του Αλέξανδρου Καζαμία*
Έκτοτε, δύο βουλευτές του τον εγκατέλειψαν και προσχώρησαν στο ΣΥΡΙΖΑ. Παρά την έκδηλη αμηχανία του, όσοι παρακολουθούσαμε άφωνοι τις πρωτοβουλίες αυτές αναμέναμε πως η κοινοβουλευτική ομάδα του κ. Βαρουφάκη θα έφτανε σήμερα στα πρόθυρα του αφανισμού. Όταν ο αρχηγός της δεν έχει πλέον αναστολές να επιστρέψει στις αγκάλες του ακραιφνώς μνημονιακού κ. Τσίπρα, που το 2015 εξαπάτησε όλο τον ελληνικό λαό, γιατί να έχουν τέτοιους δισταγμούς οι βουλευτές του; Επίσης, όσοι έχουν λίγη μνήμη θα θυμούνται ότι τα ίδια έπαθε πριν από τις περασμένες εκλογές το προηγούμενο κόμμα-δεκανίκι του κ. Τσίπρα, οι ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου. Ο αφανισμός των μικρών κομμάτων που χάνουν την ανεξαρτησία τους και καταλήγουν δορυφόροι ενός μεγάλου κόμματος είναι κάτι σαν νόμος του Νεύτωνα στο πολιτικό μας σύστημα.
Η “ΑΠΛΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ” ΚΑΙ ΤΟ ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ
Όμως η πολιτική πτώση του κ. Βαρουφάκη δε σταματά εδώ. Ένα μήνα νωρίτερα, στο δικό του γ’ συνέδριο τον περασμένο Απρίλιο, ο ΣΥΡΙΖΑ υιοθέτησε κι αυτός μια νέα πολιτική συμμαχιών που ο τύπος ορθά χαρακτήρισε “νέα στρατηγική του κ. Τσίπρα έναντι του ΚΙΝΑΛ”. Στο πλαίσιο της στρατηγικής αυτής, ο κ. Τσίπρας ενέτεινε την επίθεση φιλίας του προς το κόμμα του κ. Ανδρουλάκη, με στόχο τη μετεκλογική συνεργασία, δηλώνοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σήμερα ο συνεχιστής της πολιτικής του Ανδρέα Παπανδρέου. Πρόσθεσε επίσης ότι ο Γιώργος Παπανδρέου, ο πρωθυπουργός του “λεφτά υπάρχουν”, που μας έφερε την Τρόικα και συρρίκνωσε την οικονομία το 2009-11 κατά -20%, δεν ευθύνεται τάχα για την κρίση! Τέλος, ο κ. Τσίπρας ζήτησε από το ΚΙΝΑΛ να αφήσει “τα πρόσωπα” (δηλαδή το δικό του), και να κοιτάξει τις (πράγματι πολλές) κοινές “πολιτικές” τους.
Πάνω σ’ αυτήν τη συγκυρία παρενέβη ο κ. Βαρουφάκης το Μάιο, υποβάλλοντας σχέδιο συνεργασίας με τον κ. Τσίπρα και άλλες πολιτικές δυνάμεις. Αυτό σημαίνει ότι το ΜΕΡΑ δε ζητά συγκυβέρνηση μόνο με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με έναν ΣΥΡΙΖΑ αποφασισμένο και υποχρεωμένο να συνεργαστεί με το ΚΙΝΑΛ. Ο κ. Βαρουφάκης, βεβαίως, γνωρίζει άριστα ότι ο Αλέξης Τσίπρας αποκλείεται να ξαναγίνει πρωθυπουργός χωρίς κυβερνητικό εταίρο το ΚΙΝΑΛ (αν και, ακόμη κι αυτό, πιθανόν να μην αρκεί). Εξάλλου, η εκλογική αριθμητική είναι σαφής. Αν ΣΥΡΙΖΑ και ΜΕΡΑ λάβουν ξανά τα ίδια ποσοστά του 2019 (που σήμερα θα ήταν επιτυχία), με το νέο εκλογικό νόμο που προσεγγίζει την απλή αναλογική, θα άθροιζαν μόλις 115-120 έδρες. Για να φτάσουν τις 151, χρειάζονται τη στήριξη ενός τρίτου κόμματος που πρέπει να λάβει το 10-12% των ψήφων.
Συνεπώς, η πρόταση του ΜΕΡΑ περί συγκυβέρνησης με το ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κανένα νόημα αν δεν απευθύνεται ταυτόχρονα και στο ΚΙΝΑΛ, δηλαδή στο κόμμα που ο κ. Βαρουφάκης αποκαλεί πυλώνα της διαπλοκής, των ολιγαρχών και της “Τρόικας Εσωτερικού”. Γι’ αυτό, δεν εκπλήσσει διόλου που η τρίτη βουλευτής που αποχώρησε από το ΜΕΡΑ προσχώρησε κατόπι στο ΚΙΝΑΛ. Οι υπόγειες σχέσεις του ΜΕΡΑ με το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ υπήρξαν πάντα ζωντανές. Όπως ορθά παραδέχτηκε η πρώτη επιλαχούσα του ΜΕΡΑ στην Α’ Αθηνών, Μαρία Μποτονάκη, που επίσης εγκατέλειψε τον κ. Βαρουφάκη, “βάλαμε ένα συστημικό κόμμα στην Βουλή, που αποτελεί σπουδαίο δεκανίκι των πολιτικών εξευτελισμού των πολιτών αυτής της χώρας”.
Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΟΥ ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΛΑ ΚΟΜΜΑΤΑ
Κι ενώ στην πράξη συμβαίνουν όλα αυτά, στα λόγια ο κ. Βαρουφάκης ακόμα παραμυθιάζει όσα μέλη του απέμειναν, καθώς και κάποιες απελπισμένες ομάδες της αριστεράς, με συνθήματα περί “ριζοσπαστικοποίησης” και προγραμμάτων “Ρήξης”. Γράφοντας στο ΤΡΡ στις 12 Δεκεμβρίου, απηύθυνε κάλεσμα “σύγκλησης” προς τον “αγωνιστικό, ριζοσπαστικό, κινηματικό χώρο” για ένα “κοινό Πρόγραμμα Ρήξης”, το οποίο, μεταξύ άλλων, θέτει και το ζήτημα του τι θα έκανε “στις πρώτες 100 μέρες” μιας ριζοσπαστικής κυβέρνησης. Τέτοιος ρεαλισμός! Η πρόσκληση, καθώς φαίνεται, βρήκε ως τώρα θετική ανταπόκριση μόνο από την κίνηση “Σημαία του Σοσιαλισμού” και την εκλογικά συρρικνωμένη ΛΑΕ, που πρόσφατα επιπλέον υπέστη διάσπαση με την αποχώρηση του πρώην αρχηγού της, Παν. Λαφαζάνη. Ας σημειωθεί επίσης ότι οι εκκλήσεις Βαρουφάκη το περασμένο οκτάμηνο δεν έλαβαν καμία δημόσια απάντηση από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Εκ μέρους της Πλεύσης Ελευθερίας, του πρώτου εξωκοινοβουλευτικού δημοκρατικού κόμματος, η Ζωή Κωνσταντοπούλου απέκλεισε κάθε συνεργασία, πρωτίστως ως θέμα ηθικής τάξης. Σε πρόσφατη συνέντευξή της στο Νίκο Χατζηνικολάου, είπε τα εξής: “Ο Βαρουφάκης καλεί το ΣΥΡΙΖΑ σε συνεργαία και λέει ότι θα συνεργαστεί όχι μόνο με το ΣΥΡΙΖΑ αλλά και με όποιον άλλον συμφωνήσει με τις θέσεις τους. […] Βλέπω η ΛΑΕ επίσης θα συνεργαστεί με το Βαρουφάκη και με το ΣΥΡΙΖΑ. Το να είσαι διατεθειμένος τελικά να επανανομιμοποιήσεις αυτούς που πρόδωσαν τον κόσμο και έκαναν τη μεγαλύτερη κωλοτούμπα που έχει γίνει στην πολιτική ιστορία, ματαιώνοντας την ελπίδα τόσων ανθρώπων, είναι κάτι με το οποίο δεν υπάρχει γέφυρα για μας”.
Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗ ΕΙΝΑΙ ΑΛΜΑ ΣΤΟ ΚΕΝΟ
Όπως δείχνουν οι εξελίξεις, η πρόσκληση του ΜΕΡΑ25 για ενά κοινό προεκλογικό πρόγραμμα “ρήξης” δεν πρόκειται να πάει μακριά. Ένας λόγος είναι ότι, από τότε που ο κ. Βαρουφάκης την άρθρωσε, το κόμμα του έχει αρχίσει να διαλύεται. Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν αφελής να δεχτεί οποιαδήποτε προεκλογική δέσμευση απέναντι στο ΜΕΡΑ, τόσο διότι δεν μπορεί να ξέρει αν ο κ. Βαρουφάκης θα βρίσκεται καν στην επόμενη Βουλή, όσο και γιατί ο πρώτος και δυσκολότερος στόχος του κ. Τσίπρα είναι η συνεργασία με το μεγαλύτερο ΚΙΝΑΛ. Επειδή κάθε προεκλογική δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ με το ΜΕΡΑ θα αποξένωνε το ΚΙΝΑΛ, το οποίο προφανώς θα θέλει αυτό να έχει τον πρώτο λόγο σε οποιαδήποτε κοινά προγράμματα, ο κ. Τσίπρας θα αποφύγει να φέρει τον κ. Ανδρουλάκη προ τετελεσμένων με βάση την ατζέντα Βαρουφάκη.
Όμως το ισχυρότερο απωθητικό είναι η τοξικότητα που περιβάλλει το ίδιο το όνομα του κ. Βαρουφάκη, τόσο στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, όσο και στην εγχώρια ολιγαρχία που εκπροσωπούν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ. Ο λόγος δεν είναι ότι οι ολιγάρχες φοβούνται πράγματι το ριζοσπαστισμό του, αφού οι πάντες γνωρίζουν ότι οι θέσεις του είναι ουσιαστικά συστημικές. Εκείνο που τους ανησυχεί είναι η ανεξέλεγκτη ρητορική του, που (καλώς ή κακώς) τη θεωρούν λαϊκιστική. Γι’ αυτό, αν ο ΣΥΡΙΖΑ συνεργαστεί ποτέ μαζί του, θα το κάνει μόνο μετεκλογικά, για να δείξει στην Τρόικα, το ΝΑΤΟ και τους ολιγάρχες ότι το πράττει ως λύση έσχατης ανάγκης (διότι δεν φτάνουν τα κουκιά) και όχι ως ιδεολογική ή προγραμματική επιλογή.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Μετά την πρόταση συγκυβέρνησης προς τον ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Βαρουφάκης και οι περί αυτόν (ΛΑΕ, κ.λπ.) αναλαμβάνουν πλέον το ρόλο του νέου υποστηλώματος του κ. Τσίπρα, στη θέση των ΑΝΕΛ. Όσοι προειδοποιούσαμε ότι εκεί θα κατέληγε η βερμπαλιστική κι επιπόλαιη πολιτεία του γραμματέα του ΜΕΡΑ, δυστυχώς επαληθευτήκαμε. Το κεντρικό ερώτημα που θέτει σήμερα με τις επιλογές του ο κ. Βαρουφάκης είναι γιατί θα πρέπει κάποιος να ψηφίσει το κόμμα του στις εκλογές και όχι απευθείας το ΣΥΡΙΖΑ; Μήπως για να τον ξαναδούμε (αν επαληθευτούν τα όνειρά του) να ξαναγίνεται υπουργός για ένα ακόμη πεντάμηνο, προτού φανεί ξανά πόσο ανέτοιμος και ανήμπορος είναι να επιφέρει τη ρήξη; Ή για να παραστήσει το φύλλο συκής μιας “δήθεν” ριζοσπαστικοποίησης σε μία συστημική συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ, που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα της ολιγαρχίας, της Γερμανίας, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ;
Μέχρι το περασμένο καλοκαίρι, ο κ. Βαρουφάκης είχε την ευκαιρία να επιλέξει το δρόμο της της συνέπειας και ευθύνης απέναντι στα λαϊκά στρώματα που σήμερα απειλούνται από μια νέα κρίση. Τα προοδευτικά κόμματα που μάχονται την ολιγαρχία στην πράξη και όχι στα λόγια, δεν πρόκειται να συνεργαστούν μαζί του, διότι έχει αποδείξει επανειλημμένα πως είναι πολιτικά ασταθής και αθεράπευτα επιρρεπής στο μηντιακό θέαμα και τις ρητορικές πιρουέττες. Βεβαίως, θα θέλαμε το ΜΕΡΑ και τα εναπομείναντα στελέχη του να δώσουν τη μάχη αυτών των εκλογών, όπως εμείς, μέσα από ένα ξεκάθαρο πρόγραμμα αντιπολίτευσης και πραγματικής ρήξης. Δυστυχώς όμως, κάτι τέτοιο δεν πρόκειται πλέον να συμβεί.
Γι’ αυτό, εκείνο που προέχει, είναι να μην παγιδευτούν ξανά οι πολίτες στα δίχτυα της κομματικής ίντριγκας και συναλλαγής και να γνωρίζουν εξαρχής πού πρόκειται να καταλήξει η ψήφος τους. Από τα παραπάνω, ένα ξεκάθαρο συμπέρασμα προκύπτει: Η ψήφος στο ΜΕΡΑ25 είναι ψήφος υπέρ μιας κυβέρνησης Τσίπρα, με πρωταγωνιστές τους ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ. Όσοι επιθυμούν μια τέτοια έκβαση, ας ψηφίσουν τον κ. Βαρουφάκη – ή, για περισσότερη σιγουριά, τον ίδιο το ΣΥΡΙΖΑ ή το ΚΙΝΑΛ. Διότι έτσι όπως τα κατάφερε, έγινε και αυτός – λίγο-πολύ – το ίδιο πράγμα.
*Αναπληρωτής Καθηγητής πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο του Κόβεντρι και επικεφαλής του Ψηφοδελτίου Επικρατείας της Πλεύσης Ελευθερίας.