Μείωση στα αστικά κέντρα
Η υποχώρηση των τιμών κατοικιών είναι εντονότερη στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα, με την Αθήνα να καταγράφει πτώση 32,7% και τη Θεσσαλονίκη -38%. Επίσης η πτώση είναι εντονότερη για τα μεγαλύτερου εμβαδού ακίνητα στις σχετικά ακριβότερες περιοχές της χώρας.
Η αποκλιμάκωση των τιμών στην αγορά κατοικιών συνεχίστηκε µε έντονο ρυθμό το εννεάμηνο του 2013. Με βάση στοιχεία από τα πιστωτικά ιδρύματα, οι τιμές των διαμερισμάτων υποχώρησαν σε ονομαστικούς όρους µε µέσο ετήσιο ρυθμό 11,6%, 11,8% και 9,2% το πρώτο, δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του 2013 αντίστοιχα, έναντι 11,7% για το σύνολο του 2012.
Επέκταση του χρόνου αναμονής
Το μέγεθος της κρίσης αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι η μέση περίοδος αναμονής, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της ΤτΕ, για τη διάθεση των προσφερόμενων προς πώληση ακινήτων εκτιμάται ότι έφτασε το τρίτο τρίμηνο του 2013 περίπου στο ένα έτος, έναντι πέντε μηνών στις αρχές του 2009, ενώ η έκπτωση επί της αρχικής τιμής ήταν κατά µέσο όρο 21,5% (έναντι 12,6% στις αρχές του 2009).
Στο τρίτο τρίμηνο του 2013, μόλις το 16% των συναλλαγών πραγματοποιήθηκε µε τη βοήθεια τραπεζικού δανεισμού, έναντι 82,1% στις αρχές του 2009, µε το μέσο ποσοστό δανειοδότησης να ανέρχεται σε περίπου 28% επί της συνολικής αξίας του ακινήτου, έναντι 70% στις αρχές του 2009.
Στον τομέα των επαγγελματικών ακινήτων, τόσο οι μισθωτικές όσο και οι αγοραίες αξίες συρρικνώθηκαν περαιτέρω στο εννεάμηνο του 2013, με τη μέση ετήσια μεταβολή να διαμορφώνεται -18,6% και στο -18,2%, αντίστοιχα.
Στην ενδιάμεση έκθεση της ΤτΕ διαπιστώνονται, πάντως, αμυδρά σημάδια σταθεροποίησης στην αγορά των καταστημάτων, η οποία έχει υποστεί τις μεγαλύτερες πιέσεις από την αρχή της κρίσης.
Υποχώρηση ζήτησης
Συμπερασματικά, η αγορά ακινήτων εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από υπερβάλλουσα προσφορά και σημαντική υποχώρηση της ζήτησης, η οποία μπορεί να αποδοθεί κυρίως στη δραματική αύξηση της ανεργίας και στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, στην αύξηση της φορολογίας των ακινήτων και στην αστάθεια του φορολογικού πλαισίου, καθώς και στην έλλειψη ρευστότητας, µε δεδομένους τους αυστηρότερους όρους τραπεζικής χρηματοδότησης.