Ρεπορτάζ της Ηλιάνας Ζερβού
Παρότι οι αρχειοθετήσεις υποθέσεων που αφορούν υπέρμετρη αστυνομική βία κατά πολιτών δυστυχώς είναι συνήθεις, η συγκεκριμένη έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω του προκλητικού σκεπτικού της Εισαγγελίας Πρωτοδικών που χαρακτηρίζει «πρόσφορη» και «αναλογική» τη ρίψη κροτίδων λάμψης σε ευθεία βολή απέναντι σε άοπλους πολίτες που απλώς διαμαρτύρονται. Πρόκειται για μία αιτιολόγηση που επεκτείνει τα όρια της άσκησης αστυνομικής βίας και καθορίζει το τι θα πρέπει να αποδεχόμαστε ως «νόμιμη» συμπεριφορά των κατασταλτικών δυνάμεων.
Δημήτρης Σαραφιανός: «Η αστυνομία μπορεί να δολοφονεί ατιμώρητη»
Ο συνήγορος του Γιάννη Ντουσάκη, Δημήτρης Σαραφιανός, περιέγραψε ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά σημαντική απόφαση, καθώς «το να ρίξεις σε ευθεία βολή κρότου λάμψης σε άοπλο συνιστά απόπειρα ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο». Επομένως, το να κρίνει η Εισαγγελία τη συγκεκριμένη «πρακτική» ως «πρόσφορη» ουσιαστικά νομιμοποιεί τις απόπειρες ανθρωποκτονίας κατά πολιτών που απλώς κινητοποιούνται. Υπενθύμισε τι είχε προηγηθεί του συγκεκριμένου «συμβάντος». Οι φοιτητές και οι φοιτήτριες είχαν κάθε λόγο και δίκιο να αντιδρούν απέναντι στην πολύμηνη και «επιβλητική» παρουσία κατασταλτικων δυνάμεων εντός του ΑΠΘ, που ασκούσαν διαρκείς ελέγχους και προχωρούσαν συστηματικά σε ρίψεις δακρυγόνων εντός του πανεπιστημιακού ασύλου. Μάλιστα, οι επιθέσεις κατασταλτικών υπαλλήλων κατά φοιτητ(ρι)ών είχαν φτάσει σε τέτοιο σημείο που η Κοσμητεία της σχολής είχε εκδώσει καταγγελτική ανακοίνωση.
Στις 26 Μαΐου 2022 η κινητοποίηση 50 περίπου φοιτητ(ρι)ών πνίγηκε στα χημικά, ενώ αστυνομικοί έριξαν κρότου λάμψης σε.. ευθεία βολή. Η υποτιθέμενη «απειλή» στην οποία «απαντούσαν» ήταν φοιτητές και φοιτήτριες που κινούνταν προς το μέρος τους κρατώντας.. ένα πανό. Το συγκλονιστικό με τη συγκεκριμένη εισαγγελική διάταξη είναι πως δεν αμφισβητεί τα πραγματικά γεγονότα. Δηλαδή, αποδέχεται πως ρίχτηκαν κρότου λάμψης σε ευθεία βολή, οι οποίες ευθύνονται για τον πολύ σοβαρό τραυματισμό του Γιάννη Ντουσάκη, έχει αποκαλύψει τον δράστη της επίθεσης, αλλά ισχυρίζεται ότι η αστυνομία .. καλώς έπραξε.
«Και όλο αυτό θεωρείται από την Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης ότι είναι φυσιολογικό, ότι οι αστυνομικοί μπορούν να το κάνουν, μόνο και μόνο επειδή τις προηγούμενες μέρες γινόντουσαν επεισόδια μέσα στο ΑΠΘ και άρα – κατά το σκεπτικό της εισαγγελίας – οι αστυνομικοί βρισκόντουσαν διαρκώς “υπό επίθεση”» τόνισε ο κ. Σαραφιανός.
«Να επισημάνουμε ότι ο συγκεκριμένος τρόπος των συγκεκριμένων βομβίδων είναι εντελώς παράνομος. Αυτό που συμβαίνει, είναι πρωτοφανές και πρέπει η ελληνική Πολιτεία να το αντιμετωπίσει σαν εξαιρετικό περιστατικό είναι ότι η αστυνομία μπορεί να δολοφονεί ατιμωρητη» συνέχισε με βαθιά αγωνία για το ζήτημα. Σχετικά με την προανακριτικη εξέταση, ενημέρωσε ότι έχουν καταθέσει αυτόπτες μάρτυρες φοιτητές/τριες και καθηγητές/τριες που έλεγαν πως συνέβησαν τα γεγονότα και επισήμαιναν τα προβλήματα που δημιουργούσε η αστυνομία εντός του ασύλου. Η εισαγγελία εξέλαβε τις συγκεκριμένες καταθέσεις μόνο ως απόδειξη πως και προηγούμενες μέρες γινόντουσαν επεισόδια μέσα στο κάμπους, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά τον συλλογισμό της πως τα κατασταλτικά όργανα «απειλούνταν».
Copy paste καταθέσεις αστυνομικών περί καταστολής… φυλακισμένων
Το επόμενο σημαντικό ζήτημα που έθεσε ο κ. Σαραφιανός αφορά τις copy paste καταθέσεις των αστυνομικών. Δηλαδή, καταθέσεις που η Εισαγγελία έχει δεχτεί και αποτελούν απόλυτη αντιγραφή η μία της άλλης. Αυτό που μας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στις αστυνομικές καταθέσεις είναι η αναλυτική αναφορά στην αντιμετώπιση στάσεων κρατουμένων… στις φυλακές. Διαβάζοντας ο κ. Σαραφιανός, σχολιάζει «εδώ λοιπόν έχουν μία εξειδίκευση για την καταστολή στις φυλακές και αυτό το αποδέχεται ο πταισματοδίκης και καταγράφεται». Πρόκειται για μία εντελώς εκτός τόπου και χρόνου περιγραφή της καταστολής στους χώρους των φυλακών, ενώ η υπόθεση αφορά καταστολή φοιτητικής κινητοποίησης.
«Δε ξέρω αν οι αστυνομικές δυνάμεις στη Θεσσαλονίκη θεωρούν ότι τα πανεπιστήμια είναι φυλακες και οι φοιτητές καταδικασμένοι» σημείωσε με νόημα..
Ολόκληρη η copy paste κατάθεση των αστυνομικών:
Ακόμα, υπογράμμισε πως η βασική αρχή της χρήσης των «μέσων» που κατέχουν οι αστυνομικές δυνάμεις είναι να είναι ανάλογες με τη «βια που τους ασκειται» και ξεκαθάρισε πως προφανώς αυτό δε συνέβη στην υπόθεση αυτή επομένως μιλάμε για ευθεία παράβαση του κανονισμού. «Η διάταξη αυτή θέτει ξανά στο επίκεντρο το κεντρικό κοινωνικό αίτημα “δικαιοσυνη”» δήλωσε και συμπλήρωσε πως αποκαλύπτει «ένα κράτος εχθρικό προς τον πολιτη και μία δικαιοσύνη που έχει απολέσει κάθε νομιμοποιητικο έδαφος». «Η εισαγγελική διάταξη πρέπει να απορριφθεί και η υπόθεση να πάει στο ακροατηριο» κατέληξε.
Ο Γιάννης Ντουσάκης βρίσκεται και ύποπτος – «Ελπίζουμε όχι και κατηγορούμενος»
Στη συνέχεια, το λόγο πήρε ο δικηγόρος Γιώργος Βλάχος, διακρίνοντας ως βασικό ζήτημα την καταληκτική διατύπωση της Εισαγγελίας, που χαρακτηρίζει τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για την καταστολή της φοιτητικής διαμαρτυρίας «πρόσφορα». Όπως τόνισε, οι δυνάμεις καταστολής παραβίασαν σειρά διατάξεων νόμου, αλλά και τον κώδικα Δεοντολογίας που τις υποχρεώνει να κάνουν χρήση των ηπιότερων δυνατών μέσων. Ο δικηγόρος έκρινε πως αν καταφέρουμε να σπάσει η λογική της εισαγγελίας που βρίσκει «πρόσφορη» και «αναλογική» την ρίψη κρότου λάμψης σε ευθεία βολή κατά άοπλων σε αυτή στην υπόθεση του Γιαννη Ντουσακη κάνουμε μια αρχή για την αντιμετώπιση της υπέρμετρης βίας από την ΕΛΑΣ.
Βεβαίως, όπως σε μία σειρά αντίστοιχων υποθέσεων, το θύμα βρίσκεται και υπόλογο. Με πικρία και οργή, ο κ. Βλάχος υπενθύμισε πως κατά του θύματος της αστυνομικής βίας, τον Γιάννη Ντουσάκη, αλλά και ορισμένους ακόμα από τους διαδηλωτές, έγινε μήνυση από τους αστυνομικούς για την απόπειρα σωματικής τους βλάβης, διατάραξη κοινής ειρήνης και άλλα τέτοιας φύσεως αδικήματα.
«Όχι μόνο ο Γιάννης Ντουσάκης βρίσκεται μπροστά σε μια απόρριψη της δική του μήνυσης, αλλά βρίσκεται και ύποπτος και πιθανόν -ελπίζουμε όχι- και κατηγορούμενος από τους αστυνομικούς που τον χτύπησαν» περιέγραψε την τραγική ειρωνεία με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι στις υποθέσεις αστυνομικής βίας και καταστολής.
Σε απευθείας σύνδεση ακούσαμε, επίσης, τον Ελευθέριο Αγγελή, καθηγητή του Τμήματος Πληροφορικής του ΑΠΘ, να περιγράφει την αρχειοθέτηση της υπόθεσης ως «προκλητική» και «εξοργιστική», ασκώντας δριμεία κριτική στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
«Ειδικά τα 3,5 τελευταία χρόνια έχει ξεδιπλώσει πλήρως το αυταρχικό της σχέδιο κοινωνικής αναλγησίας και κατασταλτικών μέτρων, σε συνδυασμό με την εγκατάλειψη του δημόσιου Πανεπιστημίου» σημείωσε, θέτοντας ορθά την υπόθεση του Γιάννη Ντουσάκη και στο ευρύτερο πλαίσιο της διαρκούς κυβερνητικής επίθεσης στις φοιτητικές διεκδικήσεις. Υπενθύμισε, ακόμα, πως ο Γιάννης Ντουσάκης μπορεί να αποτελεί το πιο βαριά τραυματισμένο θύμα εκείνων των ημερών αλλά όχι το μόνο, αφού οι ομάδες καταστολής είχαν τραυματίσει και νωρίτερα άλλους φοιτητές με κρότου λάμψης, ενώ όλοι και όλες θυμόμαστε τις πρωτοφανείς εικόνες της αστυνομικής επίθεσης μέσα στο ΑΠΘ στη συναυλία του Θανάση Παπακωνσταντίνου, όπου έπνιξαν τα παρευρισκόμενα άτομα στα δακρυγόνα και προκάλεσαν πανικό και κίνδυνο να ποδοπατηθούν στην κυριολεξία.
Ο καθηγητής τόνισε επίσης πως «η εικόνα του αιμόφυρτου φοιτητή στον δρομο, είναι κάτι μου δεν μπορείς να ξεχάσεις ποτέ». «Σε αυτή τη περίπτωση η αστυνομική βια δε μπορεί να θεωρηθεί καν αυθαιρεσία, αλλά εγκεκριμένη και καθοδηγουμενη τακτική» κατέληξε.
Αναστασία Τσουκαλά: «Να σπάσει το καθεστώς της αλαζονικής εξουσίας των δικαστικών λειτουργών»
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και χρήσιμη ήταν και η τοποθέτηση της Αναστασίας Τσουκαλά, καθηγήτριας Εγκληματολογίας στο πανεπιστήμιο Paris Sud, νομικού και συγγραφέα. Η πολύ σημαντική παράμετρος που συνεισέφερε στη συζήτηση ήταν η τήρηση των προβλεπόμενων και ο πειθαρχικός έλεγχος των δικαστικών υπαλλήλων.
Σχολιάζοντας το γεγονός ότι η Εισαγγελία δέχθηκε όλα τα επιχειρήματα της ΕΛ.ΑΣ, παρά τις πανομοιότυπες καταθέσεις των αστυνομικών, τη γελοιότητα του περιεχομένου τους αλλά και την εσφαλμενη αντίληψη ότι ο αστυνομικός βρισκόταν σε καθεστώς νόμιμης άμυνας, η κ.Τσουκαλά σημείωσε αρχικά πως ένας «καλοπροαίρετος» αξιολογητής θα μπορούσε να πει ότι υπάγονται στην ελευθερία διαμόρφωσης της δικανικής σκέψης και άρα δεν είναι δεκτικά τιμωρίας.
«Υπάρχει, όμως, ένα στοιχείο που είναι δεκτικό πειθαρχικής τιμωρίας φυσικά» είπε και εξήγησε «το στοιχείο αυτό είναι οι κανόνες εμπλοκής».
«Το αστυνομικό έγγραφο των κανόνων εμπλοκής είναι απόρρητο και δεν είναι προσβάσιμο για εμάς τους κοινούς θνητούς» συνέχισε, αλλά διευκρίνισε πως «ο εισαγγελέας και ο δικαστής έχουν πρόσβαση σε αυτό το έγγραφο». «Επομένως, η εισαγγελέας όφειλε να αναζητήσει το έγγραφο για να διαπιστώσει ποια είναι η προβλεπόμενη από την Ελληνική Αστυνομία ελάχιστη απόσταση ρίψης βομβίδας κρότου λάμψης με εκτοξευτήρα. Από όσο γνωρίζω η απόσταση διαφοροποιείται ανάλογα με τον τύπο της βομβίδας κρότου λάμψης» σημείωσε.
Ξεκαθάρισε, στο σημείο αυτό πως «διαβεβαιώνω τους πάντες ότι επ’ ουδενί δεν είναι μισό μέτρο όπως καθομολογεί η εισαγγελέας. Αυτό και μόνο θα αρκούσε να στοιχειοθετήσει πειθαρχική ευθύνη και δεν υπάγεται στην ελευθερία διαμόρφωσης δικανικής σκέψης, βάσει της οποίας υπεκφεύγουν κάθε ευθύνης». Προσέθεσε πως οι κρότου λάμψης προβλέπεται να εκρήγνυνται μόνο στο έδαφος ή στον αέρα.
«Αν δε σπάσει το καθεστώς της αλαζονικής εξουσίας τον δικαστικών λειτουργών δεν πιστεύω ότι θα έχουμε αλλαγή στην αντιμετώπιση της αστυνομικής αυθαιρεσίας» τόνισε με κοφτές, καθαρές λέξεις.
Ακόμα, σχολίασε το γεγονός πως συνήθως, όταν γίνεται μήνυση κατά αστυνομικού υπαλλήλου, αυτή ακολουθείται και από μήνυση κατά των θυμάτων, όπως και στην περίπτωση του Γιάννη Ντουσάκη. Τα θύματα αστυνομικής βίας κατά βάση, τελικά, μετά από χρόνια, αθωώνονται. «Ο λόγος σύμπραξης μηνύσεων κατά και των θυμάτων αστυνομικής βίας είναι καθαρα εκφοβιστικός σε βάρος όλους αφενός και αφετέρου στα άτομα κατά των οποίων στρέφονται, τα οποία αναγκαστικά προσέχουν πάρα πολύ στις επόμενες συγκεντρώσεις. Όταν τα χρόνια περνάνε και το περιστατικό έχει ξεχαστεί, αθωώνονται» είπε.
Ο Θανάσης Καμπαγιάννης, εκ των συνηγόρων του Γιάννη, εν συντομία τόνισε πως «θεωρώ ότι η συγκεκριμένη εισαγγελική πρόταση, κατά της οποίας έχουμε προσφύγει, περιέχει μια πάρα πολύ σημαντική παραδοχή όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά αυτής της υπόθεσης. Δηλαδή ότι εκσφενδονίστηκε η κροτίδα και προσέκρουσε στο πρόσωπο του Γιάννη. Προσπαθεί αυτό να το απαντήσει λέγοντας ότι, πρώτον, δεν εξερράγη στο πρόσωπο του εγκαλούντα και, δεύτερον, ότι υπήρξε κίνδυνος για τη ζωή απάντων των αστυνομικών κατά την κίνηση των φοιτητ(ρι)ών προς το μέρος τους».
Γιάννης Ντουσάκης: «Ένιωθα οργή, τώρα νιώθω αγανάκτηση»
Παρά το απόλυτα κατανοητό συναισθηματικό φορτίο και την αμηχανία του, ο Γιάννης Ντουσάκης πήρε τον λόγο για να μας μεταφέρει για λίγο, ένα μικρό μόνο μέρος των συνεπειών όσων έζησε τις επόμενες μέρες, αλλά και τα επόμενα χρόνια. «Τις πρώτες φορές που μιλούσα, αφού συνέβη το συμβάν ήμουν φορτισμένος από οργή, τώρα νιώθω αγανάκτηση» είπε με αργή, λίγο κομπιασμένη φωνή.
Απευθυνόμενος στους ομιλητές και την ομιλήτρια του πάνελ, τους ευχαρίστησε επειδή «ανοίγουν το ζήτημα με ένα τρόπο που δε σταματα στο ατομικό, αλλά γίνεται συλλογικό, για την ελευθερία να έχεις φωνή, να συνδικαλιζεσαι, να αντιδράς».
«Μιλάμε για ένα συμβάν που έλαβε χώρα σε πανεπιστημιακό άσυλο, σε μια περίοδο που το κάμπους του πανεπιστημίου δεν έμοιαζε δημοκρατικό, δεν έμοιαζε ούτε με χώρο εκπαίδευσης αλλά έμοιαζε με μια εμπόλεμη ζώνη» είπε συνθέτοντας μας μια εικόνα πανεπιστημίου με αύρες, κλούβες, διμοιρίες και ομάδες της ΕΛΑΣ που είδε για πρώτη φορά εκείνη τη περίοδο. Απέναντι σε αυτήν την άκρως αυταρχική μεθόδευση, η φοιτητική κοινότητα άνοιξε το ζήτημα της παρουσίας κατασταλτικών δυνάμεων εντός του πανεπιστημιακού χώρου και προσπάθησε να εκδηλώσει όσο γίνεται πιο γρήγορα αντανακλαστικά. «Μας αντιμετώπισαν σαν μη φοιτητές» εξήγησε ο Γιάννης. Συνέχισε αναφέροντας πως υπάρχει ένα μένος στην αντιμετώπιση των Φοιτητικών Συλλόγων από τις αστυνομικές δυνάμεις, λές και είναι «εγκληματική οργάνωση», ενώ είναι θεσμοθετημένα όργανα της ακαδημαϊκής κοινότητας που παίρνουν αποφάσεις συλλογικά και έχουν την πλήρη νομιμοποίηση στο να συνδικαλίζονται και να δρουν ενεργά σε ότι αφορά το πανεπιστήμιο.

Έπειτα, αφήνοντας τα «νομικά» στους συνηγόρους του, ο Γιάννης στάθηκε στην προσωπική του εμπειρία που ακολούθησε εκείνη τη μέρα του Μαΐου. «Από εκείνη τη μέρα του σκηνικού εμένα η ζωή μου έχει επηρεαστεί πάρα πολύ από αυτό το συμβάν, έχω αναλωθεί και ψυχολογικά και σωματικά στο να προσπαθώ να ιάσω το πρόβλημα. Κατέληξα απλά να έχω μια σπασμένη γνάθο, κάποια μετατοπισμένα δόντια και μια μικρή απώλεια ακοής.» εξήγησε με την αυθόρμητη λέξη «απλά» να αναδεικνύει πόσο χαμηλά είναι ο πήχης για το τι αντιλαμβανόμαστε ως «τύχη» όταν αναφερόμαστε στην αστυνομική βία. Ο Γιάννης μιλούσε και ένιωθα πως αισθάνεται αμήχανα να μιλήσει για την ταλαιπωρία και τον πόνο του, λόγω του ότι έχουμε αντικρίσει ακόμα και δολοφονίες από αστυνομικούς κατά άοπλων, ανήλικων πολιτών. Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να σταματήσουμε και να σκεφτούμε σε τι σημείο ανοχής βρισκόμαστε για να θεωρούμε τυχερούς του ανθρώπους που επιζούν, αρτιμελείς, από θανατηφόρες επιθέσεις αστυνομικών.
Στη συνέχεια περιέγραψε την όλη ταλαιπωρία της υγείας του, με γιατρούς, νοσοκομεία, κλινικές, νάρθηκα επί 1,5 χρόνο στην άνω και στην κάτω γνάθο και μια σειρά από εξετάσεις και επεμβάσεις που ακόμα δεν έχουν τελειώσει. Ουσιαστικά εξήγησε πως δεν είναι μόνο ο πόνος η το τραύμα εκείνης της ώρας, αλλά μία κατάσταση που τον κρατά «δέσμιο» σε πολλές στιγμές και πτυχές της ζωής, όπως τα τελευταία χρόνια στο πανεπιστήμιο η στη στρατιωτική θητεία. «Το να μην έχω βρει την υγεία μου», είπε, «δημιουργεί ένα φορτίο και μια σειρά από δυσκολίες στην καθημερινότητα μου που προσπαθώ να διαχειριστώ».
