Αποστολή ΤΡΡ στη Μυτιλήνη
Νεκταρία Ψαράκη – Γεωργία Κριεμπάρδη

Στο εδώλιο του Εφετείου Βορείου Αιγαίου, στη Λέσβο, στις 10 Ιανουαρίου, βρέθηκε η αλληλεγγύη. Ο Seán, εκπαιδευμένος δύτης διάσωσης, και η Sarah, Σύρια προσφύγισσα και ακτιβίστρια, η ιστορία της οποίας ενέπνευσε την ταινία του Netflix «Οι κολυμβήτριες», έρχονται αντιμέτωποι με βαρύτατες κατηγορίες μαζί με άλλα 22 άτομα από τη ΜΚΟ έρευνας και διάσωσης στην οποία εργάστηκαν εθελοντικά. 

Η υπόθεση συγκέντρωσε το ενδιαφέρον των μεγαλύτερων διεθνών δικτύων ενημέρωσης, που βρέθηκαν στο νησί, μαζί με Έλληνες συναδέλφους να καλύψουν βήμα-βήμα τη δίκη.  Η αίθουσα ήταν κατάμεστη.  Αλληλέγγυοι απ’ όλη την Ελλάδα και ντόπιοι βρέθηκαν μέσα κι έξω από τη δικαστική αίθουσα, δείχνοντας έμπρακτα τη στήριξή τους στους κατηγορούμενους, διατρανώνοντας πως δεν είναι δυνατόν να ποινικοποιείται η αλληλεγγύη.

Από τους κατηγορούμενους δεν ήταν όλοι παρόντες. Ήταν οι 10 από τους 24. Υπήρξε σύγχυση μεταξύ της έδρας και των συνηγόρων υπεράσπισης των κατηγορουμένων, οι οποίοι δεν ήθελαν να αναβληθεί για άλλη μέρα η δίκη. Το αίτημα αναβολής κατέθεσε πρώην συνήγορος υπεράσπισης μιας εκ των κατηγορουμένων, το οποίο δεν έγινε δεκτό και η συνεδρίαση ξεκίνησε κανονικά με τις ενστάσεις των δικηγόρων. Άλλωστε πώς θα ήταν δυνατόν τόσοι άνθρωποι να καταφέρουν να φτάσουν ξανά στη Μυτιλήνη;

Πρόκειται για μια υπόθεση που ξεκινά και τελειώνει στο «δεν ξέρουμε γιατί κατηγορούμαστε», κάτι το οποίο τόνισαν όλοι οι παρόντες συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων.

Οι κατηγορίες που βαρύνουν όλους τους είναι αβάσιμες, ασαφείς κι αόριστες. Μιλάμε συχνά για δίκες παρωδία, αλλά τώρα πρόκειται για τον ορισμό μιας τέτοιας δίκης. Οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν ποινικές διώξεις για: ένταξη και σύστασης εγκληματικής οργάνωσης, διευκόλυνση μεταφοράς υπηκόων τρίτων χωρών, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, κατασκοπεία από  κοινού, παράβαση του νόμου που αφορά παρεμβολή ραδιοσυχνότητας, παροχή ουσιωδών πληροφοριών σε εγκληματική οργάνωση, επιπλέον δίωξη για διευκόλυνση μεταφοράς και απάτη από κοινού κατ’ εξακολούθηση για πάνω από 120.000 ευρώ (αδίκημα που κατέπεσε).

Έχει διαταχθεί από το προηγούμενο δικαστήριο ο χωρισμός των αδικημάτων στα πλημμελήματα και τα κακουργήματα και η δίκη αφορούσε την κατηγορία της κατασκοπείας.  Οι συνήγοροι υπεράσπισης κατέθεσαν τις ενστάσεις τους. Κι όλες συνέκλιναν στο ίδιο συμπέρασμα: οι κατηγορίες είναι αβάσιμες, ασαφείς, αόριστες και δεν ξέρουμε ούτε τι να πούμε στους εντολείς μας -πραγματικά, για τι κατηγορούνται;

Οι κατηγορίες στήθηκαν πάνω σε μηνύματα που διάλεξαν οι αρχές από μια ομαδική συνομιλία στο whats app -συνομιλία στην οποία βρίσκονταν εκατοντάδες άνθρωποι από διαφορετικά μετερίζια. Το δεύτερο …στοιχείο από το οποίο προέκυψαν οι κατηγορίες είναι  το vhf του πλοίου, κάτι το οποίο είναι απαραίτητο να έχουν κι έχουν όλα τα πλοία, από την πιο μικρή βάρκα. Κι αυτό δεν έχει να κάνει με τη συλλογή πληροφοριών αλλά με την ασφάλεια, ώστε να εντοπίζει πλοία σε κίνδυνο. 

Ένα κατηγορητήριο που μπάζει από παντού. Κατηγορούμενοι δεν ξέρουν ακόμη ότι κατηγορούνται. Πιθανότατα, θα το μάθαιναν αν σχεδίαζαν κάποιο ταξίδι στο εξωτερικό, όπου με την άφιξή τους στο αεροδρόμιο, η αστυνομία θα τους συλλάμβανε. Τόσα χρόνια δεν έγιναν οι στοιχειώδεις ενέργειες να διαπιστωθεί η διεύθυνσή τους. «Δεν είναι δυνατόν σε μια Ευρώπη να υπάρχουν κατηγορούμενοι, και δη για τόσο σημαντικά κακουργήματα, και να μη γνωρίζουν καν ότι κατηγορούνται» υπογράμμιζαν οι δικηγόροι.

Άλλοι έμαθαν τυχαία ότι κατηγορούνται. Άλλοι κατηγορούμενοι δεν έχουν καταλάβει γιατί κατηγορούνται, καθώς το βούλευμα τους ήρθε σε άλλη γλώσσα από αυτή που κατανοούν. Για παράδειγμα, βούλευμα γραμμένο στην αγγλική γλώσσα εστάλη σε κάτοικο Ολλανδίας. Όσο για την εξασφάλιση μεταφραστών από τις αρχές, δεν έγινε ποτέ. Όπως σημείωσαν δε σε αιχμηρό τόνο πολλοί εκ των δικηγόρων, οι αρχές γνωρίζουν το τεράστιο πρόβλημα που προκύπτει με τη μη εξασφάλιση μετάφρασης, κι επί σειρά ετών δεν κάνουν τίποτα.

Ακόμα βέβαια και βούλευμα γραμμένο στα ελληνικά, οι Έλληνες συνήγοροι υπεράσπισης αδυνατούν να το κατανοήσουν, κι αυτό γιατί σ’ ένα χαρτί έχουν γίνει κουβάρι διάσπαρτες αόριστες κι αστήρικτες κατηγορίες με τους κατηγορούμενους που δεν αναφέρονται με τα ονόματα τους αλλά ως αριθμοί. Στην απόδοση της κατηγορίας υπάρχει αοριστία που συνίσταται, δηλαδή, στο ότι αναφέρονται άπαντες ως δράστες. 

Για να γίνει σαφές, εξηγούμε με ένα παράδειγμα: Απονέμουν κατηγορίες ως εξής: «από τον 1ο ως τον 8ο δράστη κατηγορούνται για εγκληματική οργάνωση», ενώ σε άλλη σελίδα, ο δράστης με τον αριθμό 6, έχει π.χ. τον αριθμό 9. Ακόμη, υπάρχει σύγχυση στον τρόπο και τα μέσα που έχει τελεστεί η πράξη. «Προχειρότατο παραπεμπτικό βούλευμα» επαναλάμβαναν οι δικηγόροι, καθένας αναφορικά με τη δική του υπόθεση. 

«Πρέπει να ξέρουμε γιατί κατηγορούμαστε. Έχουμε ένα κατηγορητήριο κακουργηματικού χαρακτήρα το οποίο καλούμαστε να ξεμπλέξουμε» ανέφερε ένας εκ των δικηγόρων, με τους υπόλοιπους να συμφωνούν. 

Μιλάμε για ασάφειες πολύ βασικές. Για παράδειγμα, δεν προκύπτει ο χρόνος τέλεσης της παράβασης -άλλες είναι οι ημερομηνίες της διευκόλυνσης, άλλες της συλλογής και ακροάσεων των πληροφοριών, άλλες της αναμονής των λεμβών. Επίσης, γίνεται λόγος για τα κρατικά απόρρητα.  Για να θεωρηθεί κάτι ως απόρρητο πρέπει να αναγνωριστεί ως τέτοιο απ’ το αρμόδιο υπουργείο. Εδώ δεν έχουμε καν συγκεντρωμένα τα στοιχεία. 

Κατηγορούνται για κατασκοπεία κι αναφορικά με την παροχή πληροφοριών το βούλευμα αναφέρει πως «περιήλθαν στη γνώση τους αντικείμενα και ειδήσεις», κάτι το οποίο έχει ασκηθεί με τον παλιό ποινικό κώδικα, καθώς ο νέος μιλά για «κρατικά απόρρητα». Ποια είναι τελικά αυτά;

Κάτι ακόμα βασικό. Το δικαστήριο καλείται να κρίνει μια υπόθεση που τα πολλαπλά αδικήματα είναι στο γραφείο του ανακριτή, με όλα τα αποτελέσματα να είναι δυνατά. Πρόκειται δηλαδή για κακουργήματα που είναι επί διερεύνηση.

Οι συνήγοροι υπεράσπισης όλων των κατηγορουμένων υπογράμμισαν με κάθε τρόπο κι όλα τα δυνατά επιχειρήματα πως είναι μονόδρομος η ακύρωση της διαδικασίας.