Εν μέσω διαμαρτυριών από το Κίνημα 5 Αστέρων του Γκρίλο, το κόμμα Αριστερά και Ελευθερία (Sel) και τη Λέγκα του Βορρά, η ιταλική Βουλή «έκλεισε» την Τετάρτη κατόπιν αιτήματος της δεξιάς για ένα «τάιμ άουτ», προκειμένου να εξετάσει την κατάσταση που διαμορφώθηκε μετά την επίσπευση της ετυμηγορίας του Αρείου Πάγου για την 30ή Ιουλίου.
 
Οριστική καταδίκη του Καβαλιέρε για την υπόθεση της Mediaset οδηγεί πέραν της τετραετούς φυλάκισης σε πενταετή στέρηση του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι για τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι, γεγονός που μεταφράζεται σε πολιτικό σεισμό για το συνασπισμό της κεντροδεξιάς από τον οποίο εξαρτάται η επιβίωση της κυβέρνησης Λέτα.
 
Η έκδοση της απόφασης επισπεύστηκε από το Νοέμβριο στις 30 Ιουλίου υπό τον κίνδυνο παραγραφής ορισμένων αδικημάτων, αφήνοντας εμβρόντητο το Λαό της Ελευθερίας (Pdl) που «τρέχει» να προλάβει τις εξελίξεις.
 
Ο ίδιος ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι προς το παρόν δεν βγαίνει μπροστά. 
 
Διαμαρτυρηθείτε, αλλά χωρίς να υπερβάλλετε, φέρεται να έχει διαμηνύσει, σύμφωνα με την εφημερίδα La Stampa. Για νυχτερινή σύσκεψη στην κατοικία του Καβαλιέρε κάνει λόγο ταυτόχρονα η Repubblica, αναφέροντας ότι επικεφαλής της δεξιάς φέρεται να άναψε το πράσινο φως για συνέχιση της κυβερνητικής συνεργασία ανεξαρτήτως της δικαστικής απόφασης.
 
Ωστόσο, την Πέμπτη τα φώτα στην Ιταλία έχουν στραφεί στον επικεφαλής της ομάδας γερουσιαστών του Λαού της Ελευθερίας (Pdl), Ρενάτο Σκιφάνι, ο οποίος ανέβασε την ανησυχία στο «κόκκινο» λέγοντας πως καταδίκη του Μπερλουσκόνι συνεπάγεται πτώση της κυβέρνησης.
 
«Εάν ένα κόμμα μείνει ακέφαλο, πολύ δύσκολα μπορεί να συνεχίσει να συμμετέχει σε κυβερνητικό σχήμα» δήλωσε ο Σκιφάνι σε ραδιοφωνική εκπομπή.
 
Την ίδια στιγμή, ο επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος Ρενάτο Σκιφάνι δήλωνε πως «η κεντροδεξιά πρέπει να αποδείξει ότι ενδιαφέρεται να λύσει τα προβλήματα της χώρας και όχι τις δικαστικές υποθέσεις του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Διαφορετικά, με την ίδια αποφασιστικότητα με την οποία στηρίξαμε την κυβέρνηση Λέτα, θα πούμε ότι δεν υπάρχει μελλοντική προοπτική διακυβέρνησης».
 
Η σταθερή στήριξη της μπερλουσκονικής δεξιάς είναι ζωτικής σημασίας για τη συνέχιση του κυβερνητικού έργου του μεγάλου συνασπισμού που μετρά δέκα εβδομάδες, καθώς το Δημοκρατικό Κόμμα του Ενρίκο Λέτα δεν διαθέτει αρκετή δύναμη για να ελέγξει αμφότερα τα σώματα του Κοινοβουλίου και συγκεκριμένα τη Γερουσία.
 
Αντιμέτωπη με ανεργία-ρεκόρ και χρέος που φθάνει τα δύο δισ. ευρώ, η κυβέρνηση τελούσε ήδη υπό πίεση για να επιταχύνει το ρυθμό των μεταρρυθμίσεων. 
 
Με την «πολιτική των μικρών βημάτων», όπως έχουν χαρακτηριστεί οι ενέργειες Λέτα, κρίσιμες αποφάσεις έχουν μετατεθεί για το φθινόπωρο. Υπό αυτές τις συνθήκες ο οίκος S&P υποβάθμισε την Τρίτη την πιστοληπτική ικανότητα της Ιταλίας δύο μονάδες πάνω από την κατηγορία «junk».
 
Αναλυτές εκτιμούν ότι το προσεχές εικοσαήμερο έως την έκδοση της απόφασης του Αρείου Πάγου η κυβέρνηση δεν κινδυνεύει με κατάρρευση. Θα παραμείνει εύθραυστη, αλλά σταθερή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο της Ιταλίας έχει ανακοινώσει ότι θα εκδώσει την τελική ετυμηγορία για την υπόθεση της φορολογικής απάτης στις 30 Ιουλίου, πολύ νωρίτερα από ό,τι αναμενόταν. Η ανακοίνωση έχει προκαλέσει μια τεράστια αντίδραση από το στρατόπεδο του Il Cavaliere και δείχνει άλλη μία φορά πόσο εύθραυστη είναι η κυβέρνηση συνασπισμού της Ιταλίας.
 
Το κόμμα του Μπερλουσκόνι θέλει να αναστείλει όλες τις κοινοβουλευτικές δραστηριότητες για τρεις ημέρες, διαμαρτυρόμενο για την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, διαφορετικά θα αποχωρήσει από το συνασπισμό. Κάτι τέτοιο θα στερούσε από την κυβέρνηση του Enrico Letta την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο και ενδεχομένως να καθιστούσε τις πρόωρες εκλογές μια πραγματική προοπτική.
 
Η εντύπωση είναι ότι, ακόμη και εάν αυτή η άμεση απειλή απορριφθεί, η επιβίωση της ιταλικής κυβέρνησης μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση ξανά αμέσως μόλις το Ανώτατο Δικαστήριο επικυρώσει την πενταετή απαγόρευση κατοχής δημόσιου αξιώματος για τον Berlusconi, καθιστώντας την οριστική και σε ισχύ.
 
Την ίδια στιγμή, η Standard & Poor’s πριν από δύο ημέρες περιέκοψε την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ιταλίας κατά μία βαθμίδα στο ΒΒΒ, αφήνοντάς την με αρνητικές προοπτικές και με μόλις ελάχιστες βαθμίδες υψηλότερα της περιοχής junk, επικαλούμενη ανησυχίες για την οικονομική ανάπτυξη ως το βασικό λόγο για την απόφασή της. Μια ευγενική υπενθύμιση ότι η χώρα παραμένει υπό την εποπτεία της αγοράς καθώς και ότι η διαφυγή από τον κίνδυνο αργεί ακόμη.