του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
Πριν την έναρξη των ομιλιών, πραγματοποιήθηκε κατάθεση στεφάνου από την πρέσβειρα της Αργεντινής στην προτομή του Σάκη Καράγιωργα, πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου που στην περίοδο της Χούντας είχε αναπτύξει έντονη αντιδικτατορική δράση. Η Πρύτανης, Χριστίνα Κουλούρη, έκανε λόγο για «μία ξεχωριστή στιγμή για το πανεπιστήμιο που ανοίγει διάλογο με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, με τις οποίες συνδεόμαστε με μακρά φιλία». Η ίδια ως ιστορικός, χαιρέτησε την πρωτοβουλία του καθηγητή Καλτσώνη ώστε να «θυμηθούμε κάποια δεδομένα, τα οποία αφορούν με τη Λατινική Αμερική και συγκεκριμένα την Αργεντινή, αλλά υπερβαίνουν τη γεωγραφική αυτή η περιοχή και αφορούν γενικότερα ζητήματα ιστορίας της αποικιοκρατίας, εθνικής χειραφέτησης και διαδικασίας αποαποικιοποίησης.
Επεσήμανε πως «δεν είναι τυχαίο ότι το ελληνικό εθνικό κίνημα του οποίου γιορτάσαμε τα 200 χρόνια πέρσι, συνέπεσε μετά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα της Λατινικής Αμερικής. Ο μεγάλος ιστορικός Χομπσμπάουμ έχει περιγράψει αυτό το κύμα των εθνικών κινημάτων στο οποίο συμπίπτουν οι χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Ελλάδος, καθώς επίσης και στο γεγονός ότι οδήγησαν σε ανεξάρτητα κράτη, κάτι που δεν συνέβη με εθνικά κινήματα της ίδιας εποχής στην Ισπανία την Ιταλία και τη Σερβία». Διαπίστωσε πως «παρά τη γεωγραφική απόσταση των δύο περιοχών, τα κοινωνικά, πολιτικά, πολιτισμικά χαρακτηριστικά τελικά έχουν πολύ περισσότερα κοινά», ενώ «υπάρχουν ενδιαφέρουσες αναλογίες με το Κυπριακό», καθώς «και η Κύπρος ήταν μια βρετανική αποικία και ο κυπριακός αντιαποικιακός αγώνας έχει κοινά στοιχεία με τον αντιαποικιακό αγώνα σε όλο τον κόσμο». Επεσήμανε μάλιστα ότι την περίοδο της παγκοσμιοποίησης «τα ζητήματα των εθνικών ταυτοτήτων, της αυτοδιάθεσης, της ισορροπίας δυνάμεων σε διεθνές επίπεδο, αποκτούν μια τελείως διαφορετική διάσταση, τόσο ως προς το βίωμα όσο και ως προς την ερμηνεία».
Υπόθεση Μαλβίνες της Αργεντινής
Η πρέσβειρα της Αργεντικής επεσήμανε πως «η υπόθεση των Μαλβίνων εκτείνεται σε μεγάλο μέρος της ιστορίας της Αργεντινής, ξεκινώντας από τη βίαιη βρετανική στρατιωτική εισβολή στις Μαλβίνες το 1833, στα πλαίσια της βρετανικής αποικιακής επέκτασης. η οποία είχε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά. Πρώτον ήταν μία πράξη βίας σε καιρό Ειρήνης χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση. ακόμα έδιωξαν τις αργεντίνικες αρχές και αντικατέστησαν τον πληθυσμό καθώς έγινε κατάληψη από τη βρετανική φρουρά και ακολούθησε μεταφορά βρετανικού πληθυσμού. Από το 1833 υπήρξε άμεση διαμαρτυρία και αίτημα για εξηγήσεις στον βρετανό επιτετραμμένο στο Μπουένος Άιρες. Οι διαδοχικές κυβερνήσεις της Αργεντινής ανέκαθεν διεκδικούσαν μέσω της διπλωματικής οδού, μέσω διαλόγου και διαπραγματεύσεων να επιτύχουν οριστική λύση στα πλαίσια του Διεθνούς Δικαίου. Για το λόγο αυτό, η υπόθεση των Μαλβίνων δεν περιορίζεται στον πόλεμο των Μαλβίνων που έλαβε χώρα πριν από 40 χρόνια, όταν μία στρατιωτική κυβέρνηση, μία χούντα αποφάσισε και μόνο τότε, να καταφύγει στη χρήση βίας. Το Σύνταγμα της Αργεντινής προβλέπει ότι το αργεντίνικο Έθνος επικυρώνει τη νόμιμη και απαράγραπτη κυριαρχία του στα νησιά Μαλβίνες, τις νήσους Νότιος Γεωργία και Σάντουιτς του Νότου και τους αντίστοιχους θαλάσσιους και νησιωτικούς χώρους, καθώς αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της εθνικής επικράτειας».
Προσθέτει ότι «η υπόθεση των Μαλβίνων στα Ηνωμένα Έθνη (αποφ. 1514, έτος 1960) θεσπίζει δύο αρχές της διαδικασίας αποπαποικιοποίησης: την αρχή της αυτοδιάθεσης και την εδαφική ακεραιότητα, όπου κάθε προσπάθεια διατάραξης της εθνικής ενότητας και της εδαφικής ακεραιότητας μιας χώρας δεν συνάδει με τους όρους και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών. Σύμφωνα με την υπόθεση των Μαλβίνων στα Ηνωμένα Έθνη (αποφ. 2065, έτος 1965), η υπόθεση Μαλβίνες αποτελεί μία αποικιακή κατάσταση, ενώ αναγνωρίζει τη διαφωνία μεταξύ Αργεντινής και Ηνωμένου Βασιλείου και καλεί τις κυβερνήσεις να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι απρόθυμο να επαναλάβει τις διαπραγματεύσεις για την κυριαρχία, ενώ η κυβέρνηση της Αργεντινής επαναλαμβάνει την προθυμία της να συμβάλει στην αποαποικιοποίηση των νησιών Μαλβίνες, σύμφωνα με τις διατάξεις της γενικής συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, η οποία πριν από 57 χρόνια προέτρεψε και τα δύο μέρη να διεξάγουν διαπραγματεύσεις εξεύρεσης ειρηνικής και οριστικής λύσης της διαφοράς. Από αυτή την άποψη είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι επί του παρόντος, Από τις 17 περιπτώσεις μη αυτόνομων εδαφών, οι 10 από αυτές, δηλαδή πάνω από το 58%, συνεχίζουν τον 21ο αιώνα υπό την αποικιακή εξουσία του Ηνωμένου Βασιλείου».
Σε ό,τι αφορά τα βρετανικά αντεπιχειρήματα διευκρίνισε ότι «μέχρι το 1982, το Ηνωμένο Βασίλειο Διαπραγματευόταν με την Αργεντινή για την κυριαρχία και ήταν πρόθυμο να συζητήσει διάφορες επιλογές για την επίλυση της διαφοράς, Σύμφωνα με τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών. Μετά το 1982, το Ηνωμένο Βασίλειο αρνείται να συζητήσει το ζήτημα της κυριαρχίας. Η σημερινή βρετανική θέση βασίζεται στην εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης των κατοίκων των Μαλβίνων. Παρότι το Ηνωμένο Βασίλειο υποστήριξε ότι το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση θα πρέπει να οδηγεί τη διαδικασία αποαποικιοποίησης στην υπόθεση των Μαλβίνων, η Γενική Συνέλευση δεν επανέλαβε ποτέ αυτή τη θέση και το 1985 την απέκλεισε κατηγορηματικά, απορρίπτοντας με μεγάλη πλειοψηφία δύο βρετανικές τροπολογίες που προσπαθούσα να εισάγουν την εν λόγω αρχή, αποδεικνύοντας ότι η αρχή της αυτοδιάθεσης δεν ισχύει, γιατί εφαρμόζεται μόνο στην περίπτωση του Διεθνούς Δικαίου που αναγνωρίζεται ως “λαός”. Ο πληθυσμός που ζει στα νησιά δεν αναγνωρίζεται ως “λαός”, καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο έφερε τους δικούς του αποίκους στα νησιά και ελέγχει αυστηρά τη μεταναστευτική πολιτική και την πρόσβαση στην ιδιοκτησία. Κανένα ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών για την υπόθεση των Μαλβίνων δεν αναφέρεται στην αρχή της αυτοδιάθεσης. Τα Ηνωμένα Έθνη προσδιορίζουν ως τις 2 πλευρές της διαφοράς, τo Ηνωμένο Βασίλειο και την Αργεντινή»
Σύμφωνα με τις θέσεις της Αργεντινής «το εθνικό ζήτημα ορίζει την υποχρέωση επίλυσης της διαφοράς κυριαρχίας με ειρηνικά μέσα και σεβασμός στον τρόπο ζωής των κατοίκων των νησιών. Η Αργεντινή ζήτα την επανάληψη των διαπραγματεύσεων με το Ηνωμένο Βασίλειο, αποδεχόμενη την έκκληση των Ηνωμένων Εθνών και της Διεθνούς κοινότητας για εξεύρεση λύσης στη διαφορά κυριαρχίας. Η θέση της Αργεντινής βασίζεται στο σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας της Δημοκρατίας της Αργεντινής, η οποία διαταράχθηκε από τη Βρετανική κατοχή τον 19ο αιώνα και δεν συναίνεσε ποτέ στο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης που δεν ισχύει στην υπόθεση των Μαλβίνων. Από την άλλη πλευρά το Ηνωμένο Βασίλειο συνεχίζει να αναπτύσσει μονομερείς δραστηριότητες αντίθετες με το ψήφισμα 31/49 της Γενικής Συνέλευσης, που σχετίζονται με την δυσανάλογη στρατιωτική παρουσία στο νότιο Ατλαντικό και την παράνομη εξερεύνηση και εκμετάλλευση ανανεώσιμων και μη ανανεώσιμων πόρων στην υπό αμφισβήτηση περιοχή, τα οποία έχουν καταγγελθεί επανειλημμένα από την Αργεντινή. Για το λόγο αυτό, το Υπουργείο Εξωτερικών της Αργεντινής και υπουργός ενέργειας ανακοίνωσαν, τον Ιούλιο του 2021, την έναρξη της διαδικασίας αποκλεισμού τριών πετρελαϊκών εταιρειών με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλων εθνικοτήτων που ασκούσαν εμπορικές δραστηριότητες, οι οποίες συνδέονται με την εξερεύνηση υδρογονανθράκων στην ηπειρωτική πλατφόρμα της Αργεντινής, με παράνομες άδειες από τις εκτός νόμου αρχές των νήσων Μαλβίνες. Σύμφωνα με το νόμο 26.659, απαγορεύεται η άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε νομικά πρόσωπα, ημεδαπής ή αλλοδαπής, που αναπτύσσουν δραστηριότητες υδρογονανθράκων στην υφαλοκρηπίδα της Αργεντινής χωρίς να έχουν λάβει τη σχετική άδεια που έχει εκδοθεί από την αρμόδια αρχή της Αργεντινής ή που παρέχουν υπηρεσίες για τις εν λόγω δραστηριότητες».
Ως αποτέλεσμα της πολιτικής που ακολουθήθηκε «καμία από τις παγκόσμιες εταιρείες πετρελαίου με έδρα τη χώρα μας δεν συμμετείχε σε δραστηριότητες σε αμφισβητούμενες περιοχές. Οι ενέργειες της χώρας μας συνέβαλαν στην παρεμπόδιση των παράνομων δραστηριοτήτων που πραγματοποιούν εταιρείες σε περιοχές γύρω από τα νησιά. Το 2020, με την έγκριση της επιτροπής πορειών ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας των Ηνωμένων Εθνών, το κογκρέσο της Αργεντινής θέσπισε το νόμο 27.557, ο οποίος επεκτείνει τα θαλάσσια όρια πέραν των 200 μιλίων, ενσωματώνοντας 1.782.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα στην υφαλοκρηπίδα της Αργεντινής. Αυτό σημαίνει επέκταση του βυθού και του υπεδάφους κατά 35%. Η ανάκτηση των εν λόγω εδαφών και η πλήρης άσκηση κυριαρχίας, με σεβασμό στον τρόπο ζωής των κατοίκων της και Σύμφωνα με τις αρχές του Διεθνούς δικαίου, αποτελούν μόνιμο και αναφαίρετο στόχο του λαού της Αργεντινής. Ο πρόεδρος Αλμπέρτο Φερνάντες με την ευκαιρία του εορτασμού των 200 ετών από την έπαρση της σημαίας της Αργεντινής στις Μαλβίνες, εγκαινίασε το Εθνικό Συμβούλιο των Μαλβίνων , που αποτελείται από μέλη διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων, ακαδημαϊκούς, Νομικούς, πρώην μαχητές και με επίτιμο μέλος τον Αδόλφο Πέρες Εσκιβέλ, που έχει βραβευτεί με το Νόμπελ Ειρήνης. Απορρίφθηκε η παρουσία της Στρατιωτικής βάσης του Ηνωμένου Βασιλείου στα νησιά μαλβίνες και παρά το πέρασμα του χρόνου Και τις προσπάθειες που καταβάλλονται από τις δημοκρατικές κυβέρνηση της Αργεντινής, το Ηνωμένο Βασίλειο συνεχίζει να αγνοεί την έκλεισες της Διεθνούς κοινότητας και να αποφεύγει τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από το Διεθνές Δίκαιο».
Η πρέσβειρα της Αργεντινής εξέφρασε την εκτίμηση της στο «θάρρος και τον πατριωτισμό όσων πολέμησαν για την υπεράσπιση της κυριαρχίας στα νότια αρχιπελάγη, που κατέχονται παράνομα από το Ηνωμένο Βασίλειο και συνοδεύουν τον πόνο και την υπερηφάνεια των οικογενειών, όσων έδωσαν τη ζωή τους στην Ένοπλη σύγκρουση, τονίζοντας τη μόνιμη αναγνώριση του λαού μας στους πρώην αγωνιστές. Η υποστήριξη στο αίτημά της Αργεντινής έρχεται από την Μερκοσούρ (Κοινή Αγορά της Νότιας Αμερικής), την CELAC (Κοινότητα Κρατών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής), την ΟΕΑ (Οργάνωση Αμερικανικών Κρατών) και τους G77 συν την Κίνα, διεθνή φόρουμ διαφορετικών συνθέσεων και θεμάτων, έχουν υιοθετήσει ανακοινώσεις στις οποίες επαναλαμβάνεται η ανάγκη εξεύρεσης ειρηνικής και οριστικής λύσης στη διαμάχη για την κυριαρχία. Ωστόσο, αυτό το κεντρικό ζήτημα δεν έχει ακόμα αντιμετωπιστεί λόγω της άρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου να επαναλάβει διαπραγματεύσεις για το θέμα. Η γεωγραφική πραγματικότητα είναι ότι από την πόλη Ρίο Καλέγκος, Επαρχία της Σάντα Κρουζ, μέχρι τα νησιά Μαλβίνες, υπάρχει μία απόσταση 668 χλμ. με αεροπλάνο, ένα ταξίδι που μπορεί να πραγματοποιηθεί σε μόλις 48 λεπτά. Ιστορικά, η υπόθεση Μαλβίνες έγκειται στο γεγονός ότι βρίσκονται σε στρατηγική θέση στο πέρασμα μεταξύ Ατλαντικού και Ειρηνικού Ωκεανού. Ας θυμηθούμε προηγουμένως το στενό του Μαγγελάνου, το οποίο ήταν το μοναδικό μεσοωκεάνιο πέρασμα που υπήρχε, για το λόγο αυτό το βρετανικό ναυαρχείο είχε πάντα σαφές ενδιαφέρον για τα νησιά».
Επεσήμανε ότι «οι συγκρούσεις στο νότιο Ατλαντικό του 1982 διευκόλυνε το τέλος της Στρατιωτικής δικτατορίας. Στα μέσα του 1981, τα κύρια πολιτικά κόμματα ζήτησαν από τη δικτατορία να προκηρύξουν εκλογές και η στρατιωτική Χούντα αποφάσισε να χρησιμοποιήσει την βία. Γι’ αυτό οργάνωσε μία θριαμβευτική εκστρατεία που συνοδεύτηκε από μία ισχυρή λογοκρισία στα μέσα ενημέρωσης για να κρύψει την απόρριψη της ιθαγένειας ενόψει των αυξανόμενων αποδείξεων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των αναρίθμητων εξαφανίσεων ανθρώπων που βασανίζει, εκδίωξαν, λογοκρίνουν αν και περιόρισαν τις ελευθερίες τους. Από την άλλη, θα ήθελα να αναφερθώ στις διεθνείς προσωπικότητες που προσέφεραν τις καλές υπηρεσίες τους του 1982 για να βρεθεί μία λύση στη διαφορά. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Χαβιέρ Πέρες ντε Κουέγιαρ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναζήτηση μιας ειρηνικής και οριστικής λύσης στη σύγκρουση μεταξύ Αργεντινής και Μεγάλης Βρετανίας, σε συντονισμό με τον τότε πρόεδρο του Περού, Φερνάντο Μπελαούντε Τέρι. Ο Πέρες ντε Κουέγιαρ συντόνισε τις συνοδούς το ΥΕ και του Συμβουλίου ασφαλείας, που συνεδρίασαν επειγόντως για να συζητήσουν για τη διαφορά, ενώ ο Τέρι διεξήγαγε έντονες διαπραγματεύσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Αργεντινής. Επίσης πρέπει να θυμηθούμε τις προσπάθειες που έκανα Δρ. Χόρχε Ιλούκα, εκπρόσωπος του Παναμά στο συμβούλιο ασφαλείας, που αργότερα διορίστηκε πρόεδρος του Παναμά. Οταν αυτές οι προσπάθειες φάνηκε να ευδοκιμούν, της μποϊκοτάρει Βρετανίδα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ, η οποία διέταξε τη βύθιση του καταδρομικού General Belgrano στις 2 Μαΐου 1982, όπου 323 μέλη του πληρώματος έχασαν τη ζωή τους, ενώ βρίσκονταν έξω από τη ζώνη αποκλεισμού. Θέλω επίσης να αναφερθώ στον Πάπα Παύλο Β’, ο οποίος βρισκόταν στο Ηνωμένο Βασίλειο όταν έγιναν γνωστά τα γεγονότα της 2 Απριλίου και μετά τη βύθιση του General Belgrano, πήρε την απόφαση να μετακομίσει στην Αργεντινή, σε αυτό που θα μεταμορφωνόταν στην πρώτη παπική Σύσκεψη στην Αργεντινή, μεταξύ της 11ης και 12ης Ιουνίου του 1982. Μετά από 72 ημέρες πολέμου, στις 14 Ιουνίου 1982, υπογράφηκε η άνευ όρων παράδοση των στρατευμάτων της Αργεντινής, θρηνώντας την απώλεια 649 Αργεντίνων και 258 Βρετανών. Η οδήγησε στο τέλος της στρατιωτικής χούντας, προκηρύχθηκαν εκλογές τον Οκτώβριο του 1983 και εξελέγη πρόεδρος ο Ραούλ Αλφονσίν, δίνοντας τέλος σε περισσότερα από επτά χρόνια στρατιωτικής χούντας».
Η πρέσβειρα καταλήγει πως «όσο τραγική και αν ήταν η απώλεια ζώων Αργεντίνων και Βρετανών, ο πόλεμος δεν άλλαξε τη φύση της διαμάχης μεταξύ Αργεντινής και Ηνωμένου Βασιλείου, ούτε έβαλε τέλος στη διαμάχη κυριαρχίας, συνεχίζοντας να εκκρεμεί η επίλυση της. Αυτό αναγνωρίστηκε από τη γενική συνέλευση το Νοέμβριο του ίδιου έτους όταν εγκρίθηκε το ψήφισμα 37/9 Που ζητούσε από τις δύο κυβερνήσεις να επαναλάβουν τις διαπραγματεύσεις για την εξεύρεση ειρηνικής λύσης στη διαμάχη κυριαρχίας. Αυτό επαναλήφθηκε με επόμενο ψηφίσματα της συνέλευσης για το θέμα. Στα Ηνωμένα έθνη παραμένει σε ισχύ η εντολή που έδωσε η γενική συνέλευση με το προαναφερθέν ψήφισμα στο Γενικό γραμματέα για την εκτέλεση Αποστόλης καλών υπηρεσιών και το θέμα εμφανίζεται, από το 2004, στη μόνιμη ημερήσια διάταξη της συνέλευσης και μπορεί να αντιμετωπιστεί από τον λόγο όργανο πριν από την κοινοποίηση κράτους-μέλους. ως εκ τούτου, η υπόθεση Μαλβίνες ήταν είναι και θα είναι ένα κεντρικό ζήτημα για όλους τους αργεντίνους, σύμφωνα με το εθνικό μας Σύνταγμα που καθιερώνει ότι το αργεντίνικο έθνος επικυρώνει τη νόμιμη και ανεμπόδιστη κυριαρχία του στις Μαλβίνες, τη νότια Γεωργία και τα νησιά Σάντουιτς και τους αντίστοιχους θαλάσσιους και νησιωτικούς χώρους, αποτελώντας αναπόσπαστο μέρος της εθνικής επικράτειας. Η ανάκτηση των εν λόγω εδαφών, η πλήρης άσκηση της κυριαρχίας, με σεβασμό στον τρόπο ζωής των κατοίκων της, σύμφωνα με τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, αποτελούν μόνιμο και αναφαίρετο στόχο του λαού της Αργεντινής».
Η εθνική κυριαρχία στο απόσπασμα
Ο Δ. Καλτσώνης ανέφερε ότι «λίγοι στην Ελλάδα γνωρίζουν τις Νήσους Μαλβίνες, το σύμπλεγμα των μικρών νησιών του νότιου Ατλαντικού με πληθυσμό όχι πάνω από 3000 κατοίκους. Περιλαμβάνει εκτός από τις Μαλβίνες τα νησιά της Νότιας Γεωργίας και Νότιων Σάντουιτς. Απέχουν 250 μίλια από τις ακτές της Αργεντινής και 8000 μίλια από τη Βρετανία. Οι περισσότεροι ίσως τα έχουν ακούσει με το αγγλικό τους όνομα: Φώκλαντς. Άλλοι τα μπερδεύουν με τις Μαλβίδες που βρίσκονται στον Ινδικό και που επίσης ήταν αποικία της Βρετανίας μέχρι το 1965. Η ιστορία τους και η πολιτική εκκρεμότητα που υφίσταται μας ενδιαφέρουν, όσο και αν τα νησιά βρίσκονται πολύ μακριά. Ο παγκοσμιοποιημένος πλανήτης μας έχει γίνει πια πολύ κοινός, ό,τι συμβαίνει σε μια γωνιά του κόσμου έχει επίπτωση παντού. Σήμερα το ξέρουμε και το καταλαβαίνουμε ίσως πολύ καλύτερα από το παρελθόν. Οι Νήσοι Μαλβίνες ήταν μέρος της ισπανικής αυτοκρατορίας, η οποία είχε κυριεύσει τη λατινοαμερικανική υποήπειρο μετά την “ανακάλυψη” της Αμερικής από τους Ευρωπαίους. Γνωρίζουμε πλέον πολύ καλά τα αβάσταχτα βάσανα που επέφερε η ισπανική αποικιοκρατία στην περιοχή. Εκατομμύρια γηγενείς πληθυσμοί εξοντώθηκαν, υποδουλώθηκαν, έγιναν αντικείμενο της πιο σκληρής και απάνθρωπης εκμετάλλευσης. Ο πληθυσμός τους υπολογίζεται ότι ήταν γύρω στα 50 εκατομμύρια το 1500 για να πέσει εξαιτίας όλων αυτών σε λιγότερο από 6 εκατομμύρια δυο αιώνες μετά. Από τη δεκαετία του 1810 και μετά ξέσπασε το επαναστατικό κύμα ενάντια στην ισπανική αποικιοκρατία που οδήγησε μέσα από πολύχρονο αγώνα στη δημιουργία ανεξάρτητων κρατών στη Λατινική Αμερική. Το κύμα εθνικής ανεξαρτησίας ήταν μέρος της διεθνούς κίνησης υπέρβασης της φεουδαρχίας που εγκαινίασε με τόσο εμφατικό τρόπο η γαλλική επανάσταση. Σύστοιχη και παράλληλη χρονικά είναι η πορεία της ελληνικής εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης».
Επεσήμανε ότι «με την αποχώρηση των Ισπανών, την κυριαρχία επί των Νήσων Μαλβίνων ανέλαβαν οι νεοσύστατες αρχές του κράτους της Αργεντινής. Αυτό φυσικά δεν έγινε αυτόματα καθώς η μετάβαση στο ανεξάρτητο κράτος ήταν μια δύσκολη και επώδυνη πορεία γεμάτη συγκρούσεις. Πάντως, παρά το γεγονός ότι η πολυτάραχη προσπάθεια για ανεξαρτησία δεν είχε ολοκληρωθεί, το 1816 είχε ήδη εγκατασταθεί η κυριαρχία της Αργεντινής επί των νησιών. Ο 19ος αιώνας όμως υπήρξε ο αιώνας της βρετανικής επικυριαρχίας επί της Λ. Αμερικής. Ήταν εξάλλου ο αιώνας της βρετανικής μονοκρατορίας ανά τον κόσμο. Τότε στήθηκε η παγκόσμια αποικιοκρατική αυτοκρατορία της Μεγάλης Βρετανίας. Η υποδούλωση της Κίνας έγινε επίσης την ίδια περίοδο. Οι πόλεμοι του οπίου και οι ταπεινωτικές συνθήκες που επέβαλλαν στους Κινέζους οι Βρετανοί συνοδεύτηκε με τη λεηλασία και καταστροφή του θερινού ανακτόρου στο Πεκίνο. Μην ξεχνάμε ότι ακριβώς στην αρχή αυτού του αιώνα εκλάπησαν τα γλυπτά του Παρθενώνα από τον Έλγιν. Την ίδια ακριβώς περίοδο, συγκεκριμένα το 1833, οι Βρετανοί κατέλαβαν στρατιωτικά τις Μαλβίνες. Η γεωγραφική τους θέση στο νότιο Ατλαντικό είχε εξαιρετική σημασία για τον έλεγχο των θαλασσίων οδών και μάλιστα σε μια χρονική στιγμή πριν την κατασκευή της διώρυγας του Σουέζ (1859). Για να ισχυροποιήσουν και μονιμοποιήσουν την κυριαρχία τους, οι Βρετανοί εκδίωξαν τους κατοίκους των νησιών και μετέφεραν εκεί Βρετανούς εποίκους. Από το 1833 επομένως χρονολογείται η κατοχή των νησιών από τη Μεγάλη Βρετανία. Η Αργεντινή όσο και τα γειτονικά της κράτη αντέδρασαν διπλωματικά στην ενέργεια αυτή από την αρχή. Έτσι η εκκρεμότητα αυτή φτάνει ως τις μέρες μας. Πρόκειται για ένα απομεινάρι της αποικιοκρατικής βρετανικής πολιτικής. Για να γίνει κατανοητή η αναλογία, ας υπενθυμίσουμε ότι η Βρετανική αποικιοκρατική κατοχή της Κύπρου ξεκίνησε το 1878. Να σημειωθεί επίσης ότι δυο χρόνια πριν τη βρετανική εισβολή στις Μαλβίνες, το 1831, οι ΗΠΑ επιχείρησαν ουσιαστικά να καταλάβουν τα νησιά για λογαριασμό τους».
Αναφερόμενος στη περίοδο της αποαποικιοποίησης, τόνισε ότι «οι πρώτες δεκαετίες μετά το β’ παγκόσμιο πόλεμο χαρακτηρίστηκαν από την παγκόσμια άνοδο των επαναστατικών κινημάτων και των κινημάτων εθνικής απελευθέρωσης. Ο συσχετισμός των δυνάμεων ήταν τέτοιος που διευκόλυνε την ανατροπή και το ξήλωμα σε μεγάλο βαθμό της αποικιοκρατίας. Στο πλαίσιο αυτό, το ζήτημα του τερματισμού της βρετανικής αποικιοκρατικής κατοχής επί των Νήσων Μαλβίνων ήρθε με έμφαση στο προσκήνιο. Η Αργεντινή βέβαια καθ’όλη τη διάρκεια από το 1833 και μετά διεκδικούσε πάγια την επιστροφή των Μαλβίνων. Όμως η δεκαετία του 1960 ήταν η πλέον κατάλληλη στιγμή για την προβολή και διεκδίκηση του αιτήματος. Στη Λατινική Αμερική, μετά το τέλος της νεοαποικιοκρατικής κυριαρχίας των ΗΠΑ στην Κούβα το 1959, το ζήτημα του τερματισμού της αποικιοκρατίας στο Πουέρτο Ρίκο, της απόδοσης της διώρυγας στον Παναμά και η υπόθεση των Μαλβίνων ήταν από τα κορυφαία αντιαποικιοκρατικά αιτήματα των λαών της Λ. Αμερικής. Η Βρετανία, όπως και οι άλλες αποικιοκρατικές, ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αντιτάχθηκαν σθεναρά στην προοπτική της κατάργησης του αποικιακού συστήματος. Χρησιμοποίησαν ωμή βία προκαλώντας εκατομμύρια νεκρών σε όλο τον κόσμο. Αξιοποίησαν επιδέξια διπλωματικούς ελιγμούς προκειμένου να διατηρήσουν τα προνόμιά τους. Όταν πλέον αναγκάζονταν να αποσυρθούν, φρόντιζαν να δημιουργήσουν συνθήκες κατάλληλες για να επανέλθουν ως ρυθμιστές της κατάστασης. Γνωρίζουμε πολύ καλά τη βίαιη αντίδραση της Βρετανίας στο Κυπριακό, όπως και τον μακρόχρονο αιματηρό πόλεμο ανεξαρτησίας του Βιετνάμ, πρώτα ενάντια στη γαλλική αποικιοκρατία και στη συνέχεια ενάντια στις ΗΠΑ».
«Πολύ γνωστά είναι επίσης τα συμβάντα του πολέμου στο Σουέζ, που εξαπέλυσαν ανεπιτυχώς η Βρετανία και η Γαλλία το 1956 για να αποτρέψουν το αυτονόητο δικαίωμα της Αιγύπτου να ελέγχει τη διώρυγα. Το διεθνές κλίμα όμως ευνοούσε τη διαδικασία της αποαποικιοποίησης. Αυτό αποτυπώθηκε στην Απόφαση 1514 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ (14 Δεκεμβρίου 1960). Εκεί διακηρυσσόταν ότι η υποδούλωση και η εκμετάλλευση λαών είναι αντίθετη στις αρχές του Καταστατικού Χάρτη και στα ανθρώπινα δικαιώματα, ότι οι λαοί έχουν δικαίωμα στην αυτοδιάθεση και ότι πρέπει να γίνεται σεβαστή η εθνική ενότητα και εδαφική ακεραιότητα των κρατών. Η Απόφαση 1514 εξειδικεύτηκε λίγα χρόνια αργότερα. Στην Απόφαση 2065 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ (16 Δεκεμβρίου 1965) ασχολούνταν αποκλειστικά με τις Μαλβίνες. Όριζε ξεκάθαρα ότι η υπόθεση των Νήσων Μαλβίνων αποτελεί περίπτωση στην οποία έχει εφαρμογή η Απόφαση 1514 περί αποαποικιοποίησης. Καλούσε γι’ αυτό την Αργεντινή και τη Μ. Βρετανία να ξεκινήσουν το διάλογο υπό την αιγίδα της αρμόδιας Επιτροπής Αποαποικιοποίησης του ΟΗΕ με σκοπό τη μεταβίβαση της κυριαρχίας των Μαλβίνων στην Αργεντινή. Το βασικό νομικό – διπλωματικό αντεπιχείρημα της Βρετανίας ήταν και παραμένει το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των κατοίκων των νησιών. Το 2013 μάλιστα διοργανώθηκε δημοψήφισμα με το οποίο επικυρώθηκε με συντριπτικό ποσοστό, όπως ήταν αναμενόμενο, η βούληση των βρετανών κατοίκων να ανήκουν στη Μ. Βρετανία. Η επίκληση του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση είναι παραπλανητική. Πόρρω απέχει από την αλήθεια. Οι βρετανοί κάτοικοι των νησιών είναι αποτέλεσμα του εποικισμού, αφού οι ντόπιοι κάτοικοι εκδιώχθηκαν βίαια. Πρόκειται δηλαδή για κάτι ανάλογο με τον παράνομο εποικισμό των κατεχόμενων από το Ισραήλ εδαφών της Παλαιστίνης ή τον εποικισμό των κατεχόμενων της Κύπρου από την Τουρκία. Οι Μαλβίνες είναι μια αποικία. Αποσπάστηκαν δια της βίας από την Αργεντινή, η οποία υπήρξε καθολικός διάδοχος της Ισπανίας στην περιοχή» τόνισε.
Ο πόλεμος του 1982 «είναι αναμφίβολα μια πολύ σημαντική στιγμή στην υπόθεση των Νήσων Μαλβίνων ο πόλεμος του 1982. Λόγω του πολέμου, το θέμα ήρθε στην επικαιρότητα ακόμη και των πιο απομακρυσμένων περιοχών του πλανήτη. Το αιμοσταγές βάρβαρο δικτατορικό καθεστώς που είχε επιβληθεί από το 1976 στην Αργεντινή περνούσε βαθιά κρίση, τόσο οικονομική όσο και πολιτική. Αναζητούσε εναγωνίως, με κάθε τρόπο, μια διέξοδο. Εξαπέλυσε γι’ αυτό μια στρατιωτική επιχείρηση ανακατάληψης των Μαλβίνων. Φιλοδοξούσε έτσι να αποκτήσει μια κάποια συναίνεση και να ξεπεράσει την βαθιά κρίση αξιοπιστίας. Η υπόθεση των Νήσων Μαλβίνων ευαισθητοποιούσε την κοινή γνώμη και γι’ αυτό εργαλειοποιήθηκε από τη χούντα προκειμένου να αντιμετωπίσει την ολοένα διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια. Πράγματι δημιούργησε για λίγο μια συσπείρωση γύρω από το στόχο της απελευθέρωσης των Μαλβίνων που κατέρρευσε ταχύτατα με τη στρατιωτική ήττα. Περιβόητο έγινε το λαϊκό σύνθημα “Οι Μαλβίνες είναι της Αργεντινής, οι αγνοούμενοι επίσης”. Η χούντα της Αργεντινής υπολόγιζε στη βοήθεια ή έστω στην ανοχή των ΗΠΑ, του μεγάλου της συμμάχου στον αντικομμουνιστικό αγώνα. Υπολόγιζε επίσης ότι η Βρετανία δεν θα αντιδρούσε. Η δικτατορική ηγεσία της Αργεντινής ερμήνευσε λαθεμένα τα σημάδια της οικονομικής παρακμής της Βρετανίας υποτιμώντας τη βούληση κα τη δυνατότητά της να αναλάβει στρατιωτική δράση. Υπερτίμησε επίσης τις λίγες φωνές που υπήρχαν στο εσωτερικό της βρετανικής κυβέρνησης, που υποστήριζαν την απαλλαγή της Βρετανίας από τις Μαλβίνες προκειμένου να μπορέσει η Βρετανία να επικεντρώσει την προσπάθεια ανάκαμψής της σε άλλους τομείς. Εκτός των άλλων, η Αργεντινή ήταν ένας πολύ καλός πελάτης των βρετανικών οπλικών συστημάτων εκείνη την εποχή. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι η Αργεντίνικη χούντα, παρά την στρατιωτική επιχείρηση ανακατάληψης των νησιών, δεν έλαβε ουσιαστικά μέτρα για να τα κρατήσει υπό τη διοίκησή της. Η τέτοια διαχείριση ενός σοβαρού εθνικού ζητήματος από τη χούντα δεν αποτελεί πρωτοτυπία. Αρκεί να θυμηθεί κανείς την αντίστοιχη πολιτική της ελληνικής δικτατορίας 1967-1974 στο κυπριακό. Η Βρετανία απάντησε στρατιωτικά και επανέφερε την κυριαρχία της στα νησιά».
Θυμίζει ότι ο πόλεμος «κράτησε δυόμιση μήνες και κόστισε τη ζωή σε σχεδόν 700 Αργεντινούς και περίπου 300 Βρετανούς στρατιώτες. Στη στρατιωτική επικράτηση της Βρετανίας έπαιξε καθοριστικό ρόλο ο δικτατορικός χαρακτήρας του καθεστώτος της Αργεντινής. Το καθεστώς είχε στρέψει τις ένοπλες δυνάμεις ενάντια στον “εσωτερικό εχθρό” ενώ η πειθαρχία των στρατιωτών βασιζόταν στη βία και στην κακομεταχείριση. Οι ΗΠΑ είχαν να επιλέξουν ανάμεσα σε δυο συμμαχικά κράτη. Ζυγίζοντας όλες τις παραμέτρους κατέληξαν να στηρίξουν τη βρετανική εισβολή, παρότι ανησυχούσαν ότι η στήριξη της Βρετανίας θα τροφοδοτούσε ακόμη παραπέρα τα αντιαμερικανικά αισθήματα των λαών της Λατινικής Αμερικής. Παρείχαν, μυστικά, όπλα, πληροφορίες και κάθε είδους υποστήριξη στη Βρετανία. Εξάλλου, ΗΠΑ και Βρετανία με κοινές προσπάθειες είχαν ανατρέψει λίγα χρόνια πριν (1955) με αιματηρό πραξικόπημα την κυβέρνηση του Περόν στην Αργεντινή. Η Βρετανία ανταπέδωσε στις ΗΠΑ με διάφορους τρόπους τη βοήθεια στις Μαλβίνες, ένας εκ των οποίων ήταν η συμμετοχή των βρετανικών βάσεων στον βομβαρδισμό της Λιβύης το 1986. Το ΝΑΤΟ επίσης πήρε ξεκάθαρη θέση υπέρ της Βρετανίας. Παρόμοια στάση κράτησε η ΕΟΚ επιβάλλοντας οικονομικές κυρώσεις στην Αργεντινή. Πέρα από την οικονομική και γεωστρατηγική σημασία της Βρετανίας, οι Μαλβίνες αποτελούσαν στρατηγικής σημασίας σημείο στην αντιπαράθεση με τη Σοβιετική Ένωση και τις σοσιαλιστικές χώρες. Σημαντική βοήθεια στη στρατιωτική προσπάθεια της Βρετανίας για την ανακατάληψη των Μαλβίνων δόθηκε από το δικτατορικό καθεστώς του Α. Πινοσέτ στη Χιλή, παρά τον κοινό αντικομμουνιστικό αγώνα των δυο αιμοσταγών δικτατοριών. Χωρίς αυτή τη βοήθεια η Βρετανία θα είχε χάσει τον πόλεμο, όπως έχει επισημάνει ο Σ. Έντουαρντ πρώην ανώτατος αξιωματούχος της πολεμικής αεροπορίας της Βρετανίας, ο οποίος επισκέφθηκε μυστικά τη Χιλή εκείνη την περίοδο για να εξασφαλίσει τη στήριξη του Πινοσέτ. Η Χιλή συγκέντρωσε στρατεύματα στα σύνορα με την Αργεντινή δημιουργώντας εύλογη ανησυχία ότι επίκειται σύρραξη. Έτσι, η Αργεντινή δεν μπορούσε να ενισχύσει περισσότερο τις δυνάμεις της στις Μαλβίνες. Παράλληλα η Χιλή βοήθησε και με άλλους τρόπους (πχ. με κρίσιμες πληροφορίες μέσω ραντάρ), που έγιναν γνωστοί μόνο μετά το 2012, όταν άνοιξαν τα σχετικά βρετανικά αρχεία. Πρέπει να σημειωθεί ότι η δεκαετία του 1980 ήταν γενικότερα μια περίοδος άμεσων, στρατιωτικών επεμβάσεων των ΗΠΑ στη Λ. Αμερική, πέρα από τις έμμεσες παρεμβάσεις μέσω υποκίνησης ή στήριξης στρατιωτικών πραξικοπημάτων. Ο κατάλογος είναι μακρύς: Νικαράγουα, Σαλβαδόρ, Γουατεμάλα, Αϊτή, Γρενάδα κλπ. Η ήττα στον πόλεμο οδήγησε το δικτατορικό καθεστώς σε ακόμη μεγαλύτερη κρίση και λίγο μετά στην πτώση του. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με τις αποφάσεις 502 και 505 καταδίκασε τη χρήση στρατιωτικής βίας από την Αργεντινή αλλά παράλληλα επιβεβαίωσε την πάγια θέση του για το ζήτημα της κυριαρχίας».
Στον 21ο αιώνα «το ζήτημα της κυριαρχίας των Νήσων Μαλβίνων παραμένει άλυτο. Η Βρετανία εξακολουθεί να κατέχει στρατιωτικά τα νησιά. Επεκτείνει μάλιστα διαρκώς τις δραστηριότητές της. Οι Μαλβίνες έχουν τεράστια σημασία. Έχουν πρώτα απ’ όλα σημασία στρατιωτική ως πέρασμα του νότιου Ατλαντικού, λόγω γειτνίασης με την Ανταρκτική αλλά και λόγω γειτνίασης με σημαντικές περιοχές της Αφρικής. Γι’ αυτό οι Μαλβίνες είναι από τις πλέον στρατιωτικοποιημένες γωνιές του πλανήτη. Φαίνεται πως οι εκεί στρατιωτικές βάσεις φιλοξενούν ακόμη και πυρηνικά όπλα, παρά τη διακηρυγμένη βούληση των κρατών της νότιας Αμερικής να διατηρήσουν την ευρύτερη περιοχή απαλλαγμένη από την παρουσία τέτοιων όπλων. Είναι όμως σημαντικές και από οικονομική άποψη καθώς ο φυσικός πλούτος της περιοχής του νότιου Ατλαντικού είναι αμύθητος: από τα πλούσια αλιεύματα, τους σπάνιους πόρους και τους πολύτιμους μικροοργανισμούς μέχρι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Η Βρετανία με διάφορους τρόπους επεκτείνει παράνομα την οικονομική εκμετάλλευση των νησιών λεηλατώντας ουσιαστικά το φυσικό πλούτο που ανήκει στην Αργεντινή Δημοκρατία. Ακόμη περισσότερο, η Βρετανία αρνείται ακόμη και το διάλογο με την Αργεντινή για το μέλλον των νησιών παρά το γεγονός ότι ο ΟΗΕ επιβεβαιώνει σε κάθε ευκαιρία την προσήλωσή του στην Απόφαση 2065. Όπως προαναφέρθηκε, ακόμη και την περίοδο του πολέμου, παρότι καταδίκασε τη χρήση στρατιωτικής βίας από τη χούντα της Αργεντινής επανήλθε στο αίτημα της ανάγκης διαλόγου ανάμεσα στα δύο κράτη για την επίλυση του ζητήματος της κυριαρχίας. Η Αργεντινή παραμένει σταθερή στο αίτημα της διεκδίκησης της επιστροφής των νησιών στην κυριαρχία της. Το 1994 προστέθηκε στο Σύνταγμα η Πρώτη μεταβατική διάταξη η οποία ορίζει ότι: “Το Αργεντινό έθνος επικυρώνει τη νόμιμη και απαράγραπτη κυριαρχία του επί των Nήσων Μαλβίνων, Νότιας Γεωργίας και Νότιων Σάντουιτς και των σχετικών νησιωτικών και θαλάσσιων χώρων, ως τμημάτων αναπόσπαστων του εθνικού εδάφους. Η ανάκτηση των εδαφών και η ολόπλευρη άσκηση της κυριαρχίας, με σεβασμό στον τρόπο ζωής των κατοίκων, και σύμφωνα με τις αρχές του διεθνούς δικαίου, συνιστούν ένα πάγιο και αδιαπραγμάτευτο στόχο του λαού της Αργεντινής”. Βέβαια η πολιτική πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Σημαντικό τμήμα της οικονομικής και πολιτικής άρχουσας τάξης έχει στην ουσία εγκαταλείψει το αίτημα. Αυτό εκφράστηκε με διάφορες συμφωνίες ανάμεσα στην Αργεντινή και στη Βρετανία που έδωσαν έμφαση στην ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων των δύο χωρών και προέβησαν σε παραχωρήσεις προς τη Βρετανία ήδη από τη δεκαετία του 1990, διευκολύνοντάς την στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της περιοχής.
Η κεντροαριστερή κυβέρνηση Ν. Κίρχνερ «επανέφερε το ζήτημα της κυριαρχίας στο προσκήνιο. Το έθεσε μάλιστα για πρώτη φορά κατά τη συνάντησή του με τον τότε Βρετανό πρωθυπουργό Τόνυ Μπλερ. Στη συνέχεια όμως κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του συντηρητικού Μ. Μάκρι η κυβέρνηση της Αργεντινής πραγματοποίησε σοβαρά βήματα οπισθοδρόμησης από τη διεκδίκηση. Η συμφωνία Φοραδόρι – Ντάνκαν προέβλεπε διάφορες διευκολύνσεις προς τη Βρετανία προκειμένου να ασκεί ευχερέστερα την οικονομική εκμετάλλευση της περιοχής. Επρόκειτο για μια καταφανώς αντισυνταγματική συμφωνία που υπέγραψε η πλευρά της Αργεντινής. Το αίτημα ωστόσο της κατάργησης της αποικιοκρατικής κατοχής των Μαλβίνων παραμένει ζωντανό στη συνείδηση του λαού της Αργεντινής και των διαφόρων κινημάτων στη Λ. Αμερική. Αποτελεί αντικειμενικά τμήμα των διεκδικήσεων των λαών για εξάλειψη των υπολειμμάτων της αποικιοκρατίας αλλά και για τερματισμό της ιμπεριαλιστικής νεοαποικιοκρατίας. Το Πουέρτο Ρίκο αποτελεί ένα ακόμη κραυγαλέο παράδειγμα αποικιοκρατικής κυριαρχίας, όπως και η παράνομη κατοχή του Γκουαντάναμο της Κούβας από τις ΗΠΑ. Εξάλλου, πολλές νέες πληγές έχουν ανοίξει στα τέλη του 20ού και αρχές του 21ου αιώνα: από την επέμβαση του ΝΑΤΟ και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας μέχρι την επιβολή προτεκτοράτων στο Κόσοβο και στη Βοσνία, την εισβολή στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Λιβύη, στη Συρία, στην περιοχή του Σαχέλ στην Αφρική και όπου αλλού. Οι μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη καταπατούν σε κάθε ευκαιρία την εθνική κυριαρχία των πιο αδύναμων κρατών. Επιβάλλουν την εξουσία τους, εκμεταλλεύονται και λεηλατούν τους φυσικούς πόρους και το ανθρώπινο δυναμικό. Στις συνθήκες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και της όξυνσης του ανταγωνισμού ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις για την αναδιανομή των σφαιρών επιρροής, τέτοια φαινόμενα μάλιστα εντείνονται».
Σέ ό,τι αφορά τους όρους για την αποκατάσταση της κυριαρχίας «τα κλειδιά για την επίλυση του προβλήματος των Μαλβίνων παραμένουν τα ίδια. Προσήλωση στην αποκατάσταση της εθνικής κυριαρχίας και στις αποφάσεις του ΟΗΕ. Για το σκοπό αυτό απαιτούνται διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα δύο μέρη, Αργεντινή και Βρετανία, με σκοπό να επιλυθεί το ζήτημα της κυριαρχίας στον πιο δυνατό σύντομο χρονικό ορίζοντα, με τρόπο δίκαιο, ειρηνικό και που θα λαμβάνει επίσης υπόψη του τα συμφέροντα των κατοίκων του νησιού. Υπάρχουν πιθανότητες επιτυχούς επίλυσης του ζητήματος; Με τους σημερινούς συσχετισμούς δύναμης δεν φαίνεται εφικτή η κάμψη της αδιαλλαξίας της Βρετανίας ώστε να προσέλθει σε διάλογο. Ωστόσο, τα πράγματα αλλάζουν. Πρωτίστως δεν ζούμε πλέον σε ένα μονοπολικό κόσμο. Δεν υφίσταται πια η μονοκρατορία των ΗΠΑ. Η Κίνα και λιγότερο η Ρωσία διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην υφήλιο αλλά και ειδικά στη Λατινική Αμερική. Άρα μπορούν να αξιοποιηθούν στην κατεύθυνση της άσκησης πιέσεων στη Βρετανία. Η Κίνα ιδίως, εκτός των οικονομικών συναλλαγών και συμφερόντων που έχει στη Λ. Αμερική, έχει και ανοιχτούς λογαριασμούς με τη Βρετανία. Οι προκλήσεις της Βρετανίας είτε μέσω της συμμετοχής στην AUKUS είτε μέσω της αποστολής πολεμικών πλοίων ανοιχτά της Κίνας είτε μέσω της υποδαύλισης των αντιθέσεων στην πρώην αποικία της στο Χονγκ Κονγκ, δεν θα μείνουν αναπάντητες από τη διαρκώς ενισχυόμενη Κίνα. Φυσικά η αξιοποίηση αυτή δεν πρέπει να οδηγήσει στην εναπόθεση όλων των ελπίδων εκεί. Το σημαντικότερο είναι να διατηρηθεί και αυξηθεί η πίεση που ασκούν οι λαοί της Λ. Αμερικής ενάντια στην αποικιοκρατία και ιμπεριαλιστική νεοαποικιοκρατία, η διεκδίκηση της αυτοτέλειάς τους και της δυνατότητάς τους να χαράσσουν το είδος της κοινωνικο-οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης που επιθυμούν. Όσο δυναμώνει αυτή η προοπτική, τόσο θα δυναμώνουν και οι υποχωρήσεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν πραγματοποιηθεί σοβαρά, αν και ασταθή, βήματα σε κάποιες χώρες της περιοχής και έχουν διαμορφώσει ένα διαφορετικό τοπίο. Πολύ σημαντικό ρόλο παίζει επίσης το διπλωματικό μέτωπο των χωρών της Λ. Αμερικής, οι οποίες σύσσωμες στηρίζουν το αίτημα της Αργεντινής. Στο βαθμό που ενισχύεται η εναλλακτική περιφερειακή συνεργασία, το αίτημα γίνεται ακόμη πιο στέρεο. Μετατρέπεται από στενά εθνικό αίτημα σε περιφερειακό.
Τέλος, αλλά «ίσως το πλέον καίριο, είναι κατά τη γνώμη μου η ενδυνάμωση του εσωτερικού μετώπου διεκδίκησης στην Αργεντινή. Όσο πιο δραστήριο και ενεργό ρόλο διαδραματίζει ο λαϊκός παράγοντας στην πολιτική πραγματικότητα της Αργεντινής τόσο περισσότερο θα δυναμώνει το εσωτερικό μέτωπο. Όπως έχει δείξει η πράξη, σημαντικό τμήμα της οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας έχει εγκαταλείψει το αίτημα για χάρη των οικονομικών της συμφερόντων. Από την άλλη, η επιτυχής διεκδίκηση προϋποθέτει την ισχυροποίηση της Αργεντινής. Αυτή, θεωρώ, περνά μέσα από το δρόμο της εξάλειψης των κοινωνικών ανισοτήτων και της αυτοδύναμης βιομηχανικής και τεχνολογικής ανάπτυξης. Ο δρόμος αυτός οδηγεί στην ενότητα και ετοιμότητα του λαϊκού παράγοντα, στην ισχυροποίηση (οικονομική, στρατιωτική, διπλωματική) της Αργεντινής. Άρα είναι ο δρόμος που μπορεί να οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη πίεση προς τη Βρετανία. Ας μην ξεχνάμε ότι υπήρξαν στο παρελθόν περιπτώσεις κατά τις οποίες μεγάλες δυνάμεις αναγκάστηκαν σε συντεταγμένη υποχώρηση. Η συμφωνία προέδρου του Παναμά Ο. Τορίχος με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζ. Κάρτερ για την παραχώρηση της διώρυγας ήταν τέτοια περίπτωση, το Χονγκ Κονγκ μια άλλη. Πρόσφατα -σε άλλες συνθήκες βέβαια- σημειώθηκε η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν. Σε κάθε περίπτωση ο τερματισμός της αποικιοκρατίας στις Μαλβίνες ενδιαφέρει και την Ελλάδα: όχι μόνο λόγω των ιστορικών δεσμών μας με τη Λ. Αμερική αλλά και γιατί το κυπριακό είναι μια παρόμοια ανοιχτή πληγή, όπου η τουρκική κατοχή συνεχίζεται και οι τεράστιας έκτασης βρετανικές βάσεις στη μεγαλόνησο δεν αποτελούν ούτε τυπικά κυπριακό έδαφος. Στη σύγχρονη, δύσκολη ιστορική περίοδο, οφείλουμε να επιμείνουμε στην τήρηση των αρχών του ΟΗΕ: εξάλειψη κάθε μορφής αποικιοκρατίας, σεβασμός της εθνικής κυριαρχίας και του απαραβίαστου των συνόρων, μη επέμβαση στα εσωτερικά των κρατών, ειρηνική επίλυση των διαφορών, απόρριψη του πολέμου (και του προληπτικού) ως μέσου επίλυσης των διαφορών, οικοδόμηση σχέσεων φιλίας ανάμεσα στους λαούς».
Αδελφοσύνη μεταξύ των λαών της Αργεντινής και του Περού
Ο πρέσβης του Περού ξεκίνησε την παρέμβασή του «εκφράζοντας τη βαθύτατη ευγνωμοσύνη μου στην αγαπημένη μου φίλη Λουτσία Μαρία, Πρέσβειρα της Αργεντινής, που με τίμησε προσκαλώντας με να την συνοδεύσω σε αυτήν την πολύ ιδιαίτερη περίσταση, τον εορτασμό της Εθνικής επετείου της Αργεντινής Δημοκρατίας, που τιμά τη μνήμη της Επανάστασης του Μάη του 1810 και σε αυτό το πλαίσιο, θα λάβει χώρα το σεμινάριο για τις Μαλβίνες που θα παρακολουθήσουμε απόψε». Εστιάζοντας, «στους δεσμούς που ενώνουν τη χώρα μου με την Αργεντινή, προκειμένου να καταστεί δυνατή η πλήρης κατανόηση της θέσης του Περού στα γεγονότα του 1982 και γενικά της παραδοσιακής στάσης του Περού στην Υπόθεση των Μαλβίνων. Εμείς οι Περουβιανοί έχουμε πολλούς λόγους να αναφερόμαστε σε αυτούς τους βαθείς δεσμούς φιλίας με την Αργεντινή και με τους αργεντινούς. Για να το εξηγήσω αυτό πρέπει να ξεκινήσω από την αρχή: από την Επανάσταση του Μάη του 1810. Αυτό το γεγονός σηματοδότησε την αρχή της πορείας που οδήγησε στη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας της Αργεντινής από το ισπανικό στέμμα, στις 9 Ιουλίου 1816 και την γέννησή της δημοκρατίας. Αυτή η ιστορική στιγμή δεν σταμάτησε εκεί είχε μια εξέλιξη που εκφράστηκε με το λεγόμενο “απελευθερωτικό ρεύμα του Νότου”, με επικεφαλής τον Αργεντίνο στρατηγό Χοσέ ντε Σαν Μαρτίν, αρχηγό του Απελευθερωτικού Στρατού, ο οποίος αργότερα υλοποίησε την ανεξαρτησία της Χιλής και του Περού. Στην περίπτωση του Περού, στις 28 Ιουλίου 1821, ο στρατηγός Σαν Μαρτίν, από ένα μπαλκόνι στη Χουάρα, μια πόλη βόρεια της Λίμα, την πρωτεύουσα του Περού, δήλωσε: “Από αυτή τη στιγμή, το Περού είναι ελεύθερο και ανεξάρτητο, από τη γενική βούληση των λαών του και από την αιτία που υπερασπίζεται ο Θεός. Ζήτω η Πατρίδα! Ζήτω Ελευθερία! Ζήτω ανεξαρτησία!”. Το συγκεκριμένο γεγονός μπορεί να μας βοηθήσει να εξηγήσουμε τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ του Περού και της Αργεντινής….από εκείνη τη στιγμή, την αρχή της δημοκρατικής μας ζωής, οι κυβερνήσεις μας πορεύτηκαν μαζί όλα αυτά τα χρόνια μοιράζοντας κοινές θέσεις σε πολύ διαφορετικές πτυχές της διεθνούς ατζέντας , αποτελώντας μια σαφή εκδήλωση και ένα παράδειγμα παραδοσιακών δεσμών φιλίας και συνεργασίας μεταξύ των δύο κυβερνήσεων, πέρα από τη ρητορική αναφορά με την οποία χρησιμοποιείται συχνά αυτός ο χαρακτηρισμός».
Κάτι, ακόμη πιο σημαντικό, «είναι το γεγονός ότι οι συγγένειές μας σε επίσημο επίπεδο έχουν μια θεμελιώδη βάση: βασίζονται στη βαθιά αίσθηση της αδελφοσύνης μεταξύ των λαών μας, ενός δεσμού που είχε πολλαπλές εκφράσεις σε διαφορετικές περιόδους της ιστορίας μας. Αυτοί οι κοινοί δεσμοί χρονολογούνται πριν από τη γέννησή μας ως δημοκρατίες, στην προκολομβιανή εποχή, δηλαδή πριν από την άφιξη της Ισπανίας στην Αμερική, όταν μέρος των σημερινών εδαφών του Περού και της Αργεντινής ήταν μέρος της αυτοκρατορίας των Ίνκας. Αυτή η κατάσταση, σύμφωνα με τους αργεντίνους ιστορικούς, θα είχε πείσει χρόνια αργότερα τον εμφανή πρωταγωνιστή της γέννησης της Αργεντινής Δημοκρατίας, στρατηγό Μπελγάνο και τους Αργεντινούς πατριώτες, να συμπεριλάβουν τον “Ήλιο του Μαΐου” στην εθνική τους σημαία, αναφερόμενος στο “Inti del Tahuantinsuyo”, ο Θεός Ήλιος της αυτοκρατορίας των Ίνκας, ως ρητή έκφραση της ανεξαρτησίας από την Ισπανία. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα αμοιβαίας επιρροής και υποστήριξης μεταξύ του Περού και της Αργεντινής. Αναφέρω δύο για να μην μακρηγορήσω: την περίπτωση του Αργεντινού δικηγόρου και πολιτικού, πολύ αγαπητού στους Περουβιανούς, Ρόκε Σάενθ Πένια, προέδρου της Αργεντινής μεταξύ 1910-1914, ο οποίος ήταν εθελοντής μαχητής του Περουβιανού Στρατού στον Πόλεμο του Ειρηνικού και το γεγονός ότι η Αργεντινή φιλοξενεί μια από τις μεγαλύτερες περουβιανές κοινότητες στον κόσμο. Επομένως, οι στενοί δεσμοί αδελφοσύνης μεταξύ των λαών μας εξηγούν την ιστορική και άνευ όρων υποστήριξη του Περού στη δίκαιη και νόμιμη αξίωση της Αργεντινής επί της κυριαρχίας των Νήσων Μαλβίνες, Νότιας Γεωργίας και Νοτίου Σάντουιτς και των γύρω θαλάσσιων χώρων τους. Θέση που αποτελεί πυλώνα της εξωτερικής μας πολιτικής που εκφράζεται, και θα εκφράζεται πάντα ρητά σε όλα τα διεθνή φόρουμ και συνέδρια στα οποία συμμετέχει το Περού».
Θύμισε ότι «το 1982, ο Περουβιανός πρόεδρος, Φερνάντο Μπελαούντε Τέρι, ανέπτυξε προσπάθειες διαμεσολάβησης με στόχο να αποτρέψει την κλιμάκωση της σύγκρουσης μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων της Αργεντινής και του Ηνωμένου Βασιλείου, αυτές οι προσπάθειες τελικά ματαιώθηκαν από τη βύθιση του Αργεντινού καταδρομικού Belgrano. Η κυβέρνηση και ο λαός του Περού τότε, όπως και σήμερα πάντα υποστήριζαν και θα υποστηρίζουν, χωρίς αναστολές, τα νομικά και ιστορικά επιχειρήματα που εξηγούν, δικαιολογούν και επιβεβαιώνουν την κυριαρχία της Αργεντινής στις Μαλβίνες. Θέλω με αυτήν την ευκαιρία να αποτίσω φόρο τιμής σε όλους εκείνους που πολέμησαν με τιμή και έδωσαν τη ζωή τους στις Μαλβίνες, εμπνευσμένοι από την άνευ όρων αγάπη τους για τη χώρα, καθώς και από τις εκφράσεις θάρρους, ηρωισμού, αδελφοσύνης και αλληλεγγύης που συνόδευσαν αυτό επεισόδιο της ιστορίας της Αργεντινής. Το Περού υποστηρίζει μια ειρηνική και κατόπιν διαπραγματεύσεων επίλυση αυτής της διαφοράς, η οποία σήμερα είναι ένας συλλογικός λατινοαμερικανικός σκοπός για να τελειώσουν τα υπολείμματα της αποικιοκρατίας που παραμένουν στην περιοχή, σύμφωνα με τους διαύλους που προβλέπονται από το διεθνές δίκαιο και τα Ηνωμένα Έθνη. Αυτοί είναι, μεταξύ άλλων, οι λόγοι για την ειλικρινή αδελφοποίηση και τη μόνιμη εκτίμηση μεταξύ Αργεντινών και Περουβιανών. Θέλω απλώς να ολοκληρώσω αυτή τη σύντομη παρουσίαση ευχαριστώντας για άλλη μια φορά τη Μαρία Λουτσία για τη γενναιόδωρη πρόσκλησή της εκφράζοντας την προσωπική μου εκτίμηση και τα συναισθήματα αδελφοσύνης στους αγαπημένους μου φίλους και αδελφούς Αργεντινούς».
Μαλβίνες: αποικία της Μεγάλης Βρετανίας. Στο βάθος η εκμετάλλευση της Ανταρκτικής
Ο Κ. Ήσυχος, σε μια παρέμβαση με έντονο το συναισθηματικό στοιχείο, καθώς ο ίδιος είναι γεννημένος στην Αργεντινή, θύμισε πως «έχουν περάσει σχεδόν εξήντα χρόνια από τότε που μια βρετανική κυβέρνηση και οι σύμμαχοί της απέτυχαν στις προσπάθειές τους για αλλαγή καθεστώτος στην Αίγυπτο και η προκύπτουσα “Κρίση του Σουέζ” του 1956 εξέθεσε τις μηχανορραφίες τους ενώπιον του κόσμου. Η κρίση του Σουέζ έχει θεωρηθεί ως σημαντικό πλήγμα για το αυτοκρατορικό κύρος της Βρετανίας και ένα από τα βασικά γεγονότα που εγκαινίασαν μια νέα μετα-αποικιακή Βρετανία. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1960, ο Συντηρητικός Πρωθυπουργός της Βρετανίας, Χάρολντ Μακμίλαν, έκανε την περίφημη ομιλία του «άνεμος αλλαγής» στη Νότια Αφρική, στην οποία αναγνώρισε ότι ως συνέπεια των αυξανόμενων αντιαποικιακών αγώνων και της μεταβαλλόμενης διεθνούς κατάστασης, η Βρετανία θα είχε να παραιτηθεί από τον πολιτικό έλεγχο των αποικιών της στην Αφρική».
Στη συνέχεια «τις επόμενες δύο δεκαετίες, οι βρετανικές κυβερνήσεις παραχώρησαν επίσημη ανεξαρτησία σχεδόν σε όλες τις αποικίες, αν και η Ζιμπάμπουε, η πρώην Νότια Ροδεσία, κέρδισε την ανεξαρτησία της μόλις το 1980 μετά από έναν πόλεμο εθνικής απελευθέρωσης που διήρκεσε πολλά χρόνια και το Χονγκ Κονγκ επέστρεψε μόνο στην κυριαρχία της Κίνας μετά από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις το 1997. Δεκατέσσερις πρώην αποικίες δεν έγιναν ποτέ ανεξάρτητες χώρες και τώρα ονομάζονται Βρετανικά Υπερπόντια Εδάφη. Περιλαμβάνουν έξι εδάφη στην Καραϊβική και τρία στον Νότιο Ατλαντικό. Τα πιο γνωστά από αυτά είναι τα νησιά Φώκλαντ ή Μαλβίνες, που βρίσκονται στα ανοιχτά της Αργεντινής, μια χώρα που εξακολουθεί να αμφισβητεί την κυριαρχία της Βρετανίας, μια κατάσταση που οδήγησε στον αποικιακό πόλεμο των Φώκλαντ του 1982. Ένα άλλο αμφισβητούμενο έδαφος είναι το Γιβραλτάρ, το οποίο είναι διεκδικήθηκε από την Ισπανία και αποκτήθηκε για πρώτη φορά από τη Βρετανία το 1713. Επιπλέον, υπάρχει συνεχιζόμενη βρετανική κυριαρχία ενός τμήματος της Ιρλανδίας και η διαίρεση του νησιού της Ιρλανδίας, ίσως το πιο κραυγαλέο παράδειγμα της συνέχισης του αποικιακού παρελθόντος της Βρετανίας. Επιπλέον, ακόμη και κατά την περίοδο που η Βρετανία και οι άλλες αυτοκρατορικές δυνάμεις ισχυρίζονταν ότι αποαποικιοποιούσαν τις αυτοκρατορίες τους, ηγέτες νέων ανεξάρτητων χωρών, όπως ο Κβάμε Νκρούμαχ της Γκάνας, προειδοποιούσαν για την εμφάνιση της νεοαποικιοκρατίας, όπου η Βρετανία και οι άλλες μεγάλες δυνάμεις διατήρησαν οικονομική και άλλες μορφές κυριαρχίας σε ονομαστικά ανεξάρτητες χώρες με ποικίλα μέσα, συμπεριλαμβανομένης της ισχύος παγκόσμιων θεσμών όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα».
Τόνισε πως «η διαίρεση της Ιρλανδίας, η συνεχιζόμενη διαμάχη για το Γιβραλτάρ και αυτή για τις Μαλβίνες, η οποία επανεμφανίστηκε ξανά το καλοκαίρι του 2012, είναι μια έντονη υπενθύμιση ότι η Βρετανία απέχει πολύ από το να είναι μια μετα-αποικιακή πολιτική και υποδηλώνουν ότι οι δηλώσεις για ενοχές και συγγνώμη είναι μάλλον πρόωρο. Πράγματι, είναι δύσκολο να βρεθούν παραδείγματα συγγνώμης της κυβέρνησης για αναρίθμητα αποικιακά εγκλήματα και αδύνατο να δοθούν παραδείγματα οποιασδήποτε αποζημίωσης για τέτοια εγκλήματα. Ο πρώην πρωθυπουργός, Τόνι Μπλερ, μίλησε ακόμη και για τη Βρετανική Αυτοκρατορία με λαμπερούς όρους ως «ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα.» Παρά τις επιθυμίες των κυβερνήσεων και των υπουργών να κρύψουν ιστορικές πραγματικότητες «κάτω από το χαλί», η παλιά αποικιακή Βρετανία συνεχίζει ακάθεκτη την αποικιακή της παράδοση Αλλά η τελευταία διαμάχη περιλαμβάνει ένα νέο “μέτωπο μάχης”: την Ανταρκτική».
Εξήγησε πως «η Αργεντινή και το Ηνωμένο Βασίλειο είναι δύο από τα επτά έθνη που διεκδικούν τμήματα της λευκής ηπείρου την Ανταρκτική , αλλά είναι τα μόνα που διεκδικούν ακριβώς το ίδιο κομμάτι εδάφους. Ο βρετανικός ισχυρισμός της Ανταρκτικής, που έγινε το 1908, περιλαμβάνει πλήρως (και υπερβαίνει) το έδαφος που η χώρα της Νότιας Αμερικής είχε διεκδικήσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Το 1940, η Χιλή εντάχθηκε στη διαμάχη, διεκδικώντας μέρος της γης που διεκδικούσαν και οι δύο. Όλα ξεκίνησαν στα τέλη του 2018, όταν η κυβέρνηση των Νήσων Φώκλαντ/Μαλβίνα – γνωστή ως FIG ή Κυβέρνηση των Νήσων Φώκλαντ – δημοσίευσε μια ανακοίνωση καλώντας τις εταιρείες να υποβάλουν τις ιδέες τους για την κατασκευή ενός νέου λιμανιού. Σε μια έκθεση που παρουσιάστηκε στην τοπική Νομοθετική Συνέλευση, ο Μπάρι Έλσμπι, υπεύθυνος για το χαρτοφυλάκιο Ανάπτυξης και Εμπορικών Υπηρεσιών, εξήγησε ότι η φθορά του σημερινού λιμανιού, που κατασκευάστηκε το 1984 και είναι γνωστό ως Fipass (Falklands Interim Port and Storage System), ήταν τέτοια “ότι δεν είναι πλέον ασφαλές για τα πλοία να ελλιμενίζονται εκεί”. Ερωτηθείς από την εφημερίδα Penguin News – τη μοναδική που δημοσιεύεται στα νησιά – σχετικά με το πώς σκόπευαν να είναι το νέο λιμάνι, ο Έλσμπι είπε ότι η FIG ήταν ανοιχτή σε προτάσεις και ότι άφησε την ανακοίνωση “σκόπιμα ανοιχτή”. “Η διαφήμιση βγήκε λέγοντας ότι θέλουμε ένα λιμάνι με αυτόν τον χώρο ελλιμενισμού, τόσο χωρητικότητα φορτίου χείλους, και στη συνέχεια επιτρέπουμε στους ενδιαφερόμενους να αναπτύξουν τις δικές τους ιδέες και να τις πουλήσουν σε εμάς”, είπε».
Κατέληξε ότι «μέχρι τώρα, τα νέα για το νέο λιμάνι στις Μαλβίνες/Φόκλαντς είχαν περάσει σχεδόν απαρατήρητα έξω από το αρχιπέλαγος. Ωστόσο, ένα χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο του 2021, αυτό το έργο έγινε το επίκεντρο μιας διαμάχης στη γειτονική Αργεντινή. Πρώτον, η κυβέρνηση της νοτιότερης επαρχίας της χώρας, της οποίας το επίσημο όνομα είναι Tierra del Fuego, Ανταρκτική και Νήσοι του Νότιου Ατλαντικού (που περιλαμβάνει τα Φώκλαντ/Μαλβίνες), κατήγγειλε την BAM Nuttall ότι λειτουργεί χωρίς την άδειά της στην περιοχή στην οποία διεκδικούν την κυριαρχία τους. Στη συνέχεια, στα μέσα του μήνα, ένας εθνικός γερουσιαστής από τη Γη του Πυρός κατήγγειλε ενώπιον του κοινοβουλίου της Αργεντινής ότι αυτό το έργο έχει απώτερο στόχο την επέκταση του βρετανικού ελέγχου στην Ανταρκτική. “Με την κατασκευή αυτού του λιμανιού, η Μεγάλη Βρετανία σκοπεύει να εδραιώσει την αποικιοκρατία της στη Μαλβίνα και την περιοχή ως αιχμή του δόρατος για να επεκτείνει την επιρροή της στην Ανταρκτική”, κατηγόρησε ο Πάμπλο Μπλάνκο. Σύμφωνα με τον νομοθέτη, στόχος του νέου λιμανιού είναι “η παροχή υπηρεσιών logistics σε τρίτες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν συμφέροντα στη λευκή ήπειρο”. “Αυτό που θέλουν είναι να έχουν περισσότερους υλικοτεχνικούς πόρους για να συνεχίσουν να ιδιοποιούνται ανανεώσιμες και μη φυσικές πηγές που είναι δικοί μας”, είπε. Ο ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός …προ των πυλών και πάλι».