Tα ΜΑΤ- ΜΜΕ, τα γνωστά-άγνωστα ιδεολογικά ΜΑΤ του Μνημονίου, επιτίθενται από ραδιοφώνου, διαδικτύου και τηλεοράσεως, με κάθε αφορμή, στους απεργούς και το δικαίωμα στην απεργία. 
 
Ειδικά όταν πρόκειται για τους απεργία σε βασικές υπηρεσίες, όπως το μετρό, η προπαγάνδα προς το κοινό της ενημέρωσης είναι διαρκής και επίμονη, με κάθε απεργία να παρουσιάζεται ως απλά και μόνο “ταλαιπωρία”. Τουλάχιστον, τελευταία, είναι αλήθεια, οι ευφυέστεροι εξ αυτών αποφεύγουν τη λούμπα του “εμποδίζουν τον κόσμο να πάει στη δουλειά του” (διότι, προφανώς, μεγάλη μερίδα του κόσμου θα σκεφτεί: “Ποιά δουλειά του/μου;”). 
 
Οι απεργίες παρουσιάζονται έτσι ως Το Κακό, το «εμπόδιο στην ανάπτυξη», ενώ τα όποια προβλήματα αυτές προκαλούν υπερτονίζονται. Σπάνια και σε στυλάκι “ειρήσθω εν παρόδω και κάτσε να καλύψουμε λίγο τα νώτα μας” θα αναφερθούν τα ΜΑΤ- ΜΜΕ στα αιτήματα των απεργών. Αιτήματα τα οποία, στους καιρούς που ζούμε, δεν αφορούν πια κάποια “τεμπέλικη συντεχνία”, αλλά όλο τον κόσμο της εργασίας. 
 
Αυτές οι παρεμβάσεις των ΜΑΤ-ΜΜΕ, βέβαια, εμφανίζονται κυρίως στις απλές ενημερωτικές εκπομπές και στήλες. Γιατί όπου ο κυβερνητικός δημοσιογράφος διαθέτει στήλη γνώμης ή εκπομπή, οι τόνοι ανεβαίνουν και η επίθεση σανιδώνει το γκάζι. Ξαναστήνεται εκεί το παραμύθι με τον εκάστοτε καλό ήρωα Στουρνάρα, τους αιτίους των προβλημάτων του (τεμπέληδες, βολεμένους και, άκουσον άκουσον Αξιοπρεπώς Αμειβομένους!) εργαζόμενους, τον κακό λύκο της αριστεράς και όλη τη λερναία ύδρα του ψεύδους που τρία χρόνια τώρα καταπίνει αχόρταγα κάθε προσπάθεια να σηκώσουμε κεφάλι.
 
Οι παραπάνω τουλάχιστον είναι οι φανεροί αντίπαλοι κάθε απεργίας. Πολύ πιο ύπουλος και επικίνδυνος είναι ο «εσωτερικός εχθρός»: τσιράκια της εργοδοσίας, εαυτούληδες, απλοί εργαζόμενοι με νεοφιλελεύθερο στόκο, απ' όλα έχει ο μπαξές. Και βεβαίως μέρος της συνδικαλιστικής ηγεσίας, που αναλαμβάνει την τρομοκράτηση των εργαζομένων ή τον περιορισμό των αιτημάτων τους, υποσκάπτοντας κάθε αγώνα σε αυτή την περίοδο φόβου και ανησυχίας για την ίδια την εργασία. Αυτά όμως, άλλη φορά. Προς το παρόν και ανακεφαλαιώνοντας: αν ως τώρα η απεργία ήταν κλασσικό κακό για ξόρκισμα μεταξύ τρίτου και τέταρτου ουίσκυ στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα ή και “εκφυλισμένη διαδικασία” στις θέσεις πολλών σκεπτικιστών, σήμερα, που γίνεται τελευταίο καταφύγιο και όπλο των περισσοτέρων από μας, η απεργία είναι πια μείζων στόχος της λάσπης των ΜΑΤ- ΜΜΕ και οι απεργοί ο πρώτος στόχος κατασυκοφάντησης. 
 
Και ενώ τα ΜΑΤ-ΜΜΕ επιτίθενται, το κομμάτι της συστημικής αριστεράς και των καλοθρεμμένων παρατρεχάμενων των “κέντρων αποφάσεων” σιωπά και σκύβει το κεφάλι ή επιδίδεται στο “στρίβειν δια του μαξιμαλισμού”. «Αριστεροί», ξένοι με ή αδιάφοροι για το χώρο της εργασίας, αντί να πολεμούν ολόκληρο το νεοφιλελεύθερο σύστημα αρκούνται στο να παλεύουν τον “φασισμό” παρέα με το Βενιζέλο. 
 
Άλλοι πάλι, ανακαλύπτουν και προπαγανδίζουν το “δικαίωμα στην εργασία”. Όχι, δεν εννοούν το δικαίωμα στην εργασία των στριμωγμένων με την πλάτη στον τοίχο εργαζόμενων. Ούτε το δικαίωμα στην εργασία των απολυμένων και των ανέργων. Σε μια απογείωση της οργουελιανής αντιστροφής, μάχονται για το “δικαίωμα στην εργασία” των απεργοσπαστών. Ναι, σοβαρολογούν.
 
Κι ενώ από την μεριά των ΜΑΤ- ΜΜΕ ο αγώνας εναντίον όλων μας, και των απεργών, είναι λυσσαλέος, απέναντί τους δεν έχουμε απαντήσει αντίστοιχα όσοι έχουμε φωνή. Δεν έχουν βρεθεί παρά ελάχιστοι δημοσιογράφοι έτοιμοι να στρατευτούν όπως ποτέ άλλοτε δίπλα στους απεργούς και ενάντια στην κατοχική κυβέρνηση, τη μνημονιακή πολιτική. 
 
Επιτρέψτε μου, λοιπόν, και δε φταίει μόνο που μου πάνε τα χακί: Η απεργία είναι ένδειξη πολιτισμού. Αποτελεί κορυφαία κατάκτηση της δημοκρατίας και αποδείξη της ανωτερότητας των λαϊκών πολιτισμών έναντι του “πολιτισμού” της πατέντας και του κέρδους που υποβάλλει ο νεοφιλελευθερισμός σε όλους μας. 
 
Καλύτερα, η απεργία είναι πολιτισμός: λέει πως είσαι έτοιμος να πεινάσεις, να χάσεις σε προσωπικό επίπεδο, να δώσεις από το υστερημά σου για το δίκαιο, για την αλληλεγγύη, για την ομορφιά που θα σώσει τον κόσμο. Ακόμα παραπάνω: η απεργία αποτελεί δείκτη ελευθερίας. Να θυμάται ο εσμός των νεοφιλελευθέρων πως δε μπορεί να κόπτεται υπέρ του δικαιώματος της απεργίας στις χώρες όπου αυτό απαγορεύεται την ώρα που το αρνείται σε όσους απεργούν στη χώρα του. 
 
Ούτε βέβαια αποτελεί η απεργία κάτι το ξεπερασμένο, το οποίο τάχα μόνο στην Ελλάδα διατηρούμε ακόμα, όπως μας διαβεβαιώνουν τα επαρχιώτικα παπαγαλάκια. Ας ανοίξουν τις διεθνείς ειδήσεις, και ας τολμήσουν να το επαναλάβουν στους Ισπανούς, τους Ιταλούς, τους Βρετανούς, τους Γάλλους ή και στους Αμερικανούς απεργούς.
 
Η απεργία είναι η στιγμή που ζητάμε να ακουστεί η φωνή μας, με τον πλέον πολιτισμένο τρόπο. Χωρίς να καταφεύγουμε στη βία που τόσο τρομάζει την εξουσία (και που, προσωπικώς, ομολογώ ότι δεν καταδικάζω από όπου και αν προέρχεται), χωρίς να σταματάμε να υπάρχουμε μες στο σύστημα που η εξουσία επέλεξε για μας, απαντάμε στα αφεντικά μας. Τα οποία ουδέποτε υπήρξαν κοινωνικοί μας εταίροι, ό,τι κι αν λέει η εκάστοτε κυβέρνηση και ακόμη περισσότερο ό,τι κι αν λέει η σημερινή.
 
Η απεργία είναι μια υπενθύμιση ότι όλοι αυτοί οι αριθμοί τους οποίους διαχειρίζεται η κυβέρνηση κρύβουν κάποιους ανθρώπους πίσω τους που δουλεύουν γι' αυτούς. Ανθρώπους που δεν είναι απλά ένα γρανάζι το οποίο μπορούν οι «ρυθμιστές της μηχανής» να αλλάζουν όποτε τους στενοχωρούν οι δείκτες ανάπτυξης και οι δείκτες του χρηματιστηρίου. Ανθρώπους που δεν είναι αναλώσιμοι.
 
Γι' όλα αυτά, η απεργία είναι η στιγμή που διαχωρίζει την ήρα απ’ το στάρι όχι μόνο σε κοινωνικό/ οικονομικό επίπεδο αλλά και μες στο ίδιο το χώρο της εργασίας: είναι η στιγμή που μαθαίνεις ποιός είσαι και ποιοί στέκονται δίπλα σου, ποιός ξεπουλιέται και ποιός προδίδει, η στιγμή που αποφασίζεις με ποιούς θα πας και ποιούς θα αφήσεις. Είναι η στιγμή στην οποία οι φτηνοί, οι ολίγοι και οι παρτάκηδες είναι τόσο ξεκάθαρα ορατοί όσο και οι γενναίοι, οι γνήσιοι κι οι αληθινοί.
 
Δεν αγωνιζόμαστε, ως απεργοί, ούτε για τα χρήματα, ούτε για τη “νίκη”. Ακόμη και αν μες στα αιτήματά μας είναι και οικονομικά αιτήματα, απεργούμε και μπαίνουμε στο μάτι του κυκλώνα για πολύ περισσότερα και πολύ σημαντικότερα. Δε θυσιάζουμε το εισόδημά μας μόνο για να συντηρήσουμε κάτι ψίχουλα που θα μας πετάξει η εργοδοσία ή η κυβέρνηση. Απεργούμε γιατί έχουμε ανάγκη να φωνάξουμε “Ως Εδώ!”. 
 
Είτε κερδίσουμε, είτε χάσουμε, ο αγώνας είναι αναγκαία συνθήκη εκείνου του λυτρωτικού “κάναμε ότι μπορούσαμε” προς εαυτούς αλλά και προς τους ερχόμενους. Αν δεν αγωνιστείς είσαι χαμένος έτσι κι αλλοιώς ― και οι μπαρουτοκαπνισμένοι εργάτες της Αγγλίας το έχουν σύνθημα: “If you don’t fight, you lose”. Κι αυτό που χάνουμε είναι κέρδος για τον αντίπαλο και τον εχθρό. Αν σήμερα ρωτήσεις οποιονδήποτε ανθρακωρύχο του ’84, από κείνη τη μεγάλη, θρυλική απεργία που θεωρήθηκε “χαμένη” αν και γέννησε αλήθεια, ομορφιά, αλληλεγγύη και τέχνη, αν τον ρωτήσει αν μετανοιώνει, αν θα ήθελε κάτι να είχε γίνει αλλοιώς, θα εισπράξει το πιο ηχηρό “Όχι”.
 
Σήμερα, λοιπόν, που έχουμε χάσει τόσα γιατί δεν αγωνιστήκαμε, σήμερα που κατακτήσεις πληρωμένες με αίμα και θυσίες γεννεών και γενναίων έχουν πέσει, με τη δικαιολογία της Κρίσης, βορά της πλέον απεχθούς και μισάνθρωπης έκφρασης του καπιταλισμού, η απεργία γίνεται και μονόδρομος. Φτάσαμε στο σημείο “Δεν πάει άλλο” – εκεί που οι συνθήκες προστάζουν, ουρλιάζουν πως χρειάζεται Γενική Απεργία Διαρκείας. Εμείς και οι εργαζόμενοι στα μέσα μαζικής μεταφοράς και οι εργάτες των ναυπηγείων και και και… Εμείς ο κόσμος της εργασίας έχουμε όπλο ακριβώς αυτήν: την Εργασία. Ας τους τη στερήσουμε συνολικά και άμεσα, συστοιχισμένοι. Γενική Απεργία τώρα.
 
 
Η Λαμπρινή Χ. Θωμά είναι εργαζόμενη που οφείλει την εργασία της στην αλληλεγγύη και την απεργία των συναδέλφων της. Είναι, επίσης, πολίτης που χρησιμοποιεί συχνά το μετρό και τελεί απολύτως αλληλέγγυα με τους εργαζομένους στα μέσα μαζικής μεταφοράς και κάθε άλλο απεργό. Εύχεται τα καλύτερα στον απεργιακό τους αγώνα και θυμίζει ότι ιστορικά είναι πολλές οι φορές που οι απεργοί των λαϊκών μέσων μεταφοράς και οι ανθρακωρύχοι υπήρξαν οι πρωτοπόροι και νικηφόροι οδηγοί του κινήματος.