Έλεγχος – Κρίση – Πολιτισμός”, που θα λάβει χώρα στη Βιέννη στις 28 Φεβρουαρίου και 1 Μαρτίου 2014. Η εκδήλωση υποστηρίζεται από το Δήμαρχο της πόλης της Βιέννης, Μίχαελ Χόιπλ και το Υπουργείο Επιστημών και Έρευνας της Αυστρίας, καθώς και από έναν αριθμό διεθνών οργανισμών, μεταξύ των οποίων ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), η Ένωση Ευρωπαίων Δημοσιογράφων (AEJ), το Κέντρο για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης (CFOM) του Πανεπιστημίου του Sheffield, το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου (IPI) και το Πανεπιστήμιο του Westminster. Η πραγματοποίηση του συνεδρίου δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τη γενναιόδωρη υποστήριξη των xoρηγών μας.
Στο συνέδριο θα συμμετάσχουν περισσότεροι απο 30 διεθνείς ομιλητές (ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι, βιβλιοθηκονόμοι, ειδικοί σε θέματα ανοιχτής κουλτούρας, ακτιβιστές και νομοθέτες) από την Αυστρία, το Βέλγιο, τη Βουλγαρία, τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ισπανία, τη Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, με στόχο την έναρξη ενός δημοσίου διαλόγου σχετικά με τις προκλήσεις που δέχεται η ελευθερία της πληροφόρησης υπό το πρίσμα των πρόσφατων αποκαλύψεων για τις μαζικές ηλεκτρονικές παρακολουθήσεις, την αύξηση της λογοκρισίας και των διώξεων εναντίον των μέσων ενημέρωσης, του τύπου, των δημοσιογράφων και των ανθρώπων που αποκαλύπτουν πληροφορίες με δημόσιο ενδιαφέρον στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο.
Δείτα αναλυτικά τις πληροφορίες στην επίσημη ιστοσελίδα του συνεδρίου
Το σκεπτικό του συνεδρίου
Τον Ιούνιο του 2013 ο Έντουαρντ Σνόουντεν σε συνεργασία με τις εφημερίδες The Guardian, The Washington Post, και το περιοδικό Der Spiegel αποκάλυψε – και το σημαντικότερο απέδειξε και επιβεβαίωσε – την έκταση των δραστηριοτήτων παρακολούθησης των αμερικανικών, βρετανικών και άλλων εθνικών υπηρεσιών πληροφοριών. Αυτές οι δραστηριότητες περιλαμβάνουν μαζικές διαδικτυακές παρακολουθήσεις καθώς και μαζικές παρακολουθήσεις κινητών και σταθερών τηλεφώνων, καλύπτοντας σχεδόν κάθε πιθανό μέσο ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Τέτοιες προσπάθειες από πληροφοριοδότες και οργανώσεις για δημόσια διαφάνεια και λογοδοσία έχουν αντιμετωπιστεί με πρωτοφανή καταστολή και διώξεις. Η Chelsea Manning (γνωστός σαν Bradley Manning) καταδικάστηκε πρόσφατα σε 35 χρόνια φυλάκισης για διαρροή διαβαθμισμένου υλικού και πληροφοριών των ΗΠΑ, ενώ άλλοι όπως οι Julian Assange, Edward Snowden, Laura Poitras και Glenn Greenwald συνεχίζουν να διώκονται από την αμερικανική και βρετανική κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να περιοριστούν οι αποκαλύψεις και να αποτραπούν παρόμοιες ενέργειες από άλλους. Επίσης, σε μια συντονισμένη κίνηση εκφοβισμού, η Βρετανική κυβέρνηση ζήτησε πρόσφατα από την εφημερίδα The Guardian να καταθέσει ενώπιον μιας κοινοβουλευτική επιτροπής με την κατηγορία ότι η εφημερίδα θέτει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια της χώρας.
Παράλληλα, βιώνουμε μια γενική αύξηση της λογοκρισίας των μέσων ενημέρωσης και της δημοσιογραφίας στην Ευρώπη, όπου η ελευθερία της πληροφόρησης βρίσκεται υπό πίεση. Στην υποφέρουσα από την κρίση Ελλάδα για παράδειγμα, δημοσιογράφοι συχνά απειλούνται και διώκονται από δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς και επιχειρήσεις. Μία πολύ γνωστή περίπτωση είναι αυτή της ελληνικής δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης ΕΡΤ που έκλεισε βίαια από την ελληνική κυβέρνηση αφήνοντας στο δρόμο περίπου 2.600 εργαζόμενους, προκαλώντας την διεθνή δημόσια κατακραυγή. Μία άλλη περίπτωση είναι αυτή του δημοσιογράφου Κώστα Βαξεβάνη ο οποίος διώχθηκε έντονα για τη δημοσιοποίηση της λεγόμενης λίστας Λαγκάρντ, η οποία περιείχε πάνω από 2.000 ονόματα Ελλήνων με τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελβετία.
Το δικαίωμα πρόσβασης στην πληροφόρηση μπορεί να προωθήσει τη συμμετοχή των πολιτών στα πολιτικά πράγματα και δημοκρατικές διαδικασίες, αυξάνοντας την εμπιστοσύνη τους στους πολιτικούς και νομοθετικούς θεσμούς, ενώ παράλληλα μπορεί να καταπολεμήσει φαινόμενα «λόμπινγκ» και διαφθοράς. Η ανοιχτή πρόσβαση στη δημόσια γνώση και ακαδημαϊκή έρευνα είναι επίσης σημαντική για τη συνεχή επιμόρφωση του ευρύτερου πληθυσμού και επαγγελματιών, για την ενίσχυση της πολιτισμικής πολυμορφίας και την διατήρηση της ιστορικής και συλλογικής μνήμης. Ωστόσο, οι δυνατότητες που δημιουργούνται από την πρόσβαση στην πληροφόρηση, παρεμποδίζονται από διάφορα, σύνθετα, τεχνικά και νομικά εμπόδια αλλά και οργανωμένα συμφέροντα. Το δικαίωμα πρόσβασης στην πληροφόρηση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την απροθυμία των κυβερνήσεων να θεσπίσουν νόμους για τη διαφάνεια και την απρόσκοπτη πρόσβαση στη γνώση, αλλά και από την πίεση των πολιτών να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες πρόσβασης, ανοιχτό δημόσιο διάλογο και λογοδοσία.
Σε αυτό το πλαίσιο, το συνέδριο αυτό στοχεύει να διερευνήσει τα παρακάτω επείγοντα ερωτήματα: Ποιά είναι η κατάσταση στην Ευρώπη, σχετικά με την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και δημοσιογράφων; Ποιές διαφορές και ποιές ομοιότητες εντοπίζουμε μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών; Ποιά είναι η σχέση μεταξύ πολιτικών ασφαλείας και ελευθερίας του τύπου; Τί γνωρίζουμε για την ηλεκτρονική παρακολούθηση και ποιές είναι οι επιπτώσεις για τη δημοκρατία; Ποιά είναι η σχέση μεταξύ ασφάλειας, ιδιωτικότητας, προστασίας προσωπικών δεδομένων και παρακολούθησης; Πώς μπορούμε να επωφεληθούμε από τις τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνίας, χωρίς να θυσιάζουμε άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως αυτό της ιδιωτικότητας; Πώς μπορούν τα δικαιώματα των πνευματικών δημιουργών να διασφαλίζονται χωρίς να παρεμποδίζεται η πολιτιστική και επιστημονική πρόοδος και ανταλλαγή γνώσης; Ποιός είναι ο ρόλος των ερευνητών, εκδοτών, βιβλιοθηκών και αρχείων στην προώθηση μιας κουλτούρας ελεύθερης πληροφόρησης και γνώσης; Τί ρόλο μπορεί να παίξει η «ομότιμη παραγωγή» στη μεταρρύθμιση των πνευματικών δικαιωμάτων; Τί χρειάζεται να γίνει ώστε οι διαδικασίες λήψεις αποφάσεων και τα αποτελέσματά τους, να είναι πιο διαφανή; Ποιές είναι οι προκλήσεις για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, την κοινωνία των πολιτών, τους υπερμάχους των ψηφιακών δικαιωμάτων, ιδιωτικότητας, ελευθερίας της πληροφόρησης και ανοιχτής πρόσβασης; Ποιές είναι οι τεχνολογικές, νομικές, εκπαιδευτικές και πολιτικές στρατηγικές αντίστασης στην εξάπλωση των κοινωνιών λογοκρισίας, παρακολούθησης και ελέγχου;
Στόχοι του συνεδρίου:
Η οργανωτική επιτροπή ενδιαφέρεται ώστε το συνέδριο αυτό να αποτελέσει μια διαδραστική πλατφόρμα δημόσιας αντιπαράθεσης και διαλόγου, καθώς και δημιουργίας συνεργασιών. Επίσης, προσκαλώντας στην εκδήλωση αυτή το ευρύ κοινό, ενδιαφερόμαστε να ενισχύσουμε τη δημόσια συζήτηση και να προτείνουμε μια νέα ατζέντα στους πολιτικούς ιθύνοντες, στους επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης, καθώς και στους οργανισμούς και φορείς της κοινωνίας των πολιτών.