Μετά την διπλή εκλογική ήττα, το ΜέΡΑ25 προβήκαμε (βλ. Αποφάσεις Κεντρικής Επιτροπής της 9ης Ιουλίου) σε σκληρή αυτοκριτική όσον αφορά τον τρόπο που επικοινωνήσαμε τις θέσεις μας. Κοινό ήταν το αίσθημα ότι η «ρήξη», η συνεχής ονομαστική αναφορά στους γνωστούς ολιγάρχες, η αναφορά στην «Μητσοτάκης ΑΕ», η εχθρότητά μας προς τον (δυστυχώς δημοφιλή) Φράχτη, ίσως να μας στοίχησαν. Πως αν «στρογγυλεύαμε» τον λόγο μας, αν ήμασταν πιο «ήπιοι» για ολιγάρχες και Φράχτες, θα τρομάζαμε λιγότερο και σήμερα θα είμασταν στη Βουλή. Νομίζω ότι εδώ κάνουμε λάθος. Ότι παρασυρμένοι από την πραγματική ανάγκη αυτοκριτικής, δώσαμε (κι εγώ ο ίδιος) περισσότερη σημασία στον τρόπο που επικοινωνούμε τις θέσεις μας απ’ ότι έπρεπε.
Να σας θυμίσω συνοδοιπόροι ότι δεν πουλάμε παγωτά όπου στόχος μοναδικός είναι η μεγιστοποίηση του τζίρου. Υπηρετούμε πολιτική παράταξη που επιλέγει να πιστεύει αυτά που λέει και να λέει εκείνα που πιστεύει. Πολιτική παράταξη που αποκαλύπτει αντι-δημοφιλείς αλήθειες και που τα βάζει με τεράστια συμφέροντα όποιο και να είναι το κόστος – προσωπικό, εκλογικό, πολιτικό. Ούτε η αλήθεια ούτε η ιδεολογία μας είναι διαπραγματεύσιμες. Και το πιο ωραίο; Μόνο αν το αποδεικνύουμε αυτό στον κόσμο, ιδίως μετά από απώλειες και ήττες όπως τώρα, θα μας εκτιμήσουν αρκετά ώστε κάποια στιγμή να μας ψηφίσουν κιόλας. Αν εμείς δεν σταθούμε ανυποχώρητοι π.χ. στον ρατσισμό του Φράχτη, ο οποίος – ναι – μπορεί να είναι δημοφιλής, ποιος θα το κάνει; Ποιανού συμπάθεια θα κερδίσουμε αν, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, κι εμείς κάνουμε εκπτώσεις και τον υποστηρίξουμε; Κανενός!
Ερχόμενος τώρα στην προεκλογική συμμαχία μας με άλλες αγωνιστικές δυνάμεις και κινήματα, ο κύβος ερρίφθη στο 1ο Διαβουλευτικό Συνέδριο του ΜέΡΑ25 όταν αποφασίσαμε, ομόφωνα, να υιοθετήσουμε την στρατηγική της λαϊκής συστράτευσης, όχι βέβαια απλά τη συγκόλληση πολιτικών κομμάτων. Το «ΜέΡΑ25-Συμμαχία για τη Ρήξη» σε κάποιους φάνηκε ως μια τέτοια συγκόλληση – κι αυτό ήταν σαφώς αρνητικό. Στην πραγματικότητα όμως δεν ήταν απλά μια συγκόλληση. Επειδή με τους συντρόφους της ΛΑΕ αποδείξαμε πως αριστερά σχήματα μπορούν να συγκλίνουν (και να βάλουν στην άκρη διαφορές και πικρίες), η Συμμαχία μας προκάλεσε μια πραγματική συσστράτευση ανένταχτων, τόσο ως υποψήφιοι όσο και ως στηρίζοντες (π.χ. η Επιστολή Στήριξης των 66).
Και τώρα επί προσωπικού (το οποίο όμως έχει σημαντικές πολιτικές διαστάσεις): Η δαιμονοποίησή μου, που ήταν συστηματική και ευφάνταστη (π.χ. Αίγιναgate, «θα σας πάρει τις καταθέσεις», «ψήφισε Μνημόνιο», «έδινε τον ΟΣΕ για 1 ευρώ», «έβαλε πρόστιμο 100 ευρώ στους ανεμβολίαστους», «άνθρωπος του Σόρος, του Πούτιν και των Αμερικανών(!)») είχε καθαρό και λογικό στόχο το να καταστήσει δύσκολο σε πολλές και πολλούς ανένταχτους να θέλουν να έρθουν κοντά στο ΜέΡα25. Αυτό θέτει ένα σημαντικό ερώτημα στρατηγικής το οποίο θα κληθεί να απαντήσει το 2ο Διαβουλευτικό μας Συνέδριο τον ερχόμενο Δεκέμβρη: Μήπως θα ήταν χρήσιμη για το κόμμα η αντικατάστασή μου ως Γραμματέα; Πρόκειται για ερώτημα που οι Σύνεδροι, όλες κι όλοι μας, έχουμε υποχρέωση να απαντήσουμε χωρίς φόβο και πάθος.
Στην συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της 9ης Ιουλίου, η τ. Βουλεύτρια Αν. Αττικής Μαρία Απατζίδη έθεσε το ερώτημα απαιτώντας εδώ-και-τώρα την παραίτησή μου και την διεξαγωγή Έκτακτου Συνεδρίου τον Σεπτέμβρη (αντί για τον Δεκέμβρη που τελικά αποφασίσαμε). Πολλοί ξενίστηκαν από την παρέμβασή της. Όχι εγώ. Σε αγωνιστικά, ανυπάκουα κόμματα όπως το ΜέΡΑ25 δεν υπάρχουν ιερές αγελάδες. Θεώρησα πολύ υγιή και χρήσιμη την απαίτηση-τοποθέτηση της Μαρίας και για αυτό την επικρότησα (και στενοχωρήθηκα που, δυστυχώς, αυτό-υπονομεύτηκε μέρες μετά ανακοινώνοντας την κάθοδό της με ακροδεξιό ψηφοδέλτιο στις δημοτικές εκλογές στο Μενίδι – αλλά αυτό είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία). Η βασική αντίρρηση με την πρόταση της να παραιτηθώ εκείνη τη στιγμή ήταν πως η άμεση παραίτησή μου εντός του καλοκαιριού και η σύγκλιση ενός Συνεδρίου τον Σεπτέμβρη χωρίς καμία προσυνεδριακή ζύμωση των μελών μας θα οδηγούσε όχι στην συντεταγμένη αλλαγή ηγεσίας (κάτι που μόνο μετά από ικανό προσυνεδριακό διάλογο μπορεί να γίνει, ώστε το Συνέδριο να είναι ώριμο) αλλά στην διάλυση του ΜέΡΑ25.
Ένα από τα ερωτήματα που θα κληθεί λοιπόν να απαντήσει το 2ο Διαβουλευτικό Συνέδριο μας τον Δεκέμβρη είναι αν μία/ένας άλλη/ος Γραμματέας θα ήταν χρησιμότερη/ος. Ως συνιδρυτής και εγγυητής του ΜέΡΑ25, όπως φαντάζομαι και κάθε μέλος και φίλος μας, θα ήθελα να ξέρω ποιές/οί συνοδοιπόροι ενδιαφέρονται να αναλάβουν τον ρόλο και με ποια ατζέντα. Ανυπομονώ οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα να κάνουν πολλούς συνέδρους να πουν: ναι, υπάρχει λόγος το ΜέΡΑ25 να αποκτήσει νέα/ο Γραμματέα.
Έως τότε, στο μεταξύ, επιτρέψτε μου να καταθέσω την εξής άποψη: Όποια/ος και να πάρει τη θέση μου, στο βαθμό που οι θέσεις του ΜέΡΑ25 πλήττουν τους ολιγάρχες και ο πλουραλισμός μας ενοχλεί εξ αριστερών το ΚΚΕ, η δαιμονοποίηση της επόμενης, του επόμενου, Γραμματέα δεν θα αργήσει. Ήδη τους ακούω στα αυτιά μου να λένε: «Επικίνδυνος ο Βαρουφάκης αλλά τουλάχιστον σε σχέση με…. ήξερε τι έλεγε». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να αλλάξουμε Γραμματέα. Σημαίνει ότι η αλλαγή δεν είναι καταδικασμένη να πετύχει και πως πρέπει να προετοιμαστεί μεθοδικά, συλλογικά, πολιτικά.
Κλείνω με το βλέμμα στην κοινωνία και στο μέλλον. Το προοδευτικό μέρος του μπλοκ του ΟΧΙ, που τον Ιούλιο του 2015 είχε πατήσει το 50% (με ένα 12% του ΟΧΙ να είναι απολίτικο ή να προέρχεται από την Ακροδεξιά), ήταν μια μεγάλη κατάκτηση του ανθρωπισμού εναντίον και των δύο όψεων του αυταρχισμού: του ακραίου μνημονιακού ιδιωτικομανούς κέντρου, από τη μία, και της ρατσιστικής Δεξιάς από την άλλη. Τώρα που το προοδευτικό μέρος του μπλοκ του ΟΧΙ ηττήθηκε κατά κράτος στις πρόσφατες εκλογές, η βασική δυσκολία μας – που την πληρώσαμε ως ΜέΡΑ25 στις κάλπες – είναι ότι δεν μπορούμε να πείσουμε για το ρεαλιστικό των πολιτικών μας όχι γιατί ο κόσμος δεν πιστεύει ότι είναι τεχνικά εφαρμόσιμες αλλά επειδή δεν βλέπει πώς εμείς θα εκλεγούμε για να τις εφαρμόσουμε. Κι αυτό τους κάνει να μην μας ψηφίζουν, επιβεβαιώνοντας έτσι την προσδοκία τους ότι οι πολιτικές μας… δεν θα εφαρμοστούν.
Έτσι, το Ακραίο Κέντρο (αυτό που λάθος, αλλά κοινώς, αποκαλείται νεοφιλελευθερισμός) νικά κατά κράτος. Η μέγιστη νίκη του είναι πως έχει πείσει τον κόσμο ότι, συγκριτικά, η πιο αποτελεσματική αντίσταση σε αυτόν είναι ο εθνικός ταυτοτισμός, η Άκρα Δεξιά – κι όχι η διεθνιστική Αριστερή Ανυπακοή που το 2015, έστω και για λίγο, φάνηκε ικανή να καταγράφεται στο μυαλό των πολλών ως πλειοψηφική στην Ελλάδα και εν δυνάμει πλειοψηφική σε μεγάλο μέρος της ΕΕ – στη Ισπανία, Ιρλανδία, Πορτογαλία, αλλά και με μεγάλη άνοδο στην Γερμανία.
Το ΜέΡΑ25 μπήκαμε στη Βουλή το 2019 όσο ο απόηχος εκείνης της αίσθησης υπήρχε ακόμα κι όσο οι πολιτικές μας δεν απειλούσαν να στερήσουν από την ολιγαρχία τουλάχιστον 100 δις. Το 2023 ο απόηχος του προοδευτικού ΟΧΙ είχε σβήσει (ελέω και των 60 δις δανεικών που έριξε στην κοινωνία η κυβέρνηση Μητσοτάκη) ενώ η ολιγαρχία απέκτησε πολλές προσόδους που οι πολιτικές του ΜέΡΑ25 (ιδίως ο «Οδυσσέας» και η θέση μας για κατάργηση του Χρηματιστήριου Ενέργειας) απειλούσαν να καταργήσουν. Το ζητούμενο για το ΜέΡΑ25 του μέλλοντος είναι πως θα μιλήσουμε ξανά στις ψυχές τουλάχιστον 200 χιλιάδων ψηφοφόρων κόντρα σε μέσα της ολιγαρχίας που είναι αποφασισμένα να μην μας αφήσουν να ορθοποδήσουμε.
Δύσκολο το εγχείρημα. Αλλά έχετε τίποτα καλύτερο να κάνετε σε αυτή τη ζωή από το να το παλέψουμε; Εγώ δεν έχω! Και χαίρομαι που βλέπω τόσα από τα παλιά αλλά και τόσα νέα μέλη μας να πιστεύετε το ίδιο, να είστε εδώ την ώρα που άλλοι φεύγουν ψάχνοντας επαγγελματική ή πολιτική αποκατάσταση αλλού. Όλες κι όλοι μας, ενισχυόμενοι από τους πολλούς και εξαιρετικούς νέους συνοδοιπόρους που πυκνώνουν τις τάξεις του κόμματος, βλέπουμε την πρόσφατη ήττα ως ευκαιρία Ανασυγκρότησης του ΜέΡΑ25 και Ανασύνταξης του ευρύτερου Ανυπάκουου Προοδευτικού Χώρου. Κι έτσι προχωράμε, μαζί, προς το 2ο Διαβουλευτικό Συνέδριο του ΜέΡΑ25 τον ερχόμενο Δεκέμβρη.