Συγκεκριμένα, κήρυξε ενόχους την πρώην δήμαρχο Μάνδρας, τον προϊστάμενο πολεοδομίας Ελευσίνας, με αρμοδιότητα και για τη Μάνδρα και μια υπάλληλο της περιφέρειας, αρμόδια στην αστυνόμευση ρεμάτων, τους οποίους, ωστόσο, απάλλαξε για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και των σωματικών βλαβών από αμέλεια. Για τους υπολοιπους πέντε κατηγορούμενους η απόφαση ήταν απαλλακτική.

Κατά την εκφώνηση του σκεπτικού της απόφασης, η πρόεδρος του δικαστηρίου έκανε λόγο για μια «ανοχύρωτη πόλη», που υπήρξε «έρμαιο» μιας φυσικής καταστροφής, της βροχόπτωσης, ενώ είπε πως η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία αλλά και η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας όφειλαν να ενημερώσουν νωρίτερα τους πολίτες για την νεροποντή που αναμενόταν. Παράλληλα, σύμφωνα με την ίδια, η αστυνομία και τροχαία παρέλειψαν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την προφύλαξη των πολιτών που βρίσκονταν στο δρόμο.

Υπενθυμίζεται ότι από τον πρώτο βαθμό της δίκης είχαν απαλλαγεί έξι κατηγορούμενοι, ανάμεσα στους οποίους και η πρώην περιφερειάρχης Ρένα Δούρου. Σε βάρος της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε εισαγγελική έφεση, αλλά το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων έκανε δεκτές τις ενστάσεις που προέβαλαν, νομιμοποιώντας την απόφαση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας.

Οι συγγενείς των θυμάτων δηλώνουν «μη σύμφωνοι με τη δικαστική απόφαση», σημειώνοντας πως το δικαστήριο «απεφάνθη σήμερα ότι δεν υπάρχει καμία ποινική ευθύνη για τους τραγικούς θανάτους αλλά μόνο για την πρόκληση πλημμύρας τοπικά» και προαναγγέλλουν πως «θα εξαντλήσουν κάθε ένδικο μέσο και βοήθημα προκειμένου να ανατρέψουν την λανθασμένη κι άδικη αυτή απόφαση».

Αναλυτικά, η ανακοίνωση των δικηγόρων υποστήριξης της κατηγορίας:

«Το τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών, με την απόφασή του για την πλημμύρα της Μάνδρας το 2017, που θρηνήσαμε 25 θύματα, απεφάνθη σήμερα ότι δεν υπάρχει καμία ποινική ευθύνη για τους τραγικούς θανάτους αλλά μόνο για την πρόκληση πλημμύρας τοπικά, όπως ακριβώς συνέβη και πριν 10 μέρες στη δίκη για το πλημμυρικό φαινόμενο του Ιανού στη Λάρισα. Οι θάνατοι των ανθρώπων στη Μάνδρα δεν ήταν ατύχημα ούτε η “κακιά στιγμή”.

Οι συγγενείς των θυμάτων μη σύμφωνοι με τη δικαστική απόφαση, θα εξαντλήσουν κάθε ένδικο μέσο και βοήθημα προκειμένου να ανατρέψουν την λανθασμένη κι άδικη αυτή απόφαση, ώστε να δικαιωθούν οι ψυχές των ανθρώπων που χάθηκαν. Χάθηκαν, όχι επειδή ήταν η κακιά στιγμή, αλλά επειδή η αναποτελεσματικότητα και η προχειρότητα του κρατικού μηχανισμού δεν τους προστάτευσε.

Οι δικηγόροι των οικογενειών:

Αθανάσιος Οικονόμου
Αθανάσιος Καβουρίνος
Κωνσταντίνος Φούσας
Δημήτριος Σκύφτας»