Όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο του «η Βιομηχανία του Ολοκαυτώματος- Σκέψεις σχετικά με την εκμετάλλευση της Εβραϊκής Οδύνης»* οι κριτικές ήταν διθυραμβικές. Η παρουσίασή του, ενός μοναδικού και συγκλονιστικού ντοκουμέντου προ 25ετίας, καταλάμβανε χώρο στα πρωτοσέλιδα των διεθνών εφημερίδων και σελίδες επί σελίδων στα περιοδικά. Το όνομα του Νόρμαν Φίνκελστάιν έμπαινε, εξ αρχής, ως αυτό ενός διανοούμενου αναφοράς στο δημόσιο διάλογο, παγκοσμίως.

Δικαίως. Όχι μόνον έβαζε τα πράγματα στη θέση τους, αλλά άνοιγε το σωστό διάλογο, από τη σωστή πλευρά της Ιστορίας, αποφασισμένος να πληρώσει το βαρύ και πολλαπλό προσωπικό τίμημα, τιμώντας την κληρονομιά του – γόνος επιζησάντων του Ολοκαυτώματος- αλλά και την ιστορία του λαού του πριν την δημιουργία του σιωνιστικού κράτους. Όλα αυτά με διαρκή, αυταπόδεικτη, βαθιά εντιμότητα και ήθος. Με επιμονή στη λεπτομέρεια – την ίδια επιμονή που έχει και στο συγγραφικό του έργο. Είναι πολλές οι αναφορές κι οι αποδείξεις που μπορεί να αναφέρει κανείς γι’ αυτό, με πιο χαρακτηριστικό τον αγώνα του την τελευταία διετία, της γενοκτονίας, όμως στο μυαλό μου παραμένει χαραγμένη η ακαδημαϊκή του ακεραιότητα, κάθε φορά που κάποιος του απέδιδε τον (ιδιαίτερα επιτυχημένο, δυστυχώς) χαρακτηρισμό της Γάζας ως «το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης στην ιστορία» (the biggest concentration camp ever): μπορεί εκείνος να έκανε τον όρο γνωστό, όμως «ο όρος είναι του καθηγητή στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο, Μπαρούχ Κίμερλινγκ, που είχε ήδη καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα πολύ πριν το Ισραήλ επιβάλει τον ανελέητο αποκλεισμό της Γάζας το 2006», θα πει ξανά και ξανά και ξανά.

Η εντιμότητα και ηθική ακεραιότητα, όπως και η κληρονομιά μιας μητρικής ανατροφής που έρχεται και επανέρχεται στο λόγο του, ήταν τα όπλα του στην αντιμετώπιση όλων όσων ακολούθησαν την κυκλοφορία της «Βιομηχανίας του Ολοκαυτώματος». Η στοχοποίησή του, η χυδαιότητα των επιθέσεων στο πρόσωπό του, οι πιέσεις για να καταστραφεί η ακαδημαϊκή του καριέρα – που προμηνύονταν λαμπρή – είχαν πίσω τους το βάρβαρο πρόσωπο της αποικιοκρατίας και του σιωνισμού. Η λέξη «αμφιλεγόμενος» ήταν το πιο συχνό επίθετο πριν από το όνομά του, όλες αυτές τις δεκαετίες για ένα και μόνο λόγο: την επιμονή του στην – και επιστημονική- αλήθεια. Που, έφτασε στην σύλληψή του, κράτησή του, απέλασή του και κήρυξή του σε persona non grata από το Ισραήλ, το 2008, με το άλλοθι ότι είχε εκφράσει την αλληλεγγύη του στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της Χεσμπολλάχ. Ήταν η εποχή που ο πόλεμος κατά των εβραίων ακαδημαϊκών που επέμεναν στην αλήθεια κορυφωνόταν – λίγο πριν ο Φίνκελστάιν είχε χάσει την μονιμότητα στο ΝτεΠωλ του Σικάγου και, την ίδια χρονιά, ο Ιλάν Παππέ δημοσίευε την «Εθνοκάθαρση της Παλαιστίνης» και υποχρεωνόταν σε παραίτηση και μετοίκηση, καθώς δεχόταν καθημερινά απειλές κατά της ζωής του και της ζωής των μελών της οικογένειάς του.

Μεγάλος πρόλογος, ίσως, για μια μικρή συνέντευξη τύπου, που κράτησε λιγότερο από 40 λεπτά, σε μια αίθουσα του Παντείου Πανεπιστημίου. Όμως ο καλεσμένος του Παλαιστινιακού Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, που μίλησε στο κοινό, σε ένα κατάμεστο αμφιθέατρο, στις 12 Νοεμβρίου, είναι λιγότερο γνωστός από ότι του αξίζει, ακριβώς γιατί παραμένει ανυποχώρητος, ακλόνητος στην υπεράσπιση της αλήθειας, και η υστερική εναντίον του προπαγάνδα έχει πίσω της δεκαετίες. Ο Νόρμαν Φίνκελστάιν, όμως, επέλεξε να έχει ακαδημαϊκή πορεία αντίστοιχη της ιστορικής πορείας του Παλαιστινιακού λαού: πορεία στηριγμένη στην Ακλόνητη Επιμονή, την Σουμούντ.

Η ομιλία του στο Πάντειο είχε τον τίτλο «Γάζα: Πώς φτάσαμε ως εδώ και πού πηγαίνουμε». Η κουβέντα του με τους δημοσιογράφους, που προηγήθηκε, ήταν ένα ακόμη μάθημα στην ακρίβεια και απλότητα της έκφρασης του βαθέως γνώστη και ενός εξαιρετικού νου.

Την κουβέντα με τον (αριστερό) Τύπο που ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση, άνοιξε ο εξαιρετικός συνάδελφος από την Εφ.Συν., Γιώργος Τσιάρας, με την καίρια ερώτησή του: ποια είναι η γνώμη του Νόρμαν Φινκελστάιν για την παρούσα εκεχειρία;

«Από την πρώτη στιγμή είπα ότι μετά την απελευθέρωση των ομήρων η κατάσταση θα επανέλθει στην 6η Οκτωβρίου του ’23, με την μεγάλη διαφορά ότι τώρα η Γάζα έχει καταστραφεί, δεν έχει μείνει τίποτε όρθιο. Το 95% των κατοικιών, το 70% των νοσοκομείων έχουν καταστραφεί…». Η ακροδεξιά κυβέρνηση, θα θυμίσει, είχε αρχικό στόχο να εκδιώξει τους κατοίκους της Γάζας – τους πρόσφυγες ως ξανά πρόσφυγες – στην Αίγυπτο, κάτι στο οποίο αντέδρασε η τελευταία. Η καταστροφή της Γάζας είχε ακριβώς τον ίδιο στόχο, μόνο που το νέο προσφυγικό κύμα, η εκδίωξη των Παλαιστινίων από την πατρίδα τους, θα είναι τώρα «μια αργή φυγή» αφού η επιβίωση θα υποχρεώνει στην εγκατάλειψη του τόπου τους. «Η Γάζα είναι πια αβίωτη, δεν έχει μείνει τίποτε..» και το κράτος- γενοκτόνος «δεν πρόκειται να επιτρέψει την ανοικοδόμηση».

«“Επένδυσαν” πολλά για να κάνουν τη Γάζα ακατοίκητη, δεν πρόκειται τώρα να την αφήσουν να ξαναφτιαχτεί. Οπότε τα 19 από τα 20 σημεία του σχεδίου Τραμπ δεν σημαίνουν απολύτως τίποτε. Αν το διαβάσετε, δεν είναι καν σχέδιο, δεν έχει καμιά επαφή με την πραγματικότητα. Κι όμως, τώρα προσπαθούν να το περάσουν από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ – αν γίνει αυτό, το Συμβούλιο Ασφαλείας θα χάσει κάθε αξιοπιστία, γιατί το σχέδιο αυτό δεν έχει καμιά αναφορά στα προηγούμενα ψηφίσματα, στην ιστορία της σύγκρουσης…. Αν το Συμβούλιο Ασφαλείας το αποδεχθεί, δεν θα έχει απομείνει τίποτε. Είναι εξοργιστικό που όλοι αυτοί οι γκάνγκστερ μένουν ατιμώρητοι, που λένε μέσα στα μούτρα μας ότι δεν τους νοιάζει η Ιστορία και το Δίκαιο. Είναι γκάνγκστερ»…

Ναι. Δε μασάει τα λόγια του. Το ίδιο έκανε και στην ερώτηση του ΤΡΡ, για την πρώτη έγκριση επί σχεδίου νόμου στην ισραηλινή βουλή, την Κνεσσέτ που, ουσιαστικά, ταυτίζει τον κάθε αντιστεκόμενο Παλαιστίνιο με τρομοκράτη. Το νομοσχέδιο αποτελεί πνευματικό τέκνο των πιο φασιστικών στοιχείων της κυβέρνησης Νετανιάχου. Πέρασε επί της αρχής την προηγούμενη Δευτέρα, και προβλέπει την ποινή του θανάτου «για όποιον βλάπτει το κράτος του Ισραήλ», έτσι γενικόλογα, ώστε να δίνει την δυνατότητα εκτελέσεων, θανατικής καταδίκης, οποιουδήποτε και για οποιονδήποτε λόγο επικρίνει το γενοκτόνο κράτος. «Είναι προτιμότερο αυτό. Έτσι κι αλλιώς αδιαφορούν για το Διεθνές Δίκαιο, επιδίδονται δεκαετίες σε εξωδικαστικές εκτελέσεις (extrajudicial assassinations)», μας απαντά ο Νόρμαν Φίνκελστάιν.

Ο Τύπος και η αποτυχία της Ισραηλινής προπαγάνδας είχαν σειρά. Με βασικότερο σημείο το τέλος της χρήσης του Ολοκαυτώματος ως άλλοθι για τα εγκλήματα του Ισραήλ. «Η ισραηλινή προπαγάνδα στηριζόταν πάντα στη χρήση του Ολοκαυτώματος και στην παραποίηση των γεγονότων… Αυτή τη φορά το Ολοκαύτωμα δεν λειτούργησε. Ισως γιατί είναι πολύ παλιό ή γιατί το έχουν παρακάνει. Οι Ισραηλινοί προσπάθησαν αμέσως να το χρησιμοποιήσουν μετά την 7η Οκτωβρίου – θυμάστε το “η μεγαλύτερη επίθεση κατά εβραίων από την εποχή του Ολοκαυτώματος”, αλλά απέτυχαν. Η χρήση του Ολοκαυτώματος ως όπλου του Ισραήλ τελείωσε… Το δεύτερο πλήγμα στην προπαγάνδα το έδωσαν τα κοινωνικά δίκτυα που αποτελείωσαν το μονοπώλιο των συστημικών μέσων, που πια δεν έχουν καμιά δύναμη… Δεν παρακολουθώ το τικτοκ, αλλά όλοι μού λένε ότι εκεί έβλεπες συνέχεια τι έκανε το Ισραήλ.. Μάλλον μόνο εγώ απόμεινα να διαβάζω τους Νιου Γιορκ Τάιμς, που εκφράζουν την κρατική γραμμή του Ισραήλ… Οι αριθμοί είναι συγκλονιστικοί: το 40% των Εβραίων των ΗΠΑ δηλώνει πως το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία στη Γάζα. Το Ισραήλ αντιμετωπίζεται πια όπως όλα τα άλλα κράτη, κανονικοποιήθηκε, δεν έχει ούτε το πρόσχημα του Ολοκαυτώματος, ούτε το πρόσχημα πως αποτελεί δημοκρατία, αφού έχει παραδοθεί στην ακροδεξιά. Αφού απομακρύνθηκαν οι ψευδαισθήσεις, όλοι βλέπουμε πως πρόκειται για μια τρελή, παρανοϊκή χώρα… Περπατούσα προχθές στο παραθαλάσσιο πεζόδρομο, και ήταν δύο τύποι που κρατούσαν αμερικανικές και ισραηλινές σημαίες και φώναζαν “Ζήτω το Ισραήλ”. Δεν ξέρω τι μ’ έπιασε, και φώναξα “Να πάει να γαμηθεί το Ισραήλ!” (Fuck Israel!). Και όλος ο κόσμος στον πεζόδρομο άρχισε να φωνάζει “Λευτεριά στην Παλαιστίνη”!».

Τι ρόλο έπαιξαν στην αλλαγή του κλίματος στις ΗΠΑ οι καταλήψεις κι εκδηλώσεις υπέρ της Παλαιστίνης στα πανεπιστήμια; χαρακτηρίζει «σοβαρές κι αληθινές» αλλά «χωρίς διάρκεια» τις φοιτητικές αντιδράσεις.  «Δεν κράτησαν όμως, τελείωσαν μες σε δύο μήνες». Αποδίδει την έλλειψη διάρκειας στην καταστολή και στο κλίμα που επικράτησε, το οποίο χαρακτηρίζει «χειρότερο από το μακαρθισμό». Πιο ευάλωτο τμήμα οι ξένοι φοιτητές, αυτοί που απειλούνταν – ή και υπέστησαν- αποβολή και απέλαση. Και ο αριθμός τους ήταν μεγάλος, η παρουσία τους έντονη. Με το πρόσχημα του αντισημιτισμού, διώκονταν με κάθε δυνατό τρόπο. «Κι όμως στα δικαστήρια, όπου έχουν φτάσει πολλές από αυτές τις υποθέσεις [γιατί προσέφυγαν οι φοιτητές] οι δικαστές λένε ότι δεν πρόκειται για αντισημιτισμό». Αναφέρεται συγκεκριμένα στην περίπτωση του ΜΙΤ, που πριν λίγες μέρες κέρδισε και σε δεύτερο βαθμό. Το δικαστήριο έκρινε πως «η ομαδική συγκέντρωση στην πανεπιστημιούπολη, η διατάραξη της ησυχίας και η παρεμπόδιση των μετακινήσεων» δεν είναι αντισημιτική, και ο δικαστής Ουίλλιαμ Καγιάτα προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, στις δηλώσεις του: «Αυτά που συνέβησαν δεν μπορούν να θεωρηθούν αντισημιτικά, μόνο και μόνο γιατί έτσι λένε οι ενάγοντες».

Ο Νόρμαν Φίνκελστάιν μας θυμίζει πως, οι διαμαρτυρόμενοι φοιτητές είχαν να αντιμετωπίσουν και τους γονείς τους. «Τα πανεπιστήμιά μας είναι πανάκριβα, για να πας στο Κολούμπια θες ογδόντα ενενήντα χιλιάδες τον χρόνο. Αναμενόμενο οι γονείς Οπότε να είπαν “αν είναι να σε συλλάβουν, δεν πληρώνω τα δίδακτρά σου”. Τα παιδιά δεν είχαν επιλογή».

Στην άνθιση του νέου, σιωνιστικού, μακαρθισμού, εντάσσει και τις εκδιώξεις, τους προπηλακισμούς και την στοχοποίηση εργαζομένων σε πολιτιστικά ιδρύματα, στα οποία οι βασικοί χορηγοί είναι Εβραίοι, σε νοσοκομεία – για τον ίδιο λόγο- και, βεβαίως, στην ακαδημαϊκή κοινότητα. «Πολλές εβραϊκές οργανώσεις, όπως και η κυβέρνηση Τραμπ απαιτούν από τα πανεπιστήμια να τους παραδώσουν όλα τα στοιχεία για οποιονδήποτε κατηγορήθηκε για αντισημιτισμό. Αυτή είναι η μαύρη λίστα…  Τα πράγματα είναι χειρότερα από την εποχή του μακαρθισμού, της αντικομμουνιστικής υστερίας – έχουν ώς τώρα απομακρυνθεί πέντε έξι πρυτάνεις λόγω της Γάζας, έχουν χάσει μονιμότητα καθηγητές, κάτι τέτοιο δεν έχει ξαναγίνει… Δεν κατηγορώ κανέναν που υπέκυψε σε τέτοιες τρομακτικές πιέσεις. Ολοι πίστευαν ότι είχαμε ελευθερία του λόγου, αλλά μετά κατάλαβαν με τον χειρότερο τρόπο πως δεν έχουμε…»..

Η εκλογή Μαμντάνι κλείνει την κουβέντα. Ο Νόρμαν Φίνκελστάιν δούλεψε για την προεκλογική εκστρατεία του νεοεκλεγμένου δημάρχου της Νέας Υόρκης, ο οποίος θα αναλάβει καθήκοντα την 1η Ιανουαρίου 2026. «Μεταξύ τους [των εθελοντών της προεκλογικής εκστρατείας του] ήμουν ο γηραιότερος, ο επόμενος είχε διαφορά ηλικίας από μένα κοντά 50 χρόνια», θα αστειευτεί, δίνοντας και το στίγμα της προέλευσης της νίκης του 34χρονου Μαμντάνι. «Ομως δεν πρόκειται για αριστερά, ούτε για κίνημα, γιατί είναι προσωποποιημένο.. Αυτός λαμβάνει όλες τις αποφάσεις. … Που θα δώσει λόγο;». Οι εκλεγμένοι πολλές φορές αγνοούν το κίνημα που τους γέννησε. «Αν δεν υπάρχει κίνημα, ο αντίπαλος [η ελίτ της Νέας Υόρκης] ελέγχει τα πάντα. Ο Μαμντάνι έχει μόνο τους αριθμούς με το μέρος του, και αν δεν συγκεντρωθεί η δύναμή τους, το κίνημα θα εξαφανιστεί, όπως έγινε με το Μπέρνυ Σάντερς. Ο Μαμντάνι δεν κάνει κάτι διαφορετικό από τον Μπέρνυ ή τον Ομπάμα. Το ωραίο του χαμόγελο δεν θα επιρρεάσει την άρχουσα τάξη. Οι κυβερνώσες ελίτ δεν αποτελούνται από ηλιθίους. Έχουν σχέδιο, και το έχουν εφαρμόσει και πάλι παλιότερα, με την Οκάζιο Κορτέζ… Βγαίνει και λέει [ο Μαμντάνι] “θέλω να δουλέψω μαζί τους”. Αυτοί δε θέλουν να δουλέψουν μαζί σου. Θέλουν να σε καταστρέψουν. Τους ενοχλεί που ηττήθηκαν, που τα λεφτά τους ηττήθηκαν. Ρίξανε εκατομμύρια υπέρ της εκλογής Κουόμο. Η λογική τους είναι “εμείς διαλέγουμε τους υποψήφιους και εσείς [οι ψηφοφόροι] επιλέγετε από αυτούς”… Με τον πατέρα που έχει θα περίμενα να είναι πιο υποψιασμένος…»

*Στα ελληνικά το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις του 21ου