Σε έκθεσή της που συνοδεύει το νομοσχέδιο εντοπίζονται προβλήματα συνταγματικότητας, μεταξύ άλλων, στα μέτρα της κατάργησης του πρόσθετου αφορολόγητου ορίου για τα παιδιά, στην θέσπιση διαφορετικού τρόπου φορολόγησης του εισοδήματος ανάλογα με την πηγή του και στη θέσπιση εισοδηματικού ορίου για την καταβολή επιδόματος στους πολύτεκνους φορολογούμενους.
 
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα προβλεπόμενα στο νομοσχέδιο οδηγούν σε μεγαλύτερα φορολογικά βάρη για φορολογούμενους με μικρότερο εισόδημα προερχόμενο από μια πηγή, όπως είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες σε σύγκριση με άλλους με μεγαλύτερο εισόδημα το οποίο προέρχεται από περισσότερες πηγές (π.χ. ενοίκια, μισθωτές υπηρεσίες).
 
Οι συντάκτες της έκθεσης εκφράζουν σημαντικές επιφυλάξεις και για την κατάργηση του αφορολόγητου ορίου εισοδήματος που προβλέπει το νομοσχέδιο. Επισημαίνεται, μάλιστα, ότι το συγκεκριμένο μέτρο ενδεχομένως να μην είναι συμβατό με την αρχή της φορολόγησης με βάση τη φοροδοτική ικανότητα, το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την υποχρέωση προστασίας της οικογένειας και της παιδικής ηλικίας. Με την έκθεση αμφισβητείται και η συνταγματικότητα της φορολόγησης εισοδημάτων κάτω από το ελάχιστο εισοδηματικό όριο διαβίωσης που  ανέρχεται στο ποσό των 5.951 ευρώ ετησίως ανά άτομο.
 
Παράλληλα, η επιστημονική επιτροπή του κοινοβουλίου εκφράζει την εκτίμηση ότι  είναι αντισυνταγματική η καθιέρωση εισοδηματικού ορίου 45.000 ευρώ για τη χορήγηση των νέων επιδομάτων ύψους 500 ευρώ το χρόνο για κάθε παιδί στις πολύτεκνες οικογένειες, ενώ αντιθέτως δεν αντίκειται στο Σύνταγμα η θέσπιση του συγκεκριμένου εισοδηματικού ορίου για τη χορήγηση του ίδιου επιδόματος στις τρίτεκνες οικογένειες.
 
Περισσότερα εδώ