Ο κατηγορούμενος, Νταβίντ Μοράλες Γκουιγέν, πρώην στρατιωτικός και επικεφαλής της εταιρείας Undercover Global, φέρεται να συγκέντρωνε και να διοχέτευε ευαίσθητες πληροφορίες σε τρίτους, μεταξύ αυτών και σε αμερικανικές υπηρεσίες. Οι δικηγόροι του Ασάνζ ζητούν την επιβολή ποινής για αδικήματα όπως η αποκάλυψη απόρρητων πληροφοριών, διαφθορά, ξέπλυμα χρήματος και παράνομη οπλοκατοχή.
Η εταιρεία του Μοράλες είχε αναλάβει τη διαχείριση της ασφάλειας στην πρεσβεία του Ισημερινού από το 2015 έως το 2018. Σύμφωνα με την έρευνα των ισπανικών αρχών, το 2016, κατά τη διάρκεια ταξιδιού του στο Λας Βέγκας, ο Μοράλες ήρθε σε επαφή με εκπροσώπους των ΗΠΑ και άρχισε να τους παρέχει πληροφορίες.
Η ισπανική δικαιοσύνη διαπίστωσε ότι είχαν τοποθετηθεί κάμερες και άλλα τεχνικά μέσα με στόχο την παρακολούθηση του Ασάνζ, ακόμη και σε ιδιωτικές συναντήσεις του με τους δικηγόρους του και άλλες προσωπικότητες. Ανάμεσα σε αυτούς φέρεται να ήταν και ο Ισπανός δικαστής Μπαλτάσαρ Γκαρσόν, καθώς και πρώην πρόεδροι χωρών της Λατινικής Αμερικής, όπως ο Έβο Μοράλες (Βολιβία), ο Ραφαέλ Κορέα (Ισημερινός), ο Χοσέ Μουχίκα (Ουρουγουάη), η Κριστίνα Κίρχνερ (Αργεντινή) και η Ντίλμα Ρούσεφ (Βραζιλία).
Όπως σημειώνεται στα δικαστικά έγγραφα, το 2017 ο Μοράλες φέρεται να πρότεινε την εγκατάσταση καμερών με δυνατότητα καταγραφής ήχου για την υποκλοπή συνομιλιών εντός της πρεσβείας. Παράλληλα, φέρεται να είχε ζητήσει την ενεργοποίηση συστήματος άμεσης μετάδοσης σε πραγματικό χρόνο, με δύο ξεχωριστά κανάλια: ένα για τις αρχές του Ισημερινού και ένα «για τους φίλους των ΗΠΑ».
Ο Τζούλιαν Ασάνζ είχε καταφύγει στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο το 2012, προκειμένου να αποφύγει την έκδοσή του στη Σουηδία, όπου κατηγορούνταν για βιασμό — κατηγορία που αργότερα αποσύρθηκε. Το 2019, οι αρχές του Ισημερινού ήραν την προστασία που του παρείχαν και η βρετανική αστυνομία τον συνέλαβε. Παρέμεινε κρατούμενος στη φυλακή Μπέλμαρς μέχρι τον Ιούνιο του 2024, όταν και αφέθηκε ελεύθερος στο πλαίσιο συμφωνίας με τις ΗΠΑ.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ