Επτά εγγυήσεις για την ορθή λειτουργία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, για το κράτος Δικαίου, για τα ατομικά δικαιώματα και τη Δημοκρατία θέτει η Χαριλάου Τρικούπη, στο πλαίσιο της συνεδρίασης της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης στη Βουλή (12.9.2022), αναφορικά με την Κύρωση της από 9.8.2022 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου “Επείγουσες διατάξεις για την ενίσχυση της ακεραιότητας στη λειτουργία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών” (Α΄ 152).
Ο Χάρης Καστανίδης, εκπροσωπώντας το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ανέλυσε στην Επιτροπή τα επτά θεσμικά μέτρα που προτείνει το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ως εξής, στο κείμενο-εισήγηση των επτά σημείων:
1.Η διάταξη του αρμόδιου για την ΕΥΠ εισαγγελέα, όταν πρόκειται να αρθεί το απόρρητο των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφαλείας, πρέπει να υποβάλλεται και να εγκρίνεται από τριμελές δικαστικό συμβούλιο εφετών και όχι από τον εισαγγελέα εφετών, όπως προβλέπει η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της κυβέρνησης.
Όπως ισχύει και στις περιπτώσεις που το απόρρητο αίρεται για την διακρίβωση εγκληματικών πράξεων, μόνο σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις μπορεί να εκτελείται η εισαγγελική διάταξη χωρίς την έγκριση του Δικαστικού Συμβουλίου, η οποία όμως (έγκριση) πρέπει να δοθεί το αργότερο εντός 3 ημερών.
2. Όταν πρόκειται για βουλευτή ή ευρωβουλευτή, η άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας πρέπει να γίνεται με πλήρη σεβασμό του άρθρου 62 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει ρητά ότι, όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, ο βουλευτής ή ο ευρωβουλευτής ( κατά το 7ο πρωτόκολλο των ευρωπαϊκών ασυλιών) δεν περιορίζεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, χωρίς την άδεια του Σώματος.
Επειδή, για προφανείς λόγους, στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι δυνατό να ακολουθηθεί η τυπική διαδικασία της άρσης ασυλιών, προκειμένου να αρθεί το απόρρητο των επικοινωνιών βουλευτή ή ευρωβουλευτή, απαιτείται, εκτός της απόφασης του τριμελούς δικαστικού συμβουλίου εφετών, η σύμφωνη γνώμη του Προέδρου της Βουλής και του προέδρου της ΑΔΑΕ.
3. Ο διορισμός του διοικητή της ΕΥΠ πρέπει να γίνεται ύστερα από διατύπωση θετικής γνώμης των 3/5 των μελών της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας και όχι της απλής κυβερνητικής πλειοψηφίας.
4. Πληρότητα του περιεχομένου της διάταξης του εισαγγελέα.
Στην κείμενη νομοθεσία δεν προβλέπεται-κακώς- η ύπαρξη αιτιολογίας στην διάταξη του αρμοδίου για την ΕΥΠ εισαγγελέως, με την οποία αίρεται το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας, όπως αντίθετα απαιτείται, όταν πρόκειται να διακριβωθεί η τέλεση σοβαρών εγκλημάτων.
Στην εισαγγελική διάταξη που αποστέλλεται στο τριμελές δικαστικό συμβούλιο πρέπει να αναγράφεται όνομα + αιτιολογία επιβολής του μέτρου της άρσης του απορρήτου + τεκμηρίωση της τήρησης της αρχής της αναλογικότητας.
5. Η εισαγγελική διάταξη και το βούλευμα του τριμελούς δικαστικού συμβουλίου γνωστοποιούνται αμέσως στον πρόεδρο της ΑΔΑΕ. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει και την αιτιολογία της άρσης του απορρήτου σε περίπτωση λόγου εθνικής ασφάλειας, ώστε ο έλεγχος από την ΑΔΑΕ να είναι ουσιαστικός.
6. Μετά τη λήξη της άρσης του απορρήτου, η ΑΔΑΕ έχει διακριτική ευχέρεια να ενημερώνει τους θιγέντες, εφόσον αποδειχθεί ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε εμπλοκή τους σε γεγονότα που αφορούν τους λόγους παρακολούθησης.
7. Ορισμός του περιεχομένου του όρου «εθνική ασφάλεια».
Το περιεχόμενο πρέπει να ορίζεται στο νόμο, όπως απαιτούν το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ).
Η εθνική ασφάλεια προσβάλλεται κατά το ΔΕΕ όταν:
- Παρακωλύεται η λειτουργία των κρατικών θεσμών και των βασικών δημόσιων υπηρεσιών
- Δημιουργείται κίνδυνος για την επιβίωση του πληθυσμού
- Δημιουργείται κίνδυνος σοβαρής διαταραχής των εξωτερικών σχέσεων της χώρας
- Δημιουργείται κίνδυνος για την ειρηνική συνύπαρξη των λαών
- Δημιουργείται κίνδυνος από την προσβολή των στρατιωτικών συμφερόντων της χώρας (πρβλ. απόφαση της 15ης Φεβρουαρίου 2016, N., C 601/15 PPU, EU:C:2016:84, σκέψη 66 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία)».