Ο υπουργός δικαιοσύνης απέδωσε το φαινόμενο της «νεανικής παραβατικότητας» στην «κρίση των αξιών» που προωθούνται από το σχολείο. Για παράδειγμα, δήλωσε ότι «αυτό το “βάλε μου 5” να περάσω το μάθημα είναι μία ήσσον προσπάθεια, αυτό που έχει κυριαρχήσει είναι ότι δεν χρειάζεται να βάλεις πολύ προσπάθεια». «Εγώ θέλω να μιλάω για τα θεμέλια» ισχυρίστηκε ο κ. Φλωρίδης και προσέθεσε ότι «τα πράγματα φτάνουν κάπου αν τα παιδιά φοιτούν σε ένα σχολείο όπου το αξιακό σύστημα δεν είναι αυτό που θα έπρεπε να είναι και, άρα, όταν μεγαλώνουν δεν τα καταφέρνουν ως γονείς η ως δάσκαλοι».

Σχετικά με την απαγόρευση των κινητών στο σχολείο, σημείωσε ότι «είναι η πιο βαθιά παρέμβαση που θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει για τα παιδιά, καθώς πρέπει το παιδί να είναι συγκεντρωμένο στο μάθημα», ενώ «η δεύτερη αποστολή του σχολείου είναι να κοινωνικοποιηθεί το παιδί, να μάθει να συνομιλεί και να συνεργάζεται. Όταν το παιδί δεν έχει το κινητό στο διάλειμμα θα κοινωνικοποιηθεί πιο καλά». Το άλλο θέμα που θεωρεί κρίσιμο ο υπουργός είναι ότι με την απαγόρευση των κινητών «ο καθηγητής και ο δάσκαλος θα πάρει ξανά τον έλεγχο στην τάξη, καταφέρνοντας έτσι να εκτελέσει το εκπαιδευτικό του έργο».

Σε ερώτηση που του τέθηκε σχετικά με τις 800 αποβολές μαθητών λόγω χρήσης του κινητού, απάντησε ότι «μπορούμε να έχουμε 800, μπορεί να έχουμε και 1.000 και 2.000 αποβολές. Το ότι είναι 800 δείχνει ότι υπάρχει μια μειοψηφία με τη νοοτροπία που αντιστέκεται, άρα το μέτρο έχει αποδώσει στο 99%».

Στο ζήτημα των μέτρων που θα λάβει το Υπουργείο δικαιοσύνης, τόνισε ότι: «Στέλνουμε ένα καθαρό μήνυμα ότι οι γονείς οφείλουν να δείχνουν την επιμέλεια που πρέπει να δείχνουν λόγω της ιδιότητας του γονέα προς τα παιδιά τους. Δεν γίνεται πλέον ανεκτή μία κατάσταση, όπου το παιδί σου ζητάει να συνομιλήσει μαζί σου κι εσύ επειδή βαριέσαι του δίνεις ένα τάμπλετ και του λες “κοίταξε αυτό” και μέσα από αυτή τη διαδικασία το παιδί οδηγείται σε παραβατικές συμπεριφορές. Πρόσεξε έχεις αναλάβει μια σοβαρή ευθύνη προς τα παιδιά που έφερες στον κόσμο και προς την κοινωνία που ζούνε μέσα, εάν αμελήσεις να ασκήσεις αυτή την ευθύνη, τότε ο κίνδυνος να πας φυλακή είναι σοβαρός».

«Το λιγότερο ένα και θα φτάσει έως και πέντε χρόνια» φυλάκισης «τα οποία θα είναι εκτιτέα» συμπλήρωσε. «Δεν είναι θέμα του παιδιού» απάντησε σε ερώτηση σχετικά με τον φόβο των παιδιών για τυχόν φυλάκιση των γονέων και, άρα, προσοχή στην συμπεριφορά τους, «αλλά της προσοχής του γονέα προς το παιδί, όπου εμείς πρέπει να έχουμε μια εποπτεία». Υποστήριξε, ακόμα, ότι ο «στόχος της πολιτείας δεν είναι ντε και καλά να πάνε τα παιδιά η οι γονείς φυλακή, αλλά η απειλή των ποινών να λειτουργήσει αποτρεπτικά» από την τέλεση κάποιας παράβασης.

Συμπλήρωσε ότι «ο δικαστής θα μπορεί να οδηγήσει» τα παιδιά με παραβατικές συμπεριφορές «σε κοινωφελή εργασία, δράσεις πολιτιστικές η αθλητικές» ανακοινώνοντας, ουσιαστικά «αναμορφωτικό μέτρο με οργανωμένα προγράμματα», όπως τα χαρακτήρισε ο ίδιος.  «Όταν έχουμε 1000 παιδιά με παραβατική συμπεριφορά θέλουμε τα παιδιά αυτά να τα σώσουμε μέσα από οργανωμένα προγράμματα της πολιτείας».

Τέλος, ισχυρίστηκε ότι τα μέτρα που έχουν παρθεί έως τώρα αποδίδουν και όταν διατυπώθηκε ο αντίλογος για την αύξηση των συλλήψεων ανηλίκων, απάντησε ότι «οι συλλήψεις έχουν αυξηθεί πάρα πολύ, λόγω της αποτελεσματικότητα της αστυνομίας». «Η αντίληψη των ανθρώπων που μιλούν για μέτρα καταστολής είναι που οδήγησε σε αυτήν την διάλυση, την αίσθηση ατιμωρησίας, το μπάχαλο, καθώς οι ορθές συμπεριφορές μέσα σε μια ευνομούμενη κοινωνία εγγυόνται την ελευθέρια του άλλου» κατέληξε.

Μάλιστα, θυμήθηκε νοσταλγικά την εποχή που ήταν ο ίδιος μαθητής, όταν «το πρώτο που έπρεπε να μάθουμε στη ζωή μας ήταν να σεβόμαστε τον δάσκαλο. Κι αν ο δάσκαλος μου έδωσε κανά χαστούκι, ο πατέρας μου μου έριχνε άλλα δέκα και μου έλεγε “για να σε δείρει ο δάσκαλος κάτι κακό έκανες».