Στο ρεπορτάζ του Κωνσταντίνου Κοντοκώστα στο larissanet, αποκαλύπτεται μια υπόθεση παράνομης κατακράτησης που βίωναν τρεις αδελφές από τους γονείς τους εδώ και πολλά χρόνια.
Στο εδώλιο κάθισε η μητέρα των τριών κοριτσιών με την κατηγορία της παράνομης κατακράτησης. Η γυναίκα κατηγορείται ότι κλείδωσε τις δύο κόρες της στο πλυσταριό του σπιτιού όπου έμεναν, για μισή ώρα. Τις κοπέλες άφησε ελεύθερες ο πατέρας τους και στη συνέχεια οι κοπέλες κατήγγειλαν το περιστατικό στην αστυνομία. Η δίκη διεξήχθη τελικά σήμερα και ενώ είχε πάρει ήδη μια αναβολή την Τρίτη. Στην αίθουσα του δικαστηρίου όμως με αφορμή αυτό το περιστατικό η μεγαλύτερη κόρη της οικογένειας, 24 ετών, αποκάλυψε ότι δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό καθώς η ίδια και οι αδερφές της ήταν θύματα ενδοοικογενειακής βίας από τη μητέρα και τον πατέρα εδώ και πολλά χρόνια.
«Έχουν δικαίωμα σύμφωνα με το Θεό να μας χτυπούν» κατέθεσε η 24χρονη πως τους είπε η μητέρα τους όταν τα κορίτσια παραπονέθηκαν για τη συμπεριφορά των γονιών τους.
Με την ολοκλήρωση της κατάθεσης της κατηγορουμένης μητέρας ακολούθησε η αγόρευση της εισαγγελέως η οποία ορμώμενη από αυτά που κατέθεσε η πρώτη κοπέλα στην αρχή, είπε: «Αναρωτιέμαι ποιος Θεός θα το ήθελε αυτό; Ποιος Θεός θα ήθελε να έρθουν εδώ τρία κορίτσια και να καταθέτουν για τους γονείς τους ότι τους συμπεριφέρονται με αυτό τον τρόπο; Ποιος Θεός θα ήθελε να ακούσει ότι η μάνα μας, μας κλείδωσε στο πλυσταριό επειδή δεν της απαντήσαμε; Ας πούμε ότι την ειρωνεύτηκαν, ας πούμε ότι την απαξίωσαν; Νομιμοποιείται άραγε η μάνα να κλειδώνει τα παιδιά στο πλυσταριό; Εκεί έχουμε φτάσει; Αυτή είναι η διδασκαλία η χριστιανική που ενστερνίζεται αυτή η μητέρα και ο πατέρας και ο τρόπος που έχουν αποφασίσει να μεγαλώνουν τα παιδιά τους;». Η εισαγγελέας τόνισε ακόμη ότι «οι γονείς αυτοί αποποιούνται των ευθυνών τους μεταθέτοντας το βάρος της ευθύνης στα παιδιά, καταλογίζοντας τους την ευθύνη για όλα τα κακώς κείμενα του σπιτιού» και πρότεινε την ενοχή της κατηγορουμένης για το αδίκημα της παράνομης κατακράτησης.