Ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα στοιχεία της  μυθοπλασίας των «δύο άκρων» είναι ότι αυτή λειτουργεί αποκλειστικά ως επιχείρημα εσωτερικής κατανάλωσης. Η αδιαμφισβήτητη άνοδος του νεοναζισμού και της ρατσιστικής βίας στην Ευρώπη αντιμετωπίζεται από τα διεθνή ΜΜΕ ως φαινόμενο που πηγάζει από τις διογκούμενες κοινωνικές ανισότητες και σε καμία περίπτωση δεν συνδέεται με τη «συνήθεια της αριστερής  βίας». Το επιχείρημα των δύο άκρων απουσιάζει από τα διεθνή ΜΜΕ ακόμα και όταν το θέμα είναι η ρατσιστική βία στη χώρα μας. Τα editorial του Guardian, των NYT, του BBC και του Spiegel αναφέρονται στο επιχείρημα των δύο άκρων μόνο ως δικαιολογία του ενός άκρου, του ακροδεξιού. Αντί αυτών, στα ρεπορτάζ τους οι διεθνείς αναλυτές βλέπουν ένα διαφορετικό δίπολο στην άσκηση της βίας: αυτό του κρατικού-μη κρατικού.
 
Ακόμα όμως κι αν θέλαμε να είμαστε πληθωρικοί στις αναφορές μας και δεχόμασταν την ύπαρξη τριών πόλων που ασκούν βία: του αριστερού, του ακροδεξιού και του κράτους, τότε και πάλι οι αριθμοί έχουν άλλη άποψη για τα γεγονότα.
 
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, το τελευταίο εξάμηνο περισσότεροι από 500 μετανάστες έχουν δεχτεί επιθέσεις στην Αθήνα με μαχαίρια, σιδηρογροθιές και λοστάρια και έχουν μεταφερθεί σε νοσοκομεία. Κι όμως το νούμερο αυτό δεν ανταποκρίνεται σε καμία περίπτωση στην πραγματικότητα που βιώνουν οι μετανάστες στις περιοχές της πρωτεύουσας, αφού μόνο ένα μικρό ποσοστό των επιθέσεων δηλώνεται στην αστυνομία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το περιστατικό που συνέβη στις 29 Ιανουαρίου του 2012, όταν μετά την πορεία μελών της Χρυσής Αυγής με αφορμή την επέτειο της κρίσης των Ιμίων ξεκίνησε ένα ανθρωποκυνηγητό που κατεγράφη με κάμερες και κινητά τηλέφωνα. Στις εικόνες εμφανίζονται τουλάχιστον 11 μετανάστες να ξυλοκοπούνται από Έλληνες φασίστες, αλλά το δελτίο της αστυνομίας κατέγραψε μόνο δύο περιστατικά. Ενδεικτική άλλωστε της πρακτικής που ακολουθείται προκειμένου να αποκρύπτονται τα πραγματικά στοιχεία για τη βία της ακροδεξιάς στην Ελλάδα είναι και η έρευνα του ΟΗΕ για 87 επιθέσεις κατά μεταναστών, εκ των οποίων μόνο 11 βρέθηκαν καταγεγραμμένες στα αρχεία της αστυνομίας. 
 
Το σύστημα που υιοθέτησε την επιχειρηματολογία της Χρυσής Αυγής με ψηφοθηρικούς σκοπούς, τώρα προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την ύπαρξη της βίας εξουδετερώνοντας έναν ακόμα εχθρό: την Αριστερά. Η τρομοκράτηση των «νοικοκυραίων» με τη βία της Αριστεράς όμως δεν βασίζεται στους αριθμούς. Απέναντι στις καθημερινές επιθέσεις της φασιστικής βίας οι τρομοκράτες, οι λάτρεις του αντάρτικου πόλεων και οι αναρχικοί έχουν να επιδείξουν ως επί το πλείστον επιθέσεις σε ΑΤΜ και πυρπολήσεις πολυτελών αυτοκινήτων. Τα χτυπήματα των τρομοκρατικών οργανώσεων -που παρουσιάζονται από τα κεντρικά δελτία ειδήσεων ως επικίνδυνα για την ύπαρξη της ίδιας της κοινωνίας- από την εξάρθρωση της 17Ν μετράνε 2 νεκρούς, ενώ αν σε αυτούς προστεθούν και τα θύματα της MARFIN η «αριστερή βία» των τελευταίων 11 ετών έχει όσους νεκρούς έχει προκαλέσει η φασιστική έξαρση των τελευταίων μόνο μηνών. Εάν δε μετρήσουμε τους τραυματίες, αρκούν μονάχα τρεις ημέρες σύγκρισης. 
 
Τι συμβαίνει όμως με τον τρίτο πόλο; Αυτόν που προστατεύει  ο Υπουργός Προστασίας, Νίκος Δένδιας; Τα ρατσιστικά συνθήματα που ακούστηκαν από τους Βατραχανθρώπους στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου του 2010 ήταν μόνο η αρχή. Η αστυνομία (εντός της οποίας η Χρυσή αυγή βγαίνει πρώτο κόμμα) κλιμακώνει την ασκούμενη βία εδώ και δύο χρόνια με ταχείς ρυθμούς. Τα περιστατικά τραυματισμένων διαδηλωτών γίνονται όλο και πιο συχνά. Τον Μάιο του 2011 τραυματίζεται σοβαρά στο κεφάλι διαδηλωτής από γκλομπ, ο οποίος και νοσηλεύεται για περίπου ένα μήνα χαροπαλεύοντας. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου ο δημοσιογράφος Μανώλης Κυπραίος χάνει μόνιμα την ακοή του από χειροβομβίδα κρότου λάμψης, ενώ τον Οκτώβριο του 2012 χάνει τη ζωή του 67χρονος συνδικαλιστής του ΠΑΜΕ κατά τη διάρκεια ρήψης χημικών στην πλατεία Συντάγματος. Την ίδια ημέρα ο Guardian δημοσιεύει το γνωστό ρεπορτάζ για βασανιστήρια στη ΓΑΔΑ, το οποίο κάποια στιγμή αναμένεται να οδηγήσει σε μήνυση από τον Δένδια. Τους βασανισμούς επιβεβαιώνουν και οι ιατροδικαστές που εξετάζουν τους διαδηλωτές.
 
Μια βόλτα το βράδυ στις φτωχότερες περιοχές της Αθήνας είναι αρκετή για την εμπειρική επιβεβαίωση του επιχειρήματος. Οι κάτοικοι φοβούνται τις ληστείες, την εγκληματικότητα, τις συμπλοκές φασιστών με μετανάστες και να μην κάνουν κάτι που δεν θα αρέσει στους αστυνομικούς (ο Πέτρος Καπετανόπουλος κινδυνεύει ακόμα να χάσει τη θέση του στο Δημόσιο επειδή αντέδρασε στην έντονη βία που ασκούσαν αστυνομικοί κατά τη σύλληψη μετανάστη). Ποιοι άραγε νιώθουν την «αριστερή βία» που προκάλεσε τη βία της Χρυσής  Αυγής;