Ηρώ Καλλιγά
Υποψήφια Διδάκτωρας Φιλοσοφίας ΕΚΠΑ, κάτοικος Κεφαλονιάς

Ο Εγκέλαδος κατά την ελληνική μυθολογία ήταν ο αρχηγός των Γιγάντων. Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη φυλακίστηκε από τη θεά Αθηνά κάτω από την Αίτνα (ενεργό ηφαίστειο στις ανατολικές ακτές της Σικελίας) απ' όπου προκαλούσε σεισμούς στην προσπάθειά του να απεγκλωβιστεί. Σε μια ακόμη μάταιη μάχη του για ελευθερία, ο Εγκέλαδος χτυπά το 1953 την περιοχή της Κεφαλονιάς (αλλά και της Ζακύνθου και της Λευκάδας) αφήνοντας στην απόληξη των σεισμικών κυμάτων 800 νεκρούς, 1.690 τραυματίες, 145.052 άστεγους και ένα νησί-ερείπιο.

Όλα ξεκίνησαν στις 9 Αυγούστου του 1953 όταν οι Κεφαλονίτες, άνθρωποι της θάλασσας μα και της υπαίθρου, άνθρωποι εξοικειωμένοι και μονιασμένοι με τη φύση, έμελλε να βιώσουν την άκαμπτη δύναμη και τη γυμνή βία της. Ήταν η πρώτη μιας σειράς θυμωμένων σεισμικών δονήσεων με μέγεθος 6.4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Τα πρώτα δείγματα της καταστροφής είχαν ήδη καταγραφεί: κεραμίδια και μπαλκόνια στους δρόμους, παντού ριγμένα ατσούπια και κορνίζες. Παρ' όλα αυτά, πολύς κόσμος επιστρέφει στα σπίτια του. Εκεί θα αφυπνίσει τον τρόμο τους ο σεισμός της 11ης Αυγούστου με μέγεθος 6.8 που αναγκάζει πολλούς να βρουν ασφαλή καταφυγή και διαμονή σε ανοιχτούς υπαίθριους χώρους. H θεία μου η Ρωξάνη, γύρω στα δώδεκα τότε, θυμάται να αρπάζει τον μόλις δυο ετών πατέρα μου από την γεμάτη μπάζα κούνια του και να τρέχει στο λιοστάσι.

Αν και τούτος ο δεύτερος σεισμός έμπηξε το μαχαίρι βαθύτερα στην πληγή προκαλώντας επιπλέον πονοκέφαλο από τα ρήγματα στους δρόμους, τους πεζόδρομους και τα λιμάνια που προκάλεσε, δεν μπορεί να συγκριθεί με ό,τι έζησαν οι Κεφαλονίτες την επόμενη μέρα. Στις 12 Αυγούστου, οι ενισχύσεις που είχαν σταλεί από την ηπειρωτική Ελλάδα αλλά και την Κέρκυρα μετατράπηκαν σε απλές πράξεις συμβολικού χαρακτήρα, στερούμενες κάθε δυνατότητα ουσιαστικής παρέμβασης στην καταστροφική διάθεση του Εγκέλαδου. Τα 7,2 ρίχτερ ισοπέδωσαν κάθε προσπάθεια ελέγχου και διαχείρισης της ανθρώπινης θνησιμότητας.


       
Η γιαγιά μου, Βιργινία Σάντα, παρά τα ενενήντα δυο της χρόνια αποθήκευσε στην ασθενή της μνήμη μία μοναδική εικόνα που θα την συνόδευε μέχρι σήμερα: “Γιόμισε ο κόσμος σκόνη. Ένα μεγάλο σύννεφο σκόνης. Έφτανε τόσο ψηλά που δεν έβλεπες ουρανό”. Και είναι λογικό, αφού τα κεφαλονίτικα σπίτια στα μέσα του 20ου  αιώνα ήταν χτισμένα με πέτρα, χώμα (άργιλο) και άχυρο. Μόνο μετά το 1953, έτος – ορόσημο της καταστροφής αλλά και της αναγέννησης του νησιού, θα επιβληθούν αυστηροί αντισεισμικοί κανονισμοί για τα σπίτια.
       
Η καταστροφή λοιπόν είχε το χρώμα του νεκροζώντανου άσπρου και έσπειρε την απόγνωση σε κάθε ζώσα ψυχή που κατάφερε να βρει τα λογικά της. Νεκροί και τραυματίες μέσα στα μπάζα, ξεριζωμένα δέντρα, σκισμένοι δρόμοι, ξεκολλημένοι βράχοι καρφωμένοι πάνω σε χωριά. Τον πένθιμο αυτό καμβά συμπλήρωσαν οι σπαραχτικές κραυγές των ανθρώπων που έψαχναν απελπισμένοι τους συγγενείς τους αλλά και των ίδιων των κατατροπωμένων τραυματιών. Ρεύμα και επικοινωνία κομμένα. Η ενδιάμεση κατάσταση ύπαρξης, εκείνη μεταξύ ζωής και θανάτου, και η πλήρης ανημπόρια που οδήγησε τους άστεγους Κεφαλονίτες στην ύπαιθρο προκειμένου να βγάλουν το βράδυ τους, έδωσε μια αίσθηση παράδοξης ισότητας. Φτωχοί και πλούσιοι ήταν όλοι πρωταγωνιστές του ίδιου έργου.         


       
Ισότητα στην ανημπόρια λοιπόν. Οι κοινωνικές διακρίσεις ισοπεδώθηκαν μαζί με τα λιθόκτιστα σπίτια. Ο τρόμος ήταν αμετανόητα ίδιος και οδηγούσε τους κατοίκους να θέλουν να εγκαταλείψουν το νησί παρά τη σχετική απαγόρευση από την πλευρά της κυβέρνησης. Πολλοί το κατάφεραν. Την απόγνωση των κατοίκων ήρθαν την επόμενη μέρα να καθησυχάσουν πρώτα οι Ισραηλινοί φέρνοντας μαζί τους εκτός από νερό, ζάχαρη, γαλέτα και σοκολάτες, την αίσθηση  ελέγχου, έστω κι αν αυτός ασκούταν πάνω στις συνέπειες μιας καταστροφής. Ακολούθησαν πολεμικά πλοία από τη Βρετανία, την Ιταλία, τη Γαλλία αλλά και αμερικανική βοήθεια από αέρα. Φάρμακα, τρόφιμα, νερό και περίθαλψη για τους ψύχραιμους, αλλά απαρηγόρητους πληγέντες.
       
Ακολούθησαν διανοίξεις δρόμων, απεγκλώβιση των παγιδευμένων, ανατινάξεις επικίνδυνων κτιρίων. Ο φόβος δημιουργίας ενός σημαντικού αριθμού προσφύγων στην ηπειρωτική Ελλάδα φέρεται να οδήγησε τις αρχές εκτός από τον περιορισμό της μετακίνησης, στην δημιουργία κινήτρου ώστε να παραμείνει ο πληθυσμός στο νησί: Συστάθηκε το γνωστό ως Υφυπουργείο Σεισμόπληκτων Νήσων με έδρα το Αργοστόλι, το οποίο αποφεύγοντας τα σχετικά γραφειοκρατικά κωλλύματα, επιτάχυνε ραγδαία τη διαδικασία της ανοικοδόμησης.


       
Το νησί άρχισε να παίρνει σταδιακά μια νέα μορφή. Η θέληση για ζωή και ο σωστός σχεδιασμός ανέδειξαν την εικόνα ενός εντελώς διαφορετικού και πιο εύρωστου κόσμου, πιο έτοιμου να αντιμετωπίσει τις ακούραστες απειλές του Εγκέλαδου. Τα περισσότερα κτίρια ενσωμάτωσαν στα θεμέλιά τους τα τραγούδια και τα ποίηματα των πονεμένων νησιωτών που πέρασαν στη συλλογική τοπική μνήμη τη σημείωση ότι κανείς δεν μπορεί να τα βάλει με τη γυμνή δύναμη της φύσης.

Όσοι δεν σεβάστηκαν τη βιωμένη επιβεβαίωση αυτής της τετριμμένης διαπίστωσης μένουν περισσότερο εκτεθειμένοι στις επικείμενες εξεγέρσεις του θυμωμένου Γίγαντα.