«Αυτό που προέχει είναι οι ελληνικές εθνικές θέσεις να ακούγονται με τον πιο δυνατό, καθαρό τρόπο, όπως και έγινε πριν από δύο χρόνια στην αμερικανική Γερουσία, όπου ο πρωθυπουργός μας χειροκροτήθηκε και από τις δύο πλευρές» δήλωσε επίσης ο Άκης Σκέρτσος, σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΙ.
Ενώ σε ερώτημα για την πρόσφατη συνάντηση των κ.κ. Μητσοτάκη και Πομπέο, ο Άκης Σκέρτσος είπε πως ήταν «μια ιδιωτική συνάντηση στην οποία σίγουρα συζητήθηκαν σημαντικά ζητήματα της επικαιρότητας».
Με αφορμή την ομιλία του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή τη Δευτέρα, επανέλαβε την πάγια κυβερνητική θέση: «Οι πρώην πρωθυπουργοί έχουν κάθε δικαίωμα να εκφράζονται με τον τρόπο που επιλέγουν. Είναι σεβαστές οι απόψεις τους. Ακούγονται όλες οι απόψεις, η Νέα Δημοκρατία είναι ένα ανοιχτό, δημοκρατικό κόμμα».
«Καλά κάνουν οι δύο πρώην πρωθυπουργοί και βάζουν τις θέσεις τους. Η πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ δεν έχει μετακινηθεί ούτε εκατοστό από αυτά τα οποία εφαρμόζονταν και επί κυβερνήσεως Σαμαρά και επί κυβερνήσεως Καραμανλή», διαβεβαίωσε σε επόμενο σημείο και συνέχισε:
«Στα εθνικά θέματα η κυβέρνηση έχει δείξει τη μέγιστη δυνατή εθνική υπευθυνότητα. Η Ελλάδα, σήμερα, είναι πολύ πιο ισχυρή από την Ελλάδα του 2019. Υπάρχει ο φράκτης στο Έβρο, υπάρχει μια μεγαλύτερη αποτρεπτική δύναμη, κάναμε το καλύτερο δυνατόν για να μειώσουμε τις μεταναστευτικές ροές».
Τελικώς, «καλό είναι να ακούγονται και επιφυλάξεις, να ακούγονται και παρατηρήσεις στο πλαίσιο ενός εποικοδομητικού διαλόγου. Ο πρωθυπουργός έχει αποδείξει ότι μπορεί να κάνει την Ελλάδα μια πιο ισχυρή και περήφανη χώρα, χωρίς να απεμπολούμε τίποτε από τις πάγιες θέσεις μας».
«Όχι βέβαια» ήταν η απάντησή του στο ερώτημα αν συζητάμε κάτι άλλο πέραν της μοναδικής διαφοράς με την Τουρκία. Κάτι που ξεκαθαρίστηκε, επέμεινε, και στην πρόσφατη ενημέρωση των βουλευτών της ΝΔ από τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη. Θέσεις που είναι «αυτά είναι που λέει και ο πρωθυπουργός με κάθε ευκαιρία». Βέβαια, συμπλήρωσε, «είναι καλό το ότι γίνεται ο διάλογος, το ότι έχουν πέσει οι τόνοι μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, έχουμε μηδενικές παραβιάσεις, έχουμε πολύ καλύτερη συνεργασία στα ζητήματα των μεταναστευτικών ροών». Ωστόσο, «κανείς μας δεν είναι αφελής. Η Τουρκία είναι μια αναθεωρητική δύναμη. Γνωρίζουμε πολύ καλά ποιος κάθεται στο τραπέζι απέναντί μας. Χρειάζεται πατριωτισμός της ευθύνης, της λογικής και, αν μπορούμε, να λύσουμε τα ζητήματα που μας απασχολούν παγίως. Μπορούμε να συμβιώνουμε αλλά χωρίς να παράγεται διαρκώς ένταση, αυτό είναι το ζητούμενο».