του Χρυσοβαλάντη Παπαθανασίου
Αν. Γραμματέα Τομέα Κοινωνικής Ένταξης & Συνοχής (Πρόνοιας) ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, τ. προέδρου ΕΚΚΑ
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970 πολλά κορίτσια από πολύτεκνες οικογένειες που ζούσαν σε χωριά πήγαιναν στις πόλεις και εργάζονταν σε ευκατάστατες οικογένειες ως υπηρέτριες ή «δούλες», όπως τις αποκαλούσαν με επιδεικτική αλαζονεία τα «αφεντικά». Τα γηγενή χωριατοκόριτσα έχουν αντικατασταθεί σήμερα από κορίτσια και γυναίκες που προέρχονται από αναπτυσσόμενες χώρες αυτού του κόσμου ή από περιοχές όπου μαίνονται πολεμικές συρράξεις.
Εκτιμήσεις της ΔΟΕ που βασίστηκαν σε εθνικές έρευνες ή/και απογραφές σε 117 χώρες υπολόγισαν τον αριθμό των οικιακών βοηθών σε περίπου 53 εκατομμύρια. Δεδομένου, ωστόσο, ότι η οικιακή εργασία είναι συχνά μη καταχωρισμένη, ο συνολικός αριθμός τους εκτιμήθηκε στα 100 εκατομμύρια. Από αυτούς, 2,5 εκατ. άνθρωποι απασχολούνταν ως οικιακοί βοηθοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση (στοιχεία 2010).
Σύμφωνα με μελέτη του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, μία στις δύο μετανάστριες στην Ελλάδα εργάζεται στον χώρο παροχής φροντίδας και οικιακών υπηρεσιών. Πρόκειται για ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μεταξύ των χωρών της Ευρώπης, ωστόσο δεν υπάρχουν επίσημα στατιστικά στοιχεία. Ανεξάρτητα από το καθεστώς διαμονής (με ή χωρίς «χαρτιά»), οι οικιακές βοηθοί δουλεύουν «μαύρα» κι αυτό τις κρατά βυθισμένες στο κοινωνικό σκοτάδι.
Μπορεί ο χαρακτηρισμός «σκλάβα» ή «δούλα» να έχει περάσει στην ιστορία, τουλάχιστον στις σύγχρονες κοινωνίες του δυτικού κόσμου, και ο όρος «καθαρίστρια» να έχει αντικατασταθεί από το πολιτικώς ορθότερο «οικιακή βοηθός», γεγονός όμως είναι ότι οι εργαζόμενες σε αυτόν τον κλάδο εξακολουθούν να είναι θύματα στιγματισμού και διακρίσεων, να έχουν εξαντλητικό ωράριο και άσχημες συνθήκες εργασίας, ενώ δεν λείπουν οι περιπτώσεις που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης, κακοποίησης ή/και εκμετάλλευσης. Τις γυναίκες αυτές ούτε το φεμινιστικό κίνημα #MeToo μπόρεσε να τις συμπεριλάβει.
Μια σειρά από έρευνες καταδεικνύουν ότι οι εργαζόμενοι στον χώρο της οικιακής εργασίας υποφέρουν από κατάθλιψη, άγχος, μοναξιά και στρες. Μια μελέτη που περιλάμβανε 346 οικιακούς βοηθούς στο Χονγκ Κονγκ διαπίστωσε ότι σχεδόν το 40% διέτρεχε κίνδυνο υψηλής ψυχολογικής δυσφορίας. Η επιδείνωση της ψυχικής υγείας οδήγησε κάποιους σε απώλεια της κοινωνικής λειτουργικότητας, νοσηλεία, ακόμα και στην αυτοκτονία.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων που τη συνόδευσαν, η κατάσταση χειροτέρεψε. Πολλές οικιακές βοηθοί έχασαν τη δουλειά τους ή εξαναγκάστηκαν να μείνουν κλεισμένες στο σπίτι όπου εργάζονταν, με τη δικαιολογία του κινδύνου διασποράς του ιού στο οικογενειακό περιβάλλον του εργοδότη, κάτι που δυσχέρανε την ψυχική υγεία τους. Σημειώνεται ότι οι οικιακές βοηθοί δεν είχαν πρόσβαση στα μέτρα στήριξης εργαζομένων από τις οικονομικές επιπτώσεις της covid-19, γεγονός που οδήγησε στην περαιτέρω φτωχοποίησή τους.
Εξαιτίας της ένταξής της στην παραοικονομία, η οικιακή εργασία βρίσκεται εκτός κοινωνικής προστασίας. Οι οικιακές βοηθοί στερούνται βασικά εργασιακά δικαιώματα, όπως και προστασία από ασθένειες, εργατικά ατυχήματα και κινδύνους στον χώρο εργασίας. Προκλήσεις που συνδέονται με αυτό το είδος εργασίας αφορούν κυρίως την έλλειψη στέγασης, κοινωνικής ασφάλισης και προστασίας της υγείας, πρόσβασης σε προνοιακά επιδόματα κ.ά. Η ασθένεια, ο τραυματισμός, η εγκυμοσύνη ή/και τα γηρατειά μπορούν να αποτελέσουν λόγο απόλυσης, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα διεκδίκησης αποζημίωσης.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητά το προσωπικό οικιακής εργασίας και φροντίδας στην Ε.Ε. να αποκτήσει επίσημο καθεστώς και επαγγελματικά δικαιώματα, εξασφαλίζοντας έτσι και κοινωνική προστασία. Η αναγνώριση αυτή θα βοηθήσει στον περιορισμό της εκμετάλλευσης, της καταναγκαστικής εργασίας και της εμπορίας ανθρώπων. Το επάγγελμα της/του οικιακής/-ού βοηθού και του προσωπικού φροντίδας θα πρέπει να συμπεριληφθεί σε όλες τις εθνικές εργατικές νομοθεσίες και όσοι/-ες το εξασκούν να έχουν το δικαίωμα να ιδρύσουν και να συμμετάσχουν σε συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Σε τουλάχιστον 60 χώρες σε όλον τον κόσμο το οικιακό προσωπικό αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, ενώ τα προγράμματα «Chèque emploi service universel» (επιταγή γενικής χρήσης για υπηρεσίες απασχόλησης) στη Γαλλία και «Titres services» (δελτία παροχής υπηρεσιών) στο Βέλγιο καταδεικνύουν τη δυνατότητα παροχής κοινωνικής ασφάλισης και δωρεάν υγειονομικής περίθαλψης στα άτομα που εργάζονται στον χώρο της οικιακής εργασίας και φροντίδας.
Το 2011 η ΔΟΕ συνέταξε τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας για τους Οικιακούς Εργαζόμενους Ν. 189. Η Ελλάδα, ενώ ψήφισε τη σύμβαση και υιοθέτησε τη σύσταση (R201) που τη συνοδεύει, δυστυχώς δεν έχει –μέχρι σήμερα– πραγματοποιήσει την κύρωσή της. Η επόμενη κυβέρνηση οφείλει να το πράξει άμεσα. Σημαντική κρίνεται και η λειτουργία ενός Παρατηρητηρίου Οικιακής Εργασίας, το οποίο θα παρακολουθεί και θα ελέγχει την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας και θα παρέχει επίσημα στατιστικά στοιχεία (κατά το πρότυπο του Osservatorio Nazionale sul Lavoro Domestico στην Ιταλία). Βασική μέριμνα του κράτους (πρέπει να) είναι η προστασία των ευάλωτων πολιτών, η προάσπιση των δικαιωμάτων τους και η διαφύλαξη της αξιοπρέπειάς τους.