του Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
Η Κίνα γνώρισε τα εγκλήματα της βρετανικής αποικιοκρατίας με τους Πολέμους του Οπίου, που εξαπολύθηκαν για να διασφαλίσουν την πρόσβαση του ναρκωτικού, που εξήγαγε η Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, στην κινεζική αγορά. Υπολογίζεται ότι 12 εκατομμύρια Κινέζοι είχαν εθιστεί στο όπιο το 1835. Οι πόλεμοι έληξαν με την επιβολή των αποκαλούμενων άνισων συνθηκών μεταξύ της Κίνας και των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών, που περιλάμβαναν τεράστιες πολεμικές αποζημιώσεις, το άνοιγμα λιμανιών στο ευρωπαϊκό εμπόριο, τη νομιμοίηση του οπίου, την κατοχή του Χονγκ Κονγκ κα. Ο «Αιώνας της Ταπείνωσης» έληξε όταν ο Μάο Τσε Τουνγκ στάθηκε στην Πύλη της Ουράνιας Ειρήνης του Πεκίνου την 1η Οκτωβρίου 1949 και κήρυξε την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, με την επαναστατική κυβέρνηση να ξεκινά λαϊκό πόλεμο για την καταστολή της κατανάλωσης και παραγωγής οπίου κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950.
Σε μια διαφορετική εποχή, όπου είχε προηγηθεί η διαίρεση του σοσιαλιστικού μπλοκ, η Ελισάβετ θα δήλωνε με αφορμή τον θάνατο του Κινέζου επαναστάτη πως «η επιρροή του ξεπερνά κατά πολύ τα σύνορα της Κίνας και αναμφίβολα θα τον θυμόμαστε ως έναν παγκοσμίου φήμης σπουδαίο πολιτικό».
Τα επόμενα χρόνια, η Ελισάβετ ήταν η πρώτη Βρετανίδα μονάρχης που επισκέφτηκε την Κίνα, το 1986, αφού προηγουμένως υπεγράφη η Κοινή Σινοβρετανική Διακήρυξη για επιστροφή του Χονγκ Κονγκ στην Κίνα, στο πλαίσιο της αρχής «μια χώρα δύο συστήματα». Σε μια ιστορική δικαίωση, η βασίλισσα βρέθηκε κάτω από το πορτρέτο του Μάο -εκεί που ο Κινέζος ηγέτης πριν δεκαετίες σφύριξε τη λήξη της ταπείνωσης του λαού του, με την ίδια να δηλώνει πως πλεόν «οι δεσμοί Κίνας και Βρετανίας είναι οι πιο στενοί ποτέ». Στο γεγονός αναφέρθηκε κινεζική κυβέρνηση, με αφορμή το θάνατο της, κάνοντας λόγο για επίσκεψη «ορόσημο». Ωστόσο, η θεσμική αβρότητα απουσιάζει από τα κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης που δεν λησμόνησαν να επικρίνουν τη βρετανική βασιλική οικογένεια για την υπεράσπιση της αποικιακής κυριαρχίας της σε άλλες χώρες. Άλλωστε, η ίδια η Ελισάβετ παραλίγο να διαγράψει ένα από τα ελάχιστα θετικά στοιχεία στην κληρονομιά της, όταν χαρακτήρισε «πολύ αγενείς» τους Κινέζους αξιωματούχους, λίγα χρόνια πριν το Ηνωμένο Βασίλειο ενταχθεί επίσημα στο νεοψυχροπολεμικό μέτωπο κατά του Πεκίνου.
Η Ελισάβετ «συνάντησε» ακόμη φορά τον Μάο, μέσω του ζωγράφου Τσεν Γιάνινγκ, ο οποίος έχει ζωγραφίσει τον διάσημο πίνακα με την επίσκεψη του ιδρυτή της Κίνας στις αγροτικές περιοχές του Γκουανγκντόνγκ και η βασίλισσα τον προσκάλεσε προσωπικά να ζωγραφίσει πορτρέτα της ίδιας και του συζύγου της. Για τελευταία φορά, ένα παιχνίδι της τύχης φέρνει τη βασίλισσα να φεύγει από τη ζωή, μια μέρα πριν την επέτειο θανάτου του ιδρυτή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, στις 9 Σεπτεμβρίου 1976.
Εντούτοις, η αυτοκρατορική Βρετανία, που ενσαρκώνεται το στέμμα, είναι ο λόγος που οι αναπτυσσόμενοι λαοί του λεγόμενου «τρίτου κόσμου» δεν θα πενθήσουν το θάνατο της μακροβιότερης εκπροσώπου του. Όπως δεν γιόρτασαν και την επέτειο των 70 χρόνων από την ενθρόνιση της, το Πλατινένιο Ιωβηλαίο της Βασίλισσας, που έμελλε να είναι η χρονιά, θα έφευγε από την ζωή. Τότε, ενώ ο Δούκας και η Δούκισσα του Κέιμπριτζ βρίσκονταν σε μια εορταστική περιοδεία στην Καραϊβική, έλαβαν ανοιχτή επιστολή από δημόσια πρόσωπα της Τζαμάικα, τα οποία τους έγραφαν: «Δεν βλέπουμε κανένα λόγο να γιορτάζουμε τα 70 χρόνια από την άνοδο της γιαγιάς σας στον βρετανικό θρόνο, επειδή η ηγεσία της, και η ηγεσία των προκατόχων της, διαιώνισε τη μεγαλύτερη τραγωδία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ιστορία της ανθρωπότητας».
Έτσι, με τον θάνατό της Ελισάβετ, οι Μαχητές της Οικονομικής Ελευθερίας (EFF), ένα νοτιοαφρικάνικο κόμμα, που πρόσκεται ιδεολογικά στον παναφρικανισμό, τον αντιιμπεριαλισμό και τον σοσιαλισμό, έκαναν σαφές πως δεν θα πενθήσουν, αλλά αξιοποίησαν την περίσταση για να υπενθυμίσουν ότι «η Ελίζαμπεθ Ουίνδσορ, κατά τη διάρκεια της ζωής της, δεν αναγνώρισε ποτέ τα εγκλήματα που διέπραξε η Βρετανία και η οικογένειά της ειδικότερα, σε όλο τον κόσμο». Αντίθετα, «στην πραγματικότητα, ήταν περήφανη σημαιοφόρος των φρικαλεοτήτων, διότι κατά τη διάρκεια της βασιλείας της, όταν ο λαός της Υεμένης ξεσηκώθηκε για να διαμαρτυρηθεί για τη βρετανική αποικιοκρατία, η Ελισάβετ διέταξε τη βίαιη καταστολή αυτής της εξέγερσης». Η Ελισάβετ «επωφελήθηκε οικειοθελώς από τον πλούτο που αποκτήθηκε από την εκμετάλλευση και τη δολοφονία εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Η βρετανική βασιλική οικογένεια στέκεται στους ώμους εκατομμυρίων σκλάβων που μεταφέρθηκαν μακριά από την ήπειρο για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα της ρατσιστικής λευκής συσσώρευσης κεφαλαίου, στο κέντρο της οποίας βρίσκεται η βρετανική βασιλική οικογένεια», καταλήγουν.
Στο ίδιο πνεύμα, το Κίνημα Γυναικών PNP, μια τζαμαϊκανή φεμινιστική οργάνωση, γράφει στην εφημερίδα Jamaican Observer, σχετικά με την αποικιακή πολτική: «Μας χτύπησαν και μας έκαναν να πιστέψουμε ότι ο σκοπός μας ως έθνος ήταν να εξυπηρετούμε το δικό σας». Την ίδια περίοδο, σε ομιλία του στη Τζαμάικα, ο πρίγκιπας Ουίλιαμ εξέφρασε «βαθύτατη θλίψη» για τη δουλεία που «αμαυρώνει για πάντα την ιστορία μας», αλλά απέφυγε να αναγνωρίσει τον ρόλο της μοναρχίας, η οποία συνεχίζει να επωφελείται από την παραπάνω ληστεία. Ο βασιλικός πλούτος οικοδομήθηκε πάνω στο δουλεμπόριο εκατομμυρίων Αφρικανών, σε τέτοια έκταση που που μόλις το 2015 το Ηνωμένο Βασίλειο εξόφλησε πλήρως τα «χρέη» στους ιδιοκτήτες σκλάβων από την απελευθέρωση τους τον 19ο αιώνα.
Μόνο ο αποικισμός της Ινδίας φέρεται πως επέφερε σχεδόν 45 τρισεκατομμύρια δολάρια κατά την περίοδο 1765-1938, όταν το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) στο Ηνωμένο Βασίλειο ανερχόταν σε 3186,86 δισεκατομμύρια δολάρια το 2021, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. Μετά το θάνατο της βασίλισσας, οι Ινδοί χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ζητούν την επιστροφή του διαμαντιού Κοχινουρ, που κοσμεί το βασιλικό στέμμα, αφού κλάπηκε από τους Βρετανούς κατά την προσάρτηση του Παντζάμπ. Η Ινδία έχει ζητήσει επανειλημμένα το διαμάντι από την ανεξαρτησία της χώρας, το 1947, αλλά και τη χρονιά στέψης της βασίλισσας Ελισάβετ Β’, με το Ηνωμένο Βασίλειο να υποστηρίζει ότι δεν συντρέχουν νομικοί λόγοι για την επιστροφή του.
Μια ακόμα ένδειξη για ότι, αν και η βασιλεία της Ελισάβετ εξελίχθηκε παράλληλα με τη συντριβή της αυτοκρατορικής Βρετανίας, η νεοαποικιακή εποχή οικοδομήθηκε πάνω στα προηγούμενα αποικιακά υλικά, όπου η τυπική ανεξαρτησία των πρώην αποικιών, συνοδεύτηκε από οικονομική, πολιτιστική και πολιτική εξάρτηση.
Όταν η Βρετανική Αυτοκρατορία άρχισε να διαλύεται, οι πρώην αποικίες έγιναν μέλη της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, που αριθμεί 54 χώρες. Μεταξύ αυτών, το βρετανικό στέμμα βασιλεύει σε 14 χώρες της Κοινοπολιτείας, εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου. Πολλές από αυτές τις χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Αυστραλίας, της Τζαμάικα, της Γρενάδας, της Αγίας Λουκίας και του Τουβαλού εξακολουθούν να χρησιμοποιούν το «God Save the Queen/King» ως εθνικό ή βασιλικό ύμνο, ενσταλάζοντας την αποικιακή κληρονομιά. Η μόνη χώρα που αποχώρησε από την Κοινοπολιτεία είναι η Ιρλανδία, το βόρειο μέρος της οποίας παραμένει κατεχόμενο από το Ηνωμένο Βασίλειο. Σε αυτόν το νεοαποικιακό θεσμό, παραμένει η Κύπρος, η πατρίδα του 17χρονου Ευαγόρα Παλληκαρίδη, που εκτελέστηκε, όπως δεκάδες συναγωνιστές του, από τις βρετανικές κατοχικές δυνάμεις.
Από το σύνολο των χωρών του πλανήτη, μόλις 22 δεν έχουν δεχθεί την επίθεση της Μ. Βρετανίας, απεικονίζοντας την έκταση της βρετανικής «μπότας». Σε κάθε μια χώρα, χιλιάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν, ενώ η Ελισάβετ έφυγε από τον κόσμο πλήρης ημερών. Σε όλη της τη ζωή στολίστηκε με τα λάφυρα της ιμπεριαλιστικής ληστείας, με αντάλλαγμα να προσδίδει αυτοκρατορικό μεγαλείο σε έναν ξεπερασμένο θεσμό. Ενδεχομένως, όπως γράφει ο δυτικός Τύπος, ο θανατός της να συμβάλει στο να ξηλωθεί αυτό το κατάλοιπο του παρελθόντος, αφού εκατομμύρια άνθρωποι στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Κοινοπολιτεία μπορεί να συνειδητοποιήσουν πως είναι και αυτός μια «χάρτινη τίγρης»…