του Σεραφείμ Ι. Σεφεριάδη
Το κείμενο αυτό ετοιμάστηκε πριν τις εκλογές της 21ης Μαΐου, όμως στο νέο περιβάλλον που αναδύεται μετά το αποτέλεσμα, η θεματική του αποκτά χαρακτήρα εκ νέου επιτακτικό.
Το ερώτημα του τίτλου –«πότε ενότητα, πότε διαχωρισμός»– είναι εξαιρετικά κρίσιμο, ένα δίλημμα που δεν έχει συζητηθεί με επάρκεια στο χώρο της Αριστεράς. Όμως η συζήτηση πρέπει όχι μόνο να ξεκινήσει, πρέπει και να συνεχιστεί.
Θα ξεκινήσω με το πρώτο –την «ενότητα»– λέγοντας πως, ως όρος και σημασία, προκαλεί αφ’ εαυτού της γενικά θετικούς συνειρμούς (έχει, όπως λέμε, θετικές συνδηλώσεις), ενώ στην Αριστερά, αποτελεί και δείκτη σοβαρότητας όσων έτσι προσδιορίζονται –ως αριστεροί– στον τρόπο με τον οποίο τους αντιλαμβάνονται και τους αποτιμούν η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Αν, λ.χ., αριστερά κόμματα και οργανώσεις πραγματοποιούν τρεις ή και, καμιά φορά, και περισσότερες πορείες πάνω σε ένα κοινό θέμα (κατά του φασισμού ή κάποιου αντιλαϊκού μέτρου), τότε όποιος παρακολουθεί απογοητεύεται. Παρεμφερή βέβαια ισχύουν και για τις εκλογές: γιατί τρία ή τέσσερα αριστερά κόμματα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς… Ας πιάσουμε όμως το πρόβλημα από την αρχή.
Έχει εν πρώτοις νόημα να ρωτήσουμε: πότε προκύπτει η ανάγκη για επίκληση της ενότητας; Προκύπτει βέβαια όταν –όπως στις μέρες μας– υπάρχουν πολλοί που διατείνονται ότι υπηρετούν έναν στόχο, αλλά παραμένοντας διασπασμένοι υπονομεύουν τις πιθανότητες επίτευξής του. Είναι ασφαλώς απόλυτα λογικό. Όμως η ίδια η επίκληση του όρου παραπέμπει άμεσα και στο στόχο για την επίτευξη του οποίου η «ενότητα» μας χρειάζεται: Ενότητα για να πετύχουμε τι; Διότι είναι φανερό ότι κανείς δε ζητά –ούτε και έχει καμιά λογική να ζητά– μια ενότητα απλώς για την ενότητα. Η επίκληση γίνεται πάντοτε για την επίτευξη ενός σκοπού.
Και εδώ –σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από τη στρατηγική παραχάραξη της γλώσσας και των νοημάτων– πρέπει κανείς να αναφερθεί ρητά στο στόχο αυτό, το στόχο της Αριστεράς. Ποιος είναι αυτός; Είναι απλό και δεν πρέπει ποτέ να αφήσουμε την περιρρέουσα σύγχυση να το συγκαλύψει: είναι η ενδυνάμωση της εργασίας στον αγώνα της ενάντια στο κεφάλαιο. Όμως αυτό πρέπει σε κάθε ιστορική περίοδο να εξειδικεύεται, πρέπει πάντοτε να ρωτούμε τι σημαίνει σήμερα «ενδυνάμωση της εργασίας στον αγώνα της ενάντια στο κεφάλαιο». Η απάντηση είναι και πάλι απλή: σημαίνει ρήξη με το Μνημονιακό πλαίσιο (θεσμούς όπως το υπερταμείο, ο «Ηρακλής» και το ψευδο-Χρηματιστήριο Ενέργειας) και, συνακόλουθα, με το καπιταλιστικό.
Για να απαντήσω λοιπόν στο πρώτο σκέλος του ερωτήματος της εκδήλωσης (το πότε ενότητα;), –η απάντηση είναι Ναι στην ενότητα όσων αποδέχονται αυτόν το στόχο (και είναι, ως εκ τούτου, Αριστεροί). Η ενότητα πρέπει τότε να επιδιώκεται, και το ΜέΡΑ25-Συμμαχία για τη Ρήξη την επιδίωξε, την επιδιώκει και θα συνεχίσει να την επιδιώκει…
Βρισκόμαστε στο εκλογικό περίπτερο του κόμματος, όμως και όσοι δεν συντάσσονται με το εγχείρημα «ΜέΡΑ25-Συμμαχία για τη Ρήξη» αλλά αποδέχονται αυτόν το στόχο, πρέπει πιστεύω να βρουν –πρέπει να βρούμε– τρόπους ώστε να σφυρηλατήσουμε την ενότητα.
Έχει όμως μεγάλη σημασία να εξετάσουμε και το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος του τίτλου, όχι μόνο το πότε, αλλά και το πώς; –διότι η μη επαρκής διευκρίνηση αυτής της όψης του προβλήματος δεν συντηρεί μόνο επιφυλάξεις αλλά και εκθρέφει παρανοήσεις. Είναι εδώ χρήσιμο να αντλήσουμε από την πλούσια παράδοση του εργατικού-επαναστατικού κινήματος που, για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο του ομφαλοσκοπικού απομονωτισμού, του σεχταρισμού των νεαρών κομμουνιστικών κομμάτων στην Ευρώπη την επαύριο της Οκτωβριανής επανάστασης, εισέφερε στις αρχές της δεκαετίας του ’20 (στο 3ο και 4ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, αντίστοιχα το 1921 και 1922) την τακτική του Ενιαίου Μετώπου.
Δεν πρόκειται να μακρηγορήσω με αναφορές σε επίσημα κείμενα, έχουμε όμως την εξαιρετικά συνοπτική απόδοση της λογικής τους από έναν προικισμένο Έλληνα επαναστάτη, τον Παντελή: Πουλιόπουλο που σε ένα έργο του 1937 («Τα Λαϊκά Μέτωπα και η προλεταριακή πολιτική») έδωσε μια πυκνή αλλά εξαιρετικά ακριβή περιγραφή. Έγραψε συγκεκριμένα,
το Ενιαίο Μέτωπο είναι μια συμφωνία για κοινή δράση πάνω σε ένα ορισμένο πεδίο, για ορισμένες κοινές επιδιώξεις, και αποκλείει απόλυτα, κάθε θυσία προγράμματος και αρχών, αποκλείει κάθε λογής εγκατάλειψη της πολιτικής της εργατικής τάξης… Το επαναστατικό κόμμα μέσα στο Ενιαίο Μέτωπο διατηρεί ακέραιο το πρόγραμμα της ανεξάρτητης ταξικής πάλης για την εργατική…εξουσία και για το σοσιαλισμό [οι εμφάσεις δικές μου].
Η γλώσσα που χρησιμοποιούμε σήμερα μπορεί βέβαια να είναι διαφορετική, αλλά ισχυρίζομαι ότι οι βασικές σημασίες δεν έχουν αλλάξει. Αν, λ.χ., δεν λέμε «ανεξάρτητη ταξική πάλη για την εργατική εξουσία και για το σοσιαλισμό», αλλά λέμε «ρήξη με το Μνημονιακό πλαίσιο» (που, για να τελεσφορήσει απαιτεί ρήξη και με το καπιταλιστικό πλαίσιο), και συνάψουμε συμμαχία με κάποιον που επιδιώκει (κατά τη γνώμη μου αφελώς) ρήξη μόνο με το πρώτο (αίφνης, τη «δημοσιονομική πειθαρχία» που επιτάσσει η Κομισιόν) χωρίς παράλληλα να επιδιώκει –και να προετοιμάζεται για– άρση της καπιταλιστικής συνθήκης, τότε θα πρέπει οπωσδήποτε να κρατήσουμε την ανεξαρτησία μας: να έχουμε ενότητα στη δράση ενάντια στις μνημονιακές πολιτικές, χωρίς όμως ποτέ να υποστείλουμε τις προγραμματικές μας θέσεις και επιδιώξεις.
Και να πω επίσης, πως σε τέτοιες περιστάσεις (και πάντα με αυτές τις προϋποθέσεις) η μη ενότητα μπορεί να είναι καταστρεπτική: έχουμε πολλά ιστορικά παραδείγματα με κορυφαίο την άνοδο του Ναζισμού.
Στην κουβέντα μας όμως υπάρχει και το δεύτερο κομμάτι, το κομμάτι που αφορά το διαχωρισμό –που είναι και αυτό ιδιαίτερα κρίσιμο, κατά το ότι πραγματεύεται μια θεματική που ενέχει έναν εξίσου, αν όχι ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο από τον κίνδυνο του σεχταρισμού, το κίνδυνο της υποταγής σε συμμαχίες χωρίς αρχές –σε μορφώματα που, αθροίζοντας θετικά με αρνητικά, καταλήγουν κατά κανόνα σε αρνητικά αποτελέσματα. Σκεφτείτε το: Το +2 και το -5, λ.χ., δεν κάνουν 7, κάνουν -3. Ελλοχεύουν τότε τεράστιοι κίνδυνοι. Με μια φράση, ελλοχεύει ο κίνδυνος της διαλυτικής αποσυσπείρωσης. Μια συμμαχία με κόμματα που στα λόγια δηλώνουν «αριστερά» πλην όμως έχουν αποδεχτεί το μνημονιακό πλαίσιο (μέχρι το 2060) και με αυτό προβάλλουν το εγχείρημα της δήθεν «προοδευτικής διακυβέρνησης», θα ήταν διαλυτική, πριν και πάνω απ’ όλα διότι θα πιστοποιούσε το αφήγημα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική (ΤΙΝΑ).
Καθώς οι επιπτώσεις θα είναι παραλυτικές, εδώ πρέπει να είμαστε απολύτως ξεκάθαροι: όποιος πολιτικός χώρος απέχει και διαστρέφει αυτό που σήμερα αποτελεί το ειδοποιό γνώρισμα της Αριστεράς –την άμεση-μεταβατική ρήξη με το μνημονιακό πλαίσιο (που η επίτευξή της θέτει σε κίνηση μια ενιαία διαδικασία ρήξης και με το καπιταλιστικό πλαίσιο)– πρέπει υπομονετικά να αποκαλύπτεται ως δύναμη ψευδεπίγραφη και επικίνδυνη. Τότε ακριβώς είναι η ώρα που απαιτείται ρητός και πολιτικά σαφής διαχωρισμός.
Όπως και με το ζήτημα της ενότητας, έχουμε και εδώ πλούσια εμπειρία –μια ζοφερή εμπειρία που φοβάμαι πως έχει τείνει να συγκαλυφθεί. Είναι η εμπειρία των Λαϊκών Μετώπων που υιοθετήθηκαν στο 7ο Συνέδριο της σταλινοποιημένης Κομμουνιστικής Διεθνούς το καλοκαίρι του 1935. Και επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω και πάλι τον Πουλιόπουλο με τις ακριβείς περιγραφές του… Έγραφε πάνω στο ζήτημα:
Μέσα της γραμμές του εργατικού κινήματος το μεγαλύτερο εμπόδιο σε μια ανεξάρτητη ταξική πάλη είναι οι μέθοδοι και η ιδεολογία της συνεργασίας των τάξεων…Το Λαϊκό Μέτωπο, και κάθε άλλη μορφή ταξικής συνεργασίας, είναι απάρνηση της ανεξάρτητης ταξικής πάλης…. Με το Λαϊκό Μέτωπο η εργατική τάξη εγκαταλείπει το δικό της πρόγραμμα και δέχεται το πρόγραμμα … της υπεράσπισης τον καθεστώτος.
Η εμπειρία των ηττών από την εφαρμογή αυτής της οπτικής υπήρξε καταστρεπτική σε πάρα πολλές περιπτώσεις τόσο κατά το Μεσοπόλεμο όσο και μετέπειτα… Θα χρειάζονταν μέρες ολόκληρες για να τις προβάλλουμε και να τις αναλύσουμε, είναι όμως κι αυτό ένα θέμα στο θα πρέπει να επιστρέψουμε και να παραμείνουμε. Το μόνο που εδώ θα κάνω είναι να το μεταφέρω στα καθ’ ημάς: η εφαρμογή αυτής της πολιτικής από πραγματικά αριστερά κόμματα και οργανώσεις θα σήμαινε συνεργασία με χώρους που –αν και προφανώς δεν είναι η απεχθής κυβέρνηση της ΝΔ– αποδέχονται τα Μνημονιακό πλαίσιο (ανερυθρίαστα κομπορρημονώντας ότι μας δήθεν μας «έβγαλαν» από αυτό), υποσχόμενα καλύτερες μέρες, χωρίς κατάργηση του υπερταμείου, χωρίς κατάργηση του «Ηρακλή», χωρίς κατάργηση του ψευδο-Χρηματιστηρίου Ενέργειας. Θα ήταν καταστρεπτικό.
Και για να γίνω ακόμη πιο σαφής, μια «ενότητα» με τον ΣΥΡΙΖΑ του 3ου και πολύ περισσότερο 4ου Μνημονίου του Αυγούστου του 2018 (που σε βάθος χρόνου διαλύει τη χώρα) –μια τέτοια στάση θα αποτελούσε πολιτική πιστοποίηση της παραχάραξης των κοινωνικών αγώνων, θα έδινε μια ακόμη μαχαιριά στο λαϊκό κίνημα, που ενώ μπορεί να μη φαινόταν σε πρώτο χρόνο (και αυτό είναι ένα κρίσιμο και δύσκολο σημείο), θα ξεκινούσε την αμέσως επόμενη περίοδο. Όπως μόλις έλεγα, θα σήμαινε νομιμοποίηση του τοξικού ψεύδους ότι δεν υπάρχει εναλλακτική, προκαλώντας περαιτέρω αποκαρδίωση, χτύπημα στις αντιληπτικές κατηγορίες –στο μυαλό– αλλά και στις κινηματικές προδιαθέσεις των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων, που θα έμεναν χωρίς μια σοβαρή Αντιπολίτευση αρχών που να εμπνέει και να συντονίζει τις κρίσιμες αντιστάσεις. Αυτό δεν θα ήταν μια ενότητα της Αριστεράς, θα ήταν μια ενότητα για αφανισμό της Αριστεράς και πιστοποίηση της διαστροφής πρακτικής των λέξεων και του βιασμού των νοημάτων.
Και είναι αυτό κάτι που όποτε έγινε, αλλά ιδιαίτερα σήμερα –μια εποχή οργανικής κρίσης σαν και του Μεσοπολέμου– οδήγησε σε άνοδο της Ακροδεξιάς. Θα ήταν μια εξέλιξη όπου η επιλογή εκείνου που φαντάζει «μικρότερο κακό» θα οδηγούσε στο μεγαλύτερο, μπορεί και να οδηγούσε στην απόλυτη φρίκη.
Κλείνω λοιπόν λέγοντας πως η πρόκληση μπροστά μας είναι διττή, με δυο σκέλη που είναι αμφότερα επιτακτικά και πρέπει με όλες μας τις δυνάμεις να επιδιώξουμε. Αντιστρέφοντας τη σειρά της παρουσίασής μου, πρέπει με όλες μας τις δυνάμεις να επιδιώξουμε
- αφενός να αποτρέψουμε την ενότητα της υποταγής –διότι, ακόμα και αν σήμερα αυτό δεν φαίνεται– η ενότητα της υποταγής οδηγεί ακριβώς εκεί, στην υποταγή,
- αλλά και να επιδιώξουμε την ενότητα των χώρων που εννοούν και παλεύουν για την κατάργηση της εκμεταλλευτικής σχέσης για τη συγκρότηση της μεγάλης ανατρεπτικής Αριστεράς.
Σημείωση για τον τίτλο: [*] Εισήγηση στην ομώνυμη εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 18 Μαΐου στο κεντρικό εκλογικό περίπτερο του «ΜέΡΑ25-Συμμαχία για τη Ρήξη» στην Πλατεία Κοραή.