Ο Ames επισκέπτεται το Wertheim, θέλοντας να εξηγήσει το μυστικό της επιτυχίας της γερμανικής οικονομίας, καθώς αυτή η όμορφη μικρή πόλη των 24.000 κατοίκων εμφανίζει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση παγκόσμια επιτυχημένων επιχειρήσεων, με 11 από αυτές να κατέχουν ηγετικές θέσεις στον τομέα τους: βιομηχανικά συστήματα επικοινωνίας, screen printing (μέθοδος εκτύπωσης σε διαφορετικά υλικά), εξοπλισμός εργαστηρίων από γυαλί.
«Αυτές οι καινοτόμες και παγκοσμίως ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, που καλούμε mittelstand είναι εξαιρετικά σημαντικές, όχι μόνο για την εξαγωγική βιομηχανία, αλλά για ολόκληρη την οικονομία. Συνιστούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας», δηλώνει ο Ferdinand Fichtner, επικεφαλής της οικονομικής πολιτικής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών του Βερολίνου.
Οι επιχειρήσεις αυτές, σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και οικογενειακές, έχοντας ως συγκριτικό πλεονέκτημά τους την άριστη ποιότητα, αντιπροσωπεύουν το 98% των εξαγωγικών εταιρειών της Γερμανίας και απασχολούν τα 2/3 του εργατικού δυναμικού της. Μυστικά της επιτυχίας τους είναι η υψηλή τεχνογνωσία και η παραδοσιακή δεξιοτεχνία.
Ένα από τα δυνατά χαρτιά της γερμανικής βιομηχανίας είναι ένα σύστημα μαθητείας, που συνδυάζει εκπαίδευση στο χώρο εργασίας σε συνδυασμό με την παραδοσιακή παράδοση στην τάξη. Οι μαθητευόμενοι δοκιμάζουν τις δεξιότητές τους σε όλα τα τμήματα της εκάστοτε επιχείρησης, μαθαίνοντας τις ανάγκες της και χτίζοντας ομαδικό πνεύμα.
«Σχεδόν όλοι εδώ ξεκινήσαμε μέσα από το σύστημα μαθητείας, ακόμη και οι διευθυντές». Δηλώνει ο Πρόεδρος της Κ&Μ, Martin Koenig. «Αυτός είναι και ένας από τους λόγους της επιτυχίας μας. Το προσωπικό μας δεν αλλάζει συχνά. Οι άνθρωποι εκπαιδεύονται εδώ, διατηρούν τις δεξιότητες και την εμπειρία τους, μένουν εδώ για 30 ή και 40 χρόνια.»
Ένα ακόμη δυνατό χαρτί των mittelstand είναι και οι μη συγκρουσιακές σχέσεις εργασίας. Οι εργαζόμενοι λένε τη γνώμη τους αναφορικά με σημαντικές αποφάσεις και οι ιδέες ανταλλάσσονται μεταξύ των ορόφων του εργοστασίου. «Οι επιτυχίες είναι όλων μας, όπως και οι απώλειες μας», δηλώνει ο Alexander Schmitt, διευθυντής πωλήσεων της Alfi.
Όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση του 2008, οι επιχειρήσεις διαπραγματεύτηκαν με τους εργαζόμενους μείωση του ωραρίου και του μισθού, για να αποφύγουν τις απολύσεις. Αυτό βοήθησε τη Γερμανία να διατηρήσει χαμηλά τα ποσοστά της ανεργίας και παράλληλα να διαφυλάξει την παραγωγικότητα των εταιρειών.
Αν και οι Γερμανοί φημίζονται για την σκληρή δουλειά τους, στην πραγματικότητα δουλεύουν τις λιγότερες ώρες στην ευρωζώνη μετά τους Ολλανδούς: 1.796 ώρες το χρόνο. Την ίδια στιγμή οι «τεμπέληδες» Έλληνες δουλεύουν 2.034 ώρες, τις περισσότερες στην Ευρώπη. Οι Γερμανοί υποστηρίζουν πως οι λιγότερες ώρες εργασίας δεν επηρεάζουν την παραγωγικότητας τους, την οποία εγγυάται το υψηλό ηθικό τους.
Περισσότερα στο πρωτότυπο άρθρο εδώ.