Συνέντευξη στις Ηλιάνα Ζερβού & Νεκταρία Ψαράκη
«Πάντα λέω ο κόσμος είναι φτιαγμένος μόνο για ακούοντες», μας είπε η Όλγα Δαλέκου όταν δέχτηκε να δώσει αυτή τη συνέντευξη στην εκπομπή 3ο ΘΕΜΑ αυτής της εβδομάδας, η οποία ασχολήθηκε με την προσβασιμότητα των κωφών. Με τη βοήθεια της διερμηνέως Νοηματικής Γλώσσας, Μυρτούς Γκανούρη, προχωρήσαμε σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη, έχοντας απόλυτη επίγνωση ότι και το δικό μας μέσο έχει ακόμη πολλά να διανύσει και πολλά να μάθει, ώστε να γίνει απόλυτα προσβάσιμο.
H Όλγα είναι ηθοποιός και γεννήθηκε κωφή. Όπως περιγράφει στο The Press Project οι γονείς της, οι οποίοι είναι και οι δύο κωφοί, είχαν το προαίσθημα αλλά «όταν γεννήθηκα άρχισαν να δοκιμάζουν ήχους, να κοπανάνε πράγματα μέσα στο σπίτι, όπως πόρτες και έβλεπαν ότι εγώ δεν αντιδρούσα σε αυτό. Οπότε υπήρξε από νωρίς η συνειδητοποίηση ότι κι εγώ είμαι κωφή».
Η επικοινωνία στο προγλωσσικό στάδιο με ένα κωφό βρέφος
Η επικοινωνία με ένα κωφό βρέφος δε διαφέρει πολύ από την επικοινωνία με ένα ακούον, δεδομένου ότι τα μωρά αντιλαμβάνονται τον κόσμο μέσα από τα μάτια τους και την αφή τους. «Στα κωφά βρέφη οι γονείς χρησιμοποιούν νοηματική, χειρονομίες, εικόνες, το πρόσωπο, τα χείλη, την έκφραση, τα ίδια τα αντικείμενα. Όταν για παράδειγμα θέλουν να δείξουν το γάλα, θα δείξουν και την λέξη γάλα στη νοηματική, αλλά θα δείξουν και το ίδιο το αντικείμενο θα έχουν πολύ περισσότερη έκφραση. Το ίδιο ισχύει και για τα ακούοντα βρέφη. Ναι μεν έχουν ακουστικά ερεθίσματα, αλλά οι μεγαλύτερη προσλαμβάνουσα είναι η οπτική επαφή με το περιβάλλον και έτσι αρχίζουν και μαθαίνουν σιγά σιγά», εξηγεί.
Το ελληνικό αλφάβητο μπήκε στη ζωή της Όλγας πρώτη φορά στο δημοτικό, αν και είχε γίνει μία προεργασία και στο σπίτι. «Το αλφάβητο είναι κάτι διαφορετικό από τη νοηματική γλώσσα. Η νοηματική έχει λεξιλόγιο, μορφές, και εγώ μεγαλώνοντας έμαθα να χρησιμοποιώ την νοηματική παράλληλα με τα ελληνικά, με τον προφορικό λόγο – με τη χρήση στόματος – και τον γραπτό λόγο. Οπότε συνδέονται οι δύο γλώσσες». Την προσχολική εκπαίδευση της Όλγας, την ανέλαβε η οικογένεια, παρόλα αυτά υπάρχουν νηπιαγωγεία για κωφά παιδιά όπου υπάρχουν αρκετά παιδάκια.
Ρωτήσαμε την Όλγα ωστόσο, τι συμβαίνει στις περιπτώσεις που ένα κωφό παιδί προέρχεται από ακούοντες γονείς, οι οποίοι πρέπει οι ίδιοι πρώτα να λάβουν μία εκπαίδευση για να μπορούν είτε να επικοινωνούν είτε να βοηθήσουν στην προσχολική εκπαίδευση ενός κωφού παιδιού. «Υπάρχουν κέντρα πρώιμης παρέμβασης για κωφά παιδιά και ακούοντες γονείς. Οπότε, όταν ένας γονέας ανακαλύψει ότι το παιδί του έχει πρόβλημα ακοής, μπορεί να πάει σε αυτά τα κέντρα πρώιμης παρέμβασης όπου έχει πρόσβαση σε ψυχολόγο, σε συμβουλευτική τόσο για τους γονείς όσο και για το ίδιο το παιδί. Σε αυτά τα κέντρα σου δίνουν τις εξής επιλογές: είτε το παιδί να μεγαλώσει με τον προφορικό λόγο, είτε με τη νοηματική», εξηγεί, και προσθέτει: «νομίζω ότι και οι ίδιοι καταλαβαίνουν ότι με τη χρήση της νοηματικής υπάρχει όφελος, διότι και το παιδί είναι χαρούμενο και εκείνοι αν μάθουν την νοηματική θα μπορούν να έχουν μια πολύ πιο στενή επικοινωνία και σχέση με το παιδί τους». Τα συγκεκριμένα κέντρα είναι δημόσια, όμως αν ένας γονέας θέλει να μάθει τη νοηματική, κατά πάσα πιθανότητα θα πρέπει να απευθυνθεί σε ιδιωτική σχολή.
Η Όλγα αντιλαμβάνεται ότι ένα νηπιαγωγείο κωφών, με πρόσβαση σε διερμηνέα νοηματικής, ενδεχομένως να προσφέρει καλύτερη ποιότητα εκπαίδευσης όμως όπως αναφέρει «ένα πλαίσιο συνύπαρξης είναι το ιδανικό». Υπάρχει αλληλεπίδραση, το κωφό παιδί μαθαίνει την ελληνική και τα ακούοντα τη νοηματική. Και κυρίως μαθαίνουν ότι υπάρχουν κωφά άτομα εκεί έξω, με αποτέλεσμα τη μείωση του ρατσισμού και των διακρίσεων. Βέβαια, για να λειτουργήσει το μεικτό μοντέλο, προϋποτίθεται ειδικός σχεδιασμός.
Η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα είναι επίσημη γλώσσα του κράτους αλλά ανύπαρκτη στα τυπικά σχολεία
Αξίζει να σημειωθεί ωστόσο ότι το 2000 η νοηματική γλώσσα αναγνωρίζεται για πρώτη φορά στον χώρο της εκπαίδευσης των κωφών, όμως από το 2017 η Ελληνική Νοηματική Γλώσσα αναγνωρίζεται ως επίσημη γλώσσα του κράτους. Παρ’ όλα αυτά δεν υπάρχει σε όλα τα δημόσια σχολεία. «Αν δεν κάνω λάθος το βιβλίο της Γλώσσας έχει ένα μικρό κεφάλαιο που δείχνει την αλφάβητο στη νοηματική, και δύο σελίδες που μιλούν για την κώφωση. Είναι ένα βήμα αλλά είμαστε μακριά από την πραγματική συμπερίληψη και συνύπαρξη», σχολιάζει η Όλγα.
Η κοινότητα των κωφών βέβαια, διεκδικεί χρόνια τα δικαιώματά της σε όλους τους τομείς και φυσικά στην εκπαίδευση. «Έχουμε βγει στους δρόμους, έχουμε κάνει πορείες, δυστυχώς δεν έχει γίνει τίποτα επί της ουσίας και δεν μας συμπεριλαμβάνουν στον σχεδιασμό», τονίζει.
Η εμπειρία της Όλγας σε ένα τυπικό σχολείο – «Κρεμόμουν από τα χείλη του καθηγητή για να τα διαβάζω»
Η Όλγα έζησε την εμπειρία του να είναι ένα κωφό παιδί σε ένα τυπικό σχολείο ακουόντων, μετά την τρίτη δημοτικού. «Η δασκάλα μου θεώρησε ότι μπορών να ανταπεξέλθω. Επανέλαβα την τρίτη δημοτικού για να μπορέσω να συμβαδίσω με τους συμμαθητές μου, και παρέμεινα σε σχολείο ακουόντων ως την 1η Λυκείου. Εκεί τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ ειδικά στα Μαθηματικά, στη Φυσική και στη Χημεία. Έκανα ιδιαίτερα όμως ήταν δύσκολη η συμμετοχή μου με αποτέλεσμα στην 1η Λυκείου να γυρίσω στο σχολείο Κωφών από όπου και αποφοίτησα», εξηγεί.
Την εποχή που η Όλγα ήταν σε τυπικό σχολείο, η παράλληλη στήριξη δεν υπήρχε ούτε σαν ιδέα. Φυσικά, δεν είχε ούτε διερμηνέα. Οι ίδιοι οι διευθυντές δεν ήξεραν ότι υπήρχαν τέτοιες δυνατότητες. «Κάθε χρόνο όταν κάναμε την εγγραφή μου λέγανε να κάθεσαι μπροστά στο πρώτο θρανίο για να βλέπεις τον δάσκαλο και τον καθηγητή, να μπορείς να διαβάζεις τα χείλη του, να έχω διπλανό κάποιον καλό μαθητή για να με υποστηρίζει και να με βοηθάει. Μου είχαν δώσει βέβαια και το δικαίωμα απαλλαγής στα αγγλικά και στα γαλλικά, αλλά η διερμηνεία ήταν όνειρο απατηλό. Όλα τα έκανα μόνη μου, με ιδιαίτερα και με υπερπροσπάθεια μέσα στην τάξη. Κυνηγούσα με τα μάτια μου τον καθηγητή και κυριολεκτικά κρεμόμουν από τα χείλη του», εξηγεί.
Ως ανήλικη, δεν είχε καν το δικαίωμα να επιλέξει διερμηνέα. Το κράτος στα ενήλικα κωφά άτομα, παρέχει διερμηνέα. Όμως για μερικές ώρες το χρόνο. Οπότε πρακτικά είναι σαν να έχουν το δικαίωμα μόλις λίγες ημέρες του χρόνου να επικοινωνήσουν με ακούοντες. Τις υπόλοιπες πρέπει να τις πληρώσουν. «Είναι μια αντιμετώπιση που λέει ότι θα κουνήσω τα μαγικά μου δάχτυλα και θα ακούσω για να επικοινωνήσω άνετα με τους υπόλοιπους όλο τον υπόλοιπο χρόνο. Όλα καλά», λέει η Όλγα.
Ωστόσο, ούτε τα κτίρια δεν είναι συμπεριληπτικά. Ένα συμπεριληπτικό κτίριο, θα έπρεπε τουλάχιστον να έχει καθρέφτες, ώστε ένα κωφό άτομο να γνωρίζει τι γίνεται πίσω του. «Θυμάμαι πάρα πολλές φορές στους διαδρόμους του σχολείου, όταν εγώ ήθελα να βγω από την τάξη, έπρεπε να βγω να κάτσω στην άκρη της πόρτας, να κοιτάξω με προσοχή μην έρχεται κανείς, μην πέσω πάνω σε κανέναν ακριβώς επειδή δεν άκουγα. Ήταν συχνό φαινόμενο να κουτουλάμε και ομοίως και στις σκάλες. Δεν έχεις οπτική επαφή», εξηγεί.
«Λατρεύω τη μουσική, φαντάζομαι τον ήχο και τον συνδέω με τους ήχους που φαντάζομαι ότι υπάρχουν στη φύση»
Στο σχολείο κωφών γίνονται κανονικά όλα τα μαθήματα, αλλά και τα καλλιτεχνικά. Η μουσική δεν υπάρχει ωστόσο όπως στα τυπικά σχολεία. «Κάνουμε όργανα που έχουν να κάνουν με την αφή και τη δόνηση του σώματος. Πιάνο π.χ., δεν κάνουμε ποτέ διότι δεν έχεις τρόπο να απορροφήσεις κάποια δόνηση ή να αντιληφθείς τον ρυθμό», εξηγεί. Στο σχολείο κωφών θα παίξουν κυρίως ντραμς, ή άλλα τύμπανα, ή μουσικά όργανα που έχουν ξύλο και μπορείς να αντιληφθείς τη δόνηση. «Υπάρχουν βέβαια κωφοί οι οποίοι παίζουν πιάνο. Δεν μπορώ να πω. Εγώ ας πούμε μάθαινα πιάνο για δύο χρόνια και μου άρεσε πάρα πολύ. Δεν είναι εύκολο όργανο και θέλει διαφορετική μέθοδο, χρειάζεται πολλή εστίαση».
Η Όλγα λατρεύει τη μουσική. Φαντάζεται, αισθάνεται το ηχόχρωμα. «Είμαι ένας άνθρωπος που λατρεύει τη μουσική και πάντα να μάθω όργανο. Ήθελα πάντα να μάθω βιολί και πιάνο και αυτό μου έχει μείνει απωθημένο, είναι η αλήθεια. Δεν μπορούσα όμως. Χρειάζεται πάρα πολύ χρόνο για να το μάθεις και σημαίνει βέβαια και πάρα πολλά χρήματα έτσι, οπότε δεν είναι εύκολο. Έχοντας λοιπόν μια πολύ μικρή επαφή με αυτά τα όργανα από φίλους κυρίους, προσπαθούσα να πιάνω τα όργανα και να φανταστώ τον ήχο περισσότερο. Δηλαδή να σκεφτώ ότι μια νότα του βιολιού είναι σαν ένα φύλλο όταν θροΐζει. Προσπαθούσα να κάνω τέτοιους συνειρμούς και στην κιθάρα ότι είναι σαν τον αέρα, όταν φυσάει και κάνει βουητό. Οπότε προσπάθησα να συνδέσω τους ήχους των οργάνων με τους ήχους που φαντάζομαι ότι υπάρχουν και στη φύση. Και η αλήθεια είναι ότι συζητώντας με τους φίλους μου, μου έλεγαν ότι καλά είναι δυνατόν, δηλαδή πως το πέτυχες, ότι όντως αυτός ο ήχος μοιάζει με αυτό που λες. Δεν ξέρω, είναι κάτι ένστικτο», περιγράφει.
Στο σχολείο κωφών όμως, οι μαθητές επικεντρώνονται στο θέατρο, το οποίο ευχαριστιούνται πολύ διότι είναι μία μορφή έκφρασης και με τη χρήση της νοηματικής είναι πολύ άνετο. Μάλλον από εκεί εμπνεύστηκε και πήρε το μικρόβιο της ηθοποιού. Όμως, ακόμη και στο θέατρο δεν υπάρχει συμπερίληψη.
Συμπερίληψη στο θέατρο – «Επιλέγουν ακούοντες ακόμα και για να υποδυθούν κωφούς»
Η Όλγα έχει ως στόχο ως ηθοποιός να φτάσει στο απόλυτο επίπεδο. Αγαπά πολύ την τέχνη του θεάτρου, αλλά από την άλλη την απογοητεύει πολύ. Σήμερα είναι ιδρυτικό μέλος της θεατρικής ομάδας Τρελά Χρώματα, η οποία υπάρχει εδώ και 16 χρόνια και είναι μικτή με κωφούς και ακούοντες ηθοποιούς, με τον τρόπο επικοινωνίας να είναι στη νοηματική και στον προφορικό λόγο.
Η Όλγα θυμίζει ότι οι κωφοί δεν μπορούν να φτάσουν σε δραματικές σχολές. Ακόμα κι όταν έφυγε ο νόμος για την αρτιμέλεια, ο οποίος απέκλειε όλα τα ανάπηρα άτομα, πάλι δε σταμάτησε στην πράξη ο αποκλεισμός. Τι θα έκανε ένας κωφός στα μαθήματα φωνητικής, για παράδειγμα. Δεν υπήρχαν προϋποθέσεις ισότιμης φοίτησης. Ακόμη και το απλό: «πώς θα διορθώσει την υποκριτική μου ο καθηγητής μου;», ρωτά η Όλγα. Και φυσικά η απάντηση «βρες ένα διερμηνέα», δεν είναι σοβαρή. Κανείς δεν αμφιβάλλει για το τι λέει το κείμενο, το θέμα είναι η υποκριτική.
«Όταν ξεκινούσαμε την ομάδα σκεφτόμουν ότι δεν έχουμε παραδείγματα κωφών ηθοποιών. Προσωπικά δεν μπορούσα εγώ να παρακολουθήσω ούτε ελληνικό κινηματογράφο. Στο θέατρο μπορούσα να παρακολουθήσω πολύ λίγα πράγματα. Δεν είχαμε πρόσβαση στον πολιτισμό, σε ελληνικές σειρές και σε ελληνικές ταινίες. Δεν έχω δει ποτέ να εκπροσωπείται ένα κωφό άτομο, ακόμα και όταν προκύπτει ένας ρόλος, βλέπουμε ακούοντες να τον υποδύονται. Το θέμα είναι ότι τη γλώσσα των κωφών δεν μπορούν να την αποδώσουν όλοι. Θα πρέπει να έχει δουλέψει ο ηθοποιός τη γλώσσα και να την έχει κάνει βίωμα. Οι περισσότεροι βλέπουμε ακούοντες ηθοποιούς που υποστηρίζουν ότι μπορούν να το κάνουν. Δυστυχώς κάθε φορά απογοητεύομαι. Πώς να σας το πω δηλαδή, δεν καταλαβαίνω τι λένε. Δεν χρησιμοποιούν σωστά τη γλώσσα, δεν χρησιμοποιούν πράγματα που εγώ ως κωφός άνθρωπος μπορώ να ταυτιστώ», περιγράφει.
Ούτε τα θέατρα δεν είναι προσβάσιμα. Για να γίνουν, χρειάζεται να πέσουν αρκετά χρήματα. Διερμηνείς, μηχανήματα για τον υπερτονισμό, υπέρτιτλους, οθόνες, ακουστική περιγραφή για άτομα με προβλήματα όρασης. «Υπάρχει ένα κόστος που δυστυχώς τα θέατρα αποφεύγουν να αναλάβουν. Επίσης τα περισσότερα θέατρα είναι και παλιά κτίσματα. Χρειάζονται προσαρμογές οι οποίες κοστίζουν και έτσι δεν μπαίνουν στη διαδικασία να τις κάνουν. Οπότε κατάλαβα ότι δυστυχώς το θέατρο είναι φτιαγμένο για τους ακούοντες». Ομοίως, και οι παραστάσεις της θεατρικής ομάδας Τρελά Χρώματα, για τις οποίες η χρηματοδότηση είναι ιδιαιτέρως περιορισμένη.
Η Όλγα θυμάται πολύ έντονα και την περίοδο των κινητοποιήσεων των καλλιτεχνών ενάντια στην υποβάθμιση των πτυχίων τους. Καθημερινά την καλούσαν σε τέτοιες εκδηλώσεις, ουδέποτε όπως ήταν συμπεριληπτικές και για την ίδια. «Δηλαδή ήταν κάτι το οποίο με αφορούσε άμεσα. Ήθελα να διεκδικήσω, αλλά πώς να το κάνω χωρίς την ύπαρξη διερμηνέα, χωρίς πρόσβαση;», διερωτάται.
Αποκλεισμός από θεσμούς και υπηρεσίες
Εκτός από την εκπαίδευση και την τέχνη, αποκλεισμός υπάρχει σε όλους τους θεσμούς και υπηρεσίες. Η επίσκεψη σε μία δημόσια υπηρεσία είναι ήδη χαοτική για ακούοντες, πόσο μάλλον για τα κωφούς. Η Όλγα για να επισκεφθεί ένα δημόσιο νοσοκομείο κλείνει το ραντεβού της ηλεκτρονικά και όταν πηγαίνει έχει πάντα γραμμένο ένα κείμενο μαζί της για το τι χρειάζεται και ζητά από την εκάστοτε υπάλληλο να γράψει απλές απαντήσεις σε ένα χαρτάκι. «Για να πάω στην εφορία παίρνω διερμηνέα. Χρησιμοποιούν περίεργη ορολογία, δεν είναι ανοιχτοί στην επικοινωνία. Ακόμα και όταν περιμένεις στην ουρά και παίρνεις χαρτάκι, πολλές φορές φωνάζουν τα νούμερα γιατί δεν λειτουργεί το ηλεκτρονικό σύστημα, οπότε κάθεσαι και παλεύεις κάθε φορά να διαβάσεις τα χείλη του υπαλλήλου», περιγράφει.
Στην Ελλάδα, υπάρχει μία υπηρεσία στο Εθνικό Ίδρυμα Κωφών, που παρέχει εξ αποστάσεως διερμηνέα και είναι κάτι σαν τηλεφωνικό κέντρο. «Μας έχει δώσει μεγάλη ανεξαρτησία. Αν θέλω να πάρω τηλέφωνο γιατρό δεν το κάνουν φίλοι και συγγενείς. Κάνω βιντεοκλήση στη συγκεκριμένη υπηρεσία και ο διερμηνέας με εξυπηρετεί και παίρνει το τηλέφωνο», εξηγεί.
Ως προς την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχονται, μέχρι και πριν μερικά χρόνια οι κωφές έγκυες γυναίκες έκαναν πάντα καισαρική. «Βλέπαμε να υπάρχουν πολύ περισσότερες καισαρικές, ακριβώς επειδή δεν δεχόντουσαν τον διερμηνέα. Δηλαδή έπρεπε να επαφίεται στον χαρακτήρα του γυναικολόγου σου για το αν είναι ανοιχτόμυαλος, αν είναι καλός και πόσο καταλαβαίνει. Πλέον οι έγκυες γυναίκες αν ξεκινήσουν από την αρχή να πηγαίνουν με τον διερμηνέα τους, όταν 9 μήνες μετά θα έρθει η ώρα του τοκετού, ο γιατρός πια, επειδή έχει συνηθίσει αυτή την παρουσία, το βλέπει πολύ διαφορετικά, οπότε τον θεωρεί μέρος της διαδικασίας κάπως και αυτό το βλέπουμε να αλλάζει τελευταία», περιγράφει.
Στο παρελθόν επίσης, μία γυναίκα η οποία ήταν θύμα οικογενειακής βίας, δεν μπορούσε να καταγγείλει μέλος της οικογένειας, γιατί ακριβώς τα μέλη της οικογένειας είχαν και ρόλο διερμηνέα. «Την έχω ει την περίπτωση κακοποιητής να κάνει τη διερμηνεία σε μηνυτήρια αναφορά. Όμως πλέον η διαχείριση και των φορέων αλλάζει. Δηλαδή αν έρθει μια γυναίκα κακοποιημένη και είναι κωφή, νομίζω ότι έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που είναι πολύ πιθανό να της πουν θέλεις να σου φέρουμε διερμηνέα ή φέρε το διερμηνέα σου να ξέρουμε ότι έχουμε. Και συνήθως ένας κωφός θα διαλέξει έναν διερμηνέα που ξέρει που τον εμπιστεύεται».
Αποκλεισμός υπάρχει και στη μετακίνηση, ειδικά στην Ελλάδα. «Προσπαθούμε να αποφεύγουμε σκοτεινούς δρόμους, κοιτάμε πολύ προσεκτικά τις διαβάσεις», εξηγεί.
Προτάσεις για μία συμπεριληπτική κοινωνία – Από τις υπηρεσίες ως το προσβάσιμο σπίτι
Ρωτήσαμε την Όλγα πώς θα μπορούσε η κοινωνία να γίνει περισσότερο συμπεριληπτική. Ξεκινά λέγοντας ότι το 2025 η τεχνολογία έχει κάνει άλματα. «Μία πρόταση που θα έφερνε μια πολύ μεγάλη αλλαγή στην επικοινωνία είναι το να διδάσκονται όλοι οι άνθρωποι ένα βασικό επίπεδο γνώσης στη νοηματική γλώσσα, ώστε να μπορούν να εξυπηρετούν, να επικοινωνούν σε ένα καθημερινό επίπεδο. Θα μπορούσαμε πλέον να έχουμε κάποια στιγμή εργαλεία που θα κάνουν τον προφορικό λόγο γραπτό ζωντανά, δηλαδή να μιλάει κάποιος και να βγαίνει γραπτά αυτά που λέει. Θα μπορούσαν οι δημόσιες υπηρεσίες και οι φορείς να έχουν μόνιμα διερμηνείς. Να μη χρειάζεται δηλαδή ένας κωφός, όταν θέλει να πάει να εξυπηρετηθεί μόνος του, να ψάχνει να βρει διερμηνέα. Πόσο μάλλον στα νοσοκομεία. Στα θέατρα να μπουν υπέρτιτλοι. Θα προσελκύσει πολύ κοινό γιατί δεν είναι μόνο για κωφούς και βαρήκοους, αλλά και για ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας», εξηγεί.
Η Όλγα μας μιλά και για το προσβάσιμο σπίτι. «Ένα σπίτι το οποίο όταν χτυπήσει το κουδούνι, αντί για ήχο να υπάρχει φως. Ένα οπτικό ερέθισμα το οποίο θα αναβοσβήνει με διαφορετικό τρόπο αν είναι η εξώπορτα της πολυκατοικίας ή του διαμερίσματος. Ακόμη, ειδικές συσκευές και ειδικά μηχανήματα, για παράδειγμα για τα μωρά. Όταν ένα μωρό κλαίει και οι γονείς είναι κωφοί, αρχίζει και αναβοσβήνει και έχει χρώμα. Το χρώμα μπλε σημαίνει ότι το μωρό κλαίει, το κίτρινο μπορεί να σημαίνει χτύπησε η πόρτα. Ένα μηχάνημα το οποίο ανάλογα με τα φωτάκια που ανάβουν σημαίνει και ποιος ήχος ακούγεται στο σπίτι. Ή για την πυρασφάλεια που έχουμε πει πολλές φορές. Τα συστήματα πυρασφάλειας τα οποία αν κάτι γίνει έχουν συναγερμό να αντικατασταθεί με ήχο. Ένα σπίτι το οποίο να μην έχει πάρα πολλές γωνίες για να υπάρχει οπτική επαφή από όλα τα μέρη του σπιτιού, να έχει τζαμαρίες, οπότε να μπορείς να βλέπεις τον άνθρωπο με τον οποίο μένεις μαζί».
Και προσθέτει: «Θα μπορούσαμε να είμαστε οι ίδιοι σύμβουλοι. Θέλω να πω, να πάμε, να ευαισθητοποιήσουμε, να μιλήσουμε σε ανθρώπους, σε εργαζομένους σε τέτοιες νευραλγικές θέσεις για το πώς μπορούν πραγματικά να κάνουν τον χώρο τους προσβάσιμο και πώς μπορούν να εξυπηρετούν πολίτες όλων των κατηγοριών. Είναι αλλιώς να το κάνουμε εμείς που έχουμε το βίωμα. Θέλω να πω, ένας κωφός ξέρει ακριβώς τι έχει αντιμετωπίσει όλα αυτά τα χρόνια σε μία, σε μία δημόσια υπηρεσία. Και μπορεί το the point να μιλήσει για αυτά ώστε οι υπάλληλοι να εκπαιδευτούν και να ξέρουν που είναι οι ελλείψεις και τι χρειάζεται να διορθώσουν. Οπότε για εμάς το πιο σημαντικό αυτή τη στιγμή είναι να είμαστε μπροστά. Να είμαστε ορατοί. Γιατί όσο δεν είμαστε ορατοί, ακριβώς επειδή η φάση είναι και αόρατη αναπηρία, κανείς δεν κάνει τίποτα γι’ αυτό».
«Μου τη σπάτε – Το βίωμα είναι των κωφών, όχι των διερμηνέων»
Κάτι το οποίο δε βοηθά στην ορατότητα είναι το να προσκαλούνται να μιλήσουν για ζητήματα κωφών ακούοντα άτομα, όπως π.χ. οι διερμηνείς. Ρωτήσαμε την Όλγα αν εμείς οι δημοσιογράφοι της σπάμε τα νεύρα όταν το κάνουμε αυτό και εκείνη απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια:
«Ε ναι μου τα σπάτε. Συγγνώμη αλλά μου τα σπάτε. Γιατί; Είμαστε κι εμείς εδώ. Πολλές φορές ακόμα κι όταν μου παίρνουν συνέντευξη, μιλάνε στον διερμηνέα μου που αυτό κι αν είναι χειρότερο. Μη μιλάς στον διερμηνέα, σε μένα μιλάς. Και η αλήθεια είναι ότι συνεντεύξεις με κωφούς δεν βλέπεις και πολύ. Εντάξει, καταλαβαίνω ότι είναι δουλειά του διερμηνέα και έχει πασχίσει για αυτή, όμως το βίωμα είναι των κωφών. Δεν είναι του διερμηνέα. Ξέρεις, λένε, έλα να σου βάλω ωτοασπίδες να δεις πώς είναι να είσαι στη θέση ενός κωφού. Δεν μπορείς να έχεις ένα βίωμα με το να κλείσεις τα αυτιά σου για μια ώρα. Όταν αφήνεις τον κωφό απ’ έξω είναι κάτι σαν να λείπει».
«Αυτή η λέξη ήρωας…»
Η Όλγα κλείνει αφήνοντας το μήνυμα «ο κόσμος να μη φοβάται το διαφορετικό. Να μην φοβάται τους κωφούς. Είμαστε άνθρωποι. Όταν συναντούν έναν κωφό να μη φεύγουν λες και θα τους κολλήσουμε κάτι. Δεν είμαστε άρρωστοι. Θέλουμε να επικοινωνήσουμε, Θέλουμε να είμαστε ορατοί. Και αν εσείς ανοίξετε το μυαλό και την καρδιά και μας δεχτείτε, νομίζω ότι μπορούμε να συνυπάρξουμε. Μπορούμε να διεκδικήσουμε μαζί, γιατί τα περισσότερα πράγματα που διεκδικούμε είναι τα ίδια. Και κάνοντας μια μικρή παρένθεση στο τέλος, να μην ξεχάσω να πω για τη λέξη κωφάλαλος. Είναι μια λέξη παρωχημένη. Δεν την χρησιμοποιούμε πια. Είναι για εμάς και την κοινότητα μας μια λέξη που μας προσβάλλει. Οπότε κάποια στιγμή ελπίζω να μη την ξανακούσουμε, να μην την ξαναδούμε και να το έχετε όλοι στο μυαλό σας. Η σωστή λέξη είναι κωφός».
«Δεν είμαστε ήρωες. Αυτή η λέξη ήρωας… Όχι, δεν είμαστε ήρωες. Είμαστε άνθρωποι που προσπαθούμε να ζήσουμε τη ζωή μας, να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας. Δεν θέλουμε συγχαρητήρια. Θέλουμε μια απλή αναγνώριση ότι είμαστε εδώ, υπάρχουμε και ζούμε ανάμεσά σας».