Στην έκθεση απέκτησαν πρόσβαση και δημοσίευσαν μέσα του διεθνούς και του εγχώριου Τύπου μεταξύ των οποίων και η Der Spiegel. Όπως αναφέρει η γερμανική εφημερίδα, η έκθεση αποτελείται από 20 συνεντεύξεις μαρτύρων, περιλαμβάνει μήνες έρευνας και γεμίζει περισσότερες από 120 σελίδες: Οι ερευνητές ερεύνησαν τα γραφεία που ανήκαν στην ηγετική ομάδα του τότε επικεφαλής της Frontex Fabrice Leggeri αλλά και μηνύματα και email στο WhatsApp.
Η έκθεση της OLAF οδήγησε στην παραίτηση του Leggeri την άνοιξη του 2022. Αλλά αυτό που αποκάλυψαν οι ερευνητές υπερβαίνει το ζήτημα της ατομικής ευθύνης. Παρόλο που δεν ήταν το κύριο επίκεντρο της έρευνας, η έκθεση αποκαλύπτει αμείλικτα πώς οι Έλληνες συνοριοφύλακες στο Αιγαίο Πέλαγος εγκαταλείπουν πρόσφυγες στη θάλασσα σε φουσκωτές σωσίβιες σχεδίες για να τους εμποδίσουν να ασκήσουν το δικαίωμά τους να αιτηθούν άσυλο. Η γερμανική εφημερίδα σημειώνει ωστόσο ότι πολλά μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης και της ίδιας, αποκάλυπταν την παράνομη πρακτική των επαναπροωθήσεων στα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης στο κοινό πριν από πολλούς μήνες, αλλά η ελληνική κυβέρνηση παρ’ όλα αυτά απέρριπτε τα δημοσιεύματα χαρακτηρίζοντάς τα ως “ψευδείς ειδήσεις”.
Ταυτόχρονα, η έκθεση της OLAF δείχνει πώς η Frontex, η ευρωπαϊκή υπηρεσία συνόρων, ήταν συνένοχος σε αυτές τις κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
-Σε επανειλημμένα περιστατικά, η διοίκηση του Frontex απέκρυψε περιπτώσεις πιθανών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τον δικό της υπεύθυνο θεμελιωδών δικαιωμάτων.
-Η υπηρεσία ανέστειλε την εναέρια επιτήρησή της για να σταματήσει να καταγράφει παραβιάσεις του νόμου.
-Συγχρηματοδότησε κάποιες από τις ελληνικές μονάδες που πραγματοποίησαν τις επαναπροωθήσεις.
-Σύμφωνα με την έκθεση, παραπλάνησε τους φορείς που είναι υπεύθυνοι για την επίβλεψη του οργανισμού.
-Και παρόλο που θα πρέπει να είναι σαφές μετά την ανάγνωση της έκθεσης ότι οι επαναπροωθήσεις ήταν «σοβαρής φύσης ή είναι πιθανό να συνεχιστούν», η Frontex δεν τερμάτισε τις κοινές επιχειρήσεις όπως ορίζεται στο άρθρο 46 των κανονισμών του οργανισμού.
Σύμφωνα με την Der Spiegel, μυστικότητα γύρω από την έκθεση χρησιμεύει πρωτίστως για να αποφευχθεί το να ανοίξει σοβαρά η συζήτηση γύρω από το ζήτημα. Όπως αναφέρεται, μέχρι σήμερα, κορυφαίοι Έλληνες αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι δεν έχουν διαβάσει την έκθεση. Ο Ευρωπαίος Επίτροπος, Μαργαρίτης Σχοινάς, του οποίου το χαρτοφυλάκιο περιλαμβάνει τη μετανάστευση, δεν απαντά για το αν έχει ενημερωθεί για τις σοβαρές καταγγελίες. Και η Aija Kalnaja, η προσωρινή εκτελεστική διευθύντρια της Frontex, συνεχίζει να προσποιείται, επιμένοντας μέχρι και σήμερα, ότι η υπηρεσία της έχει ακολουθήσει όλους τους κανόνες. «Θα θέλαμε να επαναλάβουμε ότι οι ενέργειες της Frontex στην περιοχή του Αιγαίου πραγματοποιήθηκαν σε συμμόρφωση με το ισχύον νομικό πλαίσιο», ανέφερε η υπηρεσία την περασμένη εβδομάδα.
Αναρίθμητες οι περιπτώσεις συγκάλυψης
Όπως διαβάζουμε στο δημοσίευμα του Σταύρου Μαλιχούδη για τους Reporters United, οι επαναπροωθήσεις καταγράφονταν εσωτερικά ως «αποτροπές εισόδου», ενώ σημειώνονται συγκεκριμένα παραδείγματα:
Νωρίς τα ξημερώματα της 5ης Αυγούστου 2020, στη 01:41 ώρα Ελλάδος, αεροσκάφος επιτήρησης της Frontex εντοπίζει βάρκα στην οποία επιβαίνουν περί τους 30 αιτούντες άσυλο. Κατά τη στιγμή του εντοπισμού της, τη λαστιχένια βάρκα ρυμουλκεί προς τα τουρκικά ύδατα σκάφος του ελληνικού Λιμενικού. Τα δύο πλεούμενα βρίσκονται περίπου 1,2 ναυτικά μίλια εντός των ελληνικών υδάτων.
Κατά την εσωτερική επικοινωνία μεταξύ των στελεχών της Frontex για το περιστατικό, αργότερα την ίδια ημέρα, ένα εξ αυτών εμφανίζεται να δηλώνει μέσω email πως «από άποψη έρευνας και διάσωσης (Search and Rescue, SAR) η κίνηση δεν βγάζει κανένα απολύτως νόημα, καθώς το να ρυμουλκείς μια υπερφορτωμένη και εύθραυστη βάρκα μέσα στη νύχτα στα ανοιχτά, δημιουργεί μια κατάσταση που μπορεί να θέσει σοβαρά σε κίνδυνο τις ζωές των επιβαινόντων».
Όπως αναφέρεται στο ίδιο email, στο συγκεκριμένο αεροσκάφος της Frontex που γίνεται μάρτυρας του περιστατικού, δεν δίνεται η δυνατότητα να μείνει για πολύ στο σημείο. «Έλαβε αμέσως εντολή από τον ειδικό της Ελληνικής Ακτοφυλακής να πετάξει μακριά», αναφέρεται. «Στάλθηκε για να κάνει περιπολίες σε ελληνικό έδαφος μπρος- πίσω εννέα φορές, μεταξύ δύο σημείων στα οποία δεν σημειώθηκε ποτέ καμία δραστηριότητα».
Από την εσωτερική αλληλογραφία των στελεχών της Frontex που παρουσιάζει το πόρισμα της OLAF, προκύπτει πως αυτό δεν είναι το πρώτο περιστατικό κατά το οποίο παρατηρείται το ελληνικό Λιμενικό να επαναπροωθεί από τα ελληνικά ύδατα βάρκα με αιτούντες άσυλο στην Τουρκία. Στις μεταξύ τους επικοινωνίες, στελέχη μιλούν για την «επανάληψη τέτοιου είδους περιστατικών, που κάνει όλο και πιο δύσκολη την αντιμετώπισή τους» και αναφέρονται σε «τεράστιο κίνδυνο να πληγεί η φήμη» της Frontex.
Όπως σημειώνουν αργότερα μεταξύ τους, οι ελληνικές Αρχές έχουν καταγράψει το εν λόγω περιστατικό ρυμούλκησης των αιτούντων άσυλο από τα ελληνικά στα τουρκικά ύδατα ως «αποτροπή εισόδου».
Απομάκρυνση εναέριων μέσων, «για να μην είμαστε μάρτυρες»
Νωρίτερα, ήδη από τα μέσα του Απριλίου του 2020, τα εναέρια μέσα της Frontex έχουν καταγράψει παρεμφερές περιστατικό, στο οποίο Έλληνες λιμενικοί ανέβασαν στο σκάφος τους αιτούντες άσυλο από βάρκα την οποία είχαν μόλις προσεγγίσει, για να τους εξαναγκάσουν στη συνέχεια να ξαναεπιβιβαστούν στη βάρκα τους και να τους ρυμουλκήσουν προς τα τουρκικά ύδατα.
Εντούτοις, παρά τις ισχυρές ανησυχίες στο εσωτερικό της Frontex για έκθεση των αιτούντων άσυλο σε κίνδυνο, το περιστατικό δεν κατηγοριοποιήθηκε στην Κατηγορία 4, πρακτική που και εσωτερικά θεωρήθηκε ως προσπάθεια συγκάλυψης του γεγονότος.
Κι ενώ μετά την καταγεγραμμένη επαναπροώθηση του Αυγούστου 2020, κατά την επικοινωνία μεταξύ στελεχών της Frontex τίθεται η ιδέα να ενημερώσουν τις ελληνικές Αρχές ως προς τη θέση της Frontex σχετικά με τέτοιου είδους περιστατικά που θα μπορούσαν να πλήξουν την εικόνα της, τελικά δεν επιλέγουν αυτή τη δίοδο.
Στρέφονται στη δεύτερη ιδέα, που όπως προκύπτει από την εσωτερική αλληλογραφία έχει ήδη συζητηθεί με αφορμή το συμβάν της 5ης Αυγούστου 2020: την απομάκρυνση των εναέριων μέσων του ευρωπαϊκού οργανισμού ακτοφυλακής από το Αιγαίο, προκειμένου η Frontex να μην μπορεί —σε πρακτικό επίπεδο— να γίνεται μάρτυρας παράνομων επαναπροωθήσεων από το ελληνικό Λιμενικό.
Μόλις δύο ημέρες αργότερα, το πρωί της 7ης Αυγούστου 2020, ζητείται εσωτερικά με κατεπείγουσα προθεσμία έκθεση ως προς τις ανάγκες για εναέρια μέσα της Frontex που βρίσκονταν στην κεντρική Μεσόγειο.
Η έκθεση υποβάλλεται νωρίς το απόγευμα της επομένης, και μέσα σε λιγότερο από δύο ώρες αξιοποιείται για να υποστηριχθεί η πρόταση της απομάκρυνσης των εναέριων Μέσων που υπηρετούν στην Ελλάδα, μέσω της διάθεσής τους σε άλλες περιοχές της κεντρικής Μεσογείου.
Η εν λόγω αναδιάταξη δυνάμεων φέρεται να είναι τόσο επείγουσα, που προτείνεται να λάβει χώρα το αμέσως επόμενο Σαββατοκύριακο. Τελικά πραγματοποιείται ένα μήνα αργότερα, στις 7 Σεπτεμβρίου 2020, καθώς, όπως επισημαίνει στο πόρισμά της η OLAF, απαιτούνταν ενημέρωση τουλάχιστον δύο εβδομάδων για την υλοποίηση της μετακίνησης ενός αεροσκάφους, ενώ τις διαδικασίες επιβράδυνε και η πανδημία.
Η OLAF επισημαίνει ότι κατά τη διάρκεια επιθεώρησης σε γραφείο στελέχους της Frontex, στο πλαίσιο της δικής της έρευνας, οι ερευνητές της εντόπισαν το αντίγραφο ενός εγγράφου για τη χρήση των αεροσκαφών εναέριας επιτήρησης της Frontex, με ημερομηνία 16 Νοεμβρίου 2020.
Στο πίσω μέρος της τελευταίας σελίδας του αντιγράφου, υπήρχε η εξής χειρόγραφη σημείωση: «Έχουμε αποσύρει τα αεροσκάφη επιτήρησης της Frontex εδώ και κάποιον καιρό, ώστε να μην γινόμαστε μάρτυρες…».
«Επέστρεψαν στην Τουρκία αυτοβούλως»
Το περιστατικό κατά το οποίο η Ελληνική Ακτοφυλακή έδωσε προσχηματική εντολή στο αεροσκάφος της Frontex προκειμένου να απομακρυνθεί από το σημείο στο οποίο επαναπροωθούνταν αιτούντες άσυλο, δεν είναι το μοναδικό.
Στις 28 Ιουλίου 2020, ο πιλότος ενός ελικοπτέρου της Frontex που επιχειρούσε στην Ελλάδα υπέβαλε μια «Αναφορά Σοβαρού Περιστατικού». Την προηγούμενη μέρα είχε εντοπίσει σε ελληνικά ύδατα μια λαστιχένια βάρκα με περίπου 25 αιτούντες άσυλο. Σύμφωνα με την αναφορά που υποβλήθηκε, ο συντονιστής στο Διεθνές Κέντρο Συντονισμού είχε ζητήσει από το πλήρωμα της Frontex να αλλάξει τις συντεταγμένες στις οποίες είχε εντοπιστεί η λέμβος, προκειμένου να παρουσιάζεται πως βρισκόταν εκτός των ελληνικών υδάτων.
Σε άλλες περιπτώσεις, οι εκπρόσωποι του ελληνικού Λιμενικού παρουσίασαν ψευδείς πληροφορίες ως προς περιστατικά για τα οποία ζητήθηκαν εξηγήσεις από τα στελέχη της Frontex που επιχειρούσαν υποστηρικτικά στην Ελλάδα.
Σε μία εξ αυτών υποστηρίχθηκε πως η βάρκα των αιτούντων άσυλο ήταν κατάλληλη για πλεύση, έφερε μηχανή, και πως οι επιβαίνοντες σε αυτήν επέστρεψαν στα τουρκικά ύδατα «αυτοβούλως», ενώ στο οπτικό υλικό της Frontex, η υπερφορτωμένη βάρκα φαίνεται εμφανώς να ρυμουλκείται από σκάφος του Λιμενικού — και η μηχανή της να έχει αφαιρεθεί.
Ωστόσο, η Frontex δεν κίνησε τις διαδικασίες που προβλέπονται, από τις οποίες απορρέει η υποχρέωσή της, σε περιπτώσεις στις οποίες προσωπικό της γίνεται μάρτυρας παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αντιθέτως, σε τουλάχιστον μία περίπτωση καταγράφεται σκάφος που έχει συγχρηματοδοτηθεί από τη Frontex να είναι παρών σε συμβάν επαναπροώθησης.
Σύμφωνα με την OLAF, η ευθύνη της Frontex έγκειται επίσης στην άρνησή της να διεξαγάγει έρευνα με αφορμή υλικό δημοσιογραφικών ερευνών που ήταν ήδη διαθέσιμο. Όπως επισημαίνει το πόρισμα, τέτοιες έρευνες έχουν κατά το παρελθόν αξιοποιηθεί προκειμένου ως αφορμή να ξεκινήσει σχετική έρευνα.
Η κύρια όμως ευθύνη του καλύτερα χρηματοδοτούμενου οργανισμού της Ευρώπης (ο προϋπολογισμός για το 2022 είναι 754 εκατ. ευρώ) έγκειται στο γεγονός ότι ύστερα από τη συγκάλυψη των αρχικών περιστατικών, η Frοntex παρείχε στο ελληνικό Λιμενικό την ηθική — και επιχειρησιακή στον βαθμό που συνέχισε να καταγράφει ψευδώς τα περιστατικά — κάλυψη προκειμένου να πραγματοποιηθούν χιλιάδες επαναπροωθήσεις με δεκάδες χιλιάδες θύματα, κατά τα επόμενα δύο χρόνια.
Η σχετική έρευνα των Forensic Architecture και Forensis καταγράφει συνολικά 1.018 περιστατικά επαναπροωθήσεων με 27.464 θύματα στο Αιγαίο από τον Μάρτιο του 2020, όταν ξεκίνησε η δραστηριοποίηση της Frontex, μέσω της επιχείρησης Poseidon. Για τα οποία υπόλογο δεν θα πρέπει να θεωρείται μόνο το ελληνικό Λιμενικό.
ΠΗΓΗ: Der Spiegel, Reporters United.