του Θανάση Μαρίνη
Η Θεσσαλονίκη πρωταθλήτρια στην έλλειψη πρασίνου
Ας δούμε πώς έχουν τα πράγματα στη Θεσσαλονίκη. Πολλοί επιστήμονες προτείνουν τον κανόνα «3/30/300» προκειμένου να χαρακτηρίσουμε με έναν απλό και γρήγορο τρόπο μια πόλη ως περιβαλλοντικά βιώσιμη. Αυτό σημαίνει: 3 δέντρα ορατά από κάθε σπίτι/ 30% κάλυψη δέντρων σε όλες τις γειτονιές/ 300 μέτρα μέγιστης απόστασης από τον κοντινότερο πράσινο χώρο. Δυστυχώς, στη Θεσσαλονίκη απέχουμε πάρα πολύ από μια τέτοια πραγματικότητα.
Η τραγική έλλειψη πράσινου στη Θεσσαλονίκη αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά προβλήματα με σοβαρές, άμεσες επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Το Πολεοδομικό Συγκρότημα Θεσσαλονίκης έχει έκταση περίπου 150 τ.χλμ. Σύμφωνα με παλαιότερη μελέτη, η Θεσσαλονίκη καλύπτεται κατά 77% από κτίρια, κατά 19% από ασφαλτοστρωμένους δρόµους και µόλις ένα 4% αποτελείται από πράσινο και ελεύθερους χώρους. Έτσι, αν υπολογιστεί μόνο το πράσινο που βρίσκεται μέσα στην πόλη, σε κάθε κάτοικο αντιστοιχεί μόλις 1,6 τ.μ. πρασίνου, με ελάχιστο αποδεκτό όριο τα 10 τ.μ. Η μέση απόσταση που διανύει ένας κάτοικος της Θεσσαλονίκης για να βρεθεί σε πάρκο πρασίνου είναι 1,8 χλμ. Επίσης, το 90% των κατοίκων αξιολογεί τους χώρους αυτούς ως κάτω του μετρίου. Έτσι, οι περισσότεροι κάτοικοι αναζητούν καταφύγιο στη Νέα Παραλία ή το Σέιχ Σου, χρησιμοποιώντας όχημα κι επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο την πόλη.
Είναι φανερό ότι η κατάσταση αυτή πρέπει να αλλάξει ριζικά και άμεσα. Κάποιοι βασικοί άξονες πάνω στους οποίους μπορούμε να κινηθούμε είναι οι παρακάτω.
Αστικά δέντρα
Σε σχέση με τα αστικά δέντρα η κατάσταση το τελευταίο διάστημα είναι πέρα από κάθε λογική. Ο Δήμος Θεσσαλονίκης και αρκετοί άλλοι Δήμοι πανελλαδικά αναθέτουν σε ιδιώτες εργολάβους, χωρίς να υπάρχει επιστημονική επάρκεια και καλά καταρτισμένο προσωπικό, να κλαδεύουν τα δέντρα με βαθύ κλάδεμα, ως και καρατόμηση, συχνά μάλιστα εκτός εποχής, μειώνοντας τόσο τη ζωτικότητά τους, όσο και την ωφέλεια για την πόλη. Στον αρνητικό απολογισμό να προστεθεί και η ύπαρξη χιλιάδων (2.500 εκτιμήθηκαν πρόσφατα) άδειων δενδροδόχων.
Επομένως, τα άμεσα μέτρα που χρειάζονται είναι:
- Παύση της απαράδεκτης πολιτικής της μαζικής κοπής δέντρων. Να σταματήσουν άμεσα οι εργολαβίες.
- Με τους αντίστοιχους πόρους να γίνει ατομική εκτίμηση κινδύνου για κάθε δέντρο, το κάθε ένα να αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστός οργανισμός και να ληφθούν τα απαραίτητα εξατομικευμένα μέτρα προστασίας.
- Μαζικές δενδροφυτεύσεις με τα κατάλληλα είδη και κάτω από κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό. Άμεσα να φυτευτούν οι άδειες δενδροδόχοι και να μπει στόχος για την επόμενη πενταετία ο πολλαπλασιασμός τους.
- Προσλήψεις με συμβάσεις αορίστου χρόνου, τακτικού και καλά εκπαιδευμένου επιστημονικού και εργατικού προσωπικού στην υπηρεσία πρασίνου του Δήμου.
ΔΕΘ
Η τύχη της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης από το 2010 και μετά αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα στις κυβερνήσεις και τα οικονομικά συμφέροντα που αυτές εκπροσωπούν, και τα κινήματα της πόλης. Η πραγματικότητα είναι ότι η ΔΕΘ αποτελεί την τελευταία ευκαιρία να αποκτήσει η πόλη ένα σοβαρό Μητροπολιτικό Πάρκο. Επίσης, η ΔΕΘ βρίσκεται ακριβώς πάνω στον βασικό άξονα αερισμού της πόλης από τα επιβλαβή αιωρούμενα μικροσωματίδια, επομένως η κατασκευή μεγαθηρίων θα προκαλέσει ασφυξία. Γι’ αυτό αποτελεί πολύ σημαντική μάχη στον αγώνα για τους ελεύθερους χώρους.
Το σχέδιο ανάπλασης που προωθεί η Κυβέρνηση αποτελεί ένα περιβαλλοντικό, κοινωνικό και οικονομικό έγκλημα. Από τα 162 στρέμματα της ΔΕΘ, μόνο τα 30,6 προορίζονται για αδόμητους, πράσινους χώρους – μια έκταση μικρότερη και από τα παρακείμενα υφιστάμενα πάρκα. Προβλέπονται φαραωνικές κατασκευές, ανάμεσα τους 10όροφο ξενοδοχείο και εμπορικά κέντρα που το ύψος του φτάνει αυτό του γηπέδου μπάσκετ του Άρη, «παλαί ντε σπορ». Η χρηματοδότηση θα προέλθει μέσω σύμπραξης Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), με το κράτος να βάζει 200εκ. ευρώ και τον ιδιώτη να αναλαμβάνει όλο το κέρδος (ξενοδοχείο, εμπορικά κέντρα, τράπεζα, πάρκινγκ). Μια τέτοια εξέλιξη είναι πιθανό να ανοίξει τον δρόμο για τεμαχισμό και ιδιωτικοποίηση της Έκθεσης.
Δυστυχώς, με το «καλημέρα», η διοίκηση Αγγελούδη φαίνεται να υποχωρεί πάνω στο ζήτημα της ανάπλασης και να ψάχνει παρακείμενους χώρους (όπως τον χώρο που βρίσκεται το πρώην στρατιωτικό νοσοκομείο 424) για να ενισχύσει το πράσινο, οι οποίοι όμως είναι πολύ μικροί σε σχέση με τις ανάγκες της πόλης και δεν είναι ενιαίοι.
Εμείς από την πλευρά μας διεκδικούμε:
- Μετεγκατάσταση της ΔΕΘ εκτός αστικού ιστού, σε οικόπεδο του Δημοσίου στη Σίνδο, όπως είχε προταθεί το 2008.
- Δημιουργία στη θέση της Μητροπολιτικού Πάρκου, που θα αποτελεί κομμάτι ενός κάθετου άξονα πρασίνου, που θα ξεκινάει από το Σέιχ Σου και θα καταλήγει στην παραλία.
- Όχι νέες άδειες δόμησης μέσα στις πυκνοκατοικημένες γειτονιές, αξιοποίηση κάθε μικρού ή μεγάλου αδόμητου χώρου για πράσινο και εγκαταστάσεις αναψυχής, διεκδίκηση όλων των πρώην στρατοπέδων και μετατροπή τους σε χώρους πρασίνου.
Στην κατεύθυνση αυτή συμφωνούν ακόμα δεκάδες πανεπιστημιακοί κι ενεργοί πολίτες, επτά δήμοι της Δυτικής Θεσσαλονίκης, που αντιπροσωπεύουν πάνω από τον μισό πληθυσμό της περιοχής, αλλά και το 78,4 % των πολιτών της Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Πολυτεχνείου του ΑΠΘ. Υπάρχει, με άλλα λόγια, ευρεία κοινωνική αποδοχή του αιτήματος για Μητροπολιτικό Πάρκο και αυτό δίνει μια μεγάλη ευκαιρία στα κινήματα της πόλης να βγουν δυναμικά στο δρόμο και να παλέψουν.
Flyover
Η απόλυτη κυριαρχία του ΙΧ στις μετακινήσεις ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την ποιότητα του αέρα που αναπνέουμε και για το γεγονός ότι η Θεσσαλονίκη βρίσκεται διαρκώς στα κόκκινα ως προς την ατμοσφαιρική ρύπανση. Αυτό από μόνο του θα αρκούσε για να βγει το συμπέρασμα ότι χρειάζεται μια ριζική στροφή σε περιβαλλοντικά και οικονομικά φιλικούς τρόπους μετακίνησης, όπως τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, δίκτυο ποδηλατοδρόμων, πεζοπορικές διαδρομές κτλ. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση μπροστά στα συμφέροντα των μεγαλοεργολάβων και της βιομηχανίας του ΙΧ δε διστάζει να θυσιάσει την ποιότητα ζωής των κατοίκων. Η νέα Δημοτική Αρχή δε φαίνεται διατεθειμένη να συγκρουστεί με αυτά τα συμφέροντα.
Πιο συγκεκριμένα, η κατασκευή του «Flyover» στη Θεσσαλονίκη, μιας Υπερυψωμένης Ταχείας Λεωφόρου μήκους 13 χιλιομέτρων πάνω από την υπάρχουσα Περιφερειακή Οδό, θα έχει πολλαπλές αρνητικές συνέπειες στις ζωές μας.
- Περιβαλλοντικά: με την καταστροφή 82.000 τ.μ. δάσους, αλλά και με την ακόμα μεγαλύτερη έκθεση μας σε αέριους ρύπους, καθώς πλέον θα μιλάμε για δύο ορόφους κίνησης των ΙΧ.
- Οικονομικά: Ο αρχικός προϋπολογισμός του έργου είναι σχεδόν μισό δισεκατομμύριο ευρώ. Το έργο θα γίνει με ΣΔΙΤ, βαρύνοντας και τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή τους πολίτες. Αν σε αυτό το ποσό προσθέσουμε και τις λεγόμενες «πληρωμές διαθεσιμότητας», δηλαδή την κρατική ενίσχυση για την 28ετία 2026-2052 που θα αφορά και την περίοδο λειτουργίας του, εκτιμάται ότι το έργο θα κοστίσει συνολικά 1,55 δισεκατομμύρια ευρώ! Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Flyover δεν είναι μέρος μιας συνολικής κυκλοφοριακής μελέτης. Είναι ένα αποσπασματικό έργο, το οποίο βασικά γίνεται για να εξυπηρετήσει συμφέροντα του κατασκευαστικού κεφαλαίου, καθώς και τα συμφέροντα των βιομηχανιών που προωθούν το ΙΧ (πετρελαϊκές, αυτοκινητοβιομηχανίες, κα).
- Κυκλοφοριακό: Πέρα από την ατέλειωτη ταλαιπωρία που βιώνουμε, πριν καν ξεκινήσει το έργο, να προσθέσουμε και το πιο σημαντικό: Ο Flyover δεν λύνει το κυκλοφοριακό καθώς αναπαράγει τα βασικό αίτιο του προβλήματος, που δεν είναι άλλο από την απόλυτη κυριαρχία του ΙΧ έναντι των ΜΜΜ.
Γι’ αυτούς τους λόγους διεκδικούμε:
- Ακύρωση του Flyover
- Η δημόσια επένδυση να κατευθυνθεί στην ενίσχυση του στόλου των λεωφορείων, σε μαζικές προσλήψεις οδηγών, στη δημιουργία λεωφορειολωρίδων αποκλειστικής κυκλοφορίας αλλά και στον σχεδιασμό Τραμ και ενός πλήρους και προστατευμένου δικτύου ποδηλατοδρόμων.
LNG
Πριν από λίγους μήνες έγινε γνωστή η πρόθεση της Elpedison να κατασκευάσει Πλωτή Μονάδα Αποθήκευσης και Αεριοποίησης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) εντός του Θερμαϊκού, σε απόσταση μόλις τριών χιλιομέτρων περίπου από την πόλη και τις ακτές. Η μονάδα θα έχει έκταση 80 στρέμματα και σχεδιάζεται να ολοκληρωθεί το 2026, ενώ σχεδιάζεται να λειτουργεί για τουλάχιστον 50 χρόνια.
Το «Φυσικό» Αέριο δεν είναι ούτε «φυσικό», ούτε «πράσινο», ούτε «μεταβατικό» καύσιμο. Είναι ένα ορυκτό καύσιμο που επιδεινώνει την κλιματική κρίση. Κατά την καύση ή τη μεταφορά LNG, υπάρχει συχνά μια απρογραμμάτιστη διαρροή μεθανίου (CH4) και υποξειδίου του αζώτου (Ν2Ο) στην ατμόσφαιρα. Το μεθάνιο είναι πιο επιβλαβές ως αέριο θερμοκηπίου σε σύγκριση με το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) κατά 28-34 φορές. Επίσης, η συγκεκριμένη κατασκευή θα υποδέχεται Φυσικό Αέριο από τις ΗΠΑ, το οποίο παράγεται με την καταστροφική μέθοδο του fracking και συν τοις άλλοις εμπλέκει τη χώρα ακόμα πιο βαθιά στους εξαιρετικά επικίνδυνους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς.
Για εμάς, η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και η μετάβαση σε πιο πράσινες μορφές ενέργειας δεν είναι πολυτέλεια, είναι στην κυριολεξία ζήτημα ζωής και θανάτου. Για το LNG, πέρα από τα κινήματα της πόλης και τις μαχητικές συλλογικότητες, όπως η Πόλη Ανάποδα, επικρατεί σιγή ιχθύος και οι συστημικές παρατάξεις δεν τολμούν να πάρουν θέση.
Ενδεικτικά κάποιες βασικές διεκδικήσεις σχετικά με τα ζητήματα της ενέργειας θα μπορούσαν να είναι:
- Ακύρωση των σχεδίων για δημιουργία σταθμού LNG όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, αλλά και σε όποια άλλη πόλη/περιοχή της χώρας σχεδιάζεται.
- Μαζικές δημόσιες επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και στην έρευνα σχετικά με τις ΑΠΕ (αιολική, ηλιακή, γεωθερμική, θαλάσσια κυματική ενέργεια, παλιρροϊκή ενέργεια, τεχνολογία υδρογόνου κ.λπ.), προκειμένου να επιλέγεται η κατάλληλη για κάθε περιοχή μέθοδος και ένα σχέδιο για τον τερματισμό της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα το συντομότερο δυνατό. Μια τέτοια προσπάθεια βέβαια απαιτεί διεθνή συντονισμό.
- Να σχεδιάσουμε και να κατασκευάσουμε τις πόλεις και τις μεταφορές μας έτσι ώστε να καταναλώνουν όσο γίνεται λιγότερη ενέργεια, πράγμα το οποίο συνδέεται και με την άμεση και ριζική στροφή στα Δημόσια Μέσα Μαζικής Μεταφοράς.
Αυτοί οι στόχοι αποτελούν τους ελάχιστους όρους για να μπορέσουμε να ζήσουμε σε βιώσιμες πόλεις .
Γενικά έχουμε χορτάσει από παχιά λόγια όσον αφορά το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής στην πόλη. Το να μιλάς για «βιώσιμες πόλεις» δεν κοστίζει τίποτα, το θέμα είναι αν οι διοικήσεις που παρουσιάζονται ως πράσινες θα πάρουν κάποια συγκεκριμένα μέτρα όπως τα παραπάνω. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι θα κάνουν κάτι τέτοιο δυστυχώς, γιατί είναι δεμένοι με τα οικονομικά συμφέροντα που προωθούν μια τελείως διαφορετική ατζέντα.
Το βάρος πέφτει στις πλάτες των μαχητικών δυνάμεων της κοινωνίας, των περιβαλλοντικών συλλογικοτήτων, των εργατικών σωματείων, των πρωτοβουλιών κατοίκων, των αυτοδιοικητικών σχημάτων, των αριστερών οργανώσεων για να επιβάλλουν με τους αγώνες τους τέτοιες λύσεις. Γνώση υπάρχει, διάθεση υπάρχει, απαιτείται συντονισμός και αγωνιστικό σχέδιο.