«Όταν έχεις να διανύσεις μία απόσταση της τάξεως των 300 χιλιομέτρων από το αεροδρόμιο, έχεις κάνει τα 160 χλμ. σε έναν κακό δρόμο με φθορές. Είναι ένας δρόμος επικίνδυνος τουλάχιστον ως οδόστρωμα και άρα όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Υπό αυτή την έννοια η οργάνωση της αποστολής θα έπρεπε να έχει λάβει υπόψιν της τους φυσικούς κινδύνους και τις επιχειρησιακές απειλές» προσέθεσε.

«Αυτή η αποστολή ήταν τύπου “πάμε ανθρωπιστική βοήθεια στο εσωτερικό της χώρας”, σε μία πληγείσα περιοχή. Δεν είναι ο θεσσαλικός κάμπος εκεί που πήγαν. Εις βάρος του επιχειρησιακού σχεδιασμού ήταν και η προβολή και η επικοινωνία που δόθηκε γιατί είδαμε ανθρώπους των Ειδικών Δυνάμεων μαζί με ανθρώπους του Υγειονομικού. Οι άνθρωποι των Ειδικών Δυνάμεων φρουρούν και ασφαλίζουν το υλικό που είναι πολύ ακριβό και πολύτιμο. Θα έπρεπε κάποιος να γνωρίζει πού πάει» συμπλήρωσε.

«Δεν έπρεπε να υπάρχουν αυτές οι φωτογραφίες, γιατί όταν υπάρχουν άνθρωποι με διακριτικά των Ειδικών Δυνάμεων σε φωτογραφίες, ο τουρκικός παράγοντας που έχει επικρατήσει στη Λιβύη, έχει όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, πως θα πλησιάσει αυτή η αποστολή και πώς θα κάνει την αποστολή να μη μπορεί να περάσει ούτε από τον εναέριο χώρο της Λιβύης» σημείωσε ακόμα.

«Τα επιτελεία οργανώνουν αυτές τις αποστολές τα οποία δείχνουν μία έλλειψη πληροφοριών διότι δεν γνωρίζουμε με ποιον έχουμε συνεννοηθεί. Κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί οτιδήποτε στην τουρκοκρατούμενη πλέον Λιβύη. Δεν εξετάσαμε το λεωφορείο που μπήκε η αποστολή. Δεν έγινε αναγνώριση απειλής και εκτίμησης κινδύνου. Τα συνοδευτικά της αποστολής δεν ήταν υπό τον έλεγχο της ελληνικής αποστολής. Άνθρωποι των Ειδικών Δυνάμεων που τους εξέθεσαν φωτογραφικά, ήταν μαζί και δεν υπήρχαν και επικοινωνίες. Έπρεπε να είναι διαμοιρασμένοι, και η ασφάλεια να καλύπτει τους Υγειονομικούς με άλλα οχήματα και σχεδίαση. Είναι λες και πήγαμε εκδρομή», κατέληξε.