Είσαι κάτω από 40 χρονών• έζησες την εφηβεία σου στις δεκαετίες του ’80 και του ‘90• μπήκες στην αγορά εργασίας απ’ το 2000 και μετά. 
Έχεις σπουδάσει σε ελληνικό ή και σε ξένο πανεπιστήμιο, έχεις κάνει τουλάχιστον ένα μάστερ και το βιογραφικό σου είναι πολλές σελίδες γεμάτες με εκπαίδευση και κατάρτιση, σεμινάρια και συνέδρια. Αλλάζεις δουλειά κάθε εννιά μήνες και τα καλοκαίρια μένεις άνεργος. Σπανίως δουλεύεις πάνω στο αντικείμενο των σπουδών σου.
 
Μετά από χρόνια εργασιακής περιπλάνησης δεν έχεις βάλει ούτε μια δεκάρα στην άκρη. Αντιθέτως χρωστάς τα δάνεια που σου διέθεσαν αφειδώς οι τράπεζες την εποχή των παχιών αγελάδων, για να στα ζητήσουν πίσω την εποχή των ισχνών. Αναγκάζεσαι να επιδιώκεις τις διευκολύνσεις της πανταχού παρούσας ελληνικής οικογένειας: το χαρτζιλίκι της γιαγιάς, το αμάξι του μπαμπά, το βύσμα του θείου, τις διακοπές στο χωριό. 
 
Ανήκεις κι εσύ στη γενιά της επισφάλειας. Είσαι ένας απ’ αυτούς που μέχρι πρότινος συμπεριλαμβάνονταν στην «γενιά των 700 ευρώ». Μετά η αμοιβή σου μειώθηκε πρώτα σε 500 και μετά σε 350 ευρώ και αυτή η ετικέτα ξεπεράστηκε από την πραγματικότητα. Έχεις αμοιβή, δεν έχεις μισθό, διότι είσαι κι εσύ ένας μπλοκάκιας: τύποις ελεύθερος επαγγελματίας με υποχρεώσεις μισθωτού, αλλά χωρίς άδειες και δώρα, χωρίς επιδόματα πτυχίου ή οικογένειας, χωρίς δικαίωμα στην απεργία, χωρίς αποζημίωση όταν απολύεσαι και με εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές στον ΟΑΕΕ που ξεπερνούν το ήμισυ του μισθού σου και πληρώνονται ανεξαρτήτως του αν δουλεύεις ή όχι. Όπως όλα δείχνουν, σύντομα δεν θα έχεις αφορολόγητο και θα πληρώνεις φόρο 20% επί των εισοδημάτων σου.
 
Οι φίλοι σου, οι πρώην συμφοιτητές και τα ξαδέλφια σου δεν είναι σε πολύ διαφορετική μοίρα. Φοβάσαι, όμως, όσο κι εκείνοι να το παραδεχτείς, κι έτσι τα Σάββατα βάζεις τα καλά σου και βγαίνεις μαζί τους για καφέ και ποτό και παλεύεις ανεπιτυχώς να περιγράψεις με ζωηρά χρώματα το βαμπίρ που σε συντροφεύει σε κάθε σου κίνηση και ρουφάει τακτικά το περιεχόμενο της καρδιάς, του μυαλού και του πορτοφολιού σου. Προτιμάς να σιωπάς όταν οι φίλοι σου λένε τα δικά τους, φοράς όμως τη μάσκα με το χαμόγελο και κουνάς επιδοκιμαστικά το κεφάλι σου όσο μιλούν.
 
Όμως τα βράδια, μόλις πλαγιάσεις στο παιδικό σου δωμάτιο, κάτι αλλάζει. Το βαμπίρ ξυπνά και σε τρομάζει. Ένας κόμπος ανεβοκατεβαίνει από το στομάχι στο λαιμό και ένα αίσθημα φόβου κι ενοχής σε πλημμυρίζει. Ένα αόρατο δικαστήριο συνεδριάζει. Είσαι και στο εδώλιο και στην έδρα. Εσύ είσαι ο εισαγγελέας, εσύ κι οι ένορκοι, εσύ κι ο κατηγορούμενος. Και το βαμπίρ περιμένει ντυμένο δήμιος την απόφαση.
 
Η ετυμηγορία είναι σκληρή: Πλανήθηκες. Πίστεψες την κυρίαρχη αφήγηση της αξιοκρατικής κοινωνικής και οικονομικής κινητικότητας προς τα πάνω – διάβασμα, πανελλήνιες, πανεπιστήμιο, πτυχίο, μεταπτυχιακό, σεμινάρια, βιογραφικά, πρόσληψη, προαγωγή, αύξηση, ζωή χαρισάμενη. Παρέβλεψες την πιθανότητα αυτή η αφήγηση να ήταν πλαστή, λανθασμένη ή έστω εύθραυστη. Επένδυσες χρόνο και χρήμα, επένδυσες την ψυχή σου και τη ζωή σου ολόκληρη σε ένα σχέδιο που κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος με το πρώτο αεράκι. Σήμερα θα πρέπει να πληρώσεις εκτός από τα χρωστούμενα στις τράπεζες και τις συνέπειες της ευπιστίας σου. Η απογοήτευση είναι όλη δική σου. Η καταδίκη είναι βέβαιη. Δε μπορείς να περιμένεις άλλο. Σηκώνεις το πιστόλι, το κολλάς στον κρόταφο, τραβάς την σκανδάλη και σκοτώνεις τον παλιό σου εαυτό. Επιτέλους. Ξυπνάς αλαφιασμένος, ιδρωμένος μα ελαφρύς. 
 
Πρόσεξε, όμως, γιατί τώρα που ξεμπέρδεψες μ’ αυτόν, έχεις δυο δρόμους που μπορείς ν’ ακολουθήσεις. Ο ένας είναι ν’ αλλάξεις τη ζωή σου, ν’ απελευθερωθείς από το παρελθόν και να προσπαθήσεις να ξαναδώσεις νόημα, αυτή τη φορά με δική σου πρωτοβουλία, με συμμετοχή, με αυτονομία. Να στραφείς προς το μέλλον που είμαστε υποχρεωμένοι να μοιραστούμε μ’ έναν τρόπο και να δούμε πώς θα λύσουμε μαζί τα προβλήματά μας, που μοιάζουν τόσο μεταξύ τους.
 
Ο άλλος είναι ν’ ανταλλάξεις την παλιά σου πλάνη με μια καινούργια, απ’ αυτές που προσφέρουν αφειδώς οι σειρήνες του πολιτικού σκηνικού σ’ όσους βρίσκονται σε εξίσου αδιέξοδη κατάσταση με σένα.
 
Δύσκολο να προβλέψει κανείς πώς θα το χειριστείς. Πάνω στην επιλογή σου σ’ αυτό το δίλημμα, πάντως, θα χτιστεί η επόμενη μέρα για όλους μας.