Αναλυτικά, σύμφωνα με όσα αναφέρει το υπουργείο Εξωτερικών της Κούβας, «στις 14 Ιανουαρίου 2025, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοίνωσε τις ακόλουθες αποφάσεις:

1. Αφαίρεση της Κούβας από τον κατάλογο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ με τις χώρες που φέρονται να υποστηρίζουν την τρομοκρατία,

2.Να κάνει χρήση της προεδρικής ικανότητας για να εμποδίσει τα αμερικανικά δικαστήρια να αναλάβουν δράση όσον αφορά τις αγωγές που ενδέχεται να κατατεθούν δυνάμει του Τίτλου ΙΙΙ του νόμου Helms-Burton- και

3.Να καταργηθεί ο κατάλογος των κουβανικών οντοτήτων με περιορισμούς, ο οποίος ορίζει μια ομάδα ιδρυμάτων με τα οποία οι πολίτες και τα ιδρύματα των ΗΠΑ δεν επιτρέπεται να πραγματοποιούν οικονομικές συναλλαγές, γεγονός που είχε αντίκτυπο σε τρίτες χώρες».

«Παρά το περιορισμένο πεδίο εφαρμογής της, πρόκειται για μια απόφαση που δείχνει προς τη σωστή κατεύθυνση και είναι σύμφωνη με το διαρκές και σταθερό αίτημα της κυβέρνησης και του λαού της Κούβας, καθώς και με την ευρεία, εμφατική και επαναλαμβανόμενη έκκληση πολλών κυβερνήσεων, ιδίως της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής, των Κουβανών που διαμένουν στο εξωτερικό, των πολιτικών, θρησκευτικών και κοινωνικών οργανώσεων και πολλών πολιτικών προσώπων των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλων χωρών. Η κυβέρνηση της Κούβας εκφράζει την ευγνωμοσύνη της σε όλους αυτούς για τη συμβολή και την ευαισθησία τους» σημειώνει η Κούβα και:

«Η απόφαση αυτή θέτει τέρμα σε συγκεκριμένα καταναγκαστικά μέτρα τα οποία, μαζί με πολλά άλλα, βλάπτουν σοβαρά την κουβανική οικονομία και έχουν σοβαρές επιπτώσεις στον πληθυσμό. Το θέμα αυτό είναι, και ήταν, πάντα παρόν σε όλες τις επίσημες ανταλλαγές μεταξύ της Κούβας και της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών» εξηγεί.

Ωστόσο, όπως αναφέρει, «είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι ο οικονομικός αποκλεισμός και ένα μεγάλο μέρος των δεκάδων καταναγκαστικών μέτρων που τέθηκαν σε ισχύ από το 2017 για την περαιτέρω ενίσχυσή του, εξακολουθούν να ισχύουν, με πλήρη εξωεδαφικό αντίκτυπο και κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κουβανών».

Συγκεριμένα, το κουβανικό ΥΠΕΞ αναφέρει τα παρακάτω παραδείγματα: «Συνεχίζεται η παράνομη και επιθετική δίωξη κατά των προμηθειών καυσίμων που η Κούβα έχει νόμιμο δικαίωμα να εισάγει. Διατηρείται η σκληρή και παράλογη δίωξη κατά των νόμιμων διεθνών συμφωνιών ιατρικής συνεργασίας που έχει υπογράψει η Κούβα με άλλες χώρες, απειλώντας έτσι να στερήσει εκατομμύρια άτομα από υπηρεσίες υγείας και περιορίζοντας τις δυνατότητες του συστήματος δημόσιας υγείας της Κούβας. Οι διεθνείς οικονομικές συναλλαγές της Κούβας ή οποιουδήποτε υπηκόου που μπορεί να συνδέεται με την Κούβα εξακολουθούν να υπόκεινται σε απαγορεύσεις και αντίποινα. Τα εμπορικά πλοία που προσεγγίζουν κουβανικά λιμάνια εξακολουθούν να απειλούνται.

Εξάλλου, οι πολίτες των ΗΠΑ, οι εταιρείες ή οι θυγατρικές αμερικανικών εταιρειών δεν επιτρέπεται να συναλλάσσονται με την Κούβα ή με κουβανικές οντότητες, με πολύ περιορισμένες και ρυθμισμένες εξαιρέσεις. Η παρενόχληση, ο εκφοβισμός και οι απειλές κατά υπηκόων οποιασδήποτε χώρας που προτίθενται να συναλλάσσονται με την Κούβα ή να επενδύσουν στη χώρα αυτή εξακολουθούν να αποτελούν μέρος της επίσημης πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Κούβα εξακολουθεί να αποτελεί προορισμό που απαγορεύεται για τους πολίτες των ΗΠΑ από την κυβέρνησή τους.

Ο οικονομικός πόλεμος εξακολουθεί να υφίσταται και εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό εμπόδιο στην ανάπτυξη και την ανάκαμψη της κουβανικής οικονομίας, με υψηλό ανθρώπινο κόστος για τον πληθυσμό- και εξακολουθεί να αποτελεί κίνητρο για μετανάστευση».

«Η απόφαση που ανακοινώθηκε σήμερα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, διορθώνει, με πολύ περιορισμένο τρόπο, ορισμένες πτυχές μιας σκληρής και άδικης πολιτικής. Πρόκειται για μια διόρθωση που εισάγεται αυτή τη στιγμή, στα πρόθυρα μιας κυβερνητικής αλλαγής, ενώ θα έπρεπε να είχε υλοποιηθεί εδώ και χρόνια, ως μια στοιχειώδης πράξη δικαιοσύνης, χωρίς να ζητάει ανταλλάγματα και χωρίς να κατασκευάζει προσχήματα για να δικαιολογήσει την αδράνεια, αν υπήρχε πραγματική πρόθεση να δράσει σωστά» τονίζει η Κούβα.

«Η αναγνώριση της αλήθειας, η απόλυτη απουσία λόγων για έναν τέτοιο χαρακτηρισμό και οι υποδειγματικές επιδόσεις της χώρας μας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, κάτι που έχει αναγνωριστεί ακόμη και από αρκετές κυβερνητικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, θα έπρεπε να αρκούσαν για να αφαιρεθεί η Κούβα από τον αυθαίρετο κατάλογο των κρατικών χορηγών της τρομοκρατίας» προσθέτει του κουβανικό ΥΠΕΞ και εξηγεί:

«Είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση της χώρας αυτής θα μπορούσε να ανατρέψει στο μέλλον τα μέτρα που έχουν υιοθετηθεί σήμερα, όπως έχει ήδη συμβεί στο παρελθόν, και ως έκφραση της έλλειψης νομιμότητας, ηθικής, συνέπειας και λογικής στη συμπεριφορά της απέναντι στην Κούβα. Για να το κάνουν αυτό, οι Αμερικανοί πολιτικοί συνήθως δεν αφιερώνουν χρόνο για να βρουν μια ειλικρινή δικαιολογία, όσο παραμένει σε ισχύ το όραμα που περιέγραψε το 1960 ο τότε αναπληρωτής βοηθός υπουργός, Λέστερ Μάλορι, και η εκπεφρασμένη πρόθεσή του να γονατίσει τους Κουβανούς μέσω της οικονομικής πολιορκίας, της δυστυχίας, της πείνας και της απόγνωσης. Δεν θα αργήσουν να βρουν δικαιολογίες όσο αυτή η κυβέρνηση εξακολουθεί να μην είναι σε θέση να αναγνωρίσει ή να αποδεχθεί το δικαίωμα της Κούβας στην αυτοδιάθεση και όσο παραμένει έτοιμη να πληρώσει το πολιτικό κόστος που σημαίνει η διεθνής απομόνωση που προκαλεί η γενοκτονική και παράνομη πολιτική οικονομικής ασφυξίας κατά της Κούβας.

«Η Κούβα θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει και να καταδικάζει αυτή την πολιτική οικονομικού πολέμου, τα προγράμματα εξωτερικής παρέμβασης και τις επιχειρήσεις παραπληροφόρησης και δυσφήμισης που χρηματοδοτούνται κάθε χρόνο με δεκάδες εκατομμύρια δολάρια από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό των ΗΠΑ. Θα συνεχίσει επίσης να είναι έτοιμη να αναπτύξει μια σχέση σεβασμού με τη χώρα αυτή, βασισμένη στο διάλογο και τη μη ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις των δύο χωρών, παρά τις διαφορές» καταλήγει.