Όπως φαίνεται από τα στοιχεία της Eurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά δαπανούν κατά μέσο όρο 36% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για στεγαστικό κόστος, όταν ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανέρχεται μόλις στο 19%.

Η Ελλάδα καταγράφει για ακόμα μία φορά αρνητική πρωτιά στη στεγαστική κρίση, με τους πολίτες να δυσκολεύονται δυσανάλογα να πληρώσουν τη στέγη τους, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Το 2026, σύμφωνα με τις τάσεις που καταγράφονται, κινδυνεύει να εξελιχθεί σε χρονιά κορύφωσης της πίεσης για τα νοικοκυριά.

Η Eurostat κατατάσσει την Ελλάδα στις πρώτες θέσεις της ΕΕ στον δείκτη στεγαστικής επιβάρυνσης, δηλαδή στο ποσοστό των πολιτών που δαπανούν πάνω από το 40% του εισοδήματός τους για στέγη. Ταυτόχρονα, το 43% των ελληνικών νοικοκυριών εκφράζει αδυναμία να καλύψει εγκαίρως ενοίκια, στεγαστικά δάνεια ή βασικούς λογαριασμούς, ποσοστό υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Ιδιαίτερα ευάλωτες εμφανίζονται οι νεότερες ηλικίες και τα μονοπρόσωπα ή μονογονεϊκά νοικοκυριά. Η αδυναμία πρόσβασης σε προσιτή κατοικία καθυστερεί την αυτονόμηση των νέων, ενώ ενισχύει την επισφαλή συγκατοίκηση και τη μακροχρόνια παραμονή στο πατρικό σπίτι.

Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο ανησυχητική αν προστεθεί η ενεργειακή διάσταση της κρίσης. Περίπου το 19% του πληθυσμού στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν μπορεί να θερμάνει επαρκώς την κατοικία του, έναντι ποσοστών κάτω του 10% σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Η ενεργειακή φτώχεια συνδέεται άμεσα με το υψηλό κόστος στέγασης και την κακή ποιότητα του κτιριακού αποθέματος.

Η βραχυχρόνια μίσθωση αναδεικνύεται σε κρίσιμος παράγοντας εκτόξευσης των ενοικίων, αφαιρεί σημαντικό αριθμό κατοικιών από την αγορά ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα και στις τουριστικές περιοχές, εντείνοντας τον ανταγωνισμό και αυξάνοντας τις τιμές.

Παρότι καταγράφεται ανάπτυξη της οικοδομικής δραστηριότητας, δεν επαρκεί για να καλύψει τη ζήτηση, ενώ μεγάλο μέρος των νέων κατασκευών αφορά επενδύσεις ή ακριβές κατοικίες. Το αποτέλεσμα είναι μια αγορά που λειτουργεί υπέρ των ιδιοκτητών και των επενδυτών, εις βάρος των ενοικιαστών και των χαμηλών εισοδημάτων.

Τέλος, η Eurostat προειδοποιεί ότι χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις –όπως πολιτικές κοινωνικής κατοικίας, ρύθμιση της αγοράς ενοικίων και έλεγχο της βραχυχρόνιας μίσθωσης– η στεγαστική κρίση κινδυνεύει να παγιωθεί. Το 2026 δεν εμφανίζεται απλώς ως μια δύσκολη χρονιά, αλλά ως πιθανό σημείο καμπής, όπου η στέγη θα καθορίσει ακόμη πιο έντονα τις κοινωνικές ανισότητες στην Ελλάδα.