Πρωτοκαθεδρία της Ελλάδας στις δαπάνες που χρειάζονται οι πολίτες για να εξασφαλίσουν την στέγαση τους. Σύμφωνα με στοιχεία από την Eurostat, οι Έλληνες ξοδεύουν περίπου το 40% του εισοδήματος τους στην στέγαση, ποσοστό που υπερβαίνει κατά πολύ τον μέσο όρο της υπόλοιπης Ευρώπης.
Πιο συγκεκριμένα, σε γράφημα των Financial Times που συγκεντρώνει τα στοιχεία της Eurostat, φαίνεται έντονα η διαφορά της Ελλάδας σε σχέση με τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές Χώρες. Σύμφωνα με τα δεδομένα, ποσοστά της τάξεως του 20% του πληθυσμού σε αγροτικές περιοχές, του 32% του πληθυσμού σε πόλεις και κωμοπόλεις και του 35% σε μεγάλα αστικά κέντρα στην Ελλάδα, ξοδεύει πάνω από το 40% του εισοδήματός του στη στέγαση.
Μάλιστα σε σχετική έρευνα που διεξήγαγε και το Eteron, αναφέρεται πως «Το 34,3% των νέων μεταξύ 25-29 επιβαρύνεται υπερβολικά από το στεγαστικό κόστος, ενώ ο μέσος όρος στη ΕΕ ήταν 13,3% για το 2020. Στην Ελλάδα, το 42,5% κατοικεί σε στεγαστική στενότητα, ακολουθώντας τη Ρουμανία 58,7%, τη Βουλγαρία 56,4%, τη Λετονία 51,1%, την Κροατία 48,2%, την Πολωνία 47,3%. Ο μέσος όρος στην ΕΕ κυμαινόταν στο 22,5% κατά το έτος 2019».
Το σχόλιο του Γιάννη Βαρουφάκη για την στεγαστική κρίση
«Ελλάδα: χώρα αβίωτη για τους κατοίκους της με σφραγίδα ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ.
Σύμφωνα με την Eurostat, η Ελλάδα είναι μακράν η πρωταθλήτρια στις δαπάνες που αφορούν τη στέγαση: ενοίκιο, φορολογικά βάρη, δαπάνες για βασικές παροχές – ρεύμα, τηλεπικοινωνίες, ύδρευση και αποχέτευση.
Συγκεκριμένα, πάνω από το 20% του πληθυσμού που ζει σε αγροτικές περιοχές, το 32% του πληθυσμού που ζει σε δευτερεύουσες πόλεις και το 35% που ζει σε μεγάλα αστικά κέντρα, δαπανά πάνω από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του για καλυφθούν αυτά τα βασικά κόστη!
Οι δε συγκρίσεις είναι συντριπτικές, καθώς στην δεύτερη Δανία, το 5%, 9% και 22% του πληθυσμού που ζει αντίστοιχα σε αγροτικές περιοχές, δευτερεύουσες πόλεις και αστικά κέντρα, δαπανά πάνω από 40% για την κάλυψη τους κόστους στέγασης.
Το συμπέρασμα; Ως προς το εισόδημα του πληθυσμού, έχουμε τα πιο ακριβά ενοίκια, ρεύμα, φορολογικά βάρη, τηλεπικοινωνίες. Αυτό δεν έτυχε, πέτυχε από την ρευστοποίηση και το ξεπούλημα που θεσμοθετούν επί 12 χρόνια όλες οι συνθηκολογημένες κυβερνήσεις».