Στο παρελθόν χαρακτηριζόταν «εσχάτη λύση» προκειμένου να αποφευχθεί νέα προσφυγή στις κάλπες. Σήμερα το 47% των Γερμανών θεωρεί «καλή λύση για τη Γερμανία» τον σχηματισμό κυβέρνησης των δύο μεγάλων κομμάτων, Χριστιανοδημοκρατών (CDU/CSU) και Σοσιαλδημοκρατών (SPD), μεταδίδει η Deutsche Welle.
Όπως προκύπτει από την έρευνα της Infratest dimap που έγινε για λογαριασμό του Deutschlandtrend, του πρώτου προγράμματος της γερμανικής τηλεόρασης, ARD, η δεύτερη πιο δημοφιλής κυβερνητική σύνθεση είναι o συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων (Grüne). Το 41% των ερωτηθέντων θεωρεί «καλή» μια τέτοια επιλογή.
Αντίθετα χάνει διαρκώς έδαφος η συνέχιση του σημερινού κυβερνητικού συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελευθέρων (FDP). Μόλις το 38% των ερωτηθέντων την υποστηρίζει. Πριν από μια εβδομάδα το ποσοστό των υποστηρικτών μιας κεντροδεξιάς κυβέρνησης άγγιζε το 46%.
Ελαφρά άνοδος του SPD
Και ενώ μας χωρίζουν μόλις εννέα μέρες από τις ομοσπονδιακές εκλογές, η χθεσινή δημοσκόπηση της Infratest dimap θέλει τους Σοσιαλδημοκράτες του Πέερ Στάινμπρουκ να αυξάνουν το ποσοστό τους κατά μία ποσοστιαία μονάδα και να φτάνουν το 28%. Τα χριστιανικά κόμματα χάνουν μια μονάδα και το ποσοστό τους διαμορφώνεται στο 40%. Οι φιλελεύθεροι σύμμαχοι τους παλεύουν με την κοινοβουλευτική επιβίωση, καθώς παραμένουν καθηλωμένοι στο όριο του 5%. Οι Πράσινοι κινούνται στο 10%, ενώ το κόμμα της Αριστεράς (Die Linke) στο 8%. Η κεντροδεξιά συγκεντρώνει ένα 45% και η αντιπολίτευση 46%.
Με αυτούς τους συσχετισμούς θα ήταν αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης από ένα από τα στρατόπεδα (CDU/CSU-FDP και SPD-Grüne). Στην περίπτωση αυτή το πιο πιθανό σενάριο θα ήταν αυτό ενός «μεγάλου συνασπισμού» (CDU/CSU- SPD), χωρίς πιθανότατα τη συμμετοχή του Πέερ Στάινμπρουκ, ο οποίος έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση υπό την καγκελάριο Μέρκελ.
Αριθμητικά (και όχι μόνο) δεν μπορεί να αποκλειστεί και μια συγκυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών-Πρασίνων με το κόμμα της Αριστεράς. Το ενδεχόμενο αυτό αποκλείουν οι Σοσιαλδημοκράτες που δεν θεωρούν την Αριστερά ώριμη για να συμμετάσχει σε κυβέρνηση. Δυνατή αριθμητικά θα ήταν και μια κυβέρνηση συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Πρασίνων, ωστόσο κάτι τέτοιο το αποκλείουν στην παρούσα φάση οι Πράσινοι.
Η αξία των εν λόγω δημοσκοπήσεων σχετικοποιείται πάντως από το γεγονός ότι ακόμη και σήμερα ο ένας στους δύο ψηφοφόρους δηλώνει αναποφάσιστος.
Ο Economist για τη Μέρκελ
Λουσμένη με αχτίδες φωτός και να πατά πάνω σε ένα αρχαιοελληνικό κίωνα ενώ γύρω της έχουν λυγίσει ο Πύργος του Άιφελ, ο Παρθενώνας έχει βυθιστεί, το Big Ben βουλιάζει και η κορυφή του Πύργου της Πίζας κοντεύει να αγγίξει το έδαφος ποζάρει στο σημερινό πρωτοσέλιδο του Economist η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ με τίτλο “Μια γυναίκα για να τους κυριαρχήσει όλους”.
Το άρθρο ξεκινά θυμίζοντας πως από το ξέσπασμα της κρίσης το 2009 το περιοδικό έχει επικρίνει την “ισχυρότερη γυναίκα του κόσμου” εκφράζοντας τη διαφωνία του με την «άσκοπη συνταγή λιτότητας” και τη μακρά και επώδυνη ύφεση στην Ευρώπη.
Την κατηγορεί για την αποτυχία δημιουργίας τραπεζικής ένωσης στην Ευρωζώνη και ότι αρνείται να πει στους ψηφοφόρους της πόση ευθύνη έχει η Γερμανία για την κατάσταση στην Ευρωζώνη ή το πόσο πολύ διασώθηκαν οι τράπεζες της από τα πακέτα διάσωσης.
Επίσης ο Economist εκφράζει ανησυχία ότι δεν έχει κάνει αρκετά για τη χώρα της τονίζοντας ότι τα τελευταία χρόνια είναι η χώρα της Ευρωζώνης με τις λιγότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και ότι η ενεργειακή πολιτική της έχει καθηλώσει τη χώρα σε υψηλές τιμές ηλεκτρικού ρεύματος.
Και ενώ μέχρι στιγμής ο Economist αποδομεί την εικόνα της καγκελαρίου τονίζει ότι “εξακολοθούμε να πιστεύουμε ότι η κ. Μέρκελ είναι το κατάλληλο πρόσωπο να ηγηθεί της χώρας της και της Ευρώπης. Αυτό οφείλεται μερικώς σε αυτό που είναι: Η πιο χαρισματική δημοκράτης πολιτικός του κόσμου και μακράν ασφαλέστερη επιλογή από τους αριστερούς αντιπάλους της. Είναι ακόμα επειδή πιστεύουμε πως θα μπορούσε ακόμα να γίνει η σπουδαία ηγέτης της Γερμανίας και της Ευρώπης που τόσο απεγνωσμένα χρειάζεται”.
Mάλιστα, το περιοδικό την συγκρίνει με ηγέτες που βρέθηκαν από το ζενίθ στο ναδίρ (Ομπάμα και Κάμερον) ή άλλους που δεν απογειώθηκαν ποτέ (όπως ο «φουκαράς Ολάντ»). Ωστόσο για τη Μέρκελ επισημαίνει ότι “έχει παραμείνει δημοφιλής και αξιόπιστη” και καλεί τους αναγνώστες να “μην υποτιμούν το επίτευγμά της να κρατήσει ενωμένη την Ευρώπη”.
Όπως μάλιστα υποστηρίζει το άρθρο, “η Ελλάδα διατηρήθηκε εντός της Ευρωζώνης, οι βόρειοι Ευρωπαίοι έχουν πληρώσει για πακέτα διάσωσης, η Ισπανία και άλλες χώρες έχουν κάνει μεταρρυθμίσεις που λίγοι θα πίστευαν και βοήθησε στην αποπομπή κλόουν όπως του Σίλβιο Μπερλουσκόνι” ενώ επισημαίνει πως “η επιβίωση του ευρώ μέχρι τώρα δεν ήταν αναπόφευκτη”.
Κάνοντας σύγκριση με τον υποψήφιο των Σοσιαλδημοκρατών Πέερ Στάινμπρουκ αναφέρει ότι είναι πολύ πιο δημοφιλής από εκείνον τον οποίο ωστόσο παρουσιάζει ως εξαιρετικό υπουργό Οικονομικών επί κυβερνητικού συνασπισμού της Μέρκελ το 2005-2009 και ταυτόχρονα τονίζει πως το κόμμα του έχει κατά καιρούς δώσει καλύτερες απαντήσεις για την κρίση στην Ευρωζώνη απ’ ό,τι η Μέρκελ.
Επικρίνει όμως τους Σοσιαλδημοκράτες ότι έχουν κάνει μεγάλη στροφή προς την Αριστερά και ότι έχουν γίνει αντιμεταρρυθμιστικό κόμμα με αφορμή τις εξαγγελίες για αύξηση της φορολογίας των πλουσίων και υψηλό κατώτατο μισθό.
Το περιοδικό συνεχίζει ότι ανάμεσα στους δύο η Μέρκελ κερδίζει σίγουρα τη ψήφο του και εκτιμά ότι ο Στάινμπρουκ δεν έχει πιθανότητα να κερδίσει με τους Πράσινους. Έτσι τα πιθανά σενάρια για τον Economist είναι “ο συνασπισμός της Μέρκελ με τους Ελεύθερους Δημοκράτες, ένας άλλος μεγάλος συνασπισμός με τος Σοσιαλδημοκράτες με τη Μέρκελ να παραμένει καγκελάριος και το χειρότερο απ’ όλα ένας συνασπισμός ανάμεσα σε Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινους και Αριστερά”. Το τελευταίο ειδικά ο Economist το χαρακτηρίζει “επικίνδυνο και ασταθές” παρότι ο ίδιος ο Στάινμπρουκ το απορρίπτει μέχρι τώρα.