να τα στηρίζουμε αφιλοκερδώς»
Ο Γιώργος, Υποψήφιος Διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, γράφει:
«Το να κάνεις έρευνα ως Υποψήφιος Διδάκτορας στις κοινωνικές επιστήμες δεν είναι κάτι απλό και εύκολο. Η ερευνητική εργασία μας δεν αναγνωρίζεται ως τέτοια. Έτσι, από έργο γίνεται πάρεργο και αναγκαζόμαστε παράλληλα να στραφούμε αλλού. Μόνο κάποιοι τυχεροί μοιράζονται τις ελάχιστες υποτροφίες που υπάρχουν, όμως πάλι παραμένουν χωρίς αναγνώριση της εργασιακής τους κατάστασης. Η οικονομική ανεξαρτησία είναι συχνά αδύνατη, παρόλο που οι περισσότεροι κάνουμε δεύτερες δουλειές, αφού η πρώτη δε μας πληρώνει. Έτσι ο διαθέσιμος χρόνος για την έρευνά μας περιορίζεται.
Την ίδια στιγμή, ακόμα και στο ερευνητικό μας έργο έχουμε πενιχρή έως μηδενική στήριξη. Η υποχρηματοδότηση των πανεπιστημίων σημαίνει για εμάς δυσκολίες σε κάθε στροφή. Οι βιβλιοθήκες της χώρας, τελούν υπό κατάρρευση, το υλικό που χρειαζόμαστε σπανίως μπορούμε να το βρούμε. Ευτυχές αποκούμπι αποτελεί η πειρατεία στο internet, παρόλ’ αυτά δεν είναι σπάνιο να αναγκαζόμαστε να αγοράσουμε βιβλία (τα εργαλεία της δουλειάς μας). Δουλεύουμε με δικά μας τεχνικά μέσα (απαρχαιωμένους υπολογιστές) και σπασμένα λογιστικά προγράμματα (spss, stata, eviews κτλ) αφού δεν υπάρχει καμία φροντίδα. Τη συμμετοχή μας σε θερινά σεμινάρια και συνέδρια, την πληρώνουμε από την τσέπη μας. Την ίδια στιγμή, τα πανεπιστήμια απαιτούν από εμάς να τα στηρίζουμε αφιλοκερδώς. Προσωπικά αναγκάζομαι να ταξιδέψω στην Πάτρα, πάνω από 3 φορές τον χρόνο για επιτηρήσεις σε εξετάσεις, ενώ ούτε αυτό, το πιο αυτονόητο, δεν αναγνωρίζεται ως εργασία. Οποιοσδήποτε άλλος εργαζόμενος θα έπαιρνε μισθό και έξτρα επίδομα για αυτά.
Ταυτόχρονα, λόγω της υποστελέχωσης, οι επιβλέποντές μας, πνίγονται σε έναν υπερβολικό φόρτο εργασίας και αδυνατούν να μας αφιερώσουν τον απαιτούμενο χρόνο. Ενώ, οι σχέσεις μας μαζί τους, ως προϊσταμένους, δεν είναι πάντα ρόδινες. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ακούμε πως κάποιος καθηγητής καρπώνεται τη δουλειά κάποιου συναδέλφου (δηλαδή μπαίνει ως συν-γραφέας), για να εγκριθεί ένα κονδύλι, όταν το παρουσιάζει σε ένα διεθνές συνέδριο. Όταν το κονδύλι είναι ένα αστείο ποσό των λίγων ευρώ και εμείς καλούμαστε να βάλουμε τα αρκετά υπόλοιπα (κόστη εγγραφής, ταξιδιωτικά, διαμονή, σίτιση).
Όλα τα παραπάνω αποτελούν μια καθημερινή, θλιβερή υπενθύμιση του πόσο τσάμπα δουλεύουμε, σε πόσο άθλιες συνθήκες και πόσο υπο-αναγνωρισμένοι. Τόσο, που θεωρούμε τυχερούς όσους πάρουν 2-3 χιλιάρικα υποτροφία για ένα χρόνο. Η ερευνά μας, βλέπεται, δεν έχει ζήτηση στην αγορά, αφού είναι σπάνιο να μπορεί μια επιχείρηση να την αξιοποιήσει άμεσα. Όμως, αποτελούμε το θεμέλιο της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής (της χώρας και γενικά), κρίσιμη συνεισφορά τόσο στην επιστήμη, όσο και στις σύγχρονες κοινωνίες»
«Η ερευνητική εργασία μας δεν αναγνωρίζεται ως τέτοια – Οι περισσότεροι βασιζόμαστε στη βοήθεια από την οικογένεια»
Ο Γιώργος, Υποψήφιος Διδάκτορας Κοινωνιολογίας, γράφει:
«Οι κοινωνικές επιστήμες κάθε χρόνο που περνάει υποβαθμίζονται όλο και περισσότερο. Το κόστος φοίτησης, εργασίας και έρευνας μεταφέρεται όλο στους μεταπτυχιακούς φοιτητές και φοιτήτριες και στους υποψήφιους διδάκτορες και διδακτόρισσες. Πέρα από το ότι η ερευνητική εργασία μας δεν αναγνωρίζεται ως τέτοια, κάτι που αποτελεί και σταθερή διεκδίκηση του σωματείου για το σύνολο των Υ/Δ, οι υποτροφίες σπανίζουν και οι χρηματοδοτούμενες έρευνες είναι αυτές που γίνονται κυρίως για τις ανάγκες του στρατού και της αστυνομίας. Προσωπικά έλαβα μια υποτροφία συμβολικής αξίας για ένα χρόνο και μόνο. Έχω περάσει περιόδους που ζούσα με τα 200 ευρώ από ΚΕΑ και αυτόν τον καιρό εργάζομαι πενθήμερο/οκτάωρο ως κοινωνιολόγος στον Δήμο με αποτέλεσμα να μην έχω τον απαιτούμενο χρόνο για να ασχοληθώ με το ερευνητικό έργο.
Οι περισσότεροι βασιζόμαστε στη βοήθεια από την οικογένεια που σταθερά στην Ελλάδα έχει αναλάβει το ρόλο της κοινωνικής αναπαραγωγής υποκαθιστώντας την έλλειψη της κοινωνικής πρόνοιας. Όλα τα έξοδα μας τα καλύπτουμε μόνοι μας. Χρειάζεται να παρουσιάζουμε τη δουλειά μας σε συνέδρια που πολλές φορές είναι σε διαφορετικές πόλεις πληρώνοντας μεταφορικά, διαμονή, διατροφή και κάποιες φορές και κόστος συμμετοχής από την τσέπη μας. Παράλληλα υπάρχουν διάφορα ερευνητικά ινστιτούτα που προσλαμβάνουν κοινωνικούς ερευνητές/τριες για συγκεκριμένα διαστήματα, με αυτασφάλιση και κάποιες φορές με αδιαφανή κριτήρια.
Νομίζω ότι χρειάζεται ως σωματείο αλλά και ως κοινωνικοί επιστήμονες/ισσες συγκεκριμένα να αμφισβητήσουμε τόσο τις άθλιες εργασιακές συνθήκες στην κοινωνική έρευνα που στην ουσία αποκλείουν την πρόσβαση στα διδακτορικά για την πλειοψηφία της εργατικής τάξης όσο και το περιεχόμενο της έρευνας αυτής διεκδικώντας αξιοπρεπείς συνθήκες ερευνητικής εργασίας και έρευνα για τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας και των καταπιεσμένων ομάδων και όχι για τις ανάγκες της κρατικής καταστολής και του ελέγχου του εργατικού δυναμικού από τη διοίκηση των μεγάλων επιχειρήσεων όπως κατά κύριο λόγο συμβαίνει σήμερα»