Ωστόσο, όπως γράφει σήμερα η «Ναυτεμπορική», εν όψει της έναρξης από το Eurogroup της Δευτέρας 5 Μαΐου των διαπραγματεύσεων για την απομείωση του δημόσιου χρέους, το υπουργείο Οικονομικών κατεβάζει τον πήχη των προσδοκιών.

Σύμφωνα με δήλωση ανώτατου στελέχους του ΥΠΟΙΚ στο Reuters, η Ελλάδα θα προτείνει επισήμως την επιμήκυνση του χρόνου ωρίμανσης των δανείων διάσωσης μέχρι και 50 χρόνια (από 30 που είναι τώρα), στο πλαίσιο των μέτρων για να καταστεί το χρέος της βιώσιμο, όπως και μείωση των επιτοκίων στα δάνεια από τις χώρες της Ευρωζώνης, ή εναλλακτικά να αλλάξει το επιτόκιο σε σταθερό από κυμαινόμενο.

Πρόκειται για το σενάριο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, το οποίο δεν λύνει το πρόβλημα, καθώς το ύψος του χρέους θα παραμείνει στα ίδια επίπεδα ποσοτικά και ως ποσοστό του ΑΕΠ. Πάντως, σε ό,τι αφορά την εξέλιξη του χρέους με βάση τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου, το 2014 το χρέος θα διαμορφωθεί στο 173,9% του ΑΕΠ, για να υποχωρήσει το 2015 στο 168,3%, στο 158,9% το 2016, στο 149,1% το 2017 και στο 139,1% το 2018. Στην τελευταία της έκθεση η Κομισιόν εκτιμά ότι φέτος το δημόσιο χρέος θα διαμορφωθεί στο 177,2% του ΑΕΠ, στο 172,5% το 2015, στο 162,9% το 2016 και στο 154,2% το 2017.

Το ΔΝΤ, με βάση τις εκτιμήσεις που αναγράφονται στο Fiscal Monitor του Απριλίου, προβλέπει ότι το ελληνικό χρέος θα διαμορφωθεί στο 174,7% το 2014, στο 171,3% το 2015, στο 162,5% το 2016, στο 153,7% το 2017 και στο 146,1% του ΑΕΠ το 2018.

Οι χρηματοδοτικές ανάγκες είναι καλυμμένες για το προσεχές δωδεκάμηνο αναφέρει το ΜΠΔΣ, ενώ εξετάζεται και η έκδοση νέων ομολόγων ύψους 3-6 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Επισημαίνεται ότι «με δεδομένη τη δυναμική αυξανόμενης ζήτησης των ελληνικών κρατικών χρεογράφων, που έχει ήδη αναπτυχθεί στον ευρύ κύκλο των διεθνών επενδυτών και των διεθνών αγορών εν γένει, το Υπουργείο Οικονομικών, μέσω του ΟΔΔΗΧ, επεξεργάζεται ήδη και καταρτίζει πρόγραμμα για ενδεχόμενη, εκ νέου, προσφυγή στις αγορές για ποσό ύψους 3–6 δισ. ευρώ.

Ο στόχος του εν λόγω προγράμματος παραμένει η δημιουργία αξιόπιστης καμπύλης αποδόσεων των ελληνικών κρατικών χρεογράφων, η οποία θα αντικατοπτρίζει πλέον τα θετικά αποτελέσματα, τόσο στο δημοσιονομικό πεδίο, όσο και αναφορικά με τις σημαντικότατες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν υλοποιηθεί τα τελευταία χρόνια στην ελληνική οικονομία, και είναι αδιαμφισβήτητο ότι θα συμβάλλει στην περαιτέρω κάλυψη ενδεχόμενων μελλοντικών χρηματοδοτικών αναγκών, εάν και εφόσον χρειαστεί.

Τα ποσά που θα προκύψουν ως πρόσοδοι για το Ελληνικό Δημόσιο, από τις ενδεχόμενες μελλοντικές εκδόσεις, δεν έχουν προσμετρηθεί στο βασικό σενάριο κάλυψης των χρηματοδοτικών αναγκών των επόμενων ετών».

Δεν έχει νέα μέτρα, αλλά τα περιγράφει…

Επισήμως πακέτο νέων μέτρων δεν υπάρχει, σημειώνει το capital.gr,  αν και οι στόχοι που τίθενται σκιαγραφούν παρεμβάσεις. Επίσης στο Μεσοπρόθεσμο  επικυρώνεται και η μείωση του  ΠΔΕ κατά 400 εκατ. ευρώ το 2015, ενώ ποσοτικοποιείται και η εφαρμογή της “ρήτρας μηδενικών ελλειμμάτων” στα επικουρικά ταμεία στα 464 εκατ. ευρώ σε βάθος τετραετίας.
 
Ανοίγει  και παράθυρο διατήρησης του  χαμηλού συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση και  μείωσης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο πετρέλαιο από το 2015 σύμφωνα με τη ρήτρα μείωσης φορολογικών συντελεστών εάν επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι, σύμφωνα με δηλώσεις του αρμόδιου Αναπληρωτή υπουργού Χρ. Σταϊκούρα κατά την παρουσίασή του. Δεν καταγράφεται ούτε η παράταση της έκτακτης εισφοράς το 2015 (και αυτή παραπέμπεται για συζήτηση τον Σεπτέμβριο) αλλά ούτε και καταβολή κοινωνικού μερίσματος τον επόμενο χρόνο).

Οι 3 συν ένας κίνδυνοι για την οικονομία

 
Τρεις εσωτερικούς  και έναν «εισαγόμενο»  κίνδυνο για την πορεία  της οικονομίας προβλέπει το νέο Μεσοπρόθεσμο που ψηφίζει η Βουλή την προσεχή εβδομάδα. Γίνεται λόγος  για πολιτική αβεβαιότητα, καθυστερήσεις σε μεταρρυθμίσεις ή αποκρατικοποιήσεις αλλά και για πιθανές επιπτώσεις στην τουριστική ανάκαμψη αν συνεχιστεί η κρίση στην Ουκρανία.
Ειδικότερα:
 
α) Ένας αυξημένος βαθμός πολιτικής αβεβαιότητας ή αβεβαιότητας ως προς τη συνεπή εκτέλεση του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, θα επηρέαζε αρνητικά τη συμπεριφορά των επιχειρήσεων και νοικοκυριών, αναβάλλοντας τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Επιπλέον, θα τροφοδοτούσε τη μακροοικονομική αβεβαιότητα με αρνητικές συνέπειες στην παραγωγή, μέσω της μείωσης της ζήτησης για επενδύσεις, καθώς και στην προθυμία εφαρμογής της όποιας πολιτικής προσλήψεων από τις επιχειρήσεις.
 
β) Η ενδεχομένη καθυστέρηση των μεταρρυθμίσεων ή η ελλιπής εφαρμογή τους θα επηρεάσει δυσμενώς την οικονομία, καθιστώντας δυσκολότερη την επίτευξη ουσιαστικής αύξησης της απασχόλησης και της οικονομικής αποτελεσματικότητας και, ως εκ τούτου, επίσης, μιας σταθερής μείωσης του λόγου του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ. Αντιθέτως, η διατήρηση και αποφασιστική συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών, στη δημόσια διοίκηση και στην καταπολέμηση της διαφθοράς θα συνεισφέρει σημαντικά στη μείωση του κόστους για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά και στη στήριξη της ανάκαμψης των επενδύσεων.
 
γ) Οι ενδεχόμενες αποκλίσεις στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου, ως αποτέλεσμα και αδυναμίας αντιμετώπισης διοικητικών εμποδίων, θα επηρεάσουν δυσμενώς τα επίπεδα των προϋπολογισθέντων εσόδων. Αντιθέτως, η εντατική πρόοδος του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων θα μπορούσε να συμβάλει, σε συνδυασμό με την αύξηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος, σε μεγαλύτερη συμμετοχή των διεθνών επενδυτών και σε υψηλότερα έσοδα.
 
Τέλος, οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας θα επηρεαστούν, φυσικά, και από το ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον, το οποίο αν και εκτιμάται ότι θα συμβάλλει θετικά, λόγω τόσο των ενθαρρυντικών μεσοπρόθεσμων προοπτικών για την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης στην ευρωζώνη όσο και του νέου πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εμπεριέχει κινδύνους που σχετίζονται με τις γεωπολιτικές εξελίξεις, όπως είναι για παράδειγμα, η κατάσταση στην Ουκρανία με δυνητικούς κινδύνους για τον Ελληνικό τουρισμό».
 

Τα δημοσιονομικά μεγέθη

Επίσης στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2015-2018:
•           Για τους φόρους αναφέρεται ότι «η προσπάθεια για τη σταδιακή μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, η οποία δύναται να δρομολογηθεί, όπως προβλέπεται και στο Επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής, εφόσον η χώρα συνεχίζει να επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς στόχους και μπορέσει να εντάξει, ακόμη περισσότερο, το «αφανές» τμήμα της οικονομίας στο «εμφανές» πεδίο της, ώστε να επιτυγχάνεται η φορολόγησή του. Όσο περισσότερο επιτυγχάνεται αυτός ο στόχος, τόσο διευρύνεται η ευχέρεια για ελάφρυνση των συνεπών φορολογουμένων, οι οποίοι όχι μόνο έχουν επιβαρυνθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, αλλά έχουν υποστεί και μείωση του εισοδήματός τους».
 
 •          Για το χρέος επισημαίνεται ότι «η περαιτέρω ενίσχυση και η οριστική τακτοποίηση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, καθώς η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων της χώρας, υποχρεώνει τους εταίρους και δανειστές μας, σύμφωνα με την απόφαση του Eurogroup (Νοέμβριος 2012), να αναλάβουν, σύντομα, συγκεκριμένες πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση. Γίνεται λόγος για «ανάληψη όλων των απαραίτητων μέτρων και πρωτοβουλιών για την εξεύρεση ρεαλιστικών λύσεων, με εφικτές τεχνικές και ισοδύναμους τρόπους, με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση και την οριστική τακτοποίηση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους».
 
•         Για την πορεία της οικονομίας «εκτιμάται ότι το διάστημα 2015-2018, η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί, κατά μέσο όρο, κατά 3,3%. Η αύξηση των εξαγωγών και η υψηλότερη επενδυτική δραστηριότητα θα στηρίξουν την υψηλή αναπτυξιακή πορεία (+4,8% και +10,6% αντίστοιχα κατά μέσο όρο το διάστημα 2015-2018). Ωστόσο, οι εισαγωγές αναμένεται, επίσης, να αυξηθούν, κατά μέσο όρο, κατά 2,9% το διάστημα 2015-2018.  Η ανεργία αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται και να φτάσει το 15,9% το 2018. Οι εξελίξεις στην εσωτερική ζήτηση αναμένεται να συμβάλουν θετικά στην αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα (κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες, κατά μέσο όρο, το διάστημα 2015-2018). Η ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αναμένεται να ενισχύσει περαιτέρω την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας μεσο-μακροπρόθεσμα».
 
•         Για την  διαδικασία αποπληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών επισημαίνεται ότι υπάρχουν ακόμη ζητήματα. «Σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης, εντός του 2013, μειώθηκε το ύψος των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων κατά 50%, στα 4,7 δισ. ευρώ έναντι 9,4 δισ. ευρώ στο τέλος του 2012. Ωστόσο, αν και το συνολικό ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών συρρικνώνεται, έχουν δημιουργηθεί κάποιες νέες που κυρίως προέρχονται από τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης και υγείας, περιοχές για τις οποίες ήδη έχουν αναληφθεί σχετικές πρωτοβουλίες». Για το τρέχον έτος εκτιμάται ότι θα υπάρξει δυνατότητα εξόφλησης ληξιπρόθεσμων οφειλών των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, ύψους περίπου 2,5 δισ. ευρώ.