της Ελευθερίας Αλαβάνου

Στον δίσκο με τα μελοποιημένα ποιήματα της Κατερίνας Γώγου («Πάνω Κάτω η Πατησίων», κυκλοφορεί από την οδό Πανός μαζί με ένα βιβλίο αφιερωμένο στην ποιήτρια), συμμετέχουν πολλοί και καλοί: Κατσιμίχας (Πάνος), Μάλαμας, Βάσω Αλλαγιάννη, Κ Βήτα, Λόλεκ, Μάρθα Φριντζήλα, 'Ολια Λαζαρίδου, Σαβίνα Γιαννάτου, Ρίτα Αντωνοπούλου, Gaia, Μάριος Στρόφαλης, Κώστας Αθυρίδης κ.ά. Όταν πρωτοάκουσα το άλμπουμ ξεχώρισα τρία τραγούδια. Τρία τραγουδάκια, τα άκουγα συνέχεια, το ένα μετά το άλλο, ξανά και ξανά, παρακάμπτοντας τα υπόλοιπα -όχι γιατί δεν μου άρεσαν αλλά γιατί με αυτά τα τρία ένιωσα πιο κοντά. Ένα από αυτά είναι το «Ρίζα με λένε τώρα», σε μελοποίηση και ερμηνεία του  Βαγγέλη Μαρκαντώνη.  Μετά από περίπου 50 ακροάσεις βεβαιώθηκα ότι είναι ένα από τα ωραιότερα ελληνόφωνα κομμάτια που έχω ακούσει τον τελευταίο καιρό, που καταφέρνει να μετατρέψει τα σκληρά λόγια της Γώγου σε γάργαρο νεράκι. Με αφορμή το συγκεκριμένο τραγούδι, μιλήσαμε με τον Βαγγέλη Μαρκαντώνη για τη μουσική, την ποίηση, τη βία του λόγου και τη βία της εποχής. 

Όταν άκουσα το τραγούδι μου έκανε εντύπωση η αντίθεση μελωδίας-στίχων. Η μεν είναι γλυκιά, οι δε κάπως άγριοι. Αυτό έγινε συνειδητά ή απλώς βγήκε;

Όχι, δεν το σκέφτηκα. Αφού διάβασα το ποίημα, το αποστήθισα και καθώς οδηγούσα τη μηχανή, το μουρμούραγα. Ήθελα το τραγούδι να έχει αυτή την αίσθηση, να ακούγεται σαν να περνάνε πολύ γρήγορα εικόνες. Να είναι σαν σάουντρακ όσων έβλεπα εκείνη την ώρα.

Πώς προέκυψε η συμμετοχή σου στον δίσκο;

Κάποια στιγμή μου τηλεφώνησε ο Άγγελος Σφακιανάκης, που ήταν και παραγωγός του δικού μου δίσκου (Ξένη Γη), μου μίλησε για το πρότζεκτ με τα ποιήματα της Γώγου και με ρώτησε αν ήθελα να δοκιμάσω. Φυσικά και ήθελα, δοκίμασα κι έτσι βγήκε το «Ρίζα με λένε τώρα».

Γιατί λες «φυσικά»;

Γιατί έχει μια ιδιαίτερη γοητεία η Γώγου σαν προσωπικότητα, είναι ένας ωραίος μύθος που δεν είναι καμένος, ανήκει στο «περιθώριο» με την πολύ ωραία έννοια του όρου. Μου άρεσε πάντα, και ως ηθοποιός και ως ποιήτρια.

Ποιοι είναι οι «καμένοι μύθοι» και γιατί η Γώγου δεν είναι ένας απ' αυτούς;

Δεν θέλω να αναφέρω ονόματα, γιατί αν το κάνω θα είναι σαν να στοχοποιώ το όνομα ενώ στην πραγματικότητα αυτός που πρέπει να στοχοποιηθεί είναι αυτός που έκαψε τον μύθο. Μιλάω για το ροκ της δεκαετίας του ΄80 που υπερκαταναλώθηκε. Ίσως η ανάγκη να υπάρξουν καταραμένοι ποιητές έβαλε σε πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο κάποιους δημιουργούς που βολεύτηκαν σ’ αυτόν τον ρόλο. Στην περίπτωση της Γώγου, ο ποιητικός λόγος διαθέτει ένα άναρχο στοιχείο και αυτό που λέει πηγαίνει τόσο βαθιά, που κι η ίδια καταλαμβάνει μια ξεχωριστή θέση στον χώρο.

Αφού πηγαίνει βαθιά ο λόγος της είναι και πιο δύσκολο να καταναλωθεί, σωστά;

Δεν νομίζω ότι υπήρχε πρόθεση ποτέ να γίνει mainstream η Γώγου, ούτε καν από τους εκδότες της. Ακόμα και η τωρινή έκδοση δεν επιδιώκει ένα στίλβωμα του λόγου για να γίνει πιο εμπορική η Γώγου. Και ο Άγγελος (Σφακιανάκης) και ο Γιώργος (Κορδέλλας) έψαξαν να βρουν έναν τρόπο για να γίνει το πράγμα σωστά. Καταρχάς να βγει η συλλογή -γιατί απ’ ότι έχω καταλάβει δεν ήταν εύκολο να βρεθεί εκδοτικός οίκος, για δισκογραφική δεν μιλάμε καν- αλλά να βγει και σωστά.

Η ποίησή της μας αφορά σήμερα;

Γενικώς δεν μπορώ να πω αν αφορά και ποιον, γιατί αυτό προϋποθέτει ακαδημαϊκές γνώσεις. Πάντως κάθε ποιητικό σύμπαν αυτομάτως αποκτάει μια διαχρονικότητα, που μπορεί να εφάπτεται σε κάποιες χρονικές στιγμές και σε κάποιες άλλες όχι. Συνολικά η ποίηση της Γώγου συνιστά ένα ξεχωριστό σύμπαν, είναι κάτι που υπάρχει επομένως από τη στιγμή που υπάρχει αφορά την πραγματικότητα. Μπορεί να μην αφορά τη σημερινή, αλλά την αυριανή πραγματικότητα.

Η πραγματικότητα που βιώνουμε σήμερα είναι αρκετά βίαιη, πάντως, όπως βίαιος είναι και ο λόγος τη Γώγου.

Η βία που βιώνουμε αυτή την περίοδο είναι ορατή και με συγκεκριμένα όρια. Έχω περάσει περιόδους στη ζωή μου που έχω αισθανθεί βία γύρω μου την οποία δεν μπορώ ούτε καν να προσδιορίσω και με έχει κάνει να φοβάμαι περισσότερο απ’ όσο φοβάμαι τώρα, που τουλάχιστον ξέρω τι φοβάμαι. Δεν νομίζω ότι τα ποιήματα της Γώγου αναφέρονται στον ίδιο τύπο βίας και δεν πολυσυμφωνώ με αυτού του είδους την αποκωδικοποίηση ή ερμηνεία τους.

Δηλαδή;

Δηλαδή αν το μεταφράσουμε έτσι κινδυνεύουμε να χαρακτηρίσουμε τους στίχους της καταγγελτικούς, που δεν νομίζω ότι είναι. Τα ποιήματά της μοιάζουν πιο πολύ με προσωπική κραυγή, με μια μοναχική φωνή.

Το γεγονός ότι η Γώγου ήταν μια γυναίκα ποιήτρια έπαιξε ρόλο στο πώς αντιμετωπίστηκε από την εποχή της; Ή στο πώς την διαβάζουμε σήμερα;

Η ποίηση είναι το μοναδικό πράγμα που έχω συναντήσει, το οποίο είναι ταυτόχρονα ερωτικό και άφυλο.

Θα μπορούσε δηλαδή όσα έγραψε να ήταν τα λόγια ενός άντρα;

Ναι, δεν θα είχε καμία διαφορά.

—————————-

Ο Βαγγέλης  Μαρκαντώνης περιοδεύει σε Αθήνα και επαρχία με την παράσταση «Μόνο Ντίλαν»  (με τραγούδια του Μπομπ Ντίλαν). Τον δίσκο Ξένη Γη   που συνοδεύεται από τη νουβέλα   «Πώς ο Στέλιος και οι φίλοι του έβγαλαν τον χειμώνα»   θα τον βρείτε στις εκδόσεις Γαβριηλίδη. Περισσότερα    εδώ.
—————————

Διαβάστε το πρώτο μέρος του αφιερώματος για το πλησίασμα σύγχρονης μουσικής και ποίησης  εδώ.