Ο Μισέλ σημειώνει ότι «επί πολλούς μήνες, αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων καλούν την Επιτροπή να εργαστεί γι’ αυτό το θέμα» και συγκεκριμένα σχετικά με τα ανώτατα όρια τιμών και την πιθανή ανάγκη μεταρρύθμισης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
«Δεν υπήρξε συναίνεση για το είδος της απόφασης που θα έπρεπε να ληφθεί, αλλά υπήρξε συναίνεση για να κληθεί η Επιτροπή να υποβάλει συγκεκριμένες προτάσεις», τονίζει.
«Υπάρχει η αίσθηση ότι η Επιτροπή έχασε χρόνο, και αυτό είναι ατυχές».
Με μια απαισιόδοξη νότα σημειώνει ότι «οι πολίτες υποφέρουν, οι εταιρείες υποφέρουν, τα κράτη υποφέρουν και κάποιες εταιρείες που παράγουν ενέργεια βγάζουν υπερκέρδη. Δεν αρνούμαι ότι το θέμα είναι σύνθετο. Αλλά είναι απαράδεκτο να στέκεσαι άπραγος. Και είναι δύσκολο να εξηγηθεί ότι, από τον Μάρτιο, δεν έχουν υπάρξει κάποιες σοβαρές επιχειρησιακές προτάσεις στο τραπέζι».
Επισημαίνει δε το κατεπείγον της αντιμετώπισης της ακρίβειας, μπροστά στο ενδεχόμενο της όξυνσης των κοινωνικών εντάσεων και διαμαρτυριών.