Με τροπολογία που προστέθηκε στο νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης για την «Απλούστευση της αδειοδότησης για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας», ρυθμίζονται θέματα που αφορούν τη ΝΕΡΙΤ και σειρά άλλων για τη μεταβατική φάση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης
Σύμφωνα με την τροπολογία, που ψηφίστηκε σήμερα από τη Βουλή, ο υπολογισμός των αποζημιώσεων για τους εργαζόμενους της ΕΡΤ, ρυθμίζεται με βάση τον πλήρη τελευταίο μισθό τους -πριν την κατάργησή της στις 11 Ιουνίου 2013- βάσει της ΚΥΑ και του Ενιαίου Μισθολογίου. Επιπλέον, νομιμοποιείται το ανταποδοτικό τέλος των 3 ευρώ με δυνατότητα αναπροσαρμογής του. Παρατείνεται, επίσης, το χρονικό διάστημα του ειδικού διαχειριστή του υπουργείου Οικονομικών όχι «μέχρι τη σύσταση και πλήρη λειτουργία του νέου φορέα», αλλά «μέχρι την ολοκλήρωση του έργου της ειδικής διαχείρισης». Τέλος, δίνονται υπερωρίες στους δίμηνους συμβασιούχους, εργαζόμενους της Δημόσιας Τηλεόρασης και παρατείνονται οι δεκάμηνες συμβάσεις τους για άλλους δύο μήνες.
«Η ΝΕΡΙΤ δεν είναι απλά ένα κακό αντίγραφο και συνέχεια της ΔΤ, κουβαλάει όλες τις στρεβλές και κακές πρακτικές του μορφώματος του υπουργείου Οικονομικών και προσπαθεί να το αναγάγει σε θεσμό» τονίζει με ανακοίνωση της η ΠΟΕΣΥ.
Η Ένωση σημειώνει «η λειτουργία της ΝΕΡΙΤ ανοίγει το κουτί της Πανδώρας για μεσαιωνικές εργασιακές σχέσεις» και προσθέτει, μεταξύ άλλων, πως «τόσο οι εργασιακές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, όσο και οι πρακτικές αδιαφάνειας που έχει επιβάλει η κυβέρνηση και η διοίκηση, κάνουν το δημοσιογραφικό έργο της αντικειμενικής πληροφόρησης σχεδόν απαγορευτικό».
Σε ό,τι αφορά την νέα τροπολογία, η ΠΟΕΣΥ αναφέρει πως «η κυβέρνηση έρχεται να τσεκουρώσει αναδρομικά τις αποζημιώσεις των απολυμένων, οι οποίες παρανόμως 11 μήνες τώρα δεν καταβάλλονται, έχοντας οδηγήσει στην εξαθλίωση τους εργαζόμενους της ΕΡΤ. Επίσης, προσπαθεί να νομιμοποιήσει εκ των υστέρων όλες τις παράνομες αποφάσεις του ειδικού διαχειριστή, δίνοντάς του το δικαίωμα να τις αναρτήσει ετεροχρονισμένα στη Διαύγεια, σε μια προσπάθεια απροκάλυπτης συγκάλυψης σκανδαλωδών απευθείας αναθέσεων».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ